Ι.ΣΤ.Ο.Σ.

ΙΔΡΥΜΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΟΜΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ


Η ΒΟΡΕΙΑ ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΟΥ ΝΑΤΟ ΚΑΙ Η ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ
ΜΕΤΑΞΥ ΚΙΕΒΟΥ ΚΑΙ ΜΟΣΧΑΣ

Οι επιφυλάξεις της Τουρκίας για την βόρεια επέκταση του ΝΑΤΟ με την ένταξη της Σουηδίας και Φινλανδίας είναι γνωστές, επί του παρόντος η Άγκυρα επιμένει στην αντίρρηση της, υποστηρίζοντας ότι τα δυο σκανδιναβικά κράτη είναι «ξενώνας κουρδικών τρομοκρατικών οργανώσεων», κατηγορία που αναφέρεται στους εκπροσώπους του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος ΡΚΚ.

Πράγματι, εδώ και πολλά χρόνια η Σουηδία και η Φινλανδία αρνούνται να συμμορφωθούν με αιτήματα έκδοσης από την Τουρκία εναντίον μελών και υποστηρικτών του ΡΚΚ, τους οποίους η Άγκυρα θεωρεί «τρομοκράτες».
Επίσημα αυτή είναι η μόνη επιφύλαξη της Τουρκίας για την ένταξη των δυο χωρών, μια ένταξη που είναι πολύ σημαντική για το ΝΑΤΟ ένεκα του πολέμου στην Ουκρανία. Ταυτόχρονα όμως υπάρχει προφανής επιθυμία της Άγκυρας μέσω της αντίρρησης της να μεσολαβήσει πιο έντονα στην σύγκρουση μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, διατηρώντας ένα είδος ισορροπίας με το Κίεβο και την Μόσχα και συνεπώς ενεργώντας ως μεσολαβητής μεταξύ των δυο κρατών.

Το ζήτημα των Κούρδων είναι πολύ σημαντικό για το τουρκικό κατεστημένο ασφαλείας, στην Μέση Ανατολή ζουν σε τουρκικό, συριακό, ιρακινό και ιρανικό έδαφος πολλά εκατομμύρια Κούρδων, το ένα πέμπτο του πληθυσμού της Τουρκίας, ήτοι τουλάχιστον 15 εκατομμύρια, είναι κουρδικής καταγωγής. Ειδικά στην Τουρκία οι Κούρδοι υπόκεινται σε αυστηρούς περιορισμούς, είτε πρόκειται για την χρήση της γλώσσας τους είτε για τις θρησκευτικές και πολιτικές τους πεποιθήσεις. Την εποχή του Κεμάλ Ατατούρκ απαγορευόταν ακόμη και ο όρος «Κούρδος», οι Κούρδοι ονομάζονταν «ορεσίβιοι Τούρκοι».

Στις αρχές της δεκαετίας 1980 το κουρδικό κίνημα ζωντάνεψε με την ίδρυση του ΡΚΚ υπό την ηγεσία του χαρισματικού Αμπντουλάχ Οτσαλάν, με το κάλεσμα του για ένοπλη αντίσταση και ίδρυση ανεξάρτητου Κουρδιστάν. Μετά την σύλληψη του Οτσαλάν το 1999, με την βοήθεια της τότε ελληνικής κυβέρνησης και της ΕΥΠ,
οι συγκρούσεις μεταξύ του τουρκικού στρατού και των Κούρδων ανταρτών του ΡΚΚ υποχώρησαν σταδιακά.
Πολλοί ένοπλοι Κούρδοι κατέφυγαν στην γειτονική Συρία και το Ιράκ, άλλοι αυτοεξορίστηκαν στην δυτική και βόρεια Ευρώπη.

Το κουρδικό κίνημα συνέχισε την πορεία του στην Τουρκία, κυρίως δια του εκπροσώπου του Σελαχατίν Ντεμιρτάς
ο οποίος ίδρυσε το Λαϊκό Δημοκρατικό Κόμμα HDP. Ο Ντεμιρτάς συνελήφθη το 2016 με τις κατηγορίες της «προσβολής του τουρκικού έθνους», της «υποβοήθησης και υποκίνησης τρομοκρατίας» και της «προσβολής του προέδρου Ερντογάν», έκτοτε βρίσκεται στην φυλακή.

Οι τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις των τελευταίων ετών στην βόρεια Συρία και στο βόρειο Ιράκ, στις οποίες η Άγκυρα έμπρακτα παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο και την κυριαρχία της Συρίας και του Ιράκ, αποσκοπούν στην εξάλειψη του ΡΚΚ και των ανταρτών του Κόμματος Δημοκρατικής Ένωσης PYD που είναι αδελφό κόμμα του ΡΚΚ. Λόγω αυτών των στρατιωτικών επιθέσεων, η Σουηδία και Φινλανδία επέβαλαν το 2019 εμπάργκο στις παραδόσεις όπλων στην Τουρκία. Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ για να αντισταθμίσουν την ήττα των μισθοφόρων τους του Ισλαμικού Κράτους στην Συρία εξόπλισαν τους Κούρδους αντάρτες του PYD, πυροδότησε περαιτέρω την δυσαρέσκεια της Άγκυρας τόσο κατά της Ουάσιγκτον όσο και κατά της Στοκχόλμης και του Ελσίνκι.

Ρεαλιστικά, για την στρατιωτική λύση του κουρδικού αντάρτικου στα νότια σύνορα της η Τουρκία δεν χρειάζεται την αποστασιοποίηση της Σουηδίας ή της Φινλανδίας από το κουρδικό κίνημα. Η ένταση για την βόρεια διεύρυνση του ΝΑΤΟ οφείλεται κυρίως στην προσπάθεια της Τουρκίας να παίξει μεσολαβητικό ρόλο μεταξύ Δύσης και Ρωσίας με επίκεντρο τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η δήλωση του Ερντογάν ότι «δεν πρόκειται να εγκαταλείψει την Ρωσία ή την Ουκρανία» και η επιφύλαξη της Τουρκίας ως προς την συμμετοχή της σε κυρώσεις κατά της Ρωσίας, προφανώς είναι πράξεις εξισορρόπησης μεταξύ Ρωσίας και Δύσης, αλλά πρωτίστως είναι μια πράξη εξισορρόπησης μεταξύ Κιέβου και Μόσχας. Η Τουρκία έχοντας σημαντικές σχέσεις και με τις δυο χώρες, θα ακολουθούσε μια λεπτή γραμμή ισορροπίας μεταξύ τους και την ίδια πολιτική, ακόμη κι αν η Δύση δεν ενδιαφερόταν για τον πόλεμο και την τύχη της Ουκρανίας.

Αυτή η πολιτική προσέγγιση και η πολυδιαφημισμένη προσπάθεια της Τουρκίας να επιτύχει κατάπαυση του πυρός και ειρηνευτικές συνομιλίες έχει σχέση με την αναζωογόνηση της προβληματικής οικονομίας της και την ενίσχυση της προοπτικής επανεκλογής του Ερντογάν το επόμενο έτος. Η Τουρκία έχει καθιερωθεί ως ο κύριος υποστηρικτής των προσπαθειών κατάπαυσης του πυρός και έχει επιδιώξει ενεργά να φιλοξενήσει μια συνάντηση μεταξύ του Πούτιν και του Ζελένσκι, κάτι που δεν αποκλείεται στο προσεχές μέλλον. Ήδη έχουν γίνει συναντήσεις των υπουργών Εξωτερικών Ρωσίας και Ουκρανίας στην Αττάλεια στις 10 Μαρτίου, των ρωσικών και ουκρανικών διαπραγματευτικών ομάδων στην Κωνσταντινούπολη στις 29 Μαρτίου, ενώ μόλις ανακοινώθηκε η συμφωνία μεταξύ Ρωσίας, Ουκρανίας και Τουρκίας για το άνοιγμα ενός διαδρόμου εξαγωγής σιτηρών από λιμάνια της Ουκρανίας μέσω του Βοσπόρου. Η Τουρκία αναλαμβάνει την αποναρκοθέτηση των ουκρανικών λιμανιών και της Μαύρης Θάλασσας, κερδίζοντας έτσι status εγγυήτριας δύναμης των «διατροφικών διαδρόμων» που θα αποτρέψουν τον λιμό στον πλανήτη.

Όλα αυτά είναι μια υπενθύμιση σε όλους ότι η Τουρκία είναι μεταξύ των λίγων κρατών στον κόσμο που έχουν καλές και σημαντικές σχέσεις και με τις δυο πλευρές. Η Άγκυρα καταφέρνει να διατηρεί αυτούς τους δεσμούς, ακόμα και όταν οι πολιτικές της δεν ικανοποιούν πλήρως κανένα από τα αντιμαχόμενα μέρη. Το πιο σημαντικό από την πλευρά της Άγκυρας είναι ότι έτσι δικαιολογεί την άρνηση της να επιβάλει κυρώσεις στην Ρωσία.

Ας είμαστε ειλικρινείς, πρόκειται περί σημαντικής διπλωματικής επιτυχίας του Ερντογάν, το γεγονός ότι η Ρωσία, η Ουκρανία, η ΕΕ και οι ΗΠΑ συναινούν σε αυτή την πράξη υψηλού επιπέδου μεσολαβητικής πολιτικής της Άγκυρας. Θυμίζουμε ότι Ρωσία, ΗΠΑ και Ουκρανία έχουν επαινέσει όλες τις προσπάθειες διαμεσολάβησης της Τουρκίας, ενώ Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες μόλις και μετά βίας ανέφεραν την άρνηση της Τουρκίας να επιβάλει κυρώσεις, αποδεχόμενες το τουρκικό επιχείρημα ότι οι κυρώσεις θα έβλαπταν ανεπανόρθωτα την τουρκική οικονομία. (Σκεφτείτε πως θα αντιδρούσαν αν η Ελλάδα αρνιόταν να επιβάλει κυρώσεις κατά της Ρωσίας με το ίδιο επιχείρημα).

Ο πόλεμος στην Ουκρανία ενισχύει την γεωπολιτική προτίμηση της Τουρκίας για στρατηγική αυτονομία, είναι απίθανο αυτός ο πόλεμος να οδηγήσει σε αισθητά στενότερους δεσμούς της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, μάλλον διευρύνεται η προσέγγιση της με την Ευρασιατική Ένωση. Η τουρκική κοινή γνώμη, πάντα καχύποπτη για την δυτική συμπεριφορά και τα κίνητρα, κατηγορεί τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ ως την πραγματική αιτία του πολέμου στην Ουκρανία. Είναι εντυπωσιακό ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης συμμερίζονται την συνολική άποψη ότι οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ φέρουν την πρωταρχική ευθύνη αυτού του πολέμου.

Αναντίρρητα, με τους διπλωματικούς της ελιγμούς στο ζήτημα της Ουκρανίας η Τουρκία ενίσχυσε το γεωπολιτικό της προφίλ και την γεωπολιτική της αξία. Ο πόλεμος αναζωπύρωσε στο τουρκικό στρατιωτικό κατεστημένο τις συζητήσεις για «στρατηγική αυτονομία» και απομάκρυνση από την Δύση. Στο πλαίσιο αυτής της γεωπολιτικής αξίας ουδείς πρέπει να αναμένει στήριξη από την Δύση του κουρδικού ζητήματος ή πραγματική υποστήριξη από το ΝΑΤΟ των ελληνικών θέσεων στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο.

Γ. Λιναρδής 

Μοιραστείτε το στο Twitter !


"Απ’ όλους τους λαούς, οι Έλληνες ονειρεύτηκαν το όνειρο της ζωής με τον πιο όμορφο τρόπο" Βόλφγκανγκ Γκαίτε


2022 copyright istos.net.gr