(«ΠΟΛΥΠΟΛΙΚΟΤΗΤΑ»- Μέρος 2)
“Πολλές από τις αλλαγές είναι τόσο σταδιακές που δεν χαρακτηρίζονται καν ως είδηση ή ακόμη και ως ενδιαφέρουσες: είναι τόσο αδιάφορες που τις θεωρούμε δεδομένες. Αλλά η ιστορία δείχνει ότι οι αδιάφορες αλλαγές είναι σημαντικότερες από τα δραματικά «άξια ενημέρωσης» γεγονότα.“
Robert David Kaplan

Η πολυπολικότητα είναι αδιαμφισβήτητο διεθνοπολιτικό γεγονός και όχι χαλαρή και αμφισβητήσιμη ακαδημαϊκή θεωρία, ώστε να την περιπαίζουν και καταπατούν όσοι από συμφέρον, ημιμάθεια ή διανοητικό έλειμμα επιθυμούν εμμονικά μία μονοπολική ηγεμονία των ΗΠΑ. Τα παγκόσμια γεγονότα τρέχουν ταχύτατα. Υπερβαίνουν με την εξέλιξή τους την εμπέδωση της θεωρίας του πολυπολικού κόσμου από το Διεθνές σύστημα. Μιας θεωρίας που πρώτος ο σπουδαίος Ρώσος στοχαστής Αλεξάντρ Γκέλιεβιτς Ντούγκιν εισήγαγε στην ολότητά της δημιουργώντας συνάμα ένα παγκόσμιο πολιτικό κίνημα.
Η πολυπολικότητα γίνεται καλύτερα κατανοητή ως μια σύντομη εισαγωγή σε ευρύτερες και βαθύτερες εξεργασίες της τρεχούσης διεθνούς πολιτικής και του διεθνούς παιγνίου ισχύος, με πυρηνική την άποψη της πολιτικής θεωρίας του Ευρασιανισμού, του Ντούγκιν. Το βιβλίο του «Η Θεωρία ενός Πολυπολικού Κόσμου» («The Theory of a Multipolar World», 2021) είναι μια συλλογή από διαδραστικά πολυθεματικά δοκίμια που συνδέουν θέματα από την δεξιά σκέψη σε μιαν ευρύτερη γεωπολιτική αφήγηση, καλώς εμπεριστατωμένη χωρίς να είναι συστηματική. Αυτό δεν είναι μειονέκτημα. Το βιβλίο του αυτό, όπως και όλα τα προηγούμενα,είναι χρήσιμο για όσους αναζητούν διασταυρώσεις μεταξύ των τρεχόντων γεγονότων και των θεωρητικών τους συνεπειών, παρά ως μια ολοκληρωμένη αντιμετώπιση της θεωρίας καθαυτήν. Είναι ίσως περισσότερο παρόμοιο με έργα του Ρόμπερτ Ντέηβιντ Κάπλαν (Robert David Kaplan) – «Βαλκανικά Φαντάσματα» («Balkan Ghosts»), «Η Εκδίκηση της Γεωγραφίας» («The Revenge of Geography»), «Η Επερχόμενη Αναρχία» («The Coming Anarchy»), κ.λπ.- μια χρηστική «στοίβα ιστορικών στιγμιότυπων» που, όταν τα δεις με ένταση και εστίαση, παρουσιάζουν εν τέλει μια κινούμενη εικόνα, μιαν αποκαλυπτική κινηματογραφική καταγραφή.
Αλλά ενώ ο διάσημος Ρόμπερτ Κάπλαν είναι ένας Αμερικανοεβραίος απογοητευμένος πλέον νεοσυντηρητικός, σφικταγγαλιασμένος με τη δυτική ηγεμονία, ο οποίος υπηρέτησε στο Ισραήλ την στρατιωτική του θητεία [Από το 2023 Καθηγητής στην έδρα Robert Strausz Hupé της Γεωπολιτικής στο «Ινστιτούτο Ερεύνης Εξωτερικής Πολιτικής»-«Foreign Policy Research Institute -FPRI» (επ΄ονόματι του Αυστροαμερικανού διπλωμάτη και γεωπολιτικού, 1903–2002). Το FPRI είναι μία αμερικανική «δεξαμενή σκέψης» με έδρα τη Φιλαδέλφεια της Πενσυλβάνια, που διεξάγει έρευνα για την γεωπολιτική, τις διεθνείς σχέσεις και την διεθνή ασφάλεια στις διάφορες περιοχές του κόσμου], ο άσημος γράφων Φίλιπ Γιάκομπ Χάνκε είναι ένας Γερμανός πολιτικός επιστήμων, μέγας θαυμαστής του πολυπράγμονος Κάπλαν, που υποστηρίζει και παρουσιάζει μιαν απόλυτα παραδοσιακή και καλά συγκροτημένη δεξιά κοσμοθεωρία, η οποία ενημερώνεται από τα αναδυόμενα ρεύματα της σύγχρονης φιλοσοφίας.
Oσο ο πλανήτης κρατάει την ανάσα του για τα όσα περαιτέρω θα φέρει η «θορυβώδης» επάνοδος του Προέδρου Τραμπ στον Λευκό Οίκο, υπάρχουν άνθρωποι σαν τον Ρόμπερτ Κάπλαν, τον διάσημο γεωπολιτικό αναλυτή και συγγραφέα, που …. διατηρούν την ψυχραιμία τους ! Ο πολύπειρος κύριος Κάπλαν υποστηρίζει πως ο Τραμπ, όντας επιτυχημένος πολύ-επιχειρηματίας, λειτουργεί με όρους επιχειρηματικούς και στις διπλωματικές συμφωνίες, στα διπλωματικά «deals», χρησιμοποιώντας απειλές και λεκτικές υπερβολές. Υπό αυτή την έννοια θεωρεί πως τα πράγματα θα έλθουν σε μια συνολικότερη ισορροπία, αν και εκτιμά πως ο ίδιος ο νέος Πρόεδρος επέστρεψε στην εξουσία επιθυμώντας να κάνει θραύση με κινήσεις ¨μεγαλείου». Οι αδρές εκτιμήσεις του Ρόμπερτ Κάπλαν γύρω από την έλευση Τραμπ και τις μικρο- και μακρο- αντανακλάσεις της έχουν ως εξής:
«Ο επανελθών Πρόεδρος θα σκιαγραφήσει μιαν ιδιότυπη εξωτερική πολιτική, που θα είναι πολύ πιο συναλλακτική απ’ ό,τι στο παρελθόν, όπου ναι μεν θα υποστηρίζει την Ευρώπη, αλλά η Ευρώπη πρέπει να κάνει πολλά παραπάνω. Θα προειδοποιήσει την Κίνα. Θα μιλήσει για αποφυγή του πολέμου, ωστόσο θα είναι ιδιαιτέρως υποστηρικτικός προς το Ισραήλ εναντίον του Ιράν. Θα μιλήσει επανειλημμένα για τη μετανάστευση. Ο ίδιος ο Τραμπ «θέλει να κάνει θραύση». Είναι γεγονός : Ακόμη κι η φευγαλέα κατάπαυση πυρός στη Γάζα οφείλεται κυρίως στον Τραμπ. Αν αυτός δεν είχε απειλήσει, δεν θα προχωρούσε ποτέ η διαδικασία. Η όλη κατάσταση ομοιάζει πολύ με τις τελευταίες μέρες της προεδρίας του Τζίμι Κάρτερ. Την στιγμή που ο Ρόναλντ Ρέηγκαν ορκίστηκε Πρόεδρος, οι Ιρανοί απελευθέρωσαν τους ομήρους. Είναι μια αντίστοιχη περίπτωση, διότι οι Ιρανοί εγνώριζαν σαφώς πως ο Ρέηγκαν θα είναι πολύ πιο σκληρός από τον Κάρτερ. Ιδού λοιπόν ένας ακόμη λόγος να πάρετε τον Τραμπ στα σοβαρά, αλλά όχι κυριολεκτικά. Η μέθοδος του λόγου του είναι να υπερβάλλει σε μεγάλο βαθμό.
Oταν μιλάει για «εισβολή» στη Γροιλανδία, αυτό που πιθανώς εννοεί πράγματι, είναι ότι περιμένει από τους Δανούς να κάνουν πολλά περισσότερα αναφορικά με την ασφάλεια, γιατί ο θαλάσσιος δρόμος της ανατολικής Γροιλανδίας είναι όντως ένα σημαντικότατο στρατηγικό σημείο, όπου ο ρωσικός στόλος εξέρχεται με τα υποβρύχιά του. Ο Πρόεδρος θέλει οι Δανοί να επενδύσουν περισσότερα στην υποστήριξη της άμυνας της Γροιλανδίας. Μέρος της τακτικής του είναι να δραματοποιεί την κατάσταση. Οπότε θα ιδείτε πως στο τέλος πραγματικά οι Δανοί θα κάνουν περισσότερα. Αλλά επαναλαμβάνω: Η μέθοδος του Τραμπ είναι να υπερβάλλει. Πάρτε τον στα σοβαρά, αλλά όχι κυριολεκτικά !
Το ΝΑΤΟ θα αλλάξει ή θα παύσει υφιστάμενο. Θα συνειδητοποιήσουν οι Ευρωπαίοι πως ζούμε σε μια περίοδο που απαιτεί βαθύτερη στρατιωτική συνεργασία κι αυτονομία. Θα είναι πολύ δύσκολο για την Ευρώπη γιατί τα προηγούμενα χρόνια ο λόγος που η Ήπειρος –με εξαίρεση την Ελλάδα και την Πολωνία– εξόδευε ελάχιστα για τους αμυντικούς προϋπολογισμούς ήταν η έλλειψη κοινωνικής υποστήριξης. Στις μεσογειακές χώρες ο φόβος αφορά λιγότερο στη Ρωσία και περισσότερο στο μεταναστευτικό και τους πρόσφυγες. Χωρίς λοιπόν δημόσια στήριξη για τη δραματική αύξηση των αμυντικών προϋπολογισμών, τα πράγματα θα γίνουν πάρα πολύ δύσκολα. Μην ξεχνάτε πως οι ΗΠΑ ουσιαστικά πληρώνουν για την άμυνα της Ευρώπης από τα τέλη της δεκαετίας του 1940. Αυτό είναι ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στην Ιστορία, ειδικά όταν έχουν υπάρξει τόσο μεγάλες τεχνολογικές εξελίξεις. Είναι ισοδύναμο χρονικό διάστημα με 200 χρόνια σε άλλες ιστορικές περιόδους, όταν υπήρχαν λιγότερες τεχνολογικές αλλαγές. Δεν νομίζω πως κανείς θα μπορεί να αναμένει από τις ΗΠΑ να στηρίζουν για πάντα συναισθηματικά την Ευρώπη. Και η εκλογή Τραμπ είναι μια συνειδητοποίηση.
Ο Υπουργός Εξωτερικών του Τραμπ, Μαρκ Ρούμπιο, είναι ένας ισορροπημένος, κανονικός φυσιολογικός άνθρωπος. Σε αντίθεση με ορισμένους από τους άλλους διορισμένους υπουργούς του, που δεν είναι καθόλου φυσιολογικοί…
Η καθ’ όλα ενδοτική κυβέρνηση του Δημοκρατικού Μπάιντεν έκανε πραγματικά πολύ καλή δουλειά με την Κίνα : Απέφυγε μια στρατιωτική σύγκρουση, αλλά δεν ενέδωσε στις απαιτήσεις των Κινέζων. Στην ουσία με τον τρόπο της ήταν πολύ σκληρή: Ενορχήστρωσε μια προσέγγιση μεταξύ Ιαπωνίας και Νότιας Κορέας, η οποία ήταν πολύ σημαντική ώστε να επιτρέψει στις δύο αυτές χώρες να επικεντρωθούν περισσότερο στην Κίνα. Εθέσπισε την αμυντική συμφωνία «AUKUS», που παρέχει πυρηνικά υποβρύχια στην Αυστραλία με αμερικανική και βρετανική τεχνολογία. Αυτή ήταν μία πολύ μεγάλη υπόθεση γιατί η Αυστραλία με κάποιον τρόπο διατηρούσε μεν την αμερικανική υποστήριξη ενώ έβγαζε χρήματα από την Κίνα. Τώρα επέλεξε στρατόπεδο. H στρατηγική θέση των ΗΠΑ έχει βελτιωθεί σημαντικά. Θα ιδούμε εάν ο Τραμπ μπορεί να κάνει τα πράγματα το ίδιο καλά ή καλύτερα από τον προκάτοχό του.
Στη Γάζα υπάρχει μια πολύ αδύναμη περίπτωση να τηρηθεί η εκεχειρία, διότι από τη σκοπιά του Νετανιάχου και των συμμάχων του, πρόκειται για μια κακή συμφωνία από την άποψη ότι πρέπει να παραδώσουν 700-800 Παλαιστίνιους αιχμαλώτους που είναι κρατούμενοι στις ισραηλινές φυλακές. Υπενθυμίζεται ότι αυτός ήταν ο λόγος που οδηγηθήκαμε στον πόλεμο εξαρχής, αφού οι Ισραηλινοί έπρεπε να παραδώσουν πάνω από 1.000 αιχμαλώτους, συμπεριλαμβανομένου και του Σινουάρ, για να πάρουν πίσω έναν Ισραηλινό στρατιώτη ! Παρότι είναι μια κακή συμφωνία για τον Νετανιάχου, το έκανε για να δείξει στον Τραμπ ότι δεν είναι απέναντί του, γιατί θα τον χρειαστεί οπωσδήποτε απέναντι στο Ιράν….
Οφείλουμε να είμαστε στοιχειωδώς ρεαλιστές : Ενώ η ελίτ της εξωτερικής πολιτικής στην Ουάσιγκτον επικεντρώθηκε στους 8.000 θανάτους σε μια σύγκρουση στη Συρία – περίπου μισό πλανήτη μακριά από τις Ηνωμένες Πολιτείες – περισσότεροι από 47.000 άνθρωποι έχουν πεθάνει από βία σχετιζόμενη με τα ναρκωτικά από το 2006 στο Μεξικό ! Το Μεξικό, ένα βαθιά ταραγμένο κράτος καθώς και ένας δημογραφικός και οικονομικός γίγαντας στα νότια σύνορα των Ηνωμένων Πολιτειών, θα επηρεάσει τη μοίρα της Αμερικής στις επόμενες δεκαετίες, περισσότερο από οποιοδήποτε κράτος ή συνδυασμό κρατών στη Μέση Ανατολή.
Η Τουρκία και ο Ερντογκάν είναι πιθανόν να αποκτήσουν πλέον περισσότερο χώρο στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου ; Μην είστε τόσο βέβαιοι γι’ αυτό ! Ξέρετε τον Τραμπ. Ο Τραμπ γνωρίζει καλά πώς να χρησιμοποιεί τους μοχλούς πίεσης. Είπε για την Γάζα «εάν δεν απελευθερωθούν όλοι οι όμηροι μέχρι τις 20 Ιανουαρίου, θα έρθει η κόλαση και θα το πληρώσετε». Αυτό είναι ένα είδος άσκησης πολιτικής, το οποίο ο Μπάιντεν δεν το κατάλαβε ποτέ. Ούτε και ο Μπλίνκεν. Ο Τραμπ λειτουργεί ενστικτωδώς και ο Ερντογκάν το καταλαβαίνει καλά αυτό. Θυμηθείτε ότι και ο Ερντογκάν γερνάει. Δεν πρόκειται να παραμείνει στο παιχνίδι για πάντα. Εξ άλλου έπειτα από δεκαετίες θεσμικής καταστροφής στην τουρκική γραφειοκρατία, ουσιαστικά λόγω της δικτατορικής διακυβέρνησης του Ερντογκάν, η Τουρκία θα μπορούσε να βρεθεί σε αποδυναμωμένη κατάσταση.
Στο μέτωπο της Ουκρανίας: Αυτό που πρέπει να κάνει ο Πρόεδρος Τραμπ είναι να πετύχει μια κατάπαυση του πυρός ή μιαν ανακωχή, που όμως δεν θα φαίνεται σαν μια προφανής νίκη του Πούτιν. Πρόκειται για μια πολύ δύσκολη άσκηση. Ο Υπουργός Εξωτερικών του Τραμπ, Μαρκ Ρούμπιο είναι ένας έμπειρος γερουσιαστής και εάν διορίσει ικανούς συνεργάτες, θα μπορούσε να πετύχει στην ειρηνευτική αποστολή του.»
Τώρα, θα ιχνηλατήσουμε ανάδρομα την διαφωτιστική και παιδευτική σκέψη του Ρόμπερτ Κάπλαν, τα τελευταία 32 χρόνια, αφότου έγραψε το εξαιρετικό του βιβλίο «Βαλκανικά Φαντάσματα – Ένα ταξίδι μέσω της Ιστορίας» («Balkan Ghosts – A Journey Through History»), 307 σελίδες εκδόσεις «St. Martin’s Press», Νέα Υόρκη, 1993. Όπως θα διαπιστώσετε, αξίζει η ανάλυση και η αναγωγή στην προσέγγιση του πολύπειρου γεωπολιτικού σχολιαστή, καθώς αντανακλά πραγματικότητες που παραμένουν διαχρονικά ουσιώδεις.
Με αυτό του το βιβλίο ο Κάπλαν δεν έχει γράψει μια τυπική έρευνα, όπως καθιστά σαφές στον πρόλογό του. Αντίθετα, τα «Βαλκανικά Φαντάσματα» είναι μιά «πινακοθήκη πορτρέτων» των ηρώων και των κακοποιών της Αλβανίας, της Βουλγαρίας, της Ελλάδας, της Ρουμανίας και αυτής της χώρας που ήταν η τέως Γιουγκοσλαβία. Με την αφήγησή του προσφέρει επίσης στον αναγνώστη μια συχνά ευχάριστη διέλευση μέσα από το παρελθόν και την παρούσα πολιτική μιας περιοχής, για την οποία ο συγγραφέας έγραψε πολλές αναφορές και ανταποκρίσεις για μεγάλα αμερικανικά μέσα εδώ και πολλά χρόνια. Το κείμενό του μπορεί να μας πείσει με βεβαιότητα και αφηματική γλαφυρότητα, ότι οι λαοί αυτών των πέντε αποξενωμένων χωρών σχηματίζουν πράγματι ένα ικανό και συνάμα δυσαρεστημένο σύνολο. Ενώ η πλειοψηφία των ηγετών τους στην μεταψυχροπολεμική εποχή αρνείται με αγανάκτηση οποιασδήποτε συσχέτιση της χώρας τους με τα «Βαλκάνια», (όρος που από τα τέλη του 19ου αιώνα χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει το πολιτικό χάος και τον συγκαλυμμένο εσωτερικό πόλεμο), αυτά τα εδάφη σίγουρα χαρακτηρίζονται από μία διάχυτη κοινωνική ταλαιπωρία, καθώς και ακραία εθνικιστικά πάθη, άλλοτε προκλητικά, άλλοτε κρυμμένα.
Η παθιασμένη πολιτική συχνότατα είναι απροκάλυπτα διασκεδαστική, έτσι το 1990, όταν ο Κάπλαν προσγειώθηκε στην Τιμισοάρα (το παλαιό γερμανικό Τέμεσβαρ), την κοσμοπολίτικη πόλη κοντά στα δυτικά σύνορα της Ρουμανίας, όπου ξέσπασε η Ρουμανική Επανάσταση τον Δεκέμβριο του 1989, διεπίστωσε ότι ο τόπος αυτός δεν είχε πάθος και τον εγκατέλειψε αμέσως … από πλήξη. Ρουμάνοι, Ούγγροι και λίγοι Γερμανοί κατοικούν στην Τιμισοάρα, την οποία κυβερνούσε μέχρι το 1918 η γραφειοκρατία των Αψβούργων και της Ουγγαρίας. Ως αποτέλεσμα αυτής της αυστηρής «κεντροευρωπαίκής» επιδράσεως, τα πράγματα εκεί λειτουργούν ακόμη και σήμερα: τα γραφεία είναι καθαρά, τα στακτοδοχεία αδειάζονται τακτικά και τους τοίχους καλύπτουν έργα σύγχρονης τέχνης και όχι οι αφίσες των αστέρων της μοντέρνας μουσικής.
Ο Κάπλαν γράφει με μιαν αμφιθυμική, απαξιωτική και επαινετική, διάθεση : «Στην Τιμισοάρα δεν ένιωθα πλέον ότι ήμουν στη Ρουμανία. Η Ρουμανία ήταν μια ηχώ του κόσμου του Ντοστογιέφσκυ : Tο εσωτερικό μιάς φρικιαστικής, βυζαντινής εικόνας, γεμάτης από ταλαιπωρία και παθιασμένες μορφές των οποίων τα μυαλά παραμορφώθηκαν από την δική τους οργή και την πίστη τους σε άγριες μισές αλήθειες και συνωμοσίες. Στην Τιμισοάρα, η Ρουμανία έιναι λιγότερο μια πραγματικότητα παρά μια ισχυρή μνήμη!» (Θυμηθείτε το πρόφατο δρώμενο με την αυθαίρετη απαγόρευση και «έξωση» του σαφώς υπερέχοντος πατριώτη υποψηφίου Προέδρου Τζορτζέσκου από τις προεδρικές εκλογές !)
Ανατολικά και νότια της Τιμισοάρα, η πραγματικότητα είναι πολύ σκληρή και ίσως εξαιτίας αυτού, οι άνθρωποι τείνουν να ζουν σε έναν κόσμο ονείρων κατοικημένου από τους επικούς εκδικητές των εθνικών παραπόνων και αδικιών, καθώς και από τη μνήμη των θρυμματισμένων μεσαιωνικών πριγκηπάτων και βασιλείων – βουλγαρικών, σερβικών, αλβανικών, κροατικών, βλαχικών, μολδαβικών κι ελληνικών μεγάλων κρατών, στολισμένων με νόμο και τάξη. Η βαλκανική λαογραφία αποτυπώνει και αφηγείται έντονα τον ηρωικό αγώνα του καθενός από αυτά τα κράτη εναντίον των Οθωμανών.
Η μνήμη ενός ιστορικού ρόλου ως «ασπίδα του Χριστιανισμού» ενάντια σε έναν τρομερό αντίχριστο εχθρό, ενός ρόλου που εκτελείται χωρίς τη βοήθεια των χριστιανών Αυστριακών, των Ούγγρων, των Ιταλών ή των βαλκανικών γειτόνων, (μάλιστα δε συχνά εκτελείται ενώ ο αγωνιζόμενος μαχαιρώνεται πισώπλατα από αυτούς), αυτή η μνήμη διατηρεί κι ενημερώνει τις αμοιβαίες εχθρότητες του παρόντος. Ο Σέρβος πολιτοφύλακας στον γιουγκοσλαβικό «εμφύλιο», που βίαζε μουσουλμάνες γυναίκες και σκότωνε μουσουλμάνους στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη πίστευε απόλυτα και ειλικρινά ότι εκδικείται τις τερατωδεις αδικίες που προκλήθηκαν στο έθνος του πριν από 600 χρόνια.
Ο Έλληνας πατριώτης που φώναζε και φωνάζει στα συλλαλητήρια ότι «υπάρχει μόνο μία Μακεδονία και αυτή είναι στην Ελλάδα» (και όχι στην πρώην Γιουγκοσλαβία του κομμουνιστή Τίτο) είναι επίσης πιστός υπερασπιστής της πολιτιστικής κληρονομιάς του Μεγάλου Αλεξάνδρου εναντίον των αξέστων και ατάκτων Σλάβων εισβολέων. (Βεβαίως όμως δεν τον ενοχλεί το γεγονός ότι οι ίδιοι Σλάβοι ζουν στην περιοχή για περίπου 1.300 χρόνια.)
Ο Κάπλαν δεν ξεχωρίζει κανένα άτομο και κανένα έθνος στα κατηγορητήρια του, κυρίως δε την Ελλάδα, όπου κάποτε έζησε επί επτά χρόνια. Είναι σφοδρά θυμωμένος με τους Έλληνες γιατί, μεταξύ άλλων, ειδωλοποίησαν τον πρωθυπουργό Αντρέα Παπανδρέου, για τον οποίο πιστεύει πως ήταν απατεώνας, δημαγωγός και προστάτης τρομοκρατών (Αράβων και εγχωρίων). Υποστηρίζει πως υπό τον κ. Παπανδρέου, η ελληνική οικονομία κατέπεσε, αποκαλύπτοντας την χώρα ως αυτό που ήταν πάντα, ένα βαλκανικό κράτος, όχι δυτικό κράτος.
Επίσης ισχυρίζεται πως ο κομμουνισμός δεν εβοήθησε να απαλυνθούν οι εθνικοί ανταγωνισμοί στα Βαλκάνια. Μόνον, όπου ενίκησε. έκανε τα πράγματα χειρότερα, με την εκδίωξη των καλυτέρων διανοουμένων (ως «αντιδραστικών»), ενώ παράλληλα εδημιούργησε, μέσω της κακής βιομηχανοποίησης και της αστικοποίησης των χωρών, μια τεράστια κατηγορία «paysans depayses» . Αυτοί οι ξεριζωμένοι αγρότες της μετασοβιετικής βαλκανικής δεν είναι ούτε αστοί ούτε χωρικοί, είναι ένα «αστθές κοινωνικό υβρίδιο». Κατοικούν σε ένα τερατώδες τοπίο προκατασκευασμένων σοσιαλιστικών «κατοικιών», πνίγοντας τις θλίψεις τους σε μίσος και ποτό.
Περιγράφοντας τη ζωή σε αυτές τις ακατέργαστες δομές σκυροδέματος, παραμορφωμένου από γκράφιτι και σκουπίδια, που βρωμάει ούρα και φθηνό αλκοόλ, ο Κάπλαν αναδεικνύει τις λογοτεχνικές του δυνάμεις στο μέγιστο. Καθώς περιγράφει ένα ταξίδι κατά μήκος του κατώτερου Δούναβη στη Ρουμανία, μέσα σε ένα βρώμικο, ασφυκτικά γεμάτο πλοίο, σίγουρα μπορεί να αποθαρρύνει πολλούς ενδεχόμενους τουρίστες.
Ένα σημαντικό μειονέκτημα του κομμουνισμού, υποστηρίζει πειστικά ο Κάπλαν ήταν ότι απέτυχε να επιλύσει και οποιεσδήποτε από τις μεγάλες ιστορικές αντιπαραθέσεις. Θυμηθείτε την υπόθεση των κροατικών φασιστικών φρικαλεοτήτων στο Γεσένοβατς, ένα στρατόπεδο θανάτου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, 65 μίλια νοτιοανατολικά του Ζάγκρεμπ: Τα στοιχεία για τον αριθμό των θυμάτων συνεχίζουν να ποικίλλουν από συνολικά 60.000 για όλα τα θύματα έως 700.000 μόνο για τους Σέρβους Ορθοδόξους που σκοτώθηκαν εκεί.
Ο συγγραφέας προτείνει, ημι-ειρωνικά, ότι ένας τρόπος για να διαχωρίσουμε τους Σέρβους από τους Κροάτες, που μιλούν την ίδια γλώσσα και έχουν σχεδόν ταυτόσημα ονόματα, είναι να ρωτήσουμε για τον αριθμό των θυμάτων του Γεσένοβατς. Ένας Κροάτης θα αναφέρει σχεδόν πάντα τον μικρότερο και ένας Σέρβος τον μεγαλύτερο.
Οι κορυφαίοι εφιάλτες του είναι ιστορικές μισές αλήθειες και μια συνωμοτική ερμηνεία της ιστορίας. Ωστόσο, φαινομενικά συγκλονισμένος από τις φανταστικές ιστορίες που του έχουν πει αμέτρητοι Βαλκάνιοι διανοούμενοι, ο ίδιος, μερικές φορές αποδέχεται για γεγονός το φανταχτερό, το περιθωριακό, το ακραίο. Για παράδειγμα, κατηγορεί την ατυχή Ρουμανία, η οποία σίγουρα υπέφερε περισσότερο από το δίκαιο μερίδιο της στην φτώχεια και στην ηθική εξαθλέιωση, ότι ήταν πάντοτε ένας βόθρος διαφθοράς, πορνείας, κατασκοπείας, συκοφαντίας και καταγγελιών.
Επαναλαμβάνει με χαρωπή ευθυμία το διαδεδομένο παραμύθι για τον «πριαπισμό» του Βασιλέως Καρόλου Β΄ (με την διαβόητη ερωμένη και μετά σύζυγο Μάγδα Λουπέσκου), και αποδίδει την τραγική ιστορία της Μεσοπολεμικής Ρουμανίας, τουλάχιστον εν μέρει, στην επίμονη και επώδυνη στύση του Βασιλέως και στις πάμπολλες ώρες που πέρασε στο κρεβάτι με τις ερωμένες του. Σε γενικές γραμμές, τείνει να αποδώσει υπερβολική σημασία στους μεμονωμένους ηγέτες, καθώς διατηρεί μια σφοδρά καρλαϋλική άποψη για τον ρόλο της προσωπικότητος στην ιστορία.
Ο Κάπλαν είναι συχνότατατ συνετός στις αξιολογήσεις του, αλλά σχεδόν άλλο τόσο συχνά δεν είναι σε θέση να διακρίνει μεταξύ διαφορετικών μορφών πολιτικής καταπιέσεως. Δεν έχει νόημα, για παράδειγμα, το ότι επαναλαμβάνει τις προκατειλημμένες επιθέσεις της Ρεμπέκα Γουέστ (Rebecca West) ενάντα στην Αυστρο-Ουγγαρία στο διάσημο δίτομο έργο της «Μαύρο πρόβατο και γκρίζο γεράκι» » (1941), για την ιστορία και τον πολιτισμό της Γιουγκοσλαβίας [ Η Κυρία (Dame) Σέσιλυ Ίζαμπελ Φέρφηλντ (Cecily Isabel Fairfield, 1892 -1983), γνωστή ως Ρεμπέκα Γουέστ, ήταν βρετανίδα συγγραφέας, δημοσιογράφος, λογοτέχνις και ταξιδιωτική συγγραφέας]. Η κακοδιοίκηση των Αψβούργων επ ουδενί λόγω δεν άξιζε την ίδια ετικέτα όπως, η κόκκινη τυραννία του Νικολάε Τσαουσέσκου στη Ρουμανία.
Οι πολιτικοί κρατούμενοι στην Αυστρο-Ουγγαρία, στα τέλη του 19ου αιώνα, περιορίζονταν για μερικούς μήνες το πολύ, σε σχετικά άνετα καταλύματα. Τα πράγματα έγιναν πολύ χειρότερα στα διάδοχα κράτη της μοναρχία των Αψβούργων και ξεκινώντας από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι περισσότεροι πολιτικοί κρατούμενοι στην περιοχή του Δούναβη ή στα Βαλκάνια θα μπορούσαν να θεωρήσουν τον εαυτό τους τυχερό αν δεν είχαν βασανιστεί μέχρι θανάτου. Υπάρχει ένας ολοκληρος κόσμος διαφοράς μεταξύ της «τυραννίας» των παλαιών φιλελευθέρων-συντηρητικών κοινοβουλευτικών κρατών και της σύγχρονης τυραννίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ούτε υπάρχει κάποια σπουδαία χρησιμότητα στην εκτόξευση κατηγοριών και την γενικευμένη καταδίκη εξίσου εναντίον όλων των ειδών καθεστώτων που υπήρξαν κάποτε στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Ο Κάπλαν σωστά καταδικάζει για υποκρισία τα εθνικά κράτη μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τα οποία στην πραγματικότητα ήσαν σχεδόν τόσο πολυεθνικά όσο οι αυτοκρατορικοί προκάτοχοί τους, αλλά προσποιούνταν ότι ήσαν διαφορετικά.
Ο ίδιος μπερδεύει, και πάλι σωστά, το τρομερό έγκλημα των καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης, που απηλλάγησαν, κατά την διάρκεια και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, των πολιτισμικά και οικονομικά πιο επιτυχημένων μειονοτήτων στο εσωτερικό τους, ειδικά των Εβραίων και των Γερμανών. (Αυτή η ξαφνική «εξαφάνιση» τόσων παραγωγικών πολιτών χωρίς αμφιβολία συνέτεινε κατά πολύ ώστε να εξηγεί εν μέρει γιατί αυτές οι χώρες,»νικητές» ακόμη και με τους υπήρξαν κατόπιν τόσο φτωχές και χαοτικές.)
Αλλά γιατί ο Κάπλαν περιγράφει την αυτοκρατορία των Αψβούργων ως «φυλακή των λαών»; Μάλλον είναι προκατειλημμένος. H μοναρχία των Αψβούργων δεν διέκρινε ούτε καν μεταξύ των θρησκευτικών ομάδων. Σε αντίθεση με τον ισχυρισμό του, ο πλούτος της αψβουργικής Βιέννης και της Βουδαπέστης «χτίσθηκε στις σπασμένες ράχες των Σλάβων υπηκόων της», αλλά στις «σπασμένες ράχες των αγροτών και εργατών, είτε Γερμανο-Αυστριακών, Ούγγρων, Ρουμάνων ή Σλάβων».
Τέλος, ήταν ενοχλητικό να βλέπεις τον κ. Κάπλαν να αναφέρεται στη Βοσνία ως «ένα βάλτο εθνοτικά μικτών χωριών στα βουνά». Άσχετα με τις ιδεολογικοπολιτικές παραδοχές και συμπάθεις του καθενός, όταν η Βοσνία-Ερζεγοβίνη εκήρυξε την ανεξαρτησία της, αυτός ο «βάλτος» αντιπροσώπευε την τελευταία ελπίδα για εθνοτική συνύπαρξη και συνεργασία, σε μιαν κατά το πλείστον εθνικιστική περιοχή που παρεφρόνησε. Δεν είναι καθόλου παρήγορο πλέον να γνωρίζουμε τώρα ότι, λόγω της σερβικής μαζικής δολοφονίας, ο «εθνοτικός βάλτος» της Βοσνίας δεν …. υπάρχει πλέον.
Μέχρι να ξεσπάσει ο Σερβο-Βοσνιακός πόλεμος, τα Βαλκάνια εθεωρούντο υπανάπτυκτα από τους περισσότερους Δυτικούς δημοσιογράφους. Αυτό ταίριαζε στον χαρακτήρα, την ψυχοσύνθεση και τις εμπειρίες του Κάπλαν, που εδήλωσε με κυνισμό χαρούμενος για την εργασιακή του ευκαιρία : «Μου αρέσει να καλύπτω ιστορίες εκεί όπου ξέρω πως και όταν δεν βρίσκομαι επί τόπου, αυτό δεν θα αναφερθεί καν ή δεν θα γίνει γνωστό»,
Ο Κάπλαν επισκέφθηκε αυτήν την περιοχή συχνά στην δεκαετία του 1980, ενώ έγραφε βιβλία και για δύο άλλα «εξωτικά» μέρη, την Αιθιοπία και το Αφγανιστάν. Αλλά κανένας εκδότης δεν ενδιαφέρθηκε τότε για ένα βιβλίο με θέμα τα Βαλκάνια μέχρι να ξεκινήσουν οι μάχες.
Ο Κάπλαν έγραψε τα «Βαλκανικά Φαντάσματά» του σαν ταξειδιωτικά απομνημονεύματα, επειδή αισθάνθηκε ότι το χρώμα των εμπειριών του ήταν απαραίτητο για να κινητοποιήσει το ενδιαφέρον στους Αμερικανούς αναγνώστες. «Η ταξιδιωτική περιγραφή είναι μόνον ένα όχημα για να κάνει κάποιος κάτι άλλο, να διδάξει τους ανθρώπους για την ιστορία ή την τέχνη ή την πολιτική» (όπως συχνά πράττουν οι πράκτορες μυστικών υπηρεσιών !). Πρόσθεσε δε ότι «ένα μείγμα προσωπικών και ιστορικών ανεκδότων ήταν ιδανικό για την εξήγηση μιας περιοχής όπου τα μίση έχουν διαδράμει περισσότερον από δύο χιλιετίες».
Για την μείζονα περιοχή πιστεύει έως τώρα πως η Βαλκανική Πολιτική της κυβερνήσεως Κλίντον ισοδυναμεί με κάτι λίγο περισσότερο από καλοήθη αμέλεια. Λεέι πως κάθε υποτίμηση των Βαλκανίων είναι επικίνδυνη, επειδή η περιοχή παραμένει όπως πριν 200 χρόνια «ένα βαρέλι πυρίτιδος για τον πολιτιστικό και θρησκευτικό πόλεμο του 21ου αιώνα μεταξύ του παγκόσμιου “Οίκου του Ισλάμ”, με επικεφαλής τους Τούρκους και αυτήν την μεγάλη ζώνη του ανατολικού ορθοδόξου χριστιανισμού που εξαπλώνεται από την Αθήνα μέχρι τον Μόσχοβο».
(συνεχίζεται)
Philipp Jakob Hanke