ΠΕΡΙ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΦΙΛΙΚΩΝ ΣΥΝΗΘΕΙΩΝ
Μέρος 1
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Η ιστορία αναπόφευκτα χρωματίζεται από παρανοήσεις, οι οποίες συχνότατα πιστεύονται αναμφισβήτητα από πλήθος αφελών καλοπροαίρετων αλλά κυρίως ημιμαθών, παραπλανημένων, εφήμερων συρμοφίλων, επιπολαίων ανοήτων και «καθ΄έξιν» ηλιθίων. Οι οποίοι τις υπερασπίζονται με εμμονή και αφοσίωση. Στις ημέρες μας, αυτές οι σφαλερές έννοιες διαδίδονται με …. φωτοταχύτητα, προάγονται από τα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα, αποκτούν «νομιμοποίηση» και κύρος με κάθε νέα επανάληψή τους και εν τέλει ακαδημαϊκοποιούνται. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας ανυπόστατης παρανοήσεως είναι ο ισχυρισμός ότι ο πανεπιστήμων φιλόσοφος Αριστοτέλης Νικομάχου ο Σταγειρίτης «εδίδαξε λανθασμένα ότι οι μύγες είχαν μόνο τέσσερα πόδια», με μια συναφή περιγραφή του για τα έντομα σέ ένα των βιβλίων «Περί τα ζώα ιστορίαι». Ο πολυμαθέστατος φιλόσοφος φέρεται ότι ….δεν μπήκε ποτέ στον κόπο να τα μετρήσει, οδηγώντας τους αναγνώστες του να επαναλαμβάνουν ένα λάθος για χίλια χρόνια.
Αλλά ο Αριστοτέλης στην εν λόγω κρινομένη περιγραφή του, μιλούσε συγκεκριμένα για τα «εφημερόπτερα», τα συγγενικά προς τις μύγες αρχέγονα έντομα (τα οποία στο βόρειο ημισφαίριο κάνουν την εμφάνισή τους κυρίως στο μήνα Μάιο, γι’αυτό στην Αγγλική πήραν το όνομα «Μύγες του Μαΐου» – «Mayflies»), που χρησιμοποιούν πράγματι μόνο τα τέσσερα πίσω και μεσαία πόδια για περπάτημα. Το μπροστινό ζευγάρι έχει εξελιχθεί σε συλληπτικά άκρα με τα οποία κρατιούνται από το ταίρι τους. Το καλύτερο που μπορούμε να πούμε για αυτή την ακούσια δυσφήμιση του Αριστοτέλη είναι ότι εξεγέλασε τους αναιτίως υπερφιάλους και «ξερόλες», δήθεν παρατηρητικούς και ακριβολόγους αναγνώστες του, που έκριναν ώστε να αισθάνονται ανώτεροι από τον μεγάλο φιλόσοφο χωρίς βάσιμο λόγο.
Μια πολύ επιβλαβέστερη φενάκη, μία συλλογική αστήρικτη ψευδοϊστορία για τους αρχαίους προγόνους μας είναι τόσον αρχαία όσο κι αυτοί. Υποστηρίζει ότι οι Έλληνες άνδρες συνήθως προέβαιναν σε πρωκτική συνουσία με τους νεαρότερους φίλους και συντρόφους τους. Από αυτήν την πεποίθηση προκύπτει η γνωστή εθνοτική προσβολή που αναφέρεται σε άνδρες οι οποίοι επιδίδονται σε πρωκτική σεξουαλική επαφή, είτε με έναν άλλο άνδρα είτε με μια γυναίκα, ότι συνευρίσκονται σεξουαλικά «με τον ελληνικό τρόπο».
Αλλά μια προσεκτική ανάγνωση των αρχαίων ελληνικών κειμένων και μια ενδελεχής επισκόπηση και εξέταση της ελληνικής τέχνης 1 δείχνει ότι οι μορφωμένοι Έλληνες, ενώ εκτιμούσαν και επαινούσαν την ηθική ανδρική αγάπη, ταυτόχρονα κατήγγειλαν αυτή την συγκεκριμένη προαναφερθείσα μορφή σαρκικής απόλαυσης με τους πλέον σκληρούς όρους και την θεωρούσαν ως χονδροειδή προσβολή και θεμελιώδη αναξιοπρέπεια, που εντάσσεται στον τομέα των χυδαιοτάτων πράξεων. Η ηθική τους στάση φυσικά και άμεσα υπονοεί την ύπαρξη του αντιθέτου της, όπως ακριβώς το φως υπονοεί και ορίζει εξ αντιθέτου το σκότος. Αλλά καθώς ισχύει αυτό, γιατί στην σύγχρονη εποχή μας έχουμε υποτιμήσει, απαξιώσει, περιθωριποιήσει και απορρίψει το ελληνικό φως, ενώ όλο αυτό το διάστημα έχουμε επικεντρωθεί συστηματικά στις παρασκιές της ερωτικής τους ζωής, συμπεριφοράς και καλλιέργειας; Και γιατί οι (κατά το πλείστον αποκρυπτόμενες) επανειλημμένες καταδίκες της πρωκτικής συνουσίας από τους Έλληνες έχουν διαστρεβλωθεί συνεχώς ως γενικευτικές καταδίκες και δαιμονολογικοί αφορισμοί της «ομοφυλοφιλίας», ενώ δεν εμπεριείχαν καμία τέτοια σκοπιμότητα και προορισμό;
Η μάχη του Χριστιανισμού με τον Ελληνισμό σίγουρα έπαιξε κρίσιμο και ουσιώδη ρόλο ρόλο στο δρώμενο αυτό, καθώς οι Πατέρες της Εκκλησίας προσπαθούσαν να δυσφημίσουν και να καταστρέψουν την παλαιά θρησκεία εκ θεμελίων. Ο Κλήμης της Αλεξανδρείας είναι ο κορυφαίος μεταξύ αυτών, καθώς στο έργο του «Η προτροπή προς τους Έλληνες» (ένα αρχαιοελληνικό χριστιανικό παραινετικό ή προτρεπτικό κείμενο σε τριάντα οκτώ κεφάλαια) – (2.33.5-6) 2 συγχέει σκοπίμως όλους τους μύθους περί ανδρικής αγάπης υπό την ιδία κατηγορία, αυτή της «πορνείας», της παρανόμου συνουσίας, όπως αυτή που διενεργείται εκτός του χριστιανικού γάμου : Ο Κλήμης συγκατατάσσει τους προγονικούς εκείνους μύθους με ένα εκτατικό, συμβολικό και προδιαγραφικό υπόβαθρο, καθώς και μιαν εκτενεστάτη «κανονιστικήν» υποδομή, όπως ο μύθος της απαγωγής του Γανυμήδου υπό του Διός, απαγωγής που οδήγησε στην ένθεο ενδυνάμωση και εν τέλει στην αποθέωσή του απαχθέντος. Ομού παραθέτει ο χριστιανός θεολόγος και «εκκλησιαστικός πατέρας» και τους προειδοποιητικούς – ηθικοπλαστικούς μύθους, όπως αυτός της απαγωγής του Χρυσίππου από τον Λάιο, η οποία οδήγησε στον βιασμό και τον θάνατον του Χρυσίππου. [Παρατηρούμε ότι στο πρόσωπο του Χρυσίππου (όλοι οι μύθοι για τον οποίον σχετίζονται με τον θάνατό του) συνδέονται οι παραδόσεις που σχετίζονται με τα δύο «καταραμένα» γένη, που έγιναν διάσημα από την αρχαία ελληνική τραγωδία: τους Ατρείδες των Μυκηνών και τους Λαβδακίδες των Θηβών.]
Ο τοπικιστικός – εθνικιστικός ζήλος μεταξύ των ιδίων των Ελλήνων, οργανωμένων και αφοσιωμένων στις Πόλεις – Κράτη τους, έπαιξεν επίσης σημαντικό ρόλο. Οι Αθηναίοι, περί του προκειμένου, εχλεύαζαν συστηματικώς άλλα ελληνικά κράτη, ειλικρινώς ή όχι, επειδή εκείνα ενέδιδαν βάναυσα σε ένα απαράδεκτο αίσχος που η πλέον ηθικώς καλλιεργημένη και πνευματικώς εκλεπτυσμένη πόλη της Παλλάδος απεχθανόταν.
Θα πρέπει επίσης να κατηγορήσουμε την εσφαλμένη αντίληψή μας για τα πολλά πραγματικά περιστατικά τέτοιας συμπεριφοράς στην αρχαιότητα, όπως αποτυπώνονται από διαβόητα παραδείγματα που καταγράφονται από τους αρχαίους ιστορικούς, οι οποίοι συνήθως το έκαναν στο πλαίσιο της συζήτησης για την εκδίκηση που ο νεαρός αργότερα επέφερε στον κακοποιητή του, 3 καθώς και από την καταδίκη που κατηύθυναν οι αρχαίοι συγγραφείς ενάντια στον υπόκοσμο των υπογεγραμμένων συμβολαίων «πωλήσεως σεξουαλικών ευνοιών» και των φορολογητέων πορνείων παίδων. Αλλά αυτές, ακόμη και εάν δεν ήσαν παραβιάσεις του νομικού κώδικα4 ήσαν παραβιάσεις του ηθικού κώδικα, οπότε γι’ αυτό και ανεφέροντο από τους αρχαίους με αποδοκιμασία και χλευασμό, όχι με θαυμασμό.
Γιατί όμως οι σύγχρονοι ιστορικοί, υποτιθέμενοι επαγγελματίες ενός πιο επιστημονικού κλάδου, δεν έχουν καταρρίψει τις παλαιές παρεξηγήσεις; 5 Μήπως η ανάγκη για αυτοδικαίωση των μελετητών που εμπνέονται από τα ανδρικά αισθήματα, οι οποίοι για αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι πιο πιθανό να έλκονται από την εμμονική αρνητική μελέτη των Ελλήνων, τους οδήγησε να ομαλοποιήσουν τη θέση του πρωκτικού σεξ στην ελληνική αρχαιότητα και να απορρίψουν τα αντίθετα στοιχεία, καθοδηγούμενοι από την παρόρμηση να επιβεβαιώσουν την αξία του ομόφυλου έρωτα μεταξύ ανδρών και την απροθυμία να αμφισβητήσουν την άσκοπη ιστορική του ταύτιση με το πρωκτικό σεξ;
Οι «κρατούντες» μελετητές της καθεστηκυίας σεξουαλικής πεποίθησης έχουν προσκολληθεί στα στοιχεία για την παραβατική πρακτική του πρωκτικού σεξ μεταξύ των Ελλήνων, ως τρόπο έκφρασης της άλλοτε νόμιμης και άλλοτε ομοφοβικής τους αποστροφής, ενώ επίσης έχουν κατηγορήσει τους Έλληνες για κακοποίηση παιδιών. Ανεξάρτητα από αυτό και άσχετα από τις υφέρπουσες σκοπιμότητες, οι εικασίες είναι φθηνές άρα η ανάλυση των αιτιών και των κινήτρων τους πρέπει να παραμένει θέμα βαθειάς συνεχούς μελέτης. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουμε εδώ είναι να δείξουμε ότι ο γενικευμένος ισχυρισμός είναι ψευδής, είτε είναι δόλιος από ανθελληνικό ρατσισμό ή εξύμνηση της ομοφυλοφιλίας είτε είναι γέννημα ημιμαθείας.
Michael William Brooke
ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΣΥΝΟΔΕΥΤΙΚΕΣ ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Από τις εκατοντάδες αγγεία που υποδηλώνουν κατά κάποιον τρόπο τον ανδρικό έρωτα, ο αριθμός που απεικονίζει ή υποδηλώνει πρωκτικό σεξ μεταξύ ανδρών είναι ελάχιστος. Από αυτά, μερικά απεικονίζουν διεγερμένους σάτυρους και για να επάγουν κωμικό αποτέλεσμα, ενώ μερικά άλλα απεικονίζουν κάποιο κωμαστικό γλεντοκόπι με πασιχαρείς κωμαστές / διασκεδαστές (κώμος = νυχτερινή έξοδος των συμποσιαστών στους δρόμους με λαμπάδες και προσωπίδες, μουσικά όργανα και άσματα – νυκτωδία), γλεντοκόπι στο οποίο οι αναστολές και η κρίση έχουν πιθανότατα υποκύψει στο ποτό. Μόνον ένα αγγείο δείχνει δύο νέους που συνουσιάζονται και γίνονται αντιληπτοί ως μια εκπληκτική ανωμαλία από έναν θεατή στην ίδια σκηνή. (H. A. Shapiro, εδάφιο «Leagros and Euphronios: Painting Pederasty in Athens» στο βιβλίο του T.K. Hubbard, «Greek Love Reconsidered», σελίδες16-18).
Πολλοί σημαντικοί ιστορικοί έχουν ερμηνεύσει αυτή την σχεδόν πλήρη απουσία γραφικών / καλλιτεχνικών στοιχείων ως στοιχείο διάχυτης κοινωνικής παρουσίας. Ο Sir Kenneth James Dover, ως μελετητής της ελληνικής πεζογραφίας και της αριστοφανικής κωμωδίας, ήταν ένας από τους ηγέτες αυτού του «χορού» κηρύκων της ελληνικής αρσενοκοιτίας. Απαντώντας στους επικριτές της πρώτης έκδοσης του έργου του «Ελληνική Ομοφυλοφιλία», υποστήριξε: «Εγνώριζα και γνωρίζω πολύ καλά ότι μπορεί να υπήρχαν σημαντικές διαφορές μεταξύ αναπαράστασης και πραγματικότητας… Για παράδειγμα, το γεγονός ότι η κωμωδία υποθέτει ότι η πρωκτική διείσδυση είναι ο φυσιολογικός τρόπος ομοφυλοφιλικής επαφής υποδηλώνει ότι η συντριπτική προτίμηση των αγγειογράφων για τον τρόπο του “διαμηρισμού” είναι εξαιρετικά συμβατική και δεν θα αντιστεκόμουν σε μια τέτοια πρόταση». [To διαμηρίζειν αφορά στην φαλική κατατριβή στην έσω περιοχή των μηρών]
Βεβαίως ο Ντόβερ είναι ο «παλαίμαχος» πρωτοπόρος της σύγχρονης μελέτης της ελληνικής ομοφυλοφιλίας και στις ποικίλες διαπιστώσεις όπου προχώρησε, «συστρατεύθηκαν» μετά πολλοί ακόλουθοι της απόψεώς του. Αυτή η σχολή σκέψεως εξηγεί την τέχνη ως ευφημιστική, (εγκωμιαστική ή επαινετική, ακόμη και αν αποσιωπάται κάτι κακό ή δυσάρεστο). Είναι πολύ πιο αληθοφανές ότι οι σύγχρονες ερμηνείες μας είναι δυσφημιστικές, σε μια λογική «μεταξύ σφύρας και άκμονος», όπου ό,τι και να επιλέξει κανείς, η επιλογή του θα έχει αρνητικές συνέπειες. Ο Ντόβερ χρησιμοποίησε εκούσια και επιτηδευμένα, άφθονα στοιχεία από την αγγειογραφία ως αντίβαρο στην εξιδανικευμένη εικόνα των ομοερωτικών σχέσεων που συναντά κανείς στον μεγάλο Πλάτωνα.
Έτσι, το κυρίαρχο θέμα στις κλασικές σπουδές ήταν η υπόθεση ότι η ελληνική παιδεραστία υπονοούσε αυτόματα διεισδυτικό παρά φύση σεξ. Ανάλογα τοποθετήθηκαν ο Ντόβερ, ο Φουκώ, ο Ντέηβιντ Χάλπεριν και άλλες προσωπικότητες της φιλολογίας του 20ου αιώνα.
Βεβαίως, το έργο του Ντέηβιντ Χάλπεριν για την αρχαία ελληνική σεξουαλικότητα, ιδιαίτερα στο «Εκατό χρόνια ομοφυλοφιλίας και άλλα δοκίμια για τον ελληνικό έρωτα» («One Hundred Years of Homosexuality and Other Essays on Greek Love»), αμφισβητεί τη σύγχρονη έννοια της «ομοφυλοφιλίας» ως ένα επαρκές πλαίσιο για την κατανόηση των ελληνικών σεξουαλικών πρακτικών. Υποστηρίζει ότι οι Έλληνες δεν έβλεπαν τις σχέσεις του ίδιου φύλου μέσα από το ίδιο πρίσμα ταυτότητος και κατηγοριοποιήσεως όπως εμείς σήμερα. Αντίθετα, ο Χάλπεριν δίνει έμφαση στη ρευστότητα και το κοινωνικό πλαίσιο του αρχαίου ελληνικού ερωτισμού, τονίζοντας τη σημασία παραγόντων όπως η ηλικία, η κοινωνική θέση και η δυναμική της εξουσίας στη διαμόρφωση των σεξουαλικών αλληλεπιδράσεων. [Ο David Halperin είναι Αμερικανός θεωρητικός στους τομείς των μελετών για το φύλο, της ομοφυλόφιλης (queer) θεωρίας, της κριτικής θεωρίας, του υλικού πολιτισμού και της οπτικής κουλτούρας]. Αμφισβητεί τις σύγχρονες κατηγοριοποήσεις: Ο Χάλπεριν υποστηρίζει ότι η σύγχρονη έννοια της «ομοφυλοφιλίας» ως σταθερής ταυτότητας είναι προϊόν της δυτικής σκέψης του 19ου αιώνα και δεν ισχύει για την αρχαία Ελλάδα.Εφαρμόζει εστίαση στο Κοινωνικό Πλαίσιο: Ο Χάλπεριν τονίζει τη σημασία του κοινωνικού πλαισίου στην κατανόηση των ελληνικών σεξουαλικών πρακτικών.
Για παράδειγμα, η παιδεραστία (η σχέση μεταξύ ενός ενήλικα άνδρα και ενός νέου) ήταν κατ΄αυτόν μια κοινωνικά αποδεκτή πρακτική, αλλά δεν θεωρούνταν απλώς ως θέμα ενστικτώδους σεξουαλικής έλξης μεταξύ δύο ανδρών. Υποστηρίζει την Κοινωνική Κατασκευή της Σεξουαλικότητας, δηλαδή ότι η σεξουαλικότητα στην αρχαία Ελλάδα δεν ήταν ένα σταθερό, ατομικό χαρακτηριστικό, αλλά μάλλον μια κοινωνική κατασκευή που διαμορφωνόταν από πολιτισμικούς κανόνες και σχέσεις εξουσίας. Υπογραμμίζει τη ρευστότητα της σεξουαλικής επιθυμίας και πρακτικής στην αρχαία Ελλάδα, όπου τα άτομα μπορούσαν να εμπλακούν σε σχέσεις τόσο του ίδιου φύλου όσο και του αντίθετου φύλου (Αμφισημία), χωρίς απαραίτητα να κατηγοριοποιούνται ως αποκλειστικά ομοφυλόφιλα ή ετεροφυλόφιλα.
Είναι λοιπόν σαφές πως ο «Ελληνικός Έρωτας» είναι Πολιτισμική Κατασκευή: Το έργο του Χάλπεριν διερευνά πώς ο τάχα «ελληνικός έρωτας» δεν ήταν μια μονολιθική έννοια, αλλά μάλλον ένα ποικίλο σύνολο πρακτικών και ιδεών για την αγάπη, την επιθυμία και τις κοινωνικές σχέσεις.
Ενάντια σε αυτή την κυρίαρχη και υβριστική παρανόηση, μερικοί ειλικρινείς και ορθοτόμοι λόγιοι έχουν διατυπώσει θαραλλέες αντιρρήσεις (David Cohen, «Σεξουαλικότητα, Βία και ο Αθηναϊκός Νόμος της “Ύβρεως”» και Harvey Yunis στην μετάφραση του Πλατωνικού «Φαίδρου», σελίδες 151-152)
Ο μέγας Πλάτων είναι σαφής και όχι ιδεοληπτικός όπως λένε οι ποικίλοι επικριτές του : «…Ταύτα μεν λοιπόν μακρότερα του δέοντος είπομεν τώρα χαριζόμενοι εις την ανάμνησιν και ποθήσαντες τα παρελθόντα· όσον διά το κάλλος, καθώς είπομεν, τούτο έλαμπε μεταξύ των άλλων ουσιών ευρισκόμενον εις τον ουρανόν, και εδώ εις την γην όταν κατήλθομεν, διεκρίναμεν αυτό φανερώτατα να στίλβη διά της πλέον καθαράς αισθήσεώς μας· ο οφθαλμός βεβαίως παρουσιάζεται δι’ ημάς ως το οξύτατον εργαλείον των σωματικών αισθήσεων, αλλ’ ούτος δεν δύναται να ίδη την φρόνησιν (διότι δεινούς έρωτας θα παρείχεν η φρόνησις εάν φανερόν τοιούτον είδωλον ιδικόν της παρουσίαζεν εις όρασιν), επίσης δεν δύναται να ίδη ο οφθαλμός και τας άλλας ουσίας όσας αγαπώμεν, αλλά τώρα μόνον το κάλλος έσχε το προνόμιον ώστε να είναι φανερώτατον και αξιεραστώτατον.
Ο μεν λοιπόν άνθρωπος ο μη έχων πρόσφατον την μνήμην των ουρανίων μυστηρίων ή ο διεφθαρμένος δεν αναβιβάζεται αμέσως εκεί προς την ιδέαν του κάλλους, όταν θεάται εδώ εις την γην το ομοίωμα αυτού, το φέρον το όνομά του, ώστε δεν αισθάνεται σέβας όταν προσβλέπη το ωραίον, αλλά παραδοθείς εις την ηδονήν καθώς τα τετράποδα επιχειρεί να επιβαίνη («επιβαίνειν»0 και να παιδοποιή («παιδοσπορείν»), και δεν φοβείται διά την σχέσιν του με την βαναυσότητα και δεν αισχύνεται επιδιώκων παρά φύσιν ηδονήν· ο δε αρτίως μεμυημένος εις τα μυστήρια των ουρανών και άλλοτε θεωρήσας μέγαν αριθμόν ουσιών, όταν ίδη πρόσωπον θεοειδές, το οποίον είναι ωραία απεικόνισις του ουρανίου κάλλους, ή σώμα το οποίον διά του σχήματός του ανακαλεί εις την μνήμην την ουσίαν του κάλλους, πρώτον μεν καταλαμβάνεται υπό τινος φρικιάσεως και υπεισέρχεται εντός του κάποιος εκ των ιερών τρόμων, τους οποίους ησθάνθη άλλοτε, έπειτα προσβλέπων προς τον παίδα αισθάνεται σεβασμόν ως να πρόκειται περί θεού, και αν δεν εφοβείτο μήπως χαρακτηρισθή ο ενθουσιασμός του ως άκρατος μανία, θα εθυσίαζεν εις αυτόν ως να ήτο είδωλον, ως να ήτο θεός.»
Η «παρά φύσιν» συνουσία δηλούμενη ως «Βαίνειν με τον τρόπο του τετράποδου». περιγράφει με υποτιμητικές συνδηλώσεις τη στάση στην οποία λαμβάνει χώρα η σύζευξη, τον εραστή πίσω από τον ερωμένο που στέκεται στα τέσσερα.(Βιβλίο των Γκάι Κούπερ και Καρλ Βίλχελμ Κρούγκερ «Σύνταξη Αττικού Ελληνικού Πεζού Λόγου» (Guy Cooper – Karl Wilhelm Krüger, AGPS – «Attic Greek Prose Syntax», 1998, εκδόσεις Πανεπιστημίου του Michigan ). Για το «βαίνειν» ως μεταβατικό ρήμα, αναφερόμενο ειδικά στη σύζευξη ζώων,βλέπε Αριστοτέλη «Τῶν περὶ τὰ ζῷα ἱστοριῶν» 546b7-9, Ἀχαιόν τον Ερετριέα, «Tragicorum Graecorum fragmenta» (TrGF) – απόσπασμα 28, Ηρόδοτο («Ιστορίες») 1.192.3 [«Είχε ακόμη ο Τριτανταίχμης δικά του άλογα —εκτός από εκείνα που χρησιμοποιούσε στον πόλεμο— οκτακόσια αρσενικά, επιβήτορες και δεκαέξι χιλιάδες θηλυκές φοράδες· γιατί καθένα αρσενικό από αυτά τα άλογα έσμιγε με είκοσι φοράδες.»]
Επίσης η χρησιμοποιούμενη στον Φαίδρο λέξη «παιδοσπορεῖν», είναι σπάνια [Liddell, Scott, Jones «Αρχαίο Ελληνικό Λεξικό» (LSJ)] και η κυριολεκτική της σημασία — σπέρνω, δηλαδή γεννώ, παιδιά — είναι προφανής, όμως εδώ σαφώς δεν υποδηλώνει την πρόθεση του εραστή, αλλά τη διείσδυση και την εκσπερμάτιση, που είναι συναφείς με τη γέννηση παιδιών.
Η πρωκτική επαφή, ακόμη και όταν ο παθητικός συμμετέχων συναινούσε ελεύθερα, θεωρούνταν πράξη Ύβρεως (Αριστοτέλης «Ηθικά Νικομάχεια» 7.114 8b30, Δημοσθένης «Κατά Ανδρωτίωνος» 22.58, Αισχίνης 1.185, «Απομνημονεύματα» Ξενοφώντος 2.1.30).
Ο διάσημος μελετητής του δικαίου και των κλασικών σπουδών David Cohen [από το 1998 έως το 2002 ως καθηγητής Ρητορικής και Κλασικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϋ, από το 2004 έως το 2014 ως καθηγητής Ανθρωπιστικών Σπουδών και από το 2017 ως καθηγητής Κλασικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ] γράφει στο βιβλίο του «Νόμος, σεξουαλικότητα και κοινωνία: η επιβολή των ηθικών ηθών στην κλασική Αθήνα», («Law, sexuality, and society: the enforcement of morals in classical Athens») Cambridge, 1991):
«Στην Αθήνα, ωστόσο, ο νόμος και το έθιμο δεν απέδιδαν νόμιμο ρόλο έναρξης στη σεξουαλική επαφή με αγόρια ακόμη και υπό στενά καθορισμένες συνθήκες. Αντίθετα, ο νόμος απαγόρευε μια ολόκληρη σειρά δραστηριοτήτων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στη διαφθορά των αγοριών, και ο νόμος περί Ύβρεως μπορεί να είχε καταστήσει τη δίωξη τουλάχιστον θεωρητική πιθανότητα για οποιαδήποτε ολοκληρωμένη πράξη σεξουαλικής επαφής με ανηλίκους. Εν ολίγοις, το εύρος, η ποικιλία και η επικάλυψη των αθηναϊκών νόμων φαίνεται να αντικατοπτρίζουν μια κοινωνία που προσπαθούσε για ένα χρονικό διάστημα να αντιμετωπίσει επίμονα πρότυπα συμπεριφοράς που θεωρούνταν ότι έθεταν σε κίνδυνο την ευημερία της πόλης. Οι μηχανισμοί του δημόσιου δικαίου αναπτύχθηκαν για να αποτρέψουν και να τιμωρήσουν τέτοια συμπεριφορά και να προστατεύσουν τα ελεύθερα αγόρια.»
Ως εκ τούτου, η πρωκτική συνουσία θα εξευτέλιζε και θα ατίμαζε τον νεαρόν άνδρα, γι’ αυτό και καταδικάζεται τόσο έντονα. Ο Πλάτων περιγράφει την πρωκτική επαφή μεταξύ αρσενικών ως αντίθετη προς τη φύση, επίσης στους «Νόμους» [1.636c («παρὰ φύσιν»), 8.836c («τὸ μὴ φύσει τοῦτο εἶναι)» και επίσης («δεινὰ καὶ παράνομα»), 254b1],
Ο σπουδαίος Cohen αναφέρεται σε παρόμοιες απόψεις που εκφράστηκαν από άλλους συγγραφείς. Εμπρός στην ευρεία στρέβλωση και κριτική της καταδίκης του Πλάτωνος για την πρωκτική επαφή, αυτό το απόσπασμα έγινε σωστά κατανοητό από τον Πλούταρχο στα «Περί Έρωτος» ή «Ερωτικά» 751d-e.
Ο Γρηγόριος Βλαστός (Gregory Vlastos1907-1991) στο βιβλίο του «Platonic studies» 2η έκδοση Πανεπιστημίου του Princeton, 1981: 25 [Ο Βλαστός υπήρξε διαπρεπής μελετητής της αρχαίας φιλοσοφίας και συγγραφέας πολλών έργων για τον Πλάτωνα και τον Σωκράτη. Μεταμόρφωσε την ανάλυση της κλασικής φιλοσοφίας εφαρμόζοντας τεχνικές της σύγχρονης αναλυτικής φιλοσοφίας για να επαναδιατυπώσει και να αξιολογήσει τις απόψεις του Σωκράτη και του Πλάτωνος.]
Για την συζήτηση και τις αντιθέσεις περί «φύσεως» και σεξ στην ύστερη ελληνική λογοτεχνία, βλέπε και το βιβλίο του Simon David Goldhill (καθηγητή ελληνικής λογοτεχνίας και πολιτισμού και συνεργάτη και διευθυντή Σπουδών Κλασικών Σπουδών στο King‘s College του Cambridge), « Η παρθενία του Φουκώ : Αρχαία ερωτική φαντασία και η ιστορία της σεξουαλικότητας» («Foucault’s virginity: ancient erotic fiction and the history of sexuality» εκδόσεις πανεπιστημίου του Cambridge, 1995, Β΄Κεφάλαιο «The Gay Science», σελίδες 46-111.
2. «Προτρεπτικός προς Έλληνας» – «…. Μακρὸν δ’ ἂν εἴη μοιχείας αὐτοῦ παντοδαπὰς καὶ παίδων διηγεῖσθαι φθοράς. Οὐδὲ γὰρ οὐδὲ παίδων ἀπέσχοντο οἱ παρ’ ὑμῖν θεοί, ὃ μέν τις Ὕλα, ὃ δὲ Ὑακίνθου, ὃ δὲ Πέλοπος, ὃ δὲ Χρυσίππου, ὃ δὲ Γανυμήδους ἐρῶντες. Τούτους ὑμῶν αἱ γυναῖκες προσκυνούντων τοὺς θεούς, τοιούτους δὲ εὐχέσθων εἶναι τοὺς ἄνδρας τοὺς ἑαυτῶν, οὕτω σώφρονας, ἵν’ ὦσιν ὅμοιοι τοῖς θεοῖς τὰ ἴσα ἐζηλω κότες· τούτους ἐθιζόντων οἱ παῖδες ὑμῶν σέβειν, ἵνα καὶ ἄνδρες γενήσονται εἰκόνα πορνείας ἐναργῆ τοὺς θεοὺς 2.33.7 παραλαμβάνοντες. Ἀλλ’ οἱ μὲν ἄρρενες αὐτοῖς τῶν θεῶν ἴσως μόνοι ᾄττουσι περὶ τὰ ἀφροδίσια·»
3. «Όσο για εκείνους οι οποίοι μη έχοντες κακές προδιαθέσεις, αναγκάστηκαν με απάτη ή βία να υποταχθούν, δεν υπάρχει κανείς που να τον βλέπουν με μεγαλύτερη αποστροφή και μίσος από αυτούς που έκαναν αυτή την πράξη, και τους επιβάλλουν την πιο άγρια εκδίκηση όταν τους δίνεται η ευκαιρία». Ο Πλούταρχος αφηγείται αυτή την ιστορία, για τον Περίανδρο, τύραννο της Αμβρακίας, ο οποίος βρήκε το τέλος του στα χέρια του εκδικητικού ερωμένου του. Αναφέρει επίσης, σε αυτό το πλαίσιο, τον Κρατέα που σκότωσε τον Αρχέλαο από το μίσος και την αηδία που ένιωθε ακόμα καθώς στα νιάτα του τον είχε κακοποιήσει σεξουαλικά και τον Πυθόλαο που δολοφόνησε τον Αλέξανδρο των Φερών, έναν γνωστό κακοποιό νέων.
Ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του (V.10) αναφέρει τον Δέρδα που δολοφόνησε τον Αμύντα τον Μικρό, και φυσικά πρέπει να αναφερθεί ο πατέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Φίλιππος ο Β΄ της Μακεδονίας, ο οποίος κατά μίαν εκδοχή δολοφονήθηκε από τον Παυσανία, τον δυσαρεστημένο πρώην ερωμένο του. Ίσως η παλαιότερη τέτοια ιστορία είναι η σχεδόν θρυλική αναφορά στον Αρχία από την Κόρινθο, ο οποίος πέθανε στα χέρια του Τήλεφου, του παλαιού του ερωμένου. (Προφανώς, για να ταιριάζει στο μοτίβο τέτοιων ιστοριών, ο Τήλεφος είχε βιαστεί από το μετέπειτα θύμα του και πήρε εκδίκηση για την κακοποίηση αφού έφτασε στην ενηλικίωση.) (Πλούταρχος, «Ηθικά» / «Περί Έρωτος» 23)
4. Ως σχετικό σύγχρονο παράδειγμα βλέπουμε σήμερα μια τέτοια διαίρεση στις ΗΠΑ. Η πορνεία σε ορισμένες κομητείες της Νεβάδα είναι νόμιμη, αλλά θα ήταν δύσκολο κάποιος στηριζόμενος επ΄αυτού να υποστηρίξει ότι όλοι οι μορφωμένοι κάτοικοι της Νεβάδα πιστεύουν μαζικά πως η πορνεία είναι ηθική ή ότι η μεγάλη πλειοψηφία τους συχνάζει σε τέτοια καταστήματα.
5. Το κυρίαρχο θέμα στις κλασικές σπουδές ήταν η υπόθεση ότι η ελληνική παιδεραστία υπονοούσε αυτόματα διεισδυτική πρωκτική συνουσία. Έτσι, διαμορφώθηκε η διαχύτως επικρατούσα άποψη, με τους Ντόβερ, Φουκώ, Χάλπεριν και άλλους «φωστήρες» της φιλολογίας του 20ου αιώνα. Ενάντια σε αυτή την κυρίαρχη παρανόηση, μερικοί έχουν διατυπώσει αντιρρήσεις (Βλέπε David Cohen, «Σεξουαλικότητα, Βία και ο Αθηναϊκός Νόμος της “Ύβρεως”» και επίσης Harvey Yunis, μετάφραση και επεξεργασία στον Πλάτωνος «Φαίδρο», σελ. 151-152).
Ακόμη και ο ίδιος ο K. J. Dover, ο πιο επιδραστικός ιστορικός της ελληνικής ομοφυλοφιλίας τα τελευταία τριάντα χρόνια, απέρριψε τον ελληνικό έρωτα ως μια βαθιά και διαρκή ευαισθησία στην εφηβική ανδρική ομορφιά, αλλά τον έκρινε ως «επεισοδιακή συμπεριφορά σε επιφανειακό επίπεδο» («Greek Homosexuality», 1978, σελίδα 203).
Ο David Halperin φαντάστηκε εμμονικά και παράδοξα την ελληνική επιθυμία για τους άνδρες ως μια παρόρμηση να διεισδύσουν οι ικανότεροι στα τρήματα ασθενέστερων ατόμων, πράγμα που δεν αφορά στο φύλο, ώστε να καθυποτάξουν τα άτομα αυτά. Όμως η υβριστική εθνική προσβολή παρέμεινε, καθυστερώντας την πρέπουσα επιστημονική μελέτη του ελληνικού ανδρικού έρωτος επί πολλές δεκαετίες.