Ι.ΣΤ.Ο.Σ.

ΙΔΡΥΜΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΟΜΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Η ΩΡΟΛΟΓΙΑΚΗ ΒΟΜΒΑ ΜΙΑΣ ΠΛΗΡΟΥΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ
ΜΕΤΑΞΥ ΚΙΝΑΣ-ΤΑΪΒΑΝ ΣΥΝΤΟΜΑ ΘΑ ΕΚΡΑΓΕΙ

Οι άνευ προηγουμένου στρατιωτικοί ελιγμοί της Κίνας γύρω από το νησί της Ταϊβάν έχουν τελειώσει. Δεν επρόκειτο περί μιας αυθόρμητης αντίδρασης στην επίσκεψη της Νάνσι Πελόζι, τα συμπαρομαρτούντα δείχνουν ότι το Πεκίνο προετοιμάζεται εδώ και αρκετό καιρό για την επανένωση του νησιού με την ηπειρωτική Κίνα. Το ερώτημα που τίθεται είναι πότε ακριβώς σκοπεύει να το επιχειρήσει και ποιες θα είναι οι συνέπειες. Ο κόσμος πρέπει να είναι προετοιμασμένος για την κλιμάκωση της σύγκρουσης, αυτό που μπορούμε μετά βεβαιότητας να πούμε είναι ότι δεν έχουμε πόλεμο… ακόμα.

Ο κίνδυνος της κλιμάκωσης είναι πραγματικός και μεγάλος, ειδικά γύρω από το στενό που χωρίζει την Ταϊβάν από την ηπειρωτική Κίνα. Οι απειλές της Κίνας να καταλάβει στρατιωτικά την Ταϊβάν, τα πολεμικά πλοία από τις ΗΠΑ, την Βρετανία, την Γαλλία και την Γερμανία στο Στενό της Ταϊβάν, οι προσπάθειες της Ουάσιγκτον να δημιουργήσει μια ναυτική συμμαχία του Ειρηνικού εναντίον του Πεκίνου, όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα μια ωρολογιακή βόμβα που μπορεί να εκραγεί ανά πάσα στιγμή.

Είναι λοιπόν μόνο θέμα χρόνου; Είναι αναπόφευκτος ένας πόλεμος για την Ταϊβάν; Ποιοι είναι ακριβώς οι παράγοντες που επηρεάζουν αυτήν την απόφαση; Και αν η Κίνα επιλέξει να μην εισβάλει, τι θα μπορούσε να κάνει αντ' αυτού για να επιτύχει τους στόχους της στην Ταϊβάν; Και γιατί η Κίνα μπορεί να δράσει νωρίτερα παρά αργότερα;

Η Κίνα του 2022 είναι πολύ διαφορετική από την χώρα που ηγήθηκε ο Μάο Τσε Τουνγκ όταν γεννήθηκε η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Αλλά σε ορισμένα βασικά ζητήματα παραμένει αξιοσημείωτα συνεπής. Ένα από αυτά είναι η Ταϊβάν. Από το 1949, όταν οι εθνικιστικές δυνάμεις του Τσιάνγκ Κάι Σεκ που διέφυγαν από τον κινεζικό εμφύλιο πόλεμο εγκατέστησαν κυβέρνηση στο νησί, οι ηγέτες της Κίνας παρέμειναν σταθεροί στον στόχο της πραγματοποίησης «της πλήρους επανένωσης της πατρίδας».

Αυτό που έχει αλλάξει είναι ότι η Κίνα τα τελευταία χρόνια έφτασε στο σημείο όπου θα μπορούσε εύλογα να επιτύχει αυτήν την επανένωση με στρατιωτικά μέσα. Ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός της Κίνας έχει χερσαίες δυνάμεις περίπου ενός δισεκατομμυρίου στρατιωτών, περισσότεροι από 400.000 από αυτούς σταθμεύουν στην περιοχή του Στενού της Ταϊβάν, σε σύγκριση με τις 88.000 χερσαίες δυνάμεις της Ταϊβάν. Επίσης διαθέτει συντριπτικά πλεονεκτήματα σε πολεμικά πλοία, αεροσκάφη και πυροβολικό. Ένας πόλεμος στην Ταϊβάν πιθανότατα θα ήταν μαζικός και αιματηρός. Και αν οι ΗΠΑ δεν παρέμβουν άμεσα, οι ίδιοι οι στρατιωτικοί ηγέτες της Ταϊβάν εκτιμούν ότι θα μπορούσαν να αντέξουν μόνο για περίπου δύο εβδομάδες ενάντια σε μια κινεζική εισβολή.

Ο πρόεδρος της Κίνας Σι Τζινπίνγκ έχει πει στο παρελθόν ότι το πρόβλημα της Ταϊβάν δεν πρέπει να «περάσει από γενιά σε γενιά» και περιέγραψε την επανένωση ως απαραίτητο συστατικό ενός ευρύτερου πολιτικού σχεδίου που ονομάζεται «μεγάλη αναζωογόνηση του κινεζικού έθνους» που αναμένεται να ολοκληρωθεί έως το 2049, την 100η επέτειο της Λαϊκής Δημοκρατίας. Αλλά πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι ο Σι ελπίζει να ολοκληρώσει την επανένωση ως μέρος της δικής του κληρονομιάς, η οποία υποδηλώνει ένα ταχύτερο χρονοδιάγραμμα. (Ο Σι θα γίνει 94 ετών το 2049 και ενώ δεν φαίνεται να βιάζεται να παραιτηθεί, οι πιθανότητες είναι ότι δεν θα είναι στην εξουσία έως τότε).

Εν τω μεταξύ, η παρουσία των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην περιοχή προφανώς δεν δημιουργούν ευνοϊκές τάσεις για την «ειρηνική επανένωση» Κίνας-Ταϊβάν. Η Κίνα μπορεί να εξετάσει την εμπειρία της τελευταίας δεκαετίας και να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η πολιτική της «ήπιας ισχύος» έχει ολοκληρώσει την πορεία της όσον αφορά την Ταϊβάν. Ο Σι πραγματοποίησε μια ιστορική συνάντηση το 2015 με τον τότε πρόεδρο της Ταϊβάν Μα Γινγκ Τζέου, αλλά μόλις ένα χρόνο αργότερα, το βαθύ κράτος της Ουάσιγκτον τον αντικατέστησε με την σθεναρά υπέρ της αυτονομίας λειτουργούσα Τσάι Ινγκ Γουέν. Παρεμπιπτόντως θυμίζουμε ότι η ταϊβανέζικη και η κινεζική οικονομία είναι βαθιά αλληλένδετες, η Κίνα αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 40% των εξαγωγών της Ταϊβάν και εκατοντάδες χιλιάδες Ταϊβανέζοι για λόγους εργασίας ζουν στην ηπειρωτική Κίνα.

Πρέπει να τονίσουμε ότι μια στρατιωτική επιχείρηση της Κίνας εναντίον της Ταϊβάν, παρά το ανθρώπινο δυναμικό και την δύναμη πυρός που διαθέτει ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός, ουδόλως είναι εύκολο εγχείρημα.
Οι αμφίβιες εισβολές είναι από τις πιο πολύπλοκες υλικοτεχνικά επιχειρήσεις στον πόλεμο και οι κινεζικές ένοπλες δυνάμεις θα είχαν σημαντικές απώλειες κατά τη διάρκεια μιας διέλευσης του Στενού της Ταϊβάν και μιας απόβασης στις ακτές της Ταϊβάν. Ακόμα κι αν η κυβέρνηση της Ταϊβάν έπεφτε γρήγορα, η Κίνα θα μπορούσε να βρεθεί να μάχεται μια μακρά και παρατεταμένη εξέγερση σε ορεινό και έντονα αστικοποιημένο έδαφος.

Εξυπακούεται ότι υπάρχει και το μεγαλύτερο ερώτημα: Τι θα έκαναν οι ΗΠΑ; Σε αντίθεση με την Ουκρανία, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να παρέμβει άμεσα για να υπερασπιστεί την Ταϊβάν.
Όμως, δεν έχει επιβεβαιώσει την προθυμία της να απαντήσει στρατιωτικά, μια στάση γνωστή ως «στρατηγική ασάφεια». Ο Μπάιντεν το τελευταίο διάστημα έχει πει σε τρεις περιπτώσεις ότι πιστεύει ότι οι ΗΠΑ έχουν δεσμευτεί να υπερασπιστούν την Ταϊβάν εάν δεχθεί επίθεση. Ο Λευκός Οίκος έχει ανακαλέσει αυτά τα σχόλια κάθε φορά, αλλά όπως επισημαίνουν αναλυτές: «Μια φορά είναι γκάφα. Τρεις φορές είναι πολιτική», ακόμη και για έναν πρόεδρο που πάσχει από άνοια.

Ουδείς αμφιβάλλει ότι ο στρατιωτικός σχεδιασμός της Κίνας υποθέτει μια ισχυρή πιθανότητα αμερικανικής επέμβασης και έχει συμπεριλάβει σενάρια στα οποία η Κίνα εξαπολύει προληπτική επίθεση σε αμερικανικές βάσεις στον Ειρηνικό. Οι Κινέζοι πιθανότατα πιστεύουν ότι μπορούν να χειριστούν μόνοι τους μια στρατιωτική εμπλοκή των ΗΠΑ, μια εμπλοκή με έναν πυρηνικά οπλισμένο αντίπαλο που έχει χαρακτηρίσει την Κίνα ως υπ’ αριθμόν ένα εχθρό.

Όπως έχουμε τονίσει σε πρόσφατο άρθρο στον ιστότοπο μας, από τότε που οι Ρώσοι εισέβαλαν στην Ουκρανία, αυτός ο πόλεμος έχει προκαλέσει σύγκριση με μια πιθανή σύγκρουση Κίνας-Ταϊβάν.
Οι ομοιότητες είναι σαφείς: Μια μεγάλη παγκόσμια δύναμη διεκδικεί ιστορικά και φυλετικά δικαιώματα σε κοντινά εδάφη, προειδοποιώντας τον έξω κόσμο να μην παρεμβαίνει. Επίσης στην Ουκρανία οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοι τους έδειξαν την προθυμία να υποστηρίξουν αυτή την χώρα με πολεμικό υλικό, ωστόσο οι αναλογίες όσον αφορά την υποστήριξη δεν είναι τόσο χρήσιμες, καθώς η Ταϊβάν δεν έχει στα σύνορα της μια Πολωνία, ήτοι μια φιλική γειτονική χώρα από την οποία μπορεί να ανεφοδιαστεί και μια χώρα που είναι λόγω του καθεστώτος της στο ΝΑΤΟ εκτός ορίων για τα ρωσικά πυρά. Τα πρόσφατα ναυτικά γυμνάσια της Κίνας έδειξαν την ικανότητα της να αποκλείει γρήγορα τα ύδατα γύρω από την Ταϊβάν. Τουτέστιν ΗΠΑ και ΝΑΤΟ δεν θα είχαν την πολυτέλεια να επιλέξουν μια μέση λύση μεταξύ μιας πλήρους κλίμακας στρατιωτικής επέμβασης ή να αφήσουν την Ταϊβάν στη μοίρα της.

Ίσως τα γεγονότα στην Ουκρανία σχετικά με την παροχή οπλισμού έχουν οδηγήσει σε κάποιο ενθουσιασμό τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους για την παροχή στρατιωτικής βοήθειας στην Ταϊβάν. Όμως ακόμα κι αν υπάρχει μικρή πιθανότητα να επιτευχθεί ισοτιμία στο πολεμικό υλικό με τις δυνάμεις του Πεκίνου, το σκεπτικό λέει ότι αυτή η βοήθεια θα μπορούσε να έχει την ακούσια συνέπεια να κάνει την Κίνα να αισθάνεται μεγαλύτερη αίσθηση του επείγοντος σχετικά με το ζήτημα της Ταϊβάν.

Πέραν της στρατιωτικής επιλογής, το Πεκίνο μπορεί να επιλέξει και τον «ειρηνικό εξαναγκασμό». Τουτέστιν δεν υπάρχει απαραίτητα μια δυαδική επιλογή μεταξύ του πολέμου και του status quo. Πώς θα μπορούσε να μοιάζει αυτό; Ήδη είχαμε μια προεπισκόπηση ως απάντηση στην κρίση της Πελόζι. Σε απάντηση της επίσκεψης της, η Κίνα επέβαλε απαγορεύσεις στις εισαγωγές εκατοντάδων ταϊβανέζικων προϊόντων, κυρίως ειδών διατροφής. Η πίεση αυτή αναμένεται να κλιμακωθεί σε βιομηχανικά προϊόντα, προβλέπεται μια στρατηγική σταδιακής κλιμάκωσης από την Κίνα ούτως ώστε να μετατοπιστεί το status quo υπέρ της. Πολλοί αναλυτές προβλέπουν ότι η Κίνα δεν θα κάνει μια κατά μέτωπο επίθεση στην Ταϊβάν, αλλά θα αρχίσει να κάνει το ένα βήμα μετά το άλλο, έτσι ώστε να μην δίνει στην Ουάσιγκτον και στους συμμάχους αυτής οποιοδήποτε casus belli για να αντιδράσουν.
Ως παράδειγμα αναφέρουμε ότι η Ταϊβάν εξαρτάται από τις εισαγωγές υγροποιημένου αερίου για το 80% της ηλεκτρικής ισχύος της. Εάν η Κίνα παρέμβει σε αυτές τις εισαγωγές με ναυτικό αποκλεισμό του νησιού, θα μπορούσε να παραλύσει την οικονομία της Ταϊβάν σε πολύ σύντομο διάστημα.

Πρόσφατα (12 Αυγούστου) σε συνέντευξη στην Wall Street Journal, επ’ αφορμή της κυκλοφορίας του νέου του βιβλίου «Leadership: Six Studies in World Strategy», ο 99χρονος Χένρι Κίσινγκερ, πρώην υπουργός Εξωτερικών και Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας υπό τους προέδρους Ρίτσαρντ Νίξον και Τζέραλντ Φορντ, προειδοποίησε για τους κινδύνους της τρέχουσας πολιτικής των ΗΠΑ έναντι της Ρωσίας και της Κίνας. Ο Κίσινγκερ, εις εκ των κορυφαίων υποστηρικτών της Realpolitik, ενός συστήματος που βασίζεται σε πρακτικές και όχι ηθικές ή ιδεολογικές εκτιμήσεις, είπε τα πράγματα με τ’ όνομα τους σχετικά με την κρίση που αναζωπυρώθηκε από την επίσκεψη της Πελόζι στην Ταϊβάν: «Είμαστε στο χείλος του πολέμου με την Ρωσία και την Κίνα για ζητήματα που εν μέρει δημιουργήσαμε, χωρίς καμία ιδέα για το πως θα τελειώσει αυτό ή σε τι υποτίθεται ότι θα οδηγήσει.
Οι ΗΠΑ δεν πρέπει να επιταχύνουν τις εντάσεις και να δημιουργήσουν επιλογές. Η πολιτική που εφαρμόστηκε από την Ουάσιγκτον και το Πεκίνο τα τελευταία 50 χρόνια επέτρεψε την πρόοδο της Ταϊβάν σε μια αυτόνομη οντότητα και διατήρησε την ειρήνη μεταξύ της Κίνας και των ΗΠΑ. Επομένως θα πρέπει κανείς να είναι πολύ προσεκτικός σε μέτρα που φαίνεται να αλλάζουν την βασική δομή της Μίας Κίνας».

Από την πλευρά του Πεκίνου, ενέργειες όπως η επίσκεψη στην Ταϊβάν από μια γυναίκα που είναι δεύτερη στη σειρά στην προεδρία των ΗΠΑ και είναι ένας από τους πιο ισχυρούς αξιωματούχους στο κόμμα του ίδιου του προέδρου, σταχυολογούνται ως απόδειξη ότι οι ΗΠΑ απομακρύνονται από την μακροχρόνια πολιτική της «Μίας Κίνας», για την οποία είχαν δεσμευτεί οι ΗΠΑ επί εποχής Νίξον-Κίσινγκερ, και πλησιάζουν όλο και περισσότερο στην επίσημη υποστήριξη της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν στο πλαίσιο της ιμπεριαλιστικής πολιτικής «pivot to Asia» που εξαγγέλθηκε επί προεδρίας Ομπάμα.
Η Ουάσιγκτον ενισχύσει την υποστήριξη της για την άμυνα της Ταϊβάν και η Κίνα συνεχίζει την στρατιωτική της συσσώρευση, τις ναυτικές ασκήσεις και την πολιτική της πίεση μέσω κυρώσεων στην Ταϊβάν. Αργά ή γρήγορα, μάλλον γρήγορα, τα μαχαίρια θα βγουν από τα θηκάρια τους.

Γ. Λιναρδής 

Μοιραστείτε το στο Twitter !


"Απ’ όλους τους λαούς, οι Έλληνες ονειρεύτηκαν το όνειρο της ζωής με τον πιο όμορφο τρόπο" Βόλφγκανγκ Γκαίτε


2022 copyright istos.net.gr