Μέρος 6
Για τη διάνοιξη ενός ευρυτέρου «παραθύρου» παρατηρήσεως και σπουδής της Μεταπολιτικής είναι χρειώδης η εξέτασή της μέσω της αρχικής της συλλήψεως από τα πρωτοπόρα μέλη της ομάδος GRECE, ώστε να κατανοήσουμε ακριβέστερον μερικές από τις αντιθέσεις και αντινομίες που ελειτούργησαν και λειτουργούν στον ευρύτερο χώρο της άκρας Δεξιάς και της εθνικιστικής Δεξιάς. Ο Αλαίν ντε Μπενουά υπήρξεν ο πλέον διάσημος συγγραφεύς της Γαλλικής Νέας Δεξιάς και ισχυρίσθη σαφώς και απεριφράστως ότι μεταξύ άλλων αυτή η πρωτοποριακή και προκεχωρημένη δεξαμενή σκέψεως είχε συνάμα δύο ουσιαστικώς και φαινομενικώς αντίθετες πηγές εμπνεύσεως : Την παραμαρξιστική «Σχολή της Φρανκφούρτης» αλλά και την σφόδρα αντεπαναστατική και παραδοσιοκρατική Γαλλική Δράση («Action Française»).
Σε μίαν συνέντευξή του προ επταετίας ο σπουδαίος Γάλλος στοχαστής εδήλωσεν ότι ολίγον προ της συγκροτήσεως της GRECE είχεν διακόψει τις σχέσεις του με την Άκρα Δεξιά, αλλά και με την ευρυτέραν πολιτικήν δραστηριότητα, διότι ησθάνθη ισχυρά κόπωση από τις προκατασκευασμένες ιδέες με τις οποίες ειργάζοντο οι άνθρωποι του ευρυτέρου αυτού χώρου. Αντιθέτως ήθελε να «απογράψει συστηματικώς όλους τους τομείς της γνώσεως, με σκοπό να υπάρξει καθοδήγηση προς την ανάπτυξη μίας νέας συλλήψεως του κόσμου, συλλήψεως ικανής να αποσαφηνίσει την ιστορική στιγμήν την οποίαν βιώνουμε».
Ήδη στην δήλωσή του αυτήν και ειδικότερον εκεί όπου αναφέρει «σύλληψη του κόσμου» δύναται κάποιος να διακρίνει μιαν ιδιάζουσα «ανάγνωση» του Γκράμσι με την οποίαν ημπορεί να ειπωθεί πως διαπιστούται υπεροχή της θεωρίας επί της πράξεως, της σκέψεως επί της δράσεως κατά την παραδοσιακή φασιστική ορολογία. Οφείλαμε να τονίσουμε εμφατικώς στο σημείο αυτό όχι με σκοπό να αποδωθεί μία ενοχική χροιά στην αντίληψη του Μπενουά μέσω διατατικών συσχετίσεων αλλά λόγω του ότι στην κριτική του συναγωνιστή του Γκιγιώμ Φέυ, ο Μπενουά και ολόκληρος η GRECE επετιμήθη για την χρήση «διγλωσσίας»: Για λογοπαίγνια, μείξεις και έμμεσες αναφορές συνδεδυασμένες με αυθαίρετες και ακραίες παρυφές της αναλήψεως ευθυνών, με μία σχετικήν ομοιότητα προς τον τρόπο με τον οποίον οι εικόνες του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος προσεγγίζονται από την εναλλακτική εθνικιστική Δεξιά. Δηλαδή μέσω μιας ισορροπίας μεταξύ αστεϊσμού και σοβαρότητος, ειρωνείας και ειλικρινείας.
Η ανάπτυξη μιας νέας συλλήψεως του κόσμου κατά την πρόταση του Μπενουά φαίνεται ότι κατείχε γιά αυτόν την θέση του κεντρικού ζητήματος, όπως και η εμμονική του ενασχόληση με την σκέψη μάλλον παρά με την δράση, στοιχείον που συνεκρότησε την κριτική της GRECE εκ μέρους του Γκιγιώμ Φέυ. Αυτός είχε στραφεί προς την ιδεολογικήν ομάδα ήδη από την εποχή συγγραφής της διατριβής του στην Πολιτικήν Επιστήμη στο αντίστοιχο Ινστιτούτο των Παρισίων. Από το 1973 ο Φέυ υπήρξε ο υπ’ αριθμόν 2 καθοδηγητής της GRECE, εφάμιλλος και οργανωτικώς ισοβαρής του Μπενουά.
Κατά την διάρκειαν αυτής της περιόδου η ομάς εδέχθη ολοέν και περισσότερον την επιρροήν των ιδεών του Γερμανού νομπελίστα βιολόγου Κόνραντ Λόρεντς και του ομοεθνούς του συντηρητικού φιλοσόφου, κοινωνιολόγου και ανθρωπολόγου Άρνολντ Γκέλεν (1904-1976). Η φιλοσοφική ανθρωπολογία του δευτέρου κατέστη εξόχως σημαντική για την GRECE στην συγκρότηση της κριτικής της κατά της φιλελευθέρας ιδεολογίας και του ατομικισμού. Κατά τον Γκέλεν ένα άτομο δεν ημπορεί να διαχωρισθεί από τον πολιτισμό του και δεν είναι τίποτε περισσότερον παρά μια εξατομικευμένη έκφραση εκείνου του πολιτισμού. «Εάν αποφλοιωθεί ο πολιτισμός η μόνη φύση που απομένει είναι ζωώδης. Ο πολιτισμός είναι αυτός που προσδίδει ταυτότητα και ως εκ τούτου παρέχει αίσθηση, νόημα, κατεύθυνση, συσχέτιση, οι οποίες εκτός του πολιτισμού ισοδυνάμουν με το απολύτως τίποτε».
Παρά το ότι η GRECE διενήργει ιδεολογική αναζήτηση και στο πεδίον του βιολογικού φυλετισμού κατά την δεκαετία του ’70, στην επομένη δεκαετία απεμακρύνθη από αυτόν, στραφείσα σε μίαν διαφορικήν προσέγγιση εστιάζουσα επί των «δικαιωμάτων στην διαφορά» (με την λογική βάση πως η ταυτότης ημπορεί να διατηρηθεί μόνον μέσω της διαφοράς). Μία τέτοια αντίληψη της ταυτότητος συζευχθείσα με τον τονισμόν του πολιτισμού από τον Γκέλεν, ευρίσκεται στο κέντρον του ισχυρισμού πως η απειλή κατά του πολιτισμού είναι υπαρξιακής φύσεως. Επίσης συνδέεται με την εθνοπληθωρική δομή του κυρίου επιχειρήματος το οποίον κατέστη εξόχως δημοφιλές μεταξύ των λαϊκιστών της Δεξιάς : Δηλαδή με την ιδέαν πως όλοι οι πολιτισμοί (ή οι λαοί, ή οι φυλές με την αντίληψη της εναλλακτικής εθνικιστικής Δεξιάς) είναι πολύτιμοι. Επίσης ότι δεν ημπορεί να ιεραρχηθούν παρατηρούμενοι εκ των έξω και πρέπει να διατηρηθούν σε απόσταση μεταξύ τους προς χάρη της διατηρήσεώς τους.
Ο τονισμός του πολιτισμού συνιστά ένα εξόχως διαφοροποιητικόν στοιχείο της Μεταπολιτικής κατά την προσέγγιση της GRECE και του Μπενουά, υπό την έννοιαν ότι η Μεταπολιτική είναι ένας αγών ο οποίος υποστηρίζει και ασφαλίζει την πολιτικήν, όχι όμως ένας αγών κατώτερος από τον περί ισχύος αγώνα στην πολιτικήν. Με άλλα λόγια, η πολιτική ισχύς δύναται να θεωρηθεί υποδεεστέρα εν συγκρίσει προς την διατήρηση και διαιώνιση των πολιτισμών. Στα κείμενα του Μπενουά και άλλων στοχαστών της ομάδος καταφαίνεται ότι το εξοχότερον διακύβευμα, είτε συσχετιζόμενον με την διαιώνιση του πολιτισμού είτε άλλως είναι η προαναφερθείσα «σύλληψη του κόσμου». Μάλιστα δε εάν μας επιτρέψουμε μία σύγκριση ελευθέραν παντός σχολαστικισμού, θα ημπορούσαμε να ειπούμε ότι μεταξύ του Μπενουά και του Φέυ ο πρώτος αναγιγνώσκει τον Γκράμσι ως Εγελειανόν φιλόσοφο ενώ ο δεύτερος ως Μαρξιστή.
Οι προαναφερθείσες διαφορές αναγνώσεως της γκραμσικής προσεγγίσεως εκ μέρους των Μπενουά και Φέυ δεν συνιστούν μία σαφώς συγκεκροτημένη διαφοροποίηση, κάποιο ειδικόν χαρακτηριστικόν γνώρισμα, αλλ΄όμως υφίσταται η σαφώς εκπεφρασμένη κατηγορία του Φέυ κατά του Μπενουά και γενικότερον κατά του συνόλου της GRECE περί παραμελήσεως του πολιτικού αγώνος. Αυτή η λεπτομερής και επανειλημμένη κριτική χαρακτηρίζει ιδιαζόντως τον λόγο του Φέυ. Συναφώς, συμφώνως με τον Ο’ Μέρα ενώ οι δραστηριότητες της GRECE υπήρξαν εξόχως αποτελεσματικές κατά τις δεκαετίες του 60 και 70 η επιρροή τους ήρχισεν φθίνουσα από την δεκαετία του 80 και ένθεν.
Οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι αυτή η περίοδος ήτο περίπου η ιδία κατά την οποίαν το Εθνικό Μέτωπο του θρυλικού Ζαν Μαρί Λεπέν ήρχισε να κερδίζει προβολή, δημοσιότητα και συνάμα πολιτικήν σπουδαιότητα. Έχει αναφερθεί ότι το Εθνικό Μέτωπο υιοθέτησεν πολλές ιδέες της Γαλλικής Νέας Δεξιάς, όμως η μεταξύ των δύο φορέων συσχέτιση ημπορεί επίσης να κατανοηθεί και υπό το φως του ακολούθου γεγονότος : Περί τους είκοσι έως τριάντα αγωνιστές της GRECE την εγκατέλειψαν με σκοπόν να καταστούν μέλη του Μετώπου, καθώς ήτο πλέον πρόδηλον ότι αυτός ο ρωμαλέος πολιτικός σχηματισμός εκέρδιζεν σαφώς υπολογίσιμον δυναμική.
Με αφορμήν αυτό το γεγονός, αργότερον ο Φέυ έγραψεν με σαφώς επικριτική διάθεση κατά του Μπενουά πως οι άνθρωποι οι οποίοι εγκατέλειψαν την GRECE το έπραξαν με μόνον σκοπόν να μεταβούν κάπου όπου επιτέλους «κάτι συνέβαινε». Ενώ ο Μπενουά στην περαιτέρω πολιτικήν του πορεία προέβη σε υιοθέτηση ολιγότερον προκλητικής ρητορικής και θέσεων (μάλιστα στην δεκαετία του 90 έφθασε να προειδοποιεί και να επιπλήττει τον Λεπέν για την «αποκαρδιωτική» χρησιμοποίηση των μεταναστών ως αποδιοπομπαίων τράγων για τα κοινωνικά δεινά της Γαλλίας, αποκαλών την στάση του παλαιού αγωνιστή «αποκρουστική» !).
Αντιθέτως ο Φέυ μετά από μίαν προσωρινήν αποστασιοποίησή του από την πολιτικήν και ομοίως από την μεταπολιτικήν, ήρχισε να κλίνει προς μία περισσότερον ριζοσπαστικήν πτέρυγα της επαναστατικής δεξιάς. Ορόσημον αυτής του της μεταστροφής αποτελεί το από εικοσιεξαετίας δημοσιευθέν βιβλίον του «Αρχαιοφουτουρισμός» (1998) εντός του οποίου διαλαμβάνεται και πάλιν μία σκληρά κριτική των ανθρώπων της GRECE.
Εκεί εν ολίγοις δηλώνει πως εκείνοι (μηδέ του εαυτού του εξαιρουμένου) ουδέποτε ανέγνωσαν και εμελέτησαν πράγματι τον Γκράμσι, διότι εάν το είχαν πράξει θα είχαν πλήρως αντιληφθεί την σημασίαν συνεργασίας μεταξύ διανοουμένων, πολιτικών ακτιβιστών και οργανώσεων. Η μεταπολιτική όπως αυτή κατενοείτο και εφηρμόζετο από την GRECE, δεν ήταν κάτι το οποίον ημπορούσε να διενεργηθεί και να έλθει εις πέρας απλώς και μόνον στον χώρο των ιδεών.
Αυτό είναι το ουσιώδες υπόβαθρον της κριτικής την οποίαν εξασκεί κατά του «διανοουμενισμού» ως «εσφαλμένου αγώνος» στα διαλαμβανόμενα εντός του πονήματός του «Διατί μαχόμεθα». Ο ισχυρισμός του πως αυτό το οποίον χρειαζόμεθα είναι μία «επιστροφή στο αυθεντικόν» ημπορεί να αναγνωσθεί τόσον ως μία κατάφαση και μία επιβεβαίωση των βιολογικών και φυλετικών βάσεων του περί ταυτότητος αγώνος (μια κατάφαση αντικειμένη στις πολιτιστικές και «διαφορικές» θέσεις του Μπενουά), αλλ’ επίσης δύναται να αναγνωσθεί ως αρρήκτως συνδεδεμένος προς μίαν ιδέαν περί πρακτικής, προσδιδούσης μείζονα προτεραιότητα στην πρακτικήν έναντι της θεωρίας.
Αυτό που απαιτείται κατά τον Φέυ δεν είναι τόσον μία συνεχής διανοητική κριτική (όπως συμβαίνει στον «ανθολογικόν» λόγον του Μπενουά) αλλά μία πρόκληση για δράση: «Δεν μάχεται κανείς για ιδέες, μάχεται για ένα λαό !». Συνεπώς η έννοια της μεταπολιτικής καθίσταται όπως την ορίζει στο λεξικόν του «μία προσπάθεια προπαγάνδας (…)», «το απαραίτητον συμπλήρωμα για κάθε άμεσο μορφή πολιτικής δράσεως, αν και εν ουδεμία περιπτώσει δύναται ή πρέπει να αντικαταστήσει τέτοια δράση».
Δεν μάχεται κάποιος για τις ιδέες (ιδεώδη, κοσμοθεωρήσεις, συστήματα σκέψεως) αλλά με τις ιδέες για «ένα νέο κόσμο». Αυτός είναι ο καταληκτικός τρόπος της προσεγγίσεως του Φέυ σχετικώς με τον ιδεολογικοπολιτικόν αγώνα των Εθνικιστών. Με αυτήν την προσέγγιση τάσσεται ανταγωνιστικώς, εκφεύγων από αφαιρέσεις (καπιταλισμός, φιλελευθερισμός ή ψευδής ανθρωπολογία) κατά σαφώς διακεκριμένων αληθινών και απτών εχθρών : Κατά του «Παγκοσμίου Νότου», ο οποίος εισβάλλει στην Ευρώπη. Όπως το αποδίδει διασαφηνιστικώς ο Ο’Μέρα, ο Φέυ αντιλαμβάνεται «τους θυρωρούς αυτών των κινήσεων εισβολής ως μίαν μικροτέρα απειλή από εκείνην των συγκρουσιακών θυροθραυστών εισβολέων».
Παρά το ότι οι δραστηριότητες της GRECE ανέρχονται σε πολυάριθμα εκπαιδευτικά και ενημερωτικά σεμινάρια, περιοδικά έντυπα, καθώς και μια μυριάδα βιβλίων, δραστηριότητες αποτελεσματικώς και δραστικώς συνιστώσες ένα ευρύτατο ιδεοπολιτικό περιβάλλον, ο Φέυ επιμένει πως είναι αναγκαίο να υποτάξουμε την ιδεολογία στην χρησιμότητα: Αυτό που απαιτείται είναι μια «ιδεολογική εκ νέου κονιορτοποίηση, ένα άλεσμα (…) ένα άλεσμα το οποίον θα είναι τόσον μία συνθετική επιβεβαίωση ενός γενικού δόγματος, όσον και ταυτοχρόνως ένας ενδελεχής καθορισμός εννοιών, επιχειρημάτων και προπαγάνδας». Με άλλα λόγια χρειάζεται ένα δραστικό και εφαρμόσιμο ιδεολικοπολιτικό λεξικό.