«Ο ΣΥΝΟΜΙΛΗΤΗΣ ΤΟΥ ΥΨΙΣΤΟΥ»

Ο Διδάσκαλος Έκαρτ – Meister Eckhart Μέρος 1

«Το φως λάμπει μέσα στο σκότος και το σκότος δεν μπόρεσε να το νικήσει», («Das Licht leuchtet in der Finsternis und die Finsternis hat es nicht erfasst» «τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν»

από το κατά Ιωάννην Ευαγγάλιο, 1,5), είναι η πλέον αγαπημένη φράση του Διδασκάλου Έκαρτ

Ο Διδάσκαλος / Μάιστερ Έκαρτ – Meister Eckhart, γνωστός και ως Έκαρτ του Χοχάιμ (Eckhart von Hochheim, 1260 – 1328) ήταν σημαντικότατος Γερμανός Χριστιανός θεολόγος, φιλόσοφος και μυστικιστής του Ύστερου Μεσαίωνος, δομηνικανός μοναχός  και πανεπιστημιακός καθηγητής, του οποίου οι ιδέες επηρέασαν εντονότατα τόσον τους συγχρόνους του, όσον και πολλούς μεταγενεστέρους διανοητές. Ωστόσο, στο τέλος της ζωής του κατηγορήθηκε από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ως αιρετικός και ορισμένα σημεία της διδασκαλίας του καταδικάστηκαν.

Όπως φαίνεται πρόδηλα και από τη βιογραφία του, η ζωή του Διδασκάλου Έκαρτ περιστρεφόταν κυρίως γύρω από δύο άξονες. Ήταν συνεπέστατος ακαδημαϊκός δάσκαλος και αυτό αποτυπώνεται στα λίαν ακριβόλογα και λεπτομερή λατινικά έργα του, αλλά ταυτόχρονα ήταν και προϊστάμενος του δομηνικανού τάγματος, οποτε και προσπαθούσε ως υπεύθυνος να απαντήσει στις ιδιαίτερες πνευματικές και μυστικιστικές αναζητήσεις των μοναχών μέσα από τα κηρύγματα και τις πραγματείες του στην γερμανική, μετά από λεπτομερέστατη ανάγνωση των θρησκευτικών κειμένων. Σε αυτά τα κείμενα αναπτύσσει μίαν ιδιαίτερη θεολογική διδασκαλία με την οποίαν επιχειρεί να ερμηνεύσει τον τρόπο που ο αιώνιος και αδημιούργητος Θεός έρχεται σε κοινωνία και ένωση με το πεπερασμένο δημιούργημά του, τον άνθρωπο. Στην εποχή του Διδασκάλου Έκαρτ ο μυστικισμός είχε διαδοθεί σε ευρύτερα στρώματα μοναχών, αλλά και λαϊκών οι οποίοι αναζητούσαν το ιδανικό της «μυστικής ένωσης» («unio mystica») με τον Θεό.

Από τον Διδάσκαλο Έκαρτ προέρχεται ένα όραμα της αναζήτησης της ψυχής για τον Θεό που ξεκινά με μιαν έντονη υπαρξιακή διαίρεση : Όσοι υπηρετούν τον Θεό μέσω εξωτερικών έργων ανταμείβονται με «κτιστά» πράγματα : Oυρανούς, λαμπερές σφαίρες και ουράνια λαμπρότητα. Όσοι Τον υπηρετούν «εσωτερικά», λαμβάνουν κάτι άκτιστο ως δώρον Θεού: την ζωντανή δράση της ίδιας της Αγίας Τριάδος ! Για τον Διδάσκαλο Έκαρτ, η υψίστη υπηρεσία δεν προέρχεται από την εργασία, από την ακάματη προσπάθεια  για ένα «γέρας», ένα «βραβείον», αλλά από μιαν εσωτερική στροφή προς την πηγή, όπου η Δύναμη του Πατρός, η Σοφία του Υιού και η Αγάπη του Πνεύματος κατοικούν μαζί στην ψυχή. Το θείον είναι παρόν σε όλα τα πλάσματα, αλλά εκδηλώνεται διαφορετικά στο καθένα. Η ψυχή υπάρχει για να αναγνωρίσει αυτήν την αλήθεια, να βυθιστεί στην απύθμενη πηγή της φύσης του Θεού και να ενωθεί μαζί Του, τόσον πολύ ώστε να μπορεί να μιλάει για τον εαυτό της ως Θεό, έναν εαυτό απογυμνωμένο από όλες τις μορφές και τα ονόματα, όπως ακριβώς ο Θεός είναι απογυμνωμένος από όλες τις μορφές και τα ονόματα.

Ο μυστικισμός στον Δυτικό Χριστιανισμό αναφέρεται σε πνευματικές παραδόσεις που επιδιώκουν την άμεσο και προσωπική εμπειρία του θείου, συχνά μέσω της ένωσης του Μύστη με τον Θεό. Αυτές οι πρακτικές και διδασκαλίες μπορεί να περιλαμβάνουν ποικίλες ασκήσεις, διαλογισμό και εσωτερικές αναζητήσεις, με στόχο την υπέρβαση του υλικού κόσμου και την επίτευξη μιας βαθύτερης πνευματικής κατανόησης.  Στον Δυτικό Χριστιανισμό,  ο μυστικισμός είναι η αναζήτηση για μιαν άμεση και προσωπική σχέση με το θείο, πέρα από τις τυπικές θρησκευτικές δομές και τελετουργίες, έχει δε τις ρίζες του σε διάφορες πηγές, όπως οι Πατέρες της Εκκλησίας, οι μοναστικές παραδόσεις αλλά και οι αρχαίες ελληνορωμαϊκές φιλοσοφικές επιρροές.

Βασικά χαρακτηριστικά του Δυτικού Χριστιανικού Μυστικισμού είναι : Η Ένωση με το Θεό [Κύριος  στόχος είναι η ένωση με τον Θεό, η οποία περιλαμβάνει συναισθήματα θεϊκής αγάπης, έκστασης και μεταμόρφωσης] – Η Υπέρβαση του εγώ και η βίωση μιας αίσθησης ενότητας με το θείο και με όλη την κτίση –  Οι Πνευματικές πρακτικές [όπως η προσευχή, ο διαλογισμός, η νηστεία και η εσωτερική αναζήτηση, για να διευκολύνουν την πνευματική εξέλιξη] – Η Εσωτερική γνώση [ πέρα από την ορθολογική σκέψη, αποκαλυπτόμενη μέσω της εμπειρίας]

Ο Διδάσκαλος Έκαρτ προσπαθεί να ερμηνεύσει θεολογικά τη δυνατότητα της «ένωσης» θεού και ανθρώπου και σημείον εκκίνησης της σκέψης του είναι ότι ο Θεός γεννήθηκε και έγινε άνθρωπος (Χριστός), ώστε να μπορεί και ο άνθρωπος να γίνει θεός, να «γεννηθεί ως θεός» [«Die Deutschen Werke», τόμος Β’, σελίδα 84-πρώτη συνολική έκδοση των έργων του, το 1934, παράγωγο της «Επιτροπής Έκαρτ του Γερμανικού Ιδρύματος Ερευνών» («Eckhart – Kommission der Deutschen Forschungsgemeinschaft»]. Για αυτό και η διδασκαλία του επικεντρώνεται στους δύο πόλους : «θεός» και «άνθρωπος», καθώς επιχειρεί να ανεύρει και να περιγράψει τον τρόπο με τον οποίον γίνεται εφικτή η μεταξύ τους ένωση.

Μία από τις ιδιαίτερες διδασκαλίες του Διδασκάλου Έκαρτ είναι αυτή η οποία αφορά στη διάκριση μεταξύ θεού και θεότητας. Με τον όρο «θεός» αναφέρεται στον τριαδικό, προσωπικό θεό της χριστιανικής θεολογίας (Πατέρας, Υιός και Άγιο Πνεύμα), ενώ με τον όρο «θεότητα» περιγράφει την απρόσιτη θεία ουσία πέρα και πάνω από τον τριαδικό θεό. Για να τονίσει τη διάκριση μεταξύ θεού και θεότητας ισχυρίζεται ότι «θεός και θεότητα απέχουν τόσο πολύ μεταξύ τους όσο και η γη με τον ουρανό»[«Die Deutschen Werke», τόμος Δ’, σελίδα 767]. Η μεταξύ τους μεγάλη διαφορά είναι πως ο τριαδικός θεός ενεργεί, ενώ η θεότητα δεν επιτελεί κανένα έργο, ευρίσκεται σε απόλυτη και αιώνια ακινησία.

Ο Έκαρτ όπως οι περισσότεροι Δομηνικανοί στοχαστές περιγράφει τη θεότητα με νεοπλατωνικούς όρους [όπως καταγράφει εξαιρετικά ο Αμερικανός Καθολικός θεολόγος, θρησκευτικός ιστορικός και μελετητής της πνευματικότητας, ειδικός στον μεσαιωνικό μυστικισμό Μπέρναρντ Μακ Γκιν (Bernard McGinn), στο βιβλίο του η Μυστικιστική Σκέψη του Διδασκάλου Έκαρτ» («The mystical Thought of Meister Eckhart»), Νέα Υόρκη, 2001, σελίδα 47] καθώς ταυτίζει τη θεία ουσία με την απόλυτη ενότητα των πάντων. Χρησιμοποιεί τον όρον «grunt» (Grund) για να περιγράψει το υπέδαφος, το «βάθος» ή «θεμέλιον» της θείας ουσίας, όπου κυριαρχεί η πρωταρχική, αδιαφοροποίητη ενότητα.

Ταυτίζει τον θεό με το Απόλυτο Έν, ακολουθών, ταυτοχρόνως, την αρνητικήν ή αποφατική θεολογία [την «Αρνητικήν Οδό» – «Via Negativa», την θρησκευτικήν αντίληψη και θεολογικήν άποψη που επιχειρεί να περιγράψει τον Θεό μέσω της «άρνησης», αναφερομένη στον Θεό χρησιμοποιώντας αποκλειστικά όρους που περιγράφουν το τι δεν θα μπορούσε να λεχθεί για τον Θεό και αποπειράται να αποκτήσει και να εκφράσει γνώση για τον Θεό μέσω της περιγραφής του τι δεν είναι ο Θεός («απόφαση»)] και τον νεοπλατωνικό «Διονύσιο τον Πρεσβύτερο» ή  «Ψευδο-Διονύσιο». Αρνείται να αποδώσει οποιονδήποτε χαρακτηρισμό στον Θεό και προτιμά για αυτόν τον λόγο να τον περιγράψει ως «άρνηση της αρνήσεως» («versagen des versagens») και ως «μηδέν» («nichts»).

Από το απερίγραπτο βάθος της θεότητας θα εξέλθουν αρχικά ως «απορροές» της τα τρία πρόσωπα του τριαδικού θεού και στη συνέχεια όλα τα δημιουργήματα. Εξερχόμενος από το σκοτεινό βάθος της ακίνητης θεότητας ο θεός φέρει μέσα του τα πρότυπα όλων των όντων και έργο του είναι η δημιουργία τους. Ο θεός Πατήρ είναι αυτός που εξέρχεται πρώτος και αποτελεί την αφετηρία της ενδοτριαδικής διαφοροποίησης των προσώπων. Αυτός γεννά αιώνια τον μονογενή Υιό και Λόγο του και από τους δυο εκπορεύεται ακολούθως και το Άγιον Πνεύμα. Το επόμενο στάδιο θείας απορροής είναι η δημιουργία από τον θεό του κόσμου και όλων των όντων, τα οποία προϋπήρχαν ως εικόνες στο βάθος της θείας ουσίας.Τελικός σκοπός όλων των όντων και όλης της δημιουργίας είναι η αντιστροφή αυτής της κίνησης της διαφοροποίησης, με μία κίνηση επιστροφής των πάντων στην αρχική ενότητα της θεότητας που θα καταργεί κάθε ετερότητα [βλέπε το βιβλίο του Γερμανοελβετού μεσαιωνιστή, γερμανιστή, μελετητή του μυστικισμού και φιλοσόφου Αλοΐσιου Μαρία Χάας (Alois Maria Haas, 1934-2025) ο»Ο Διδάσκαλος Έκαρτ ως κανονιστική προσωπικότητα της πνευματικής ζωής» («Meister Eckhart als normative Gestalt geistlichen Lebens»), Einsiedeln, 1979, σελίδα 20.]

Η διδασκαλία του Διδασκάλου Έκαρτ για τον άνθρωπο επικεντρώνεται κυρίως στην προσπάθεια του να εντοπίσει το στοιχείον εκείνο που καθιστά τον άνθρωπο συγγενή με τον θεό, παρά το ότι αποτελούν δύο διαφορετικές οντολογικές κατηγορίες. Ο άνθρωπος είναι εφήμερο, δημιουργημένο και πεπερασμένο ον, το οποίον όμως είναι ικανό να ενωθεί με τον δημιουργό του, ο οποίος είναι αιώνιος και πηγή κάθε ύπαρξης. Για να ερμηνεύσει αυτό το δύσκολο σημείο ο Διδάσκαλος Έκαρτ καταφεύγει σε φιλοσοφικές θεωρίες όπως η πλατωνική θεωρία των ιδεών, υποστηρίζοντας ότι ο άνθρωπος πριν λάβει το δημιουργημένο «Είναι» του, υπάρχει αιώνια ως ιδέα μέσα στον Υιό, ο οποίος φέρει μέσα του όλες τις ιδέες. Ό,τι ευρίσκεται μέσα στον Θεό ως ιδέα είναι ανώτερο από κάθε δημιούργημα γιατί είναι και αυτό θείο.

Αν και όλα τα όντα υπάρχουν ως ιδέα εν θεώ, ο άνθρωπος είναι το ανώτερον από όλα διότι δημιουργήθηκε «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν». Αυτό σημαίνει, κατά τον Διδάσκαλον Έκαρτ, ότι ο άνθρωπος και ειδικότερον η ψυχή του φέρει μέσα της τον θεόν ως εικόνα, με τον τρόπον που μία εικόνα αντανακλάται σε έναν καθρέφτη. Η θεία εικόνα ενυπάρχει στον ανθρώπινο καθρέφτη χωρίς να ταυτίζεται με αυτόν.

Σε άλλα σημεία των γερμανικών του κηρυγμάτων ομιλεί για την ύπαρξη κατωτέρων και ανωτέρων δυνάμεων στην ανθρωπίνη ψυχή, όπως και για έναν θείο «σπινθήρα της ψυχής» («scintilla animae»), τον οποίον αυτή φέρει μέσα της και ο οποίος είναι συγγενής με τον θεό [επ΄αυτού βλέπε την εξειρετική διατριβή του Σουηδού θεολόγου, φιλοσόφου και πανεπιστημιακού καθηγητή Χανς Μπίργκερ Χοφ, (Hans Birger Hof, 1922- 2011) «Σπινθήρ της ψυχής. Μια μελέτη μιας θεμελιώδους εννοίας στη φιλοσοφία του Διδασκάλου Έκαρτ, με ιδιαιτέρα έμφαση στη σχέση της φιλοσοφίας του Έκαρτ με τη νεοπλατωνική και θωμιστική άποψη» («Scintilla animae. Eine Studie zu einem Grundbegriff in Meister Eckharts Philosophie mit besonderer Berücksichtigung des Verhältnisses der Eckhartschen Philosophie zur neoplatonischen und thomistischen Anschauung»). Βόννη, 1952.] Το ανώτατο σημείο της ψυχής ταυτίζεται συχνά με τη «νόηση» (intellectus), η οποία δεν είναι απλώς μία δύναμη ή ικανότητα της ψυχής, αλλά, συμφώνως προς τον Έκαρτ, («Die Deutschen Werke» τόμος Γ’, σελίδα 169) αποτελεί ένα θείο και αδημιούργητο στοιχείο το οποίο έχει δοθεί στον άνθρωπο και είναι απελευθερωμένο από τον χώρο και τον χρόνο, όπως επισημαίνουν εμφατικά οι μελετητές του έργου του, όπως ο προαναφερθείς  Μπέρναρντ Μακ Γκιν

Σε άλλες περιπτώσεις μιλάει για ένα ανώτατο σημείο της ψυχής που το ονομάζει βάθος (grunt) της ψυχής και το οποίο ουσιαστικά ταυτίζεται με το θείον βάθος (grunt). Όπως τονίζει χαρακτηριστικά, «στο βάθος της ψυχής, εκεί το βάθος του θεού και το βάθος της ψυχής είναι ένα και το αυτό βάθος». Αυτό και άλλα παρόμοια χωρία από τα κηρύγματά του οδήγησαν να θεωρηθεί η διδασκαλία του ύποπτη για πανθεϊσμό (πεποίθηση κατά την οποίαν η φύση και ο Θεός είναι ένα και συνεπώς ο Κόσμος είναι θείος).

Σύγχρονοι ερευνητές του έργου του [Ο Γερμανός Ντήτμαρ Μητ (Dietmar Mieth) καθηγητής της «θεολογικής ηθικής» στο Πανεπιστήμιο του Τύμπινγκεν –Ο Ελβετός Κουρτ Ρου  (Kurt Ruh, 1914-2002), γερμανιστής και μεσαιωνιστής, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Βύρτσμπουργκ – Ο Γερμανός Μπέρναρντ Βέλτε (Bernhard Welte, 1906-1983), καθηγητής της χριστιανικής φιλοσοφίας της θρησκείας στο Πανειστήμιο του Φράιμπουργκ – Ο Έλλην Θεολόγος Δόκτωρ Χρήστος Νάσιος]. μελετώντες το σύνολον του έργου του θεωρούν ότι ο Διδάσκαλος Έκαρτ εδίδασκε περί ενός ανωτέρου, θείου ή «αδημιουργήτου» στοιχείου που φέρει μέσα της η ψυχή, χωρίς όμως να είναι δικό της, το οποίον της έχει δοθεί από τον θεό ως «δάνειον» και πρέπει να κατανοείται περισσότερον ως «εικών του θεού μέσα στην ανθρωπίνη ψυχή».

.

🤞 Εγγραφείτε στην λίστα φίλων !

Διακριτική ενημέρωση για σημαντικά άρθρα της Ιστοσελίδας μας

171
fb-share-icon
Insta
Tiktok