Το Γένος ΖΕΙ !

Εορτάζουμε σήμερα, την Επανάσταση των Προγόνων, για την απελευθέρωση της Ελλάδος από τον κατακτητή, την Οθωμανική Αυτοκρατορία, για την παλινόρθωση του Γένους, για την επιβίωση των Παραδόσεων και της Ιστορίας του Έθνους των Ελλήνων.

Κάθε Έλληνας, με ανοιχτά αυτιά και μάτια αλλά το κυριότερον με ανοιχτή ψυχή, αντιλαμβάνεται ότι και σήμερα, το κράτος μπορεί να μην είναι μεν Οθωμανικό αλλά διώκει με πάθος την Ελληνική ταυτότητα. Αυτή η θλιβερή συνθήκη κάνει ακόμη πιο σημαντική και επίκαιρη, την απόδοση Τιμών στους Προγόνους που αποφάσισαν να στερηθούν την «ησυχία» τους και να ποτίσουν το Δένδρο της Ελευθερίας με το Αίμα τους.

Μιαν απόφαση που πήραν νοιώθοντας βαρύ στους ώμους το τίμημα, να είναι εκείνοι υπεύθυνοι για τον χαμό της Φυλής μας.

Θέλοντας να υποβοηθήσω την αποφασιστικότητα των σημερινών  κακόμοιρων Ελλήνων, ώστε να νοιώσουν κι εκείνοι την Ιστορική Ευθύνη και να ακούσουν την ευλογία των Προγόνων που άσβηστη αντηχεί διαμέσου των Αιώνων, παραθέτω δύο κείμενα χαρακτηριστικά του Ιερού Αγώνος του 1821. Το ένα αφορά τον Όρκο των Φιλικών, και περικλείει την ουσία της Επαναστάσεως και το άλλο τα λόγια του μόνου Εθνάρχη του Γένους, του Αγίου του Ελληνισμού, Στρατηγού Θεόδωρου Κολοκοτρώνη.

Σε πείσμα κάθε βδελυρού, αηδιαστικού ανθέλληνος, το Γένος Ζει! Το Γένος Μάχεται!

Τέλος, σας εύχομαι την προτροπή του ουράνιου Παλαμά:

«Μεθύστε με τ’ Αθάνατο Κρασί του ‘21»

H ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Στην περιφέρεια βρίσκονται τα αρχικά των βαπτιστικών ονομάτων των 9 μελών που ηγούντο: 1. Ιωάννης Καποδίστριας 2. Άνθιμος Γαζής 3. Αθανάσιος Τσακάλωφ 4. Παναγιώτης Σέκερης 5. Νικόλαος Σκουφάς 6. Εμμανουήλ Ξάνθος 7. Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος 8. Αντώνιος Κομιζόπουλος 9. Αθανάσιος Σέκερης.
Στο κέντρο διακρίνονται το Ε, ο Σταυρός και οι αριθμοί 1 και 6. Το Ε παραπέμπει στην Ελλάδα. Ο Σταυρός στην Ορθοδοξία. Οι αριθμοί 1 και 6 συμβολίζουν την Αρχή (1) της Εχεμύθειας – Μυστικότητας (6). Η παράβαση της Αρχής της Μυστικότητας τιμωρείτο με θάνατο.

Ο ΟΡΚΟΣ ΤΩΝ ΦΙΛΙΚΩΝ

Ὁρκίζομαι ἐνώπιον τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ οἰκειοθελῶς, ὅτι θέλω εἶμαι ἐπὶ ζωῆς μου πιστὸς εἰς τὴν Ἑταιρείαν κατὰ πάντα. Νὰ μὴ φανερώσω τὸ παραμικρὸν ἀπὸ τὰ σημεῖα καὶ λόγους της, μήτε νὰ σταθῶ κατ᾿ οὐδένα λόγον ἡ ἀφορμή του νὰ καταλάβωσιν ἄλλοι ποτέ, ὅτι γνωρίζω τί περὶ τούτων, μήτε εἰς συγγενεῖς μου, μήτε εἰς πνευματικὸν ἢ φίλον μου.

Ὁρκίζομαι, ὅτι εἰς τὸ ἑξῆς δὲν θέλω ἔμβει εἰς καμίαν ἄλλην ἑταιρείαν, ὁποία καὶ ἂν εἶναι, μήτε εἰς κανένα δεσμὸν ὑποχρεωτικόν. Καὶ μάλιστα, ὁποιονδήποτε δεσμὸν ἂν εἶχα, καὶ τὸν πλέον ἀδιάφορον ὡς πρὸς τὴν Ἑταιρείαν, θέλω τὸν νομίζει ὡς οὐδέν.

Ὁρκίζομαι, ὅτι θέλω τρέφει εἰς τὴν καρδίαν μου ἀδιάλλακτον μῖσος ἐναντίον τῶν τυράννων τῆς πατρίδος μου, ὀπαδῶν καὶ τῶν ὁμοφρόνων μὲ τούτους. Θέλω ἐνεργεῖ κατὰ πάντα τρόπον πρὸς βλάβην καὶ αὐτὸν τὸν παντελῆ ὄλεθρόν των, ὅταν ἡ περίστασις τὸ συγχωρήσῃ.

Ὁρκίζομαι νὰ μὴ μεταχειρισθῶ ποτὲ βίαν διὰ νὰ συγγνωρισθῶ μὲ κανένα συνάδελφον, προσέχων ἐξ ἐναντίας μὲ τὴν μεγαλυτέραν ἐπιμέλειαν νὰ μὴ λανθασθῶ κατὰ τοῦτο, γινόμενος αἴτιος ἀκολούθου τινὸς συμβάντος.

Ὁρκίζομαι νὰ συντρέχω, ὅπου εὕρω τινὰ συνάδελφον, μὲ ὅλην τὴν δύναμιν καὶ τὴν κατάστασίν μου. Νὰ προσφέρω εἰς αὐτὸν σέβας καὶ ὑπακοήν, ἂν εἶναι μεγαλύτερος εἰς τὸν βαθμόν, καὶ ἂν ἔτυχε πρότερον ἐχθρός μου, τόσον περισσότερον νὰ τὸν ἀγαπῶ καὶ νὰ τὸν συντρέχω καθ᾿ ὅσον ἡ ἔχθρα μου ἤθελε εἶναι μεγαλυτέρα.

Ὁρκίζομαι, ὅτι, καθὼς ἐγὼ παρεδέχθῃν εἰς τὴν Ἑταιρείαν, νὰ δέχωμαι παρομοίως ἄλλον ἀδελφον, μεταχειριζόμενος πάντα τρόπον καὶ ὅλην τὴν κανονιζομένην ἄργητα, ἐωσοῦ τὸν γνωρίσω Ἕλληνα ἀληθῆ, θερμὸν ὑπερασπιστὴν τῆς πατρίδος, ἄνθρωπον ἐνάρετον καὶ ἄξιον ὄχι μόνον νὰ φυλάττῃ τὸ μυστικόν, ἀλλὰ νὰ κατηχήσῃ καὶ ἄλλον ὀρθοῦ φρονήματος.

Ὁρκίζομαι νὰ μὴν ὠφελῶμαι κατ’οὐδένα τρόπον ἀπὸ τὰ χρήματα τῆς Ἑταιρείας, θεωρῶν αὐτὰ ὡς ἱερὸν πρᾶγμα καὶ ἐνέχυρον ἀνῆκον εἰς ὅλον τὸ ἔθνος μου. Νὰ προφυλάττωμαι παρομοίως καὶ εἰς τὰ λαμβανόμενα καὶ στελλόμενα ἐσφραγιαμένα γράμματα.

Ὁρκίζομαι νὰ μὴν ἐρωτῶ ποτὲ κανένα τῶν Φιλικῶν μὲ περιέργειαν, διὰ νὰ μάθω ὁποῖος τὸν ἐδέχθῃ εἰς τὴν Ἑταιρείαν. Κατὰ τοῦτο δὲ μήτε ἐγὼ νὰ φανερώσω, ἢ νὰ δώσω ἀφορμὴν εἰς τοῦτον νὰ καταλάβῃ, ποῖος μὲ παρεδέχθῃ. Νὰ ὑποκρίνωμαι μάλιστα ἄγνοιαν, ἂν γνωρίζω τὸ σημεῖον εἰς τὸ ἐφοδιαστικὸν τινός.

Ὁρκίζομαι νὰ προσέχω πάντοτε εἰς τὴν διαγωγήν μου, νὰ εἶμαι ἐνάρετος. Νὰ εὐλαβῶμαι τὴν θρησκείαν μου, χωρὶς νὰ καταφρονῶ τὰς ξένας. Νὰ δίδω πάντοτε τὸ καλὸν παράδειγμα. Νὰ συμβουλεύω καὶ νὰ συντρέχω τον ἀσθενῆ, τὸν δυστυχῆ καὶ τὸν ἀδύνατον. Νὰ σέβωμαι τὴν διοίκησιν, τὰ ἔθιμα, τὰ κριτήρια καὶ τοὺς διοικητὰς τοῦ τόπου, εἰς τὸν ὁποῖον διατρίβω.

ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ ΕΙΣ ΣΕ, Ω ΙΕΡΑ ΠΛΗΝ ΤΡΙΣΑΘΛΙΑ ΠΑΤΡΙΣ, ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ εἰς τοὺς πολυχρονίους βασάνους Σου, ὁρκίζομαι εἰς τὰ πικρὰ δάκρυα, τὰ ὁποῖα τόσους αἰῶνας ἔχυσαν καὶ χύνουν τὰ ταλαίπωρα τέκνα Σου, εἰς τὰ ἴδιά μου δάκρυα, χυνόμενα κατὰ ταύτην τὴν στιγμήν, καὶ εἰς τὴν μέλλουσαν ἐλευθερίαν τῶν ὁμογενῶν μου, ὅτι ἀφιερώνομαι ὅλως εἰς Σέ. Εἰς τὸ ἑξῆς Σὺ θέλεις εἶσαι ἡ αἰτία καὶ ὁ σκοπὸς τῶν διαλογισμῶν μου. Τὸ ὄνομὰ Σοῦ ὁ ὁδηγὸς τῶν πράξεών μου καὶ ἡ εὐτυχία Σου ἡ ἀνταμοιβὴ τῶν κόπων μου. Ἡ θεία δικαιοσύνη ἂς ἐξαντλήσῃ ἐπάνω εἰς τὴ κεφαλήν μου ὅλους τοὺς κεραυνούς της, τὸ ὄνομά μου νὰ εἶναι εἰς ἀποστροφήν, καὶ τὸ ὑποκείμενόν μου τὸ ἀντικείμενον τῆς κατάρας καὶ τοῦ ἀναθέματος τῶν Ὁμογενῶν μου, ἂν ἴσως λησμονήσω εἰς μίαν στιγμὴν τὰς δυστυχίας των καὶ δὲν ἐκπληρώσω τὸ χρέος μου. Τέλος ὁ θάνατός μου ἂς εἶναι ἡ ἄφευκτος τιμωρία τοῦ ἁμαρτήματός μου, διὰ νὰ μὴ μολύνω τὴν ἁγνότητα τῆς Ἑταιρείας μὲ τὴν συμμετοχήν μου.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ – ΕΘΝΑΡΧΗΣ

“Δώστε μου τα προσκυνοχάρτια του Μπραϊμη να σας δώσω του Έθνους.
Όποιο χωριό δεν γυρίσει στο έθνος θα το αφανίσω από το πρόσωπο της γης.
Απ” τη μία θα βγαίνουν οι αραπάδες και απ” την άλλη θα μπαίνω εγώ,
θα καίω και θα σκοτώνω. Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους!”
Εκ του εις Φενεόν Γενικού Στρατηγείου,

Ο Γενικός Αρχηγός της Πελοποννήσου
Θ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
(Σπηλιάδη, Γ’, 354 και Φωτάκου, Β’, 435).

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ: ὉΜΙΛΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟΠΑΙΔΕΣ ΣΤΗΝ ΠΝΥΚΑ

ἐξεφωνήθη ὑπὸ τοῦ στρατηγοῦ τῇ 8ῃ Ὀκτωβρίου 1838 καὶ ἐδημοσιεύθη εἰς τὴν ἐφημερίδαν ΑΙΩΝ τῇ 13ῃ Νοεμβρίου 1838.

« Οἱ παλαιοὶ Ἕλληνες, οἱ πρόγονοί μας, ἔπεσαν εἰς τὴν διχόνοια καὶ ἐτρώγονταν μεταξύ τους, καὶ ἔτσι ἔλαβαν καιρὸ πρῶτα οἱ Ῥωμαῖοι, ἔπειτα ἄλλοι βάρβαροι καὶ τοὺς ὑπόταξαν.

Ὕστερα ἦλθαν οἱ Μουσουλμάνοι καὶ ἔκαμαν ὅ,τι ἠμποροῦσαν, διὰ νὰ ἀλλάξῃ ὁ λαὸς τὴν πίστιν του. Ἔκοψαν γλῶσσες εἰς πολλοὺς ἀνθρώπους, ἀλλ᾿ ἐστάθη ἀδύνατο νὰ τὸ κατορθώσουν. Τὸν ἕνα ἔκοπταν, ὁ ἄλλος τὸ σταυρό του ἔκαμε. Σὰν εἶδε τοῦτο ὁ σουλτάνος, διόρισε ἕνα βιτσερὲ [ἀντιβασιλέα], ἕναν πατριάρχη, καὶ τοῦ ἔδωσε τὴν ἐξουσία τῆς ἐκκλησίας. Αὐτὸς καὶ ὁ λοιπὸς κλῆρος ἔκαμαν ὅ,τι τοὺς ἔλεγε ὁ σουλτάνος.

Ὕστερον ἔγιναν οἱ κοτζαμπάσηδες [προεστοὶ] εἰς ὅλα τὰ μέρη. Ἡ τρίτη τάξη, οἱ ἔμποροι καὶ οἱ προκομμένοι, τὸ καλύτερο μέρος τῶν πολιτῶν, μὴν ὑποφέρνοντες τὸν ζυγὸν ἔφευγαν, καὶ οἱ γραμματισμένοι ἐπῆραν καὶ ἔφευγαν ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, τὴν πατρίδα των, καὶ ἔτσι ὁ λαός, ὅστις στερημένος ἀπὸ τὰ μέσα τῆς προκοπῆς, ἐκατήντησεν εἰς ἀθλίαν κατάσταση, καὶ αὐτὴ αὔξαινε κάθε ἡμέρα χειρότερα· διότι, ἂν εὑρίσκετο μεταξὺ τοῦ λαοῦ κανεὶς μὲ ὀλίγην μάθηση, τὸν ἐλάμβανε ὁ κλῆρος, ὅστις ἔχαιρε προνόμια, ἢ ἐσύρετο ἀπὸ τὸν ἔμπορο τῆς Εὐρώπης ὡς βοηθός του, ἐγίνετο γραμματικὸς τοῦ προεστοῦ.

Καὶ μερικοὶ μὴν ὑποφέροντες τὴν τυραννίαν τοῦ Τούρκου καὶ βλέποντας τὲς δόξες καὶ τὲς ἡδονὲς ὁποὺ ἀνελάμβαναν αὐτοί, ἄφηναν τὴν πίστη τους καὶ ἐγίνοντο Μουσουλμάνοι. Καὶ τοιουτοτρόπως κάθε ἡμέρα ὁ λαὸς ἐλίγνευε καὶ ἐπτώχαινε.

Εἰς αὐτὴν τὴν δυστυχισμένη κατάσταση μερικοὶ ἀπὸ τοὺς φυγάδες γραμματισμένους ἐμετάφραζαν καὶ ἔστελναν εἰς τὴν Ἑλλάδα βιβλία, καὶ εἰς αὐτοὺς πρέπει νὰ χρωστοῦμε εὐγνωμοσύνη, διότι εὐθὺς ὁποὺ κανένας ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ λαὸ ἐμάνθανε τὰ κοινὰ γράμματα, ἐδιάβαζεν αὐτὰ τὰ βιβλία καὶ ἔβλεπε ποίους εἴχαμε προγόνους, τί ἔκαμεν ὁ Θεμιστοκλῆς, ὁ Ἀριστείδης καὶ ἄλλοι πολλοὶ παλαιοί μας, καὶ ἐβλέπαμε καὶ εἰς ποίαν κατάσταση εὑρισκόμεθα τότε. Ὅθεν μᾶς ἦλθεν εἰς τὸ νοῦ νὰ τοὺς μιμηθοῦμε καὶ νὰ γίνουμε εὐτυχέστεροι. Καὶ ἔτσι ἔγινε καὶ ἐπροόδευσεν ἡ Ἑταιρεία.

Ὅταν ἀποφασίσαμε νὰ κάμωμε τὴν Ἐπανάσταση, δὲν ἐσυλλογισθήκαμε οὔτε πόσοι εἴμεθα, οὔτε πὼς δὲν ἔχομε ἄρματα, οὔτε ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἐβαστοῦσαν τὰ κάστρα καὶ τὰς πόλεις, οὔτε κανένας φρόνιμος μᾶς εἶπε «ποῦ πᾶτε ἐδῶ νὰ πολεμήσετε μὲ σιταροκάραβα βατσέλα», ἀλλὰ ὡς μία βροχὴ ἔπεσε εἰς ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας μας, καὶ ὅλοι, καὶ ὁ κλῆρος μας καὶ οἱ προεστοὶ καὶ οἱ καπεταναῖοι καὶ οἱ πεπαιδευμένοι καὶ οἱ ἔμποροι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ὅλοι ἐσυμφωνήσαμε εἰς αὐτὸ τὸ σκοπὸ καὶ ἐκάμαμε τὴν Ἐπανάσταση.»

.

🤞 Εγγραφείτε στην λίστα φίλων !

Διακριτική ενημέρωση για σημαντικά άρθρα της Ιστοσελίδας μας

fb-share-icon
Insta
Tiktok