ΟΥΚΡΑΝΙΚΟ, ΜΕΣΙΤΕΙΑ ΤΡΑΜΠ, ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ «ΝΕΚΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗ»

Η Ρωσία απάντησε αρνητικά στην πρόσφατη πρόταση των ΗΠΑ για εκεχειρία 30 ημερών στον πόλεμο με την Ουκρανία, εξηγώντας ότι μια τέτοια προσωρινή παύση των εχθροπραξιών θα προσέφερε αποκλειρικά και μόνο μιαν «ανάσα», μια στιγμιαία τονωτική επιχειρησιακή ανάπαυλα στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις, όπως ανέφεραν σε δημοσιεύματά τους διεθνή ειδησεογραφικά μέσα, σαν  το BBC και τους New York Times.

Ο Γιούρι Ουσάκοφ, σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής του προέδρου Πούτιν και πρώην πρέσβης της Ρωσίας στις ΗΠΑ,  εδήλωσε απερίφραστα ότι : «…η Μόσχα επιδιώκει μια μακροπρόθεσμη ειρηνευτική συμφωνία, η οποία θα λαμβάνει υπόψη τις ρωσικές ανησυχίες και τα ρωσικά συμφέροντα». Κατ΄αυτόν, «… μάλλον η πρότασησχεδιάστηκε για αυτόν ακριβώς τον σκοπό», προκειμένου δηλαδή να πάρουν ανάσα οι Ουκρανοί στο μέτωπο και να ανασυνταχθούν, καθώς πιέζονται στρατιωτικά και στην ανατολική Ουκρανία, αλλά και στο μέτωπο του Κουρσκ.

Και η κλεψύδρα της Ιστορίας αδειάζει ……

Το Βερολίνειο Συνέδριο του 1878- όπου οι απαράμιλλοι θριάμβοι της Ρωσίας στο πεδίο της μάχης ανατράπηκαν σε μια διπλωματική ενέδρα που ενορχηστρώθηκε από την (τότε Μεγάλη) Βρετανία, την Αυστρο-Ουγγαρία και τον ψυχρό υπολογισμό του καγκελαρίου Μπίσμαρκ-επαναλαμβάνεται σήμερα, καθώς ο πρόεδρος Τραμπ υποδύεται  τον λογικά συγκρατημένο, «τίμιο και ειλικρινή μεσίτη», εξασφαλίζοντας ότι η μοίρα της αποδιοργανωμένης Ουκρανίας δεν καθορίζεται αποκλειστικά από τον πόλεμο, αλλά από τον παραφυσικό και ανορθολογικό «νεκροπολιτικό» υπολογισμό της αυτοκρατορίας, όπου η επιβίωση διαμοιράζεται λογιστικά, η εθνική κυριαρχία αποτελεί ψευδαίσθηση και η ισχύς ανήκει μόνο σε εκείνους που αποφασίζουν ποιος πρέπει να χαθεί και ποιος επιτρέπεται να απομείνει. Θυμίζεται εδώ πως «Νεκροπολιτική» είναι μια κοινωνικοπολιτική θεωρία του Αφρικανού (Καμερουνέζου) ιστορικού και πολιτικού επιστήμονα Ασίλ Μπέμπε για τη χρήση της κοινωνικής και πολιτικής εξουσίας, ώστε αυτή να υπαγορεύσει ότι μερικοί άνθρωποι μπορούν να ζήσουν και πώς κάποιοι πρέπει να πεθάνουν.

Πριν από ενάμισυ αιώνα, το αίμα χύθηκε στην Ανατολή σαν μια παραφουσκωμένη παλίρροια που δεν ήξερε πώς να υποχωρήσει. Ο Ρωσσο-Τουρκικός πόλεμος (Русско-турецкая война), του1877-78, είχε φτάσει στο αποκορύφωμά του και ο ρωσικός στρατός, χαλυβδωμένος μετά από πολυάριθμες βίαιες μάχες στα Βαλκάνια, βρισκόταν σε εντυπωσιακά μικρή απόσταση από την Κωνσταντινούπολη – το «Τσάργκραντ» των ονείρων του. Οι οθωμανικές δυνάμεις υπέστησαν μια τεράστια καταστροφική ήττα στο Πλέβεν (την Πλέβνα) στη Βουλγαρία, όπου οι ευρωπαϊκοί τομείς της έπεσαν γρήγορα στα χέρια των σλάβων ανταρτών και έγιναν κτήμα των ασταμάτητων ρωσικών ξιφολογχών. Απέμεναν μόνο δύο ημέρες πορείας πριν τα ρωσικά στρατεύματα σηκώσουν τις νικηφόρες σημαίες τους δίπλα στο «Χρυσό κέρας» (τον Κεράτιο Κόλπο), το στρατηγικό φυσικό λιμάνι της Κωνσταντινούπολης, που εδώ και αιώνες είχε προστατεύσει τις ναυτικές άμυνες της πόλης. Όμως, όπως υπαγορεύει η Ιστορία, η πορεία του ξίφους σταμάτησε από τις ραδιουργίες και τις ραδιουργίες της διπλωματίας. Η ρωσική νίκη ήταν πολύ κοντά, αλλά, όπως μας υπενθυμίζει ο σπουδαίος Γερμανός πολιτικός θεωρητικός Καρλ Σμιτ (1888-1985), «η διπλωματία δεν είναι ποτέ ουδέτερη».

Στο δοκίμιό του – διάλεξη «Η Εποχή των Ουδετεροποιήσεων και των Αποπολιτικοποιήσεων», που γράφτηκε το 1929 (το οποίο ο ίδιος πρόσθεσε στην έκδοση του 1932 της περιβόητης «Έννοιας του Πολιτικού») κατηγορούσε τον φιλελευθερισμό με σφοδρότητα. Τον κατηγορούσε γιατί προσποιούταν  ότι όλα τα πρόσωπα και όλες οι προοπτικές είχαν δήθεν «δικαίωμα» ισοδύναμης παρουσίας, οπότε  οι συγκρούσεις αντιλήψεων και οραμάτων, των ατόμων και των συλλογικοτήτων μπορούσαν και έπρεπε να εξελιχθούν μέσα από ειρηνικές αντιπαραθέσεις ελεγχόμενες από κανόνες,  νομοθετικές αξιολογήσεις και δικαστήρια !

Ο Σμιτ διαμαρτυρήθηκε ιδιαίτερα για τον τρόπο με τον οποίον οι σχηματισμοί που ονομάζουμε ΜΜΕ, τα μέσα διαμόρφωσης του «κοινωνικού συρμού»,  δημοσίευαν ασταμάτητα, σε μυριάδες παραλλαγές και προωθούσαν αυτό το κάλπικο όραμα, αποπολιτικοποιώντας αποτελεσματικά την πολιτική. Υποστήριξε πως η πολιτική δεν θα μπορούσε ποτέ να αντικατασταθεί από την φιλελεύθερη διαδικασία αντι-φυσικής και αντι-ιστορικής τεχνητής κοινωνικής συνύπαρξης, ατόμων, κοινωνικών ομάδων και εθνών. Η πραγματική πολιτική ήταν κατά βάση  ένα μέσο για να συντρίβει κάποιο πρόσωπο ή κάποια ομάδα τους εχθρούς της ή να συντρίβεται από αυτούς.

Ο Ισπανός διπλωματης και συγγραφέας Ντον Χουάν Ντονόζο Κορτές (1809-1853),  μαρκήσιος ντε Βαλντεγκάμας, είναι ένα από αυτά τα σπάνια πρόσωπα που οι ακαδημαϊκοί δυσκολεύονται να εντάξουν σε οποιαδήποτε συμβατική κατηγορία. Μια εξέχουσα ισπανική προσωπικότητα – πολιτικός, δημοσιογράφος, φιλόσοφος, και θεολόγος – ο Ντονόζο αναδείχθηκε στην Ευρώπη ως ένας από τους πιο οξυδερκείς, αν και ιδιότυπους, ακριβολόγους διαγνωστικούς μελετητές της εποχής μετά τη Γαλλική Επανάσταση. Η ευμετάβλητην και πολυκύμαντη ζωή και σκέψη του Ντονόζο Κορτές εισήλθε έντονα  στον ρευστό και εντυπωσιακό καλειδοσκοπικό κόσμο της Ευρώπης του δέκατου ένατου αιώνα, της οποίας οι πολιτικές και ιδεολογικές δολοπλοκίες, οι «ίντριγκες», διαμόρφωσαν τις διπλωματικές και θρησκευτικές φιλοδοξίες του ίδιου του Ντονόζο. Ήταν πολυμαθής, ιδιαίτερα παρατηρητικός, ερευνητικός και προφητικός στην πρόβλεψη μιας συγχώνευσης του πανσλαβικού εθνικισμού με τον σοσιαλισμό, (την οποία εξαπέλυσαν οι Μπολσεβίκοι).

Ο Σμιτ δανείζεται από τον Ντονόζο Κορτές την επιφυλακτικότητά του για τον ρόλο της Ρωσίας και των σλάβικων λαών. Ο Κορτές υπήρξε ο πρώτος, ο οποίος ήδη από το 1848, εισήγαγε τη Ρωσία και το σλαβικό στοιχείο ως καθοριστικά για τις μελλοντικές εξελίξεις στον επόμενο αιώνα. Στην εναρκτήρια πρόταση της «Εποχής των Ουδετεροποιήσεων και των Αποπολιτικοποιήσεων» αναφέρει σαφώς ότι : «…εμείς στην Κεντρική Ευρώπη ζούμε υπό το βλέμμα των Ρώσων. Για έναν αιώνα η ψυχοεξεταστική ματιά τους έχει δει μέσα από τα μεγάλα λόγια και τους θεσμούς μας. Η ζωτικότητά τους είναι αρκετά ισχυρή, ώστε να αδράξουν τη γνώση και την τεχνολογία μας ως δικά τους όπλα. Η ικανότητά τους και το ταλέντο τους στον ορθολογισμό και στο αντίθετό του, καθώς και οι δυνατότητές τους για καλό και κακό στην ορθοδοξία, είναι συντριπτικές. Έχουν συνειδητοποιήσει την ένωση του Σοσιαλισμού και του Σλαβισμού…»

«…Αυτή είναι η κατάστασή μας. Δεν μπορούμε πλέον να πούμε τίποτα που να αξίζει για τον πολιτισμό και την ιστορία, χωρίς πρώτα να γνωρίζουμε τη δική μας πολιτιστική και ιστορική κατάσταση. ….. Η διπλωματία είναι πόλεμος με άλλα μέσα, ένα πεδίο όπου νικητές είναι συχνά εκείνοι που δεν αγωνίζονται

Η Βρετανία, θορυβημένη από την προοπτική της ρωσικής κυριαρχίας στα Βαλκάνια και ενός πιθανού ρωσικού στόλου στη Μεσόγειο, κινήθηκε γρήγορα. Ο βρετανικός στόλος της Μεσογείου εισήλθε στα Δαρδανέλια, σηματοδοτώντας ότι οποιαδήποτε περαιτέρω ρωσική προέλαση θα αντιμετώπιζε πόλεμο. Η Ρωσία, στρατιωτικά εξουθενωμένη μετά από χρόνια βίαιων συγκρούσεων και βαριές απώλειες, βρέθηκε ανίκανη να ρισκάρει άλλη μια σύγκρουση. Η Αυστροουγγαρία, φοβούμενη την αυξανόμενη ρωσική επιρροή στα Βαλκάνια, απείλησε επίσης με στρατιωτική επέμβαση. Η Γερμανία, από την οποίαν η Ρωσία περίμενε να υποστηρίξει τη θέση της, αντ’ αυτού έπαιξε το ψυχρό παιχνίδι ισορροπίας του Μπίσμαρκ, συμπαραστεκόμενη στη Βρετανία και στην Αυστρία, για να διασφαλίσει ότι καμία μεμονωμένη δύναμη δεν θα κυριαρχήσει στην Ευρώπη. Η Ρωσία διπλωματικά απομονωμένη και χωρίς συμμάχους για να την υποστηρίξουν, δεν είχε άλλη επιλογή από το να υποταχθεί στο «Συνέδριο του Βερολίνου» του 1878, όπου οι νίκες της αξιοποιήθηκαν σαν …. λάφυρα σε μια παρασκηνιακή συμφωνία.

Το «Συνέδριο του Βερολίνου» υπήρξε ένα εξαιρετικά σπουδαίο διεθνές πολιτικό συνέδριο, ένα «συνεδριο κορυφής», που συνήλθε στο Βερολίνο και ήταν διάρκειας ενός μηνός (13 Ιουνίου – 13 Ιουλίου 1878). Το συνέδριο αυτό συγκλήθηκε υπό την προεδρία του καγκελάριου Βίσμαρκ και τη συμμετοχή πληρεξούσιων της Αγγλίας, Αυστροουγγαρίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Οθωμανικής και Ρωσικής Αυτοκρατορίας και τεσσάρων βαλκανικών κρατών (Σερβία, Μαυροβούνιο, Ελλάδα και Ρουμανία), με στόχο τον καθορισμό των συνόρων των κρατών της Βαλκανικής Χερσονήσου μετά το Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1877-78.

Στο Συνέδριο του Βερολίνου αναπτύχθηκε έντονα πολύπλευρη διπλωματική δραστηριότητα, κύριος στόχος της οποίας ήταν η ανατροπή της «Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου», που είχε συνομολογηθεί μόλις τρεις μήνες πριν (3 Μαρτίου 1878) μεταξύ της Ρωσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι αποφάσεις που έλαβε το συνέδριο σε σειρά πρωτοκόλλων διατυπώθηκαν στη συνέχεια στη «Συνθήκη του Βερολίνου» (1878) που συνομολογήθηκε και υπεγράφη την ημέρα της λήξης του.

Η «Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου της Κωνσταντινουπόλεως» ήταν μια διμερής συνθήκη που συνομολογήθηκε μεταξύ της Ρωσικής αυτοκρατορίας και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, στο νοτιοδυτικό προάστιο της Κωνσταντινουπόλεως Άγιος Στέφανος (Γεσίλκιοϊ), εξ ου και το όνομά της, θέτοντας τέρμα στον Ρωσο-Τουρκικό πόλεμο, η ένοπλη φάση του οποίου είχε λήξει με τη Συνθήκη της Αδριανουπόλεως (συνθήκη ανακωχής).

Με τη συνθήκη αυτή ανατρέπονταν οριστικά οι συνέπειες της συνθήκης των Παρισίων (1856), με την οποία τερματίστηκε ο Κριμαϊκός Πόλεμος Η συνθήκη αυτή υπεγράφη μεταξύ Ρωσίας, Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας, Πεδεμοντίου και Οθωμανικής αυτοκρατορίας, σε μια προσπάθεια επίλυσης του «Ανατολικού Ζητήματος» κατά τα ρωσικά συμφέροντα εκείνης της εποχής. Ειδικότερα:

  1. Ανακηρύχθηκε η Βουλγαρία σε μεγάλη αυτόνομη Ηγεμονία συνολικής έκτασης 163.000 τετρ χλμ. περιλαμβάνοντας την περιοχή από τον Δούναβη μέχρι το Αιγαίο, κατά Β.-Ν, και από Μαύρη θάλασσα μέχρι τον Δρίνο ποταμό, κατά Α.-Δ., δηλαδή, εκτός από τη σημερινή Βουλγαρία, τμήμα της Ανατολικής Θράκης, την περιοχή της Ξάνθης, τη μετέπειτα Ελληνική Μακεδονία), πλην Θεσσαλονίκης, Χαλκιδικής, Πιερίας, Ημαθίας, Γρεβενών και Κοζάνης, ολόκληρη τη σημερινή Βόρεια Μακεδονία, τις λίμνες Πρέσπες και Αχρίδα, μέχρι και εδάφη της σημερινής Αλβανίας (όπως η Κορυτσά).
  2. Η Ρουμανία, η Σερβία και το Μαυροβούνιο μετά την απαλλαγή τους από την οθωμανική επικυριαρχία καθίσταντο ανεξάρτητα Κράτη με δικαίωμα διεύρυνσης συνόρων με προσάρτηση γειτονικών περιοχών. Συγκεκριμένα η Ρουμανία προσαρτούσε την παρευξίνειο Δοβρουτσά αλλά εκχωρούσε στη Ρωσία τη Βεσσαραβία. Η Σερβία επεκτεινόταν νότια και προσαρτούσε τις πόλεις Νις, Λέσκοβατς και Νόβι Παζάρ. Το Μαυροβούνιο τριπλασίαζε την έκτασή του και αποκτούσε διέξοδο στην Αδριατική θάλασσα.
  3. Η Ερζεγοβίνη και η Βοσνία καθίσταντο επίσης αυτόνομες, αποσπώμενες μεν οριστικά από την Οθωμανική Αυτοκρατορία αλλά υπό την κηδεμονία της Αυστρίας (ως αντάλλαγμα για τη μη συμμετοχή της στον πόλεμο κατά της Ρωσίας).
  4. Για την μεγαλόνησο Κρήτη η συνθήκη αυτή προέβλεπε την εφαρμογή του «Οργανικού Χάρτη» του 1868. Ανάλογη διοργάνωση προβλεπόταν να εισαχθεί και για την Ήπειρο, την Θεσσαλία και λοιπά ελλαδικά διαμερίσματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αφού οριζόταν ειδική επιτροπή που θα μελετούσε τις λεπτομέρειες του Οργανισμού αυτού,  όμως (κατά το κείμενο της συνθήκης) οριζόταν σαφώς : «Προ της εφαρμογής αυτών η Τουρκία θέλει συμβουλευθεί την Ρωσίαν».
  5. Επίσης η Ρωσία εξασφάλιζε την απόδοση σε αυτήν όσων εδαφών έχασε με τον Κριμαϊκό πόλεμο, καθώς επίσης εδάφη στην Καυκασία και την Αρμενία, όπου και επαναπροσαρτούσε μεγάλες εκτάσεις με τις πόλεις Βατούμ, Βαγιαζήτ, Καρς και Αρνταχάν.

Δηλαδή: Η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, η οποία είχε παραχωρήσει στη Βουλγαρία σχεδόν πλήρη ανεξαρτησία και είχε διευρύνει μαζικά τη ρωσική επιρροή, ξαναγράφτηκε υπό την πίεση της Βρετανίας και της Αυστρίας. Η νέα Συνθήκη του Βερολίνου περιόρισε την αυτονομία της Βουλγαρίας, επέστρεψε μεγάλο μέρος της οθωμανικής επικράτειας που είχε απελευθερώσει η Ρωσία και μείωσε την κυριαρχία της Ρωσίας στα Βαλκάνια. Η Βρετανία, μην έχοντας κάνει τίποτα άλλο από το να απειλήσει, απομακρύνθηκε με κέρδος της την Κύπρο, ενώ η Αυστροουγγαρία ανέλαβε τον έλεγχο της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Η Ρωσία, αν και ταπεινωμένη διπλωματικά, αποδέχτηκε αυτή την οπισθοδρόμηση εξ ανάγκης: Ο πόλεμος με τη Βρετανία και την Αυστρία θα ήταν αυτοκτονικός. Νέες επαναστατικές αναταραχές δημιουργήθηκαν στο εσωτερικό και ο Τσάρος υπολόγισε ότι τα ρωσικά συμφέροντα μπορούσαν να προωθηθούν με υπομονή και όχι με άμεση αντιπαράθεση.

Ο Σμίτ πράγματι θα είχε γελάσει με την παιδιάστκη αφέλεια εκείνων που εξακολουθούσαν να πιστεύουν στη δικαιοσύνη ως κάτι άλλο από μια έκφραση δύναμης. Το «Πολιτικό» αφορά στην δυνατότητα και στο συνακόλουθο δικαίωμα να αποφασίζεις,  όσοι δε κάθονταν στο τραπέζι είχαν ήδη αποφασίσει:Η Ρωσία μπορούσε να πολεμήσει, αλλά δεν μπορούσε να κυβερνήσει.

Η διάκριση «φίλου-εχθρού» του Σμιτ αποκαλύπτει ότι ο αληθινός αγώνας για την εξουσία δεν αποφασίζεται στο πεδίο της μάχης αλλά στη συνέχεια, όπου οι νικητές ορίζουν τη νέα πολιτική τάξη, καθορίζοντας ποιος διατηρεί τη νομιμότητά του και ποιος πρέπει να περιοριστεί. Ακόμη και η στρατιωτική επιτυχία μπορεί να είναι μάταιη, εάν ένα έθνος επαναταξινομηθεί στα μάτια των κυρίαρχων δυνάμεων από πιθανό «φίλο» σε περιορισμένο «εχθρό», όπως βίωσε η Ρωσία όταν οι θρίαμβοί της στο πεδίο της μάχης υπονομεύτηκαν από τη διπλωματική φραγή και συγκράτησή της στο Συνέδριο του Βερολίνου, αποδεικνύοντας ότι ο έλεγχος στη λήψη πολιτικών αποφάσεων — και όχι μόνο η στρατιωτική δύναμη — υπαγορεύει τελικά τη μορφή της ιστορίας.

Το ιστορικό παρελθόν παγιώνεται και σκληραίνει, αλλά παραμένει ημιτελές. Και τώρα, 147 χρόνια αργότερα, παίζει ξανά με ένα νέο θίασο αυτοκρατορικών ….. εθσιμένων στοιχηματιών, πορωμένων τζογαδόρων που ρίχνουν τις ζαριές τους. Αυτή τη φορά, ο τότε ρόλος της Γερμανίας ανήκει στις Ηνωμένες Πολιτείες, ένα έθνος που προσποιείται ότι απεχθάνεται την αυτοκρατορία ενώ αυτομαστιγώνεται, προσδεδεμένο από την γένεσή του στον ιστό του αέναου πολέμου, σαν παραπτωματίας ναύτης ποντοπόρου ιστιοφόρου,. Η Βρετανία εξακολουθεί να είναι η πονηρή Αλβιών, η αδίστακτη και «κομψή» ύπουλη Βρετανία, πάντα αυτό το λιγδιάρικο, υποκριτικό και χαμογελαστό τσακάλι, που ψιθυρίζει στα αυτιά των συμμάχων της ενώ παζαρεύει τη μοίρα των άλλων λαών. Ο στρατός της Ουκρανίας —που τώρα σαπίζει, σε τρέχοντα πραγματικό χρόνο, χάνει έδαφος, χάνει άντρες, χάνει ελπίδα— χωλαίνει στα χωράφια των νεκρών και κάθε νέα ήττα υπογραμμίζει το αναπόφευκτο.

Οι δύστυχοι Ουκρανοί, έχουν ήδη συντριβεί στη Σούτζα (που βρίσκεται στηνν ένωση των ποταμών Σούτζα και Ολέσνιγια, 105 χλμ. νοτιοδυτικά του Κουρσκ, του διοικητικού κέντρου της περιφέρειας περιφέρειας Σουτζάνσκι της επαρχίας του Κουρσκ).  «Σούτζα», άλλη μια καταχώρηση στο μεγάλο βιβλίο του αφανισμού. Έτσι τώρα, στο όνομα της τάξης ή της ειρήνης, (ή όποια άλλη λέξη χρησιμοποιήσουν  οι Επικυρίαρχοι και οι τεχνοκράτες βοηθοί τους για να κάνουν τον αφανισμό να ακούγεται πολιτισμένος), η Ρωσία καλείται στο τραπέζι. Όχι για να νικήσει. Ποτέ να μην νικήσει, βεβαίως. Αλλά για να «επιλύσει» πράγματα, πράγμα που στο λεξικό της παγκόσμιας εξουσίας σημαίνει πως θα αραιώσει η ισχύς της και θα καθυστερεί να ολοκληρώσει τους αναπτυξιακούς στόχους της.

Ο Πρόεδρος Τραμπ, έμπειρος showman και παρουσιαστής, βγαίνει στη σκηνή, κρατώντας τη δική του εκδοχή της μάσκας του Μπίσμαρκ, ενός «τίμιου μεσίτη» της τηλεόρασης του ριάλιτι, σαν να επέτρεψε ποτέ ο καπιταλισμός μια ενιαία έντιμη συμφωνία ! Αλλά αυτή είναι επίσης η λογική της κυριαρχίας που περιέγραψε ο Σμιτt – η εξαίρεση, το έκτακτο και το επείγον ορίζουν τον κυρίαρχο, άρα  κυρίαρχος είναι αυτός που αποφασίζει για την κατάσταση του εκτάκτου, της εξαίρεσης του επείγοντος. Οπότε, τώρα ο Τραμπ, παίζοντας τον παράλογο ρόλο του, κατέχει αυτή την εξουσία. Η κατάρρευση του Κιέβου δεν είναι μόνο στρατιωτικό ζήτημα. Είναι μια υπαρξιακή κρίση για τη φιλελεύθερη τάξη πραγμάτων, η οποία ευδοκιμεί μόνο με την παρουσία ενός εξωτερικού εχθρού, που μπορεί να την κρατήσει διαρκώς μισοπεθαμένη στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας των πλουτοκρατών Διεθνών Επικυριάρχων.

Έτσι, ο Τραμπ έστησε το τέλειο θέατρο : Πρώτα, σφίξε τον Ζελένσκι, κάνε τον να γονατίσει, φρόντισε να υπογράψει ένα συμβόλαιο που αφαιρεί από την Ουκρανία οποιουσδήποτε πόρους εξακολουθεί να προσποιείται ότι κατέχει. Αλλά βεβαίως στην «αποκαλυπτική», στην δαιμονική Νεκροπολιτική η συναίνεση δεν είναι πραγματική. Εκεί όπου οι αδύναμοι υπογράφουν συνθήκες όχι με την θέλησή τους αλλά επειδή τα κεφάλια τους είναι ήδη κάτω από το νερό. Οι τελευταίες δύο εβδομάδες ήταν μια μακρά άσκηση για να πνιγεί το Κίεβο πριν του δώσουν ένα καλαμάκι για να αναπνεύσει σαν βομβαρδισμένος αντάρτης Βιετκόνγκ στον πόλεμο με τις ΗΠΑ. Η Μόσχα, παίζοντας το ρόλο της με αξιοθαύμαστη «κλινική»
 αποστασιοποίηση, εκδίδει το ψυχρό τελεσίγραφό της. Η αμερικανική αντιπροσωπεία το μεταδίδει. Το Κίεβο, κυριευμένο και συνθλιβόμενο από την πίεση, συνθηκολογεί ακαριαία. Το σενάριο ξετυλίγεται.

Η λογική της νεκροπολιτικής, όπως τη θεωρεί ο γεννημένος το 1957 Καμερουνέζος Μπέμπε που προανέφερα, αποκαλύπτεται στην αλλόοτη και ιλαροτραγική χορογραφία αυτών των διαπραγματεύσεων. Δεν πρόκειται μόνο για τον πόλεμο, αλλά για τη διαχείριση του ίδιου του θανάτου, τον στρατηγικό έλεγχο του ποιος επιτρέπεται να ζήσει και ποιος αφήνεται να χαθεί. Για την Ουκρανία, η ύπαρξή της εξαρτάται από τη χρησιμότητά της για μεγαλύτερες δυνάμεις. Είναι ένα πιόνι του οποίου η ταλαιπωρία δεν είναι καν τραγωδία αλλά υπολογισμένη αναγκαιότητα. Η υπερπροσφορά και απόσυρση όπλων, η κατανομή των πληροφοριών, η προσφορά κατάπαυσης του πυρός όχι ως σωτηρία αλλά ως τρόπος να παραταθεί μια μετέωρη κατάσταση μεταξύ επιβίωσης και καταστροφής — αυτό είναι η Νεκροπολιτική στην πράξη.

Οι ΗΠΑ δεν χρειάζονται την Ουκρανία για να κερδίσουν ! Χρειάζεται μόνο η Ουκρανία να μην πεθάνει πάρα πολύ γρήγορα. Η πραγματική φρίκη είναι ότι οι υπεύθυνοι λήψεως αποφάσεων έχουν ήδη αποδεχθεί τον τελικό θάνατο της Ουκρανίας. Αυτό που διαπραγματεύεται είναι ο ρυθμός του θανάτου της. Αυτό δεν είναι πόλεμος με την «κλαουζεβιτσιανή» έννοια, δηλαδή αγώνας μεταξύ δύο κυρίαρχων ανατγωνιστών, δύο παραγόντων που συναγωνίζονται για τη νίκη. Είναι πόλεμος με την «σμιτιανή» έννοια, όπου η μία πλευρά είναι αντικείμενο και όχι υποκείμενο, είναι το πεδίο μάχης και όχι μαχητής, περισσότερο σκακιέραπαρά παίκτης. Οι ΗΠΑ δεν χρησιμοποιούν απλώς την Ουκρανία. Κυβερνούν και ρυθμίζουν τις συνθήκες της ζωής της, όπως  και τον αναπόφευκτο θλιβερό αφανισμό της. Η Ουκρανία δεν έμαθε από τα τραύματα και τις φρίκες της. Ούτε ο αταμάνος Μπογκντάν Χμελίντσκυ, ούτε ο γενοκτονικός σοβιετικός λιμός (το φρικτό «χολόντομορ» των 7.000.000 νεκρών), ούτε η σφαγή στο Μπάμπι Γιάρ, ούτε οι αντάρτες του Σιμόν Μπαντέρα… τίποτα και κανείς δεν στάθηκε αρκετό να την περισώσει από την εξουσία του … δίχως ήθος ηθοποιού Ζελένσκυ, που την εξώθησε στην «θηριομαχία» με τον Κόκκινο Στρατό.

Τι προσφέρει ο αποφασισμένος ταχυδακτυλουργός, ο ταλαντούχος θαυματοποιός  πρόεδρος Τραμπ; Μια κατάπαυση του πυρός – ένα λουρί γιά να κρατήσει την θυμωμένη αρκούδα, αν η ίδια δεχθεί το δέσιμό της. Τριάντα ημέρες. Μια παύση, αλλά όχι πραγματικά, επειδή μια παύση έχει σημασία μόνο εάν το υποκείμενο είναι ικανό για ανεξάρτητη κίνηση. Και η Ουκρανία δεν είναι. Ένα σύντομο παράθυρο για ανασυγκρότηση και επανεξοπλισμό όχι επειδή η Αμερική νοιάζεται για τη νίκη της Ουκρανίας (προφανώς και δεν το κάνει), αλλά επειδή χρειάζεται ακόμα την χώρα αυτήν ως χωροχρονική και υλικοτεχνική καθυστέρηση εναντίον της Ρωσίας.

Τα όπλα, τα οποία έχουν παρακρατηθεί, (σαν φαγητό στερημένο από ένα αδέσποτο σκυλί), θα ξαναβρούν τη ροή τους, ένα ελεγχόμενο τέχνασμα που έχει σχεδιαστεί για να κρατήσει το πτώμα σε σπασμούς, για να επεκτείνει τον πόνο αρκετό καιρό ώστε να εξυπηρετήσει τη χρησιμότητά του. Επίσης, θα αποκατασταθούν οι στρατιωτικοπολιτικές πληροφορίες, επειδή ένα στράτευμα τυφλό απέναντι στον εχθρό του είναι ήδη νεκρό. Μετά την Σούτζα, ακόμη και η Αμερική αρχίζει να αναρωτιέται αν αυτό το πείραμα «καταστροφής σε αργή κίνηση» μπορεί να τελειώσει νωρίτερα από το αναμενόμενο. Το υποκείμενο μπορεί να καταλήξει πριν καν γραφτεί η τελική πράξη. Ο εργαστηριακός αρουραίος μπορεί να μην τα καταφέρει μέσα στον λαβύρινθο. Και τότε τι; Τι συμβαίνει όταν δεν απομένει κανένας, δεν υπάρχει πιά κανένας να αγωνιστεί για λογαριασμό της τάχα «βασιζόμενης σε κανόνες διεθνούς τάξεως»;

Και να η σημερινή Ευρώπη των αναγκαστικών εμβολίων, της παράνομης μετανάστευσης, της τριτοκοσμικής εισβολής…. των Στάρμερ, των Μακρόν, των σκανδάλων, των δωροδοκιών… των Φον ντερ Λάϊεν…. η μεγάλη τέως αυτοκρατορία του Πολιτισμού που πεθαίνει. Η άλλοτε κοιτίδα του ανθρωπιισμού και της επιστήμης, η  οποία μεταμφιέζεται ως μια ξεδιάντροπη ναρκοεθισμένη συλλογή από έθνη-κράτη, προσπαθώντας να ανοίξει δρόμο για συμμετοχή της στη συζήτηση. Ο Τραμπ, με τη συνηθισμένη απάθεια και επιτηδευμένη αδιαφορία του, ανασηκώνει τους ώμους και λέει : «βεβαίως, αφήστε τους να έλθουν μέσα». Αλλά η Ρωσία – η παλαιά και έμπειρη επιζώσα της ιστορίας – έχει ξαναπαίξει αυτό το παιχνίδι πριν. Θα απορρίψει την κατάπαυση του πυρός. Πρέπει να την απορρίψει.

Το ξέρει πως αυτή η καλοστημένη φάρσα  δεν διαφέρει καθόλου από τον περιβόητο διακανονισμό των συμφωνιών του Μινσκ, δεν είναι διόλου διαφορετική από κάθε ειρήνη που δεν είναι ειρήνη, εκτός από εναλλακτικό μέσο εξασφάλισης του πολέμου, ώστε να συνεχίζεται υπό διαφορετικές συνθήκες. Η Ρωσία βλέπει την παγίδα και την ξεπερνά. Θα αρνηθεί τη συμφωνία, και ο Τραμπ θα κατεβάσει επιδεικτικά  τα χέρια του και θα πει, «Λοιπόν, εγώ έρριξα την καλύτερη μπαλιά μου ! Τι άλλο να έκανα ;». Μια χειρονομία για τις κάμερες, μια μάταιη υποκριτική κίνηση, έναν αδιάφορο σήκωμα ….των ώμων της ιστορίας. Και στο παρασκήνιο, το φάντασμα του Σμιτ θα μουρμουρίζει θυμόσοφα: «Η πολιτική είναι απόφαση, και εσείς, το μικρό έθνος της Ουκρανίας, δεν έχετε κανένα δικαίωμα να αποφασίσετε».

Ο μεγάλος Γερμανός ιστορικός στοχαστής Όσβαλντ Σπένγκλερ (1880-1936) το προείδε αυτό. Το έγραψε με το «μελάνι των καταραμένων», συνθέτοντας μια προφητεία ντυμένη ως ανάλυση, λέγοντάς μας ότι η ιστορία δεν είναι πρόοδος αλλά παρακμή, μια μεγάλη αποσύνθεση του πολιτισμού που προσποιείται ότι είναι κίνηση.

Ο Δυτικός άνθρωπος, ο Φαουστιανός άνθρωπος, ο κληρονόμος του Απολλώνιου ανθρώπου, χαμένος στις δικές του ψευδαισθήσεις, ταλαιπωρείται ενάντια στη μοίρα, ενώ προσποιείται ότι μπορεί ακόμα να τη σμιλέψει ! Ο κύκλος έκλεισε, η Δύση βρίσκεται στο τελευταίο της στάδιο, εκεί όπου οι πόλεμοι της γίνονται απλώς τελετουργικοί, οι ηγέτες της αρθρωτές, κενές φιγούρες που επαναλαμβάνουν αρχαία λάθη με νέα τεχνολογία. Ο Σπένγκλερ ονόμασε αυτόν τον κύκλο «χειμώνα του πολιτισμού», αυτήν την ιστορική στιγμή που οι αποφάσεις γίνονται αντιδράσεις, όταν οι αυτοκρατορίες τρέφονται με την ίδια τους την  αποσύνθεση.

Οι διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν στη Σαουδική Αραβία είναι άλλο ένα σκηνικό της εξελισσόμενης τραγωδίας, άλλο ένα στήσιμο και ξεσκόνισμα στις ξαπλώστρες καταστρώματος στον Τιτανικό της ευρωπαϊκής αυτοκρατορίας που κινείται καταδικασμένη να ναυαγήσει.

Η μπάλα βρίσκεται τώρα στο γήπεδο της Μόσχας, αλλά το παιχνίδι, υπό γενική και ευρεία έννοια, έχει κριθεί εδώ και πολύ καιρό.

 Philipp Jakob Hanke

tweet

🤞 Εγγραφείτε στην λίστα φίλων !

Διακριτική ενημέρωση για σημαντικά άρθρα της Ιστοσελίδας μας

fb-share-icon
Insta
Tiktok