ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΜΙΑΣ ΠΙΘΑΝΗΣ  ΡΩΣΙΚΗΣ ΝΙΚΗΣ  ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ

Εάν η δυτική στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη προς την Ουκρανία αποδυναμωθεί το 2024 και μετά, η Ρωσία θα διατηρήσει ή και θα επεκτείνει τον εδαφικόν έλεγχον της Ουκρανίας, γεγονός που θα αυξήσει τον κίνδυνον ενδεχομένων ρωσικών επιθέσεων εναντίον άλλων χωρών εν μέσω μιας ολοένα και πλέον κατακερματισμένης και αναποτελεσματικής Δύσεως. Στις 14 Δεκεμβρίου, ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμήρ Πούτιν επραγματοποίησε μια μεγάλη συνέντευξη Τύπου στο τέλος του παρελθόντος έτους, σηματοδοτών μιαν εκτενή δημοσία στρατηγικήν δέσμευση αυτού του τύπου για πρώτη φορά εδώ και σχεδόν δύο χρόνια. Οι δηλώσεις του -ιδιαιτέρως ως αντανάκλαση της προσφάτου επισκέψεώς  του στη Μέση Ανατολή- υπεγράμμισαν την ανανεωμένην εμπιστοσύνη της Μόσχας στην περαιτέρω τροχιά του πολέμου στην Ουκρανία, στην ανθεκτική ρωσική οικονομία, αλλά και στην εξουσία του ιδίου του Προέδρου Πούτιν ενόψει των προεδρικών εκλογών της Ρωσίας τον Μάρτιον του 2024.

• Στην εκδήλωση, ο Πούτιν επανέλαβε τους μαξιμαλιστικούς του στόχους για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Είπεν ότι ο πόλεμος θα τελειώσει μόνον όταν η Ρωσία πετύχει τους στόχους της: Την «αποναζιστικοποίηση» και την αποστρατιωτικοποίηση της Ουκρανίας και την αποδοχή από το Κίεβο των «νέων εδαφικών πραγματικότητων» (δηλαδή τις προσαρτήσεις της Ρωσίας). Ο Πρόεδρος Πούτιν επανέλαβεν επίσης ότι η Οδησσός, η μεγαλυτέρα εναπομείνασα πόλη της Ουκρανίας στην Μαύρη Θάλασσα, είναι μια ρωσική πόλη – μια σιωπηρή απειλή για την επέκταση των εδαφικών κατοχών της Ρωσίας στην Ουκρανία.

• Είπεν ακόμη ότι δεν υπήρξεν ανάγκη για ένα δεύτερον κύμα επιστρατευτικής κινητοποιήσεως, επειδή αρκετοί εθελοντές υπέγραψαν συμβόλαια με τον ρωσικό στρατό, αλλά δεν έδωσε λεπτομέρειες για την εναλλαγή θητείας των Ρώσων στρατιωτών. Τα σχόλιά του υπεγράμμισαν ότι η Ρωσία όχι μόνον είχεν αρκετούς στρατιώτες για να κρατήσει την πρώτη γραμμή, αλλά θα ημπορούσε εάν εχρειάζετο να πραγματοποιήσει και μια περαιτέρω κινητοποίηση μετά τις προεδρικές εκλογές.

• Εσημείωσεν ότι η οικονομία της Ρωσίας επέστρεψε σε ανάπτυξη το 2023 και θα συνεχίσει να αναπτύσσεται τα επόμενα χρόνια, όπως έχει προβλέψει και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείον. Ενώ ο πληθωρισμός στην Ρωσία παραμένει υψηλός, (επί του παρόντος κυμαίνεται γύρω στο 7% και πιθανότατα θα αυξηθεί), η πραγματική εγχωρία κατανάλωση παραμένει σταθερή. Οι μακροπρόθεσμες οικονομικές δυσκολίες της Ρωσίας – συμπεριλαμβανομένης της ελλείψεως εργατικού δυναμικού, της ελλείψεως αυξήσεως της παραγωγικότητος και του αυξανομένου ελλείμματος – πιθανότατα θα συνεχισθούν. Όμως, ενώ ημπορεί να περιορίζουν την όρεξη της Μόσχας για μέτρα μιας νέας κινητοποιήσεως, αυτές οι προκλήσεις είναι απίθανο να εμποδίσουν ουσιαστικώς την ικανότητα της Ρωσίας να συνεχίσει να χρηματοδοτεί τις πολεμικές της προσπάθειες στην Ουκρανία στα επόμενα δύο έως τρία έτη.

Η Ρωσία θα διατηρήσει πιθανότατα την ουκρανικήν επικράτειάν της, την οποίαν έχει καταλάβει για το άμεσον μέλλον, λόγω του συγκρητικού πλεονεκτήματος του ανθρωπίνου δυναμικού της έναντι της Ουκρανίας, της επεκτάσεως των πολεμικών βιομηχανιών και της αυξανομένης «πολεμικής κοπώσεως» στην Δύση. Εάν η Δύση δεν αυξήσει και άλλο την ποσότητα, την ποιότητα και το εύρος των βασικών οπλικών συστημάτων που παρέχει επί του παρόντος στο Κίεβον (κάτι που είναι μάλλον απίθανο λαμβανομένων υπόψη των πολιτικών διαμαχών για αυτά τα ζητήματα, τόσον στις Ηνωμένες Πολιτείες όσον και στην Ευρωπαϊκήν Ένωση), η Ουκρανία είναι απίθανο να επιτύχει εδαφικά κέρδη ικανά να οδηγήσουν συντόμως σε τερματισμόν του πολέμου.

Επιπλέον, η προοπτική της Ουκρανίας να αποκαταστήσει τον πλήρη έλεγχο των περιοχών της Χερσώνος και της Ζαπορίζια θα γίνεται πλέον δαπανηρά και ολιγότερον πιθανή κάθε χρόνο, καθώς οι ρωσικές δυνάμεις εδραιώνονται ολοέν και περισσότερον στις θέσεις τους, οικοδομούσες βαθύτερες οχυρώσεις και …. διασπείρουσες περισσότερα ναρκοπέδια. Αυτό το δρώμενο θα κερδίσει χρόνο για την Ρωσία, ώστε να αξιοποιήσει καλύτερον τα πλεονεκτήματά της έναντι της Ουκρανίας – που περιλαμβάνουν μεγαλύτερον στρατό, μεγαλύτερες εισαγωγές βασικών συστημάτων όπως drones και επέκταση των αμυντικών βιομηχανικών της δυνατοτήτων – για να κρατήσει το έδαφος και να απειλήσει τους Ουκρανούς με νέες επιθέσεις, με την ελπίδα να κερδίσει τελικώς έναν πόλεμο φθοράς. Οι δυτικές κυβερνήσεις, εν τω μεταξύ, θα αντιμετωπίσουν αυξανομένη εσωτερική πίεση για να πιέσουν την Ουκρανία να αποδεχθεί τους ρωσικούς όρους για κατάπαυση του πυρός, ιδιαιτέρως χωρίς ένα αξιόπιστο σχέδιον για το πώς η Ουκρανία ημπορεί να κινητοποιήσει και να εξοπλίσει επαρκείς δυνάμεις ώστε να ξεπεράσει αυτές τις προκλήσεις στο πεδίο της μάχης. Και καθώς η Μόσχα θα αντιληφθεί πληρέστερον την άνοδον της πολεμικής κοπώσεως στην Ουκρανία και στην Δύση ως σημείον ότι η στρατηγική της λειτουργεί, αυτό είναι κάτι που θα παρακινήσει την Ρωσία να κερδίσει περαιτέρω έδαφος και να συνεχίσει τις επιθέσεις της στην Ουκρανία, προκειμένου να επιδεινώσει αυτή την ιδιάζουσα κόπωση και να διαβρώσει έτι περαιτέρω την δυτική υποστήριξη προς την Ουκρανία .

Εάν το Κίεβον δεν εξασφαλίσει μεγαλυτέρα οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη από την Δύση, η ρωσική κατοχή των περιοχών Χερσώνος και Ζαπορίζια θα εξουδετερώσει εν τέλει  την Ουκρανία και πιθανότατα θα αποτρέψει την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ στα επόμενα χρόνια, με πιθανότατο αποτέλεσμα την σταθερά ερήμωση της Ουκρανίας. Η συνεχιζομένη κατοχή των νοτίων περιοχών Χερσώνος και Ζαπορίζια από την Ρωσία είναι οικονομικώς, πολιτικώς και δημογραφικώς καταστροφική για την Ουκρανία. Ο έλεγχος τμημάτων αυτών των περιοχών από την Ρωσία αποκόπτει εντελώς την Ουκρανία από την Αζοφική Θάλασσα και σημαίνει ότι η Μόσχα θα εδραιώσει τον έλεγχόν της στην μία όχθη του ποταμού Δνειπέρου, που αποτελεί τον γεωγραφικόν πυρήνα της Ουκρανίας και έχει λειτουργήσει ιστορικώς ως η οικονομική και ιδεολογική σπονδυλική στήλη του ουκρανικού κράτους . Η παρουσία της Ρωσίας στον ποταμό δίδει την δυνατότητα στην Μόσχα να ελέγχει την ουκρανικήν εμπορική κίνηση πάνω και κάτω στον ποταμόν, ο οποίος στο παρελθόν εχρησίμευεν ως κρίσιμος μεταφορικός διάδρομος για τις ουκρανικές εξαγωγές, όπως σιτηρά και χάλυβα, για να φθάσουν επαρκώς και οικονομικώς στις παγκόσμιες αγορές.

Επιπλέον, η καταστροφή του φράγματος της Καχόφκα τον Ιούνιον του 2023 θα αποτρέψει την σταθεροποίηση της στάθμης του κάτω Δνείπερου και θα εμποδίσει την χρήση του ποταμού για περιφερειακή άρδευση, μειώνουσα τις γεωργικές αποδόσεις στην Ουκρανία στα επόμενα χρόνια και προξενούσα μακροπρόθεσμον οικολογική ζημία. Τέλος, η επιτυχής κατάληψη του χερσαίου διαδρόμου της Κριμαίας από την Ρωσία θα είναι πιθανότατα μεταξύ των πολλών παραγόντων που εμποδίζουν την ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκήν Ένωση ή το ΝΑΤΟ, καθώς τα κράτη μέλη σε αυτούς τους οργανισμούς πιθανότατα θα αναζητούσαν μείζονα σαφήνεια σχετικώς με τα σύνορα της Ουκρανίας πριν να εγκρίνουν την ένταξη της. Η αποτυχία εντάξεως στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ θα εδραιώσει το καθεστώς της Ουκρανίας ως μιας μη ασφαλούς, στρατηγικής «γκρίζας ζώνης», ωθούσα περισσοτέρους Ουκρανούς να φύγουν στο εξωτερικόν, ενώ θα αποτρέψει όσους έχουν ήδη φύγει από το να επιστρέψουν ποτέ στην πατρίδα τους. Μια τέτοια έξοδος θα επετάχυνε την δημογραφικήν παρακμήν της Ουκρανίας και πιθανότατα θα εμπόδιζε περαιτέρω την ικανότητά της να αμύνεται, οδηγούσα δυνητικώς στην σταθερά απορρόφηση της χώρας από τη Ρωσία.

• Στις 21 Νοεμβρίου, δεδομένα από την Υπηρεσία Προσφύγων του ΟΗΕ (UNHCR) κατέδειξαν ότι περισσότεροι από 6,3 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εγκαταλείψει την Ουκρανία από τότε που η Ρωσία ξεκίνησε την εισβολή της τον Φεβρουάριο του 2022. Συμφώνως προς την Ύπατο Αρμοστεία, περίπου 4,8 εκατομμύρια από αυτούς τους Ουκρανούς έχουν καταφύγει σε ευρωπαϊκές χώρες. Επιπλέον 3,7 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν επίσης εκτοπισθεί εσωτερικώς ! Συνολικώς, αυτό σημαίνει ότι σχεδόν το ένα τέταρτον των περίπου 40 εκατομμυρίων προπολεμικού πληθυσμού της Ουκρανίας έχει εκτοπισθεί λόγω του συνεχιζομένου πολέμου, με πολλούς εξ αυτών να είναι απίθανον να επιστρέψουν και να τεκνοποιήσουν στην χώρα, επιδεινώνοντες έτσι την δημογραφικήν παρακμήν της Ουκρανίας.

• Ακόμη και πριν από την εισβολή της Ρωσίας το 2022, ο πληθυσμός της Ουκρανίας ανεμένετο να συρρικνωθεί κατά περίπου 20% στο διάστημα 2020-2050, καθιστάμενος ένας από τους πληθυσμούς με την ταχυτέρα μείωση σε ποσοστιαία βάση στον κόσμο. Συμφώνως προς άλλες πρόσφατες εκτιμήσεις του ΟΗΕ, ο πληθυσμός της Ουκρανίας δεν θα ανακάμψει ποτέ από τον πόλεμο και περί το 2035 θα ημπορούσε να πέσει κάτω από 30 εκατομμύρια.

Οι επιτυχημένες καταλήψεις της Ρωσίας στην Ουκρανία πιθανώς θα εδραιώσουν την ιδιάζουσα αυταρχική της διακυβέρνηση επί δεκαετίες και θα ημπορούσαν να την καταστήσουν ακόμη πιο απειλητική για τους γείτονές της, ωθούσες εμμέσως όσους ευρίσκονται εκτός ΝΑΤΟ να περιπέσουν βαθύτερον  στην τροχιά της Μόσχας. Εφ’ όσον η Ρωσία διατηρεί τα τμήματα των περιοχών Ζαπορίζια και Χερσώνος που κατέχει αυτή τη στιγμή (κάτι που φαίνεται σχεδόν βέβαιο ότι θα συνεχισθεί), η Μόσχα θα είναι σε θέση να θεωρήσει την «ειδική στρατιωτική της επιχείρηση» στην Ουκρανία ως λίαν επιτυχή, επειδή θα υποστηρίξει ότι με την εισβολή κατελήφθη η στρατηγικής σημασίας χερσαία σύνδεση με την Κριμαία και ανεστάλη σοβαρά η ικανότης της Ουκρανίας να ενσωματωθεί με τη Δύση, όλα αυτά νικώντας τα όπλα, τις πληροφορίες, τον σχεδιασμό, τις τακτικές, την αμυντική παραγωγή και την πολιτική βούληση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Αυτό πιθανότατα θα ωθήσει τους Ρώσους στρατιωτικούς σχεδιαστές να υποβαθμίσουν τις εκτιμήσεις τους για τη στρατιωτική ισχύ του ΝΑΤΟ και την αποφασιστικότητα του «δυτικού μπλοκ» ασφαλείας να διατηρήσει την πολιτική του συνοχή.

Επίσης θα ισχυροποιηθούν οι αντιλήψεις μεταξύ της ρωσικής ελίτ και του λαού ότι το κρατούν ιδεολικοπολιτικόν ρεύμα του Προέδρου, ο μεγαλοανδρικός «Πουτινισμός», είναι αρκούντως αποτελεσματικός στην αύξηση της ισχύος της Ρωσίας στην παγκόσμιο σκηνή, επιτρέπων πιθανότατα στον Πούτιν και στον όποιον επιλεγμένο μελλοντικόν διάδοχόν του να διατηρήσουν τον προσανατολισμό της Ρωσίας ως εθνικιστικό και ιδιαζόντως αυταρχικό κράτος. Μετά τη μείωση των εχθροπραξιών στην Ουκρανία, η Ρωσία πιθανότατα θα χρησιμοποιήσει το κινητοποιημένο ανθρώπινο δυναμικόν της και τις διευρυμένες αμυντικές της βιομηχανίες για να ασκήσει έμμεσον εξαναγκασμόν εναντίον των άλλων γειτόνων της, προκειμένου να αποσπάσει από αυτούς κάποιες παραχωρήσεις. Στην Ευρώπη, η Ρωσία πιθανότατα θα πιέσει ολοένα και περισσότερο την ισχυροποιημένη Πολωνία, την Φινλανδία και τις χώρες της Βαλτικής, ώστε να πείσουν τους δυτικούς πολίτες ότι η αντιπολιτευτική τους στάση απέναντι στη Ρωσία είναι τουλάχιστον ….. δαπανηρά και τους έχει κάνει ολιγότερον ασφαλείς, ενώ αντιθέτως να επιδιώξουν την αποκλιμάκωση και την εξομάλυνση των σχέσεων με την Ρωσία ή ακόμα και να διαπραγματευθούν ένα νέο ευρωπαϊκόν πλαίσιον ασφαλείας. Στην Ευρασία, η Ρωσία πιθανότατα θα καταδείξει ποικιλοτρόπως στα κράτη που «έπαιξαν» με την έξοδό τους από την τροχιά της – συμπεριλαμβανομένου, κυρίως του Καζακστάν, αλλά και της Γεωργίας και του Αζερμπαϊτζάν – ότι τέτοια σχέδια θα τους δημιουργήσουν μόνον ….. προσθέτους κινδύνους, αναγκάζουσα πιθανότατα αυτές τις χώρες να μετριάσουν προληπτικά τις θέσεις τους απέναντι στην Ρωσία, ή ακόμη και να συμφωνήσουν σε μία βαθυτέρα πολιτική και οικονομική ολοκλήρωση με την Μόσχα.

• Στις 17 Δεκεμβρίου, ο Γερμανός υπουργός Αμύνης Μπόρις Πιστόριους είπεν : «Οι απειλές [του Πούτιν] κατά των χωρών της Βαλτικής, της Γεωργίας και της Μολδαβίας πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη ! Αυτό δεν είναι απλώς ένα κροτάλισμα της σπάθης. Μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας θα ημπορούσαμε να βρεθούμε αντιμέτωποι με κινδύνους.» Στις 5 Δεκεμβρίου, ως απάντηση σε μιαν έκθεση του «Γερμανικού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων»,  του εξέχοντος γερμανικού ερευνητικού ινστιτούτου εξωτερικής πολιτικής DGAP «Deutsche Gesellschaft für Auswärtige Politik», μιας σπουδαίας γερμανικής δεξαμενής σκέψης που προειδοποιούσε ότι η Ρωσία ημπορεί να επιτεθεί απευθείας σε ένα κράτος του ΝΑΤΟ σε μόλις έξι χρόνια, ο επικεφαλής του Γραφείου Εθνικής Ασφαλείας της Πολωνίας εδήλωσεν ότι η Ρωσία θα ημπορούσε να επιτεθεί στο ΝΑΤΟ σε διάστημα ολιγότερον από 36 μήνες.

• Οι δυτικές εκτιμήσεις σχετικώς με την ικανότητα της Ρωσίας να ανασυγκροτήσει τις ένοπλες δυνάμεις της για πόλεμο με το ΝΑΤΟ τα επόμενα χρόνια είναι πιθανώς ακριβείς, επειδή το υποτιθέμενο πέρας σε μεγάλες πολεμικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία μέχρι εκείνη τη στιγμή θα επέτρεπε στη Ρωσία να χρησιμοποιήσει τις μαζικώς διευρυμένες βιομηχανίες όπλων της και να απελευθερώσει στρατιώτες ώστε να απειλήσει τις ανεπτυγμένες δυνάμεις των αντιπάλων της πέρα από τα σύνορα της Ρωσίας, όπου κρίνει ότι απαιτείται.

• Σαφέστατα οι στρατιωτικές δαπάνες της Ρωσίας έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια. Ο αμυντικός προϋπολογισμός της χώρας για το 2024 είναι 70% μεγαλύτερος από τον προϋπολογισμό του 2023 και υπερδιπλάσιος από τον αμυντικόν προϋπολογισμό του 2022, ….. ο οποίος ήταν τρεις φορές μεγαλύτερος από τον προϋπολογισμό του 2021. Σχεδόν το 40% του συνολικού προϋπολογισμού της ρωσικής κυβέρνησης για το 2024 διατίθεται σε εγχώριες δαπάνες ασφαλείας και αμύνης, ενώ αυτό το ποσοστό ημπορεί να παραμείνει υψηλό τα επόμενα χρόνια, καθώς η ρωσική βιομηχανία όπλων επεκτείνεται για να αναπληρώσει τα χαμένα αποθέματα, διατηρώντας παράλληλα τις εξαγωγές της.

Οι καταλήψεις εδαφών εκ μέρους της Ρωσίας θα ηδύναντο να ενισχύσουν τις προϋπάρχουσες τάσεις πολιτικής πολώσεως στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, με αποτέλεσμα μιαν ακόμη πιο απομονωτική Δύση καθώς και μιαν επιταχυνομένη μετάβαση προς ολοέν και ασταθεστέρα πολυπολική παγκόσμιο τάξη, εν μέσω αμφισβήσεως των δεσμεύσεων των ΗΠΑ. Η επιτυχής κατοχή μεγάλων τμημάτων της Ουκρανίας από την Ρωσία θα ενέτεινε την πολιτική πόλωση στην Δύση, ακόμη και αν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν επανεκλεγεί τον Νοέμβριο του 2024. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, περιθωριακές πολιτικές δυνάμεις, κυρίως στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, θα υπεστήριζαν πολύ εύκολα ότι τα δισεκατομμύρια δολάρια τα οποία εξόδεψε η Ουάσιγκτον για την υποστήριξη της αντίστασης της Ουκρανίας ήταν απολύτως ανούσια και μάταια, με αποτέλεσμα να αυξηθούν τα αντικαθεστωτικά αντανακλαστικά της αμερικανικής κοινωνίας και τα αισθήματα απομονωτισμο ύ, τόσο μεταξύ των νομοθετών όσον και μεταξύ των ψηφοφόρων των ΗΠΑ.

Στην Ευρώπη, αυτές οι εξελίξεις θα ημπορούσαν να τροφοδοτήσουν επίσης την προϋπάρχουσα τάση αυξήσεως των ακροδεξιών κομμάτων, με το επιχείρημα ότι τα χρήματα που δαπανώνται για την Ουκρανία είναι χαμένα και ότι τα ευρωπαϊκά κράτη θα πρέπει να ξοδεύουν περισσότερα για άλλα ζητήματα στο εσωτερικό τους ή, τουλάχιστον, για την ιδική τους άμυνα παρά εκείνην της Ουκρανίας. Αλλά ακριβώς καθώς θα αυξάνεται αυτή η πολιτική εσωτερική διαμάχη για την υποστήριξη της Ουκρανίας στη Δύση, τόσον θα αυξάνονται και οι παγκόσμιες προκλήσεις ασφαλείας, εν μέσω μιας ολοέν και πλέον πολυπολικής παγκοσμίου τάξεως. Η επιτυχής χρήση βίας από τη Ρωσία, σε συνδυασμό με την αναποτελεσματικότητα της εκστρατείας κυρώσεων της Δύσεως και την υποστήριξη προς την Ουκρανία, θα ημπορούσε να ενθαρρύνει άλλα αδίστακτα κράτη σχετικά με τη βιωσιμότητα και το κύρος της στρατιωτικής ισχύος ώστε να μετατοπίσουν τη δυναμική της περιφερειακής ισχύος προς όφελός τους χωρίς χειρότερα μειονεκτήματα, όπως υποστηρίζουν μετά την Ουκρανία η Μόσχα και το Πεκίνο σχετικώς με τα όρια της ισχύος της Ουάσιγκτον και την καταφανή αναξιοπιστία των δεσμεύσεών της. Αυτό βεβαίως θα είχεν ιδιαιτέρως έντονες συνέπειες για περιοχές όπως η Μέση Ανατολή και ο Ινδο-Ειρηνικός, όπου οι εταίροι ασφαλείας των ΗΠΑ θα ιδούν την εξέλιξη της ρητορικής των ΗΠΑ σχετικώς με την υποστήριξη της Ουκρανίας να μεταστρέφεται από δηλώσεις τύπου «όσον απαιτείται» σε «όσον ημπορούμε», ως αδιαμφισβήτητο απόδειξη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένας αναξιόπιστος σύμμαχος.

Με τον οδικόν χάρτη του διεθνοπολιτικού δρωμένου να χωρεί προς υπονόμευση των δεσμεύσεων ασφαλείας των ΗΠΑ, είναι πλέον σχετικώς σαφές (όπως αναδεικνύει και η πολιτικο-κομματική ζύμωση στις Ηνωμένες Πολιτείες), τα διάφορα έθνη ημπορούν να αναφέρουν όλο και περισσότερον το θλιβερόν παράδειγμα της Ουκρανίας όταν επιλέγουν να επιδιώξουν εναλλακτικές ρυθμίσεις ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων ακόμη και των πυρηνικών όπλων.

• Η Κίνα ημπορεί να γίνει πλέον δύσπιστη για την προθυμία των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης να θυσιάσουν χρηματοδότηση και εξοπλισμούς, πόσο μάλλον την ζωήν των ιδικών τους στρατιωτών και του προσωπικού ασφαλείας τους, ώστε να ανταποκριθούν σε μακρινά αιφνίδια στρατιωτικά συμβάματα  στην άκρη του κόσμου, στην Ανατολική Ασία. Η Ρωσία, εν τω μεταξύ, θα ημπορούσε να απειλήσει το ΝΑΤΟ ώστε να δεσμεύσει τους πόρους των ΗΠΑ στο «ευρωπαϊκό θέατρο» και να μη δυνηθεί να υποστηρίξει την Ταϊβάν στην περίπτωση μιας κινεζικής εισβολής. Πιθανότατα η Ρωσία θα ήταν επίσης πρόθυμη να προμηθεύσει στην Κίνα ένα μέρος της διευρυνόμενης παραγωγής της σε πυραύλους, πολεμικά πλοία, αεροσκάφη και άλλα όπλα για να υποστηρίξει τις προετοιμασίες του Πεκίνου για κλιμάκωση κατά της Ταϊβάν.

• Ο κατάλογος των χωρών που εξαρτώνται από τις δεσμεύσεις ασφαλείας των ΗΠΑ σε διαφόρους βαθμούς είναι μακρύς, ενώ οι αξιόλογοι σύμμαχοι της Ουάσιγκτον εκτός ΝΑΤΟ που πιθανότατα θα ανησυχήσουν από το προηγούμενο που εδημιουργήθη στην Ουκρανία περιλαμβάνουν την Νότιο Κορέα, την Ιαπωνία, την Ταϊβάν και την Σαουδική Αραβία. Χώρες που εξετάζουν το ενδεχόμενο να εμβαθύνουν τους δεσμούς ασφαλείας τους με τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Βιετνάμ, ενδέχεται επίσης να είναι ολιγότερο πιθανό να το πράξουν εν τέλει, επιδιώκουσες αντ’ αυτού στενοτέρους δεσμούς με την Κίνα και την Ρωσία.

• Μια επιτυχημένη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία πιθανότατα θα συμβάλει επίσης στη διάδοση των πυρηνικών όπλων : Η Ουκρανία εγκατέλειψε τα σοβιετικά πυρηνικά της όπλα με αντάλλαγμα δυτικές εγγυήσεις ασφαλείας. Εν μέσω της αποτυχίας της Δύσεως να εκπληρώσει αυτές τις εγγυήσεις, οι χώρες που διασφαλίζονται υπό την τρέχουσα ομπρέλα των ΗΠΑ ημπορεί όλο και περισσότερο να καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι πρέπει να έχουν το ιδικόν τους πυρηνικόν αποτρεπτικό μέσον. Τα πυρηνικά όπλα της Ρωσίας έκαναν επίσης τη Δύση να διστάζει να ζητήσει από την Ουκρανία να χρησιμοποιήσει όπλα που επρομηθεύετο από την Δύση στο ρωσικόν έδαφος, πιθανώς από φόβον μήπως πυροδοτήσει μιαν άμεσο, δυνητικώς πυρηνική σύγκρουση με τη Ρωσία — αποδεικνύουσα την χρησιμότητα των πυρηνικών όπλων για την ενεργοποίηση επιθετικών συμβατικών πολέμων, και θέτουσα όρια στην Δυτικήν επιθυμία παρεμβάσεως ή υποστηρίξεως λόγω ανησυχιών κλιμάκωσης.

Σε αυτό το πλαίσιον, εάν εν τέλει υπάρξει κατάπαυση του πυρός, πιθανότατα θα επέλθει υπό τους όρους της Ρωσίας και δεν θα αποτρέψει πρόσθετες ρωσικές επιθέσεις κατά της Ουκρανίας στο μέλλον, επιθέσεις αποτρέπουσες την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας και παρατείνουσες τους υπάρχοντες ή και υφέρποντες δυτικούς διχασμούς περί την υποστήριξη του Κίεβου. Η πιθανή διατήρηση των κερδών της Ρωσίας στην Ουκρανία κινδυνεύει να αποτελέσει σπουδαίαν ρωσική νίκη επειδή η Μόσχα ημπορεί να αποτρέψει την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας με αποδεκτόν κόστος. Ενώ η Ρωσία έχει χάσει περισσότερους στρατιώτες και εξοπλισμό στην Ουκρανία και κατέλαβε ολιγότερα εδάφη από όσα ανέμενε όταν εξεκίνησε την εισβολή, αποκλείουσα μια μεγάλη δυτικήν υποστήριξη προς το Κίεβο, τέτοιες απώλειες είναι πιθανώς αποδεκτές για την Ρωσία, καθώς οι «δημογραφικές οπές» ημπορούν να ξεπερασθούν με αύξηση του ήδη διαχύτου κοινωνικού συντηρητισμού και της μεταναστεύσεως από την Κεντρικήν Ασία. Ενώ αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες μορφωμένοι νέοι Ρώσοι έχουν εγκαταλείψει τη χώρα τους από τότε που εισέβαλε στην Ουκρανία και ανεκοίνωσε κατόπιν μέτρα κινητοποιήσεως, η Μόσχα μάλλον προτιμά να φύγουν αυτοί οι ράθυμοι «πολιτικοί διαφωνούντες» με τον αναιμικόν πατριωτισμό. Οικονομικώς, η Μόσχα ευρίσκεται σε καλυτέρα θέση από ό,τι επερίμενε, καθώς η χώρα φαίνεται πιθανόν να διατηρήσει την οικονομικήν της σταθερότητα βάσει των εξαγωγών ενεργείας και πρώτων υλών. Εν τω μεταξύ, για την Ουκρανία, ακόμη και στην περίπτωση των ειρηνευτικών συνομιλιών, ο ανεπαρκής δυτικός πολιτικός και στρατιωτικός εξοπλισμός θα ημπορούσε να αφήσει το Κίεβον ανίκανο να αναγκάσει την Μόσχα να τηρήσει οιανδήποτε κατάπαυση του πυρός ή να σταματήσει τις προσπάθειές της για αποσταθεροποίηση της Ουκρανίας. Στην πραγματικότητα, το σενάριον της Δύσεως να διοχετεύσει χρήματα στην ανοικοδόμηση της Ουκρανίας μετά από εκεχειρία, ….. μόνον και μόνον για να την παραβιάσει τελικώς η Ρωσία και να απωλεσθούν τα δυτικά χρήματα, φαίνεται μάλλον ένα αποτέλεσμα προτιμώμενο από την Μόσχα, το οποίον θα ετροφοδότει περαιτέρω μίαν πολιτική δυναμικήν προφανώς ευνοϊκή για την Ρωσία.

Η επέκταση της στρατιωτικής παραγωγής του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενώσεως ημπορεί να αποδειχθεί ανεπαρκής για την ενίσχυση της αμύνης της Ουκρανίας, αλλά ακόμα και εάν οι αυξήσεις της παραγωγής υπερβούν τις προσδοκίες, η πολιτική δυναμική ημπορεί να εμποδίσει να φθάσουν στο Κίεβο περισσότερα όπλα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι σκεπτικιστές για την υποστήριξη της Ουκρανίας πιθανότατα θα αποκτήσουν επιρροή στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα στους επόμενους μήνες και στα επόμενα έτη. Εάν αυτό μεταφρασθεί σε μιαν περιωρισμένη πολιτική βοήθεια των ΗΠΑ προς το Κίεβο, η υποστήριξη προς την Ουκρανία θα αντιμετωπίσει ηυξημένες πολιτικές αντιθέσεις και στην Ευρώπη.

• Κάποιοι υπεστήριξαν ότι η Ουκρανία μετά την παύση των εχθροπραξιών ημπορεί να εξασφαλίσει την τελκήν νίκη μέσω της επιτυχούς ανοικοδόμησεώς της, καταδεικνύοντες την ιστορικήν εμπειρία της Νοτίου Κορέας μετά τον πόλεμο της Κορέας. Αλλά αυτή η προσέγγιση  δεν συνεκτιμά τις βασικές διαφορές μεταξύ της καταστάσεως της Νοτίου Κορέας από την δεκαετίαν του 1950 και της τρεχούσης καταστάσεως της Ουκρανίας, με την μεγίστη διαφορά να είναι το εύρος του εδάφους προς άμυνα. Τα σύνορα της Ουκρανίας με τις ρωσικές δυνάμεις -συμπεριλαμβανομένων των συνόρων Λευκορωσίας-Ουκρανίας, της πρώτης γραμμής και των αδιαμφισβήτητων συνόρων Ρωσίας-Ουκρανίας- είναι μήκους 2.000 χιλιομέτρων, το οποίον ημπορεί να αποδειχθεί πολύ δαπανηρότερον για αξιόπιστον ασφάλεια εν συγκρίσει προς την αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη 250 χιλιομέτρων μεταξύ της Βορείου Κορέας και της Νοτίου Κορέας.

Αθανάσιος Κωνσταντίνου

tweet
fb-share-icon
Insta
Tiktok