Ι.ΣΤ.Ο.Σ.

ΙΔΡΥΜΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΟΜΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΔΙΑΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ «ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ»

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου 2022 ήταν η αφορμή ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση να εκφράσει ανοιχτά τις επιφυλάξεις της για την στενή σχέση μεταξύ του Ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν και της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Οι επιφυλάξεις αυτές αγγίζουν τις ανοικτές αιτιάσεις για τον υποτιθέμενα πολιτικό λόγο της, στηρίζοντας έτσι -αποφεύγοντας όμως να το αναφέρει ρητώς- την συμπερίληψή της στον κύκλο των πρωτοφανών κυρώσεων τις οποίες έχει επιβάλλει και στις οποίες πρόσφατα περιελήφθη και ο ίδιος ο Ρώσος Πατριάρχης.

Σε πρόσφατη έκδοση της Ευρωπαϊκής Κοινοβουλευτικής Ερευνητικής Υπηρεσίας, η οποία είναι αρμόδια να προμηθεύει τους Ευρωβουλευτές και λοιπούς αξιωματούχους με τα επιχειρήματα τα οποία χρειάζονται προκειμένου να υποστηρίξουν τις θέσεις της, με τίτλο «Ο Πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία - Η θρησκευτική διάσταση», ο Ρώσος Πατριάρχης κατηγορείται ότι «έχει υποστηρίξει σθεναρά» τον «πόλεμο του Πούτιν» και «έχει προσφέρει θεολογικές και ιδεολογικές δικαιολογίες για τις εγχώριες και διεθνείς ενέργειές του».

Κοιτάζοντας το θέμα από την Δυτική οπτική, η οποία θεωρεί αποδεκτή την μετατροπή εκκλησιών σε ξενοδοχεία, εστιατόρια και εκθεσιακά κέντρα ή ακόμη και το γκρέμισμά τους προς «αξιοποίηση», ο συντάκτης Fearghas O' Βeara, θεωρεί «απροσδόκητη» συνέπεια της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης την «τεράστια αναζωπύρωση» των θρησκευτικών πεποιθήσεων σε πολλά από τα διάδοχα κράτη. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει, σε πρόσφατη έρευνα του Pew Forum το 71% των Ρώσων δήλωσαν Ορθόδοξοι, όπως και το 78% των Ουκρανών, το 73% των Λευκορώσων και το 92% των Μολδαβών. Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία απέκτησε «νέα αυτοπεποίθηση» λέει ο συγγραφέας, και θεώρησε τον εαυτό της κιβωτό της ρωσικής εθνικής ταυτότητας και την Μόσχα ως την «τρίτη Ρώμη».
Αυτό το τελευταίο η Μόσχα το θεωρεί πράγματι, και το διατρανώνει σαφώς μετά την υποδούλωση της Κωνσταντινούπολης στους Οθωμανούς, περίπου έξι αιώνες πριν.

«Το δόγμα το οποίο επεξεργάστηκε η Ρωσική Εκκλησία, σε συνδυασμό με τον Πρόεδρο Πούτιν τις τελευταίες δεκαετίες», συνεχίζει, «είναι το Russkiy Mir ή «Ρωσικός κόσμος» (το «mir» μεταφράζεται και ως ειρήνη).
Αυτή η ιδεολογία οραματίζεται έναν οιονεί μεσσιανικό ρόλο της Ρωσίας για την διάσωση του χριστιανικού πολιτισμού από την παρηκμασμένη Δύση. Μάλιστα, το 2007, ο Βλαντιμίρ Πούτιν ίδρυσε το Ίδρυμα Russkiy Mir το οποίο διαδίδει αυτήν την ιδεολογία σε όλο τον κόσμο, συνεργαζόμενο στενά με την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία».

Ο συγγραφέας επισημαίνει την νομική απομόνωση από τον Ρώσο Πρόεδρο των μη επίσημα αναγνωρισμένων αιρέσεων, ένα θέμα το οποίο μάλλον τον ενοχλεί προσωπικά, αφού φέρεται να έχει επαφές με αμερικανικής προελεύσεως παραθρησκευτική οργάνωση.

Όπως σημειώνει ο συντάκτης της έκθεσης, «διάφοροι ειδικοί έχουν προτείνει ότι ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει θρησκευτική διάσταση και ότι η επιθυμία του Πούτιν να κατακτήσει το Κίεβο είναι μέρος μιας «πνευματικής αναζήτησης». Ο ίδιος ο Πούτιν εξέθεσε το όραμά του για την Μεγάλη Ρωσία σε ένα εκτενές άρθρο τον Ιούλιο του 2021, με τίτλο «Σχετικά με την ιστορική ενότητα Ρώσων και Ουκρανών». Σε αυτό, ισχυρίζεται ότι οι Ρώσοι, οι Ουκρανοί και οι Λευκορώσοι είναι οι ίδιοι άνθρωποι των οποίων η «κοινή κολυμβήθρα» είναι το Κίεβο μετά την μεταστροφή στον Χριστιανισμό του Πρίγκιπα Βολοντίμιρ (Βλαδίμηρου στα Ρωσικά) το 988, και δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι πρόθεσή του είναι να δημιουργηθεί «ένα ενιαίο μεγάλο έθνος, ένα τριαδικό έθνος».

Σειρά έχει η ενίσχυση της έριδος μεταξύ των Ορθοδόξων εκκλησιών. «Πολύ πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η στενή ευθυγράμμιση μεταξύ της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και του Προέδρου Πούτιν είχε συμβάλλει σε διασπάσεις εντός της Ορθοδοξίας. Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία ανέστειλε την συμμετοχή της στην Διάσκεψη των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών το 2008. Το 2016, όταν ο Οικουμενικός Πατριάρχης επιχείρησε να πραγματοποιήσει το πρώτο παγκόσμιο Συμβούλιο Ορθοδόξων Εκκλησιών στην Κρήτη, η Ρωσική, η Βουλγαρική και η Γεωργιανή Ορθόδοξη Εκκλησία, και οι δύο υπό ισχυρή επιρροή της Μόσχας, αρνούνται να συμμετάσχουν.

Από την ανεξαρτησία της Ουκρανίας το 1991, η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας επιζητούσε αυτονομία, με αποκορύφωμα την αναγνώριση ανεξάρτητου καθεστώτος του από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο Α'
το 2019 !

Η εισβολή έχει επιταχύνει αυτές τις διαιρέσεις. Εντός της Ουκρανίας, ένα σημαντικό τμήμα της εκκλησίας είχε παραμείνει πιστό στην Μόσχα. Ωστόσο, ο ηγέτης του, Μητροπολίτης Ονούφριος, απηύθυνε έκκληση στον Πούτιν για «άμεσο τερματισμό του αδελφοκτόνου πολέμου». Ο πόλεμος καταδικάστηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, καθώς και από ηγέτες των Ορθοδόξων Εκκλησιών της Ρουμανίας, της Ελλάδας, ακόμη και της Γεωργίας, η οποία είχε ευθυγραμμιστεί με την Μόσχα στο παρελθόν.

Άλλη μια πρωτοβουλία ανελήφθη από μια ομάδα Ορθοδόξων θεολόγων, οι οποίοι εξέδωσαν μια «Διακήρυξη για τον Ρωσικό Κόσμο» (Russkii Mir) καταδικάζοντας τον «φονταμενταλιστικό, ολοκληρωτικό» χαρακτήρα του δόγματος που προωθεί η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία υπό τον Πατριάρχη Κύριλλο.

Διαιρέσεις έχουν επίσης εμφανιστεί μέσα στην ίδια την Ρωσία. Στις 2 Μαρτίου μια ομάδα 233 ιερέων της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, δημοσιοποίησε έκκληση για ειρήνη, παροτρύνοντας τους Ρώσους στρατιώτες να επιστρέψουν στην πατρίδα τους (!) και δηλώνοντας ότι οι Ουκρανοί θα έπρεπε να επιτρέπεται να αποφασίζουν μόνοι τους για την μοίρα τους».

«»Η Ευρωπαϊκή Ένωση, σημειώνει το κείμενο, «ασχολείται όλο και περισσότερο με τους θρησκευτικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της αξιοποίησής τους για τις δυνατότητες επίλυσης συγκρούσεων και οικοδόμησης ειρήνης.

Στο πλαίσιο της διάσπασης εντός της Ορθοδοξίας, λαμβάνει χώρα αθόρυβα θρησκευτική διπλωματία από ηγέτες της δυτικής χριστιανικής εκκλησίας. Ο Πατριάρχης Κύριλλος συμμετείχε σε δύο ξεχωριστές διαδικτυακές συναντήσεις στις 16 Μαρτίου, με τον Αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρυ, επικεφαλής της Αγγλικανικής Εκκλησίας και με τον Πάπα Φραγκίσκο, επικεφαλής της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.

Ο Παπικός Νούντσιος (πρεσβευτής) στην Ουκρανία, ένας Λιθουανός αρχιεπίσκοπος ο οποίος υπηρέτησε στο παρελθόν στην Μόσχα, παρέμεινε στο Κίεβο και συνεχίζει να έρχεται σε επαφή με τις ουκρανικές πολιτικές και εκκλησιαστικές αρχές. Στις 8 Μαρτίου, με επιστολή του, ο δήμαρχος του Κιέβου, Vitaliy Klitschko, προσκαλούσε τον Πάπα Φραγκίσκο να επισκεφθεί την πόλη «ανοίγοντας τον δρόμο προς την ειρήνη στην πόλη, στην χώρα μας και όχι μόνο».

Ο Πάπας δεν απέκλεισε μια τέτοια επίσκεψη, αλλά, δεδομένης της άποψης του Πατριάρχη Κύριλλου ότι η Ουκρανία αποτελεί μέρος της «κανονικής» του επικράτειας, κρίθηκε ότι θα μπορούσε να είναι αντιπαραγωγική.
Ο Πάπας Φραγκίσκος και ο Πατριάρχης Κύριλλος έχουν συναντηθεί μόνο μία φορά, στην Αβάνα το 2016, θα μπορούσαν όμως να συναντηθούν σε «ουδέτερο έδαφος». Οι γνώστες του Βατικανού εικάζουν ότι πιθανή θα ήταν η Ιερουσαλήμ, καθώς ο Πάπας θα μπορούσε να σταματήσει εκεί κατά την επίσκεψή του στον Λίβανο, τον προσεχή Ιούνιο.

Παράλληλα με τις επαφές στο υψηλότερο επίπεδο, υπήρξαν ανταλλαγές μεταξύ Ρώσων Ορθοδόξων και Καθολικών Εκκλησιών στο επίπεδο των αντίστοιχων βραχιόνων τους για τις διεθνείς υποθέσεις και την ΕΕ.
Οι Διασκέψεις Καθολικών Επισκόπων της ΕΕ (COMECE) κάλεσαν τον Πατριάρχη Κύριλλο να «απευθυνθεί στις Ρωσικές αρχές για να σταματήσουν αμέσως τις εχθροπραξίες κατά του ουκρανικού λαού», τονίζοντας την επιρροή του μεταξύ του Ρωσικού λαού. Στην απάντησή του ο Μητροπολίτης Ιλαρίων, Πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Υποθέσεων της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, έθεσε το ζήτημα του πολέμου ως μια «κρίση μεταξύ Δύσης και Ρωσίας», αναφέρθηκε στην «γη της Ουκρανίας η οποία υποφέρει επί μακρόν» και επανέλαβαν την άποψή ότι η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία είναι μέρος του Πατριαρχείου Μόσχας, θέσεις οι οποίες, κατά τον συντάκτη «ευθυγραμμίζονται στενά με την επίσημη αφήγηση του Κρεμλίνου, υπονοώντας ότι δεν έχουν ιστορική ή κανονική βάση, αλλά αποτελούν μέρος πολιτικής απόφασης. Ο Μητροπολίτης Ιλαρίων πρότεινε το COMECE να συνεργαστεί με την ΕΕ «προκειμένου να αποτραπεί περαιτέρω κλιμάκωση», γεγονός το οποίο, κατά τον συντάκτη, αποτελεί ένδειξη του ποιος θεωρεί ότι είναι υπεύθυνος για τον πόλεμο.

Εν τω μεταξύ, το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών (WCC), του οποίου η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία υπήρξε μέλος από το 1961, έγραψε στον Πατριάρχη Κύριλλο (ο συντάκτης συχνά αποκαλεί τον Πατριάρχη μόνο με το όνομά του, χωρίς την ιδιότητά του) στις 2 Μαρτίου ζητώντας την μεσολάβησή του «ώστε να σταματήσει ο πόλεμος».
Ο Ρουμάνος Ορθόδοξος Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας του ΠΣΕ ζήτησε από τον Πατριάρχη Μόσχας να «σηκώσετε την φωνή σας εκ μέρους των αδελφών που υποφέρουν, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι επίσης πιστά μέλη της Ορθόδοξης εκκλησίας». Στην απάντησή του στις 10 Μαρτίου, «ο Κύριλλος χρησιμοποίησε ξανά την ρητορική του Κρεμλίνου, θεωρώντας τον πόλεμο ως αντιπαράθεση μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, δηλώνοντας ότι οι δυτικές πολιτικές δυνάμεις συνωμότησαν για να χρησιμοποιήσουν την Ουκρανία προκειμένου να κάνουν εχθρούς τους αδελφούς λαούς, και ότι όλες οι δυτικές προσπάθειες για την ενσωμάτωση της Ουκρανίας βασίστηκαν σε μια γεωπολιτική στρατηγική η οποία αποσκοπεί στην αποδυνάμωση της Ρωσίας».
Η απάντηση έριξε επίσης την ευθύνη στον Οικουμενικό Πατριάρχη για αυτό που αποκαλεί «σχίσμα» στην Ορθοδοξία, αναγνωρίζοντας ως ανεξάρτητη την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας το 2019. «Αυτό», εκτιμά ο συντάκτης της έκθεσης, «θα μπορούσε να περιορίσει το πεδίο του Βαρθολομαίου να μεσολαβήσει προς μια ειρηνική λύση, έναν πιθανό ρόλο που προτείνει ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτης Σχοινάς μετά την ανταλλαγή απόψεων με τον Οικουμενικό Πατριάρχη στις 19 Μαρτίου».

Τις απόψεις αυτές που εκφράζει ένα ηγετικό στέλεχος των Ευρωπαϊκών θεσμών, συμμερίζεται και επαυξάνει η «Διακοινοβουλευτική Συνέλευση Ορθοδοξίας». Σε επιστολή την οποίαν απηύθυνε στην Ευρωπαϊκή Κοινοβουλευτική Ερευνητική Υπηρεσία η οποία εξέδωσε την οδηγία, ο Δρ. Κώστας Μυγδάλης, Σύμβουλος της Συνέλευσης την οποίαν περιγράφει ως «πολιτική οργάνωση, διακοινοβουλευτικός θεσμός που προάγει τις αξίες του χριστιανισμού στον χώρο της πολιτικής και συμβάλει και υποστηρίζει τον διαθρησκειακό και δι-ομολογιακό διάλογο στο διεθνές πεδίο», αναφέρεται στο ζήτημα της «πρόσκλησης των θρησκευτικών θεσμών στην συζήτηση για την διαχείριση των ευρωπαϊκών πραγμάτων», αναφέρει ότι «η ανθρωπότητα βρίσκεται ενώπιων τεραστίων προκλήσεων και αλλαγών. Πολίτες προβληματισμένοι ή και τρομαγμένοι με τον νέο κόσμο της τεχνολογίας και το νέο πλαίσιο των ανθρωπίνων σχέσεων, at the margins of globalization (στις παρυφές της παγκοσμιοποίησης), συχνά καταφεύγουν στην «παράδοση» και στην «θρησκευτική πίστη», εκεί όπου επιθυμούν να αισθάνονται προφυλαγμένοι, ασφαλείς και έτοιμοι να κάνουν αποδεκτές απόψεις και πρακτικές που είναι τελείως αντίθετες προς την χριστιανική πίστη, όπως ένας πόλεμος, άλλα και να προβούν στις απαραίτητες θυσίες, προκειμένου να υπερασπιστούν τις βεβαιότητές τους. Τέτοιου είδους αναθεωρητικές εθνοφυλετικές εξάρσεις παρατηρήσαμε και στο παρελθόν στο χώρο του Ισλάμ, ενώ σήμερα αναδεικνύονται στην Ευρώπη, όπως σωστά παρατηρείτε».

Ο Μυγδάλης, διδάκτωρ Θεολογίας και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της πάλαι ποτέ Ελληνικής Αριστεράς (ΕΑΡ, Φώτης Κουβέλης) αναφέρεται επίσης στην «ανάγκη εμπλοκής στον διάλογο για τα ευρωπαϊκά αλλά και τα παγκόσμια πράγματα σε μια πρώτη φάση για την Ευρώπη των Χριστιανικών Εκκλησιών και ομολογιών σε μια δεύτερη δε των Αβραμιαίων θρησκειών (Ιουδαϊσμός, Χριστιανισμός, Μωαμεθανισμός) στο σύνολό τους».

Ζητά, τέλος, «όσες θρησκευτικές ομάδες ή Εκκλησίες έχουν παρουσία και δράση στον χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να δεσμευθούν με τρόπο νομικά άρτιο, ώστε να μην έχουν την δυνατότητα να προκαλούν εθνοτικές αναστατώσεις, υπηρετώντας δήθεν πατριωτικές και πολεμικές ιδέες», καταλήγοντας σαφώς σε ένα «όπερ έδει δείξαι» της το πάλαι διαλαμψάσης Ευρωαριστεράς.

Γρηγορείτε λοιπόν Χριστιανοί ! Οι λύκοι σπεύδουν με ένδυμα προβάτου, ως Ειρηνοποιοί !


Μελιτίνη Δοντά

 

Μοιραστείτε το στο Twitter !


Στην πολιτική ζωή πρέπει να είσαι επιθετικός. Όταν κάποιος αμύνεται, έχει ήδη χάσει. Φρανσουά Μιττεράν


2021 copyright istos.net.gr