Δεν είναι η πρώτη φορά που αναφερόμαστε στην παρακμή της μονοπολικής ηγεμονίας των Ηνωμένων Πολιτειών και την εμφάνιση μιας πολυπολικής παγκόσμιας τάξης, ούτε θα είναι η πρώτη χρονιά που οι άνθρωποι ομιλούν και σκέφτονται περί αυτού του γεωπολιτικού ζητήματος. Το 2003, όταν οι ΗΠΑ ξεκίνησαν την κατοχή του Ιράκ, η άρνηση ορισμένων Ευρωπαίων εταίρων της Ουάσιγκτον να υποστηρίξουν αυτή την περιπέτεια οδήγησε σε ριζικά αντίθετες απόψεις. Ενώ οι επικριτές της αμερικανικής πολιτικής μιλούσαν για την δημιουργία νέων δεσμών και την διαφωνία με τις ενέργειες του Λευκού Οίκου, οι απολογητές της παγκόσμιας κυριαρχίας κάτω από την αστερόεσσα υποστήριζαν το αντίθετο. Οι τότε υποστηρικτές του αμερικανικού ιμπεριαλισμού περιέγραφαν την κατοχή του Ιράκ ως άμεση απόδειξη της μονοπολικής ισχύος των ΗΠΑ και την ασυναγώνιστη κυριαρχία τους για το άμεσο μέλλον.
Σήμερα, το μέλλον της μονοπολικής εποχής εξαρτάται από εκείνους που κυβερνούν τις ΗΠΑ και από την επιθυμία τους να διατηρήσουν, να ενισχύσουν και να χρησιμοποιήσουν την μονοπολικότητα για να προωθήσουν όχι μόνο τους αμερικανικούς αλλά και τους στόχους της παγκοσμιοποίησης, ή αν οι ΗΠΑ θα κυβερνηθούν από εκείνους που επιθυμούν να εγκαταλείψουν την εποχή της μονοπολικότητας, είτε καταδικάζοντάς την σε αποσύνθεση ενώ υποχωρούν στο «Φρούριο» Αμερική, είτε ακολουθώντας τον δρόμο της σταδιακής μετατόπισης της εξουσίας προς την πολυπολικότητα.
Παρ’ όλη την συστημική ρητορική περί μονοπολικότητας από την κοινότητα των πολιτικών επιστημών που εξυπηρετούσε και εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ΗΠΑ, το 2003 χρησίμευσε ως σαφές έναυσμα για μια προοδευτική μετάβαση στην πολυπολικότητα. Πρώτα απ’ όλα, από την διαδικασία καταγγελίας της ίδιας της μονοπολικότητας. Μόλις λίγα χρόνια αργότερα, τον Φεβρουάριο του 2007, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν μιλώντας στην Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια (Munich Security Conference), δήλωσε ότι «για τον σύγχρονο κόσμο, το μονοπολικό μοντέλο δεν είναι μόνο απαράδεκτο, αλλά και αδύνατο». Ούτως ήδη από το 2007, είχε βλαστήσει η φύτρα μιας μελλοντικής ανοιχτής αντιπαράθεσης μεταξύ της Ρωσίας, αφενός, και των ΗΠΑ και των δορυφόρων του ΝΑΤΟ, αφετέρου. Τον Αύγουστο του 2008, κατά την διάρκεια της επιχείρησης Νότια Οσετία και Αμπχαζία, η Μόσχα έδειξε ότι δεν επρόκειτο να είναι σε άμυνα όταν άλλα κράτη προσπαθούσαν να αποσταθεροποιήσουν τα σύνορά της και να πυροδοτήσουν συγκρούσεις. Αυτή η χειρονομία και η επακόλουθη δήλωση του Ρώσου προέδρου Ντμίτρι Μεντβέντεφ σχετικά με την ζώνη ειδικών γεωπολιτικών συμφερόντων της Ρωσίας έλαβαν χώρα στο πλαίσιο μιας σειράς «έγχρωμων επαναστάσεων» που οι ΗΠΑ είχαν οργανώσει στον μετασοβιετικό χώρο. Αν και το πραξικόπημα στην Ουκρανία το 2014 κατέδειξε την νίκη του Ατλαντισμού στα ιστορικά ρωσικά εδάφη, η επακόλουθη αντίδραση είχε ως αποτέλεσμα την επιστροφή της Κριμαίας στην Ρωσία.
Ωστόσο, πρέπει να αποδεχθούμε ότι οι ίδιες οι ΗΠΑ ευθύνονται για την απώλεια της δύναμής τους, καθώς έκαναν χρήση της τεράστιας δύναμή τους απερίσκεπτα, παρόλο που εισήλθαν στην τρίτη χιλιετία ως ένα από τα πιο ισχυρά έθνη στην παγκόσμια ιστορία. Στις δυο πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα, οι ΗΠΑ κατέστρεψαν τις πολιτικές τάξεις στο Ιράκ και την Λιβύη, απεργάστηκαν και παρέτειναν τον εμφύλιο πόλεμο στο Αφγανιστάν και τον συμμοριτοπόλεμο στην Συρία και βρέθηκαν στο χείλος του πολέμου με το Ιράν. Κατά την ίδια περίοδο, σύμφωνα με τους δικούς τους υπολογισμούς, οι εμπορικές πολιτικές τους δημιούργησαν έναν πολύ ισχυρό αντίπαλο με την μορφή της Κίνας. Οι πόλεμοι δηλητηρίασαν την Αμερική, από τις πολιτικές της μέχρι την αστυνόμευση και την λαθρομετανάστευση και τον τρόπο με τον οποίο οι κυβερνήσεις της παρακολουθούν τους Αμερικανούς. Και όλα αυτά χωρίς κανείς να έχει λογοδοτήσει για τις αποτυχίες της εποχής.
Ακολούθως συνοψίζουμε τις εξελίξεις των δεκαετιών 2000 και 2010 που οδήγησαν σε τεκτονικές μετατοπίσεις στις παγκόσμιες υποθέσεις:
Πρώτον, η δεκαετία του 2000 είδε την οικονομική άνοδο των χωρών BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική), γεγονός που δημιούργησε μια νέα αντίστιξη στην δύναμη των ΗΠΑ. Αυτό είχε προβλέψει ο Βλαντιμίρ Πούτιν στην ομιλία του το 2007 στην Σύνοδο Κορυφής του Μονάχου για την Ασφάλεια, όπου σημείωσε: «Το ΑΕΠ των χωρών BRIC, Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα, υπερβαίνει το συνδυασμένο ΑΕΠ της ΕΕ. Σύμφωνα με τους ειδικούς, αυτό το χάσμα θα διευρυνθεί στο μέλλον. Δεν υπάρχει λόγος να αμφιβάλλουμε ότι το οικονομικό δυναμικό των νέων κέντρων παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης θα μετατραπεί αναπόφευκτα σε πολιτική επιρροή και θα ενισχύσει την πολυπολικότητα».
Δεύτερον, η είσοδος της Κίνας τόσο σε μια οικονομία βασισμένη στην γνώση όσο και σε μια οικονομία βασισμένη σε δεδομένα κατά την δεκαετία 2010, της επέτρεψε να ανταγωνιστεί κατά μέτωπο στην κούρσα των τεχνολογικών εξοπλισμών για παγκόσμια κυριαρχία. Ενώ οι γεωοικονομικές εντάσεις κλιμακώθηκαν σταδιακά καθ’ όλη την δεκαετία του 2010, η δεσπόζουσα στιγμή συνειδητοποίησης για τις ΗΠΑ ήρθε στις αρχές του 2018 όταν η κινεζική Huawei απέκτησε δεσπόζουσα θέση στην τεχνολογία τηλεπικοινωνιών πέμπτης γενιάς (5G). Αυτό προκάλεσε μια πλήρους κλίμακας επίθεση από την διοίκηση Τραμπ για να υπονομεύσει την τεχνολογική πρόοδο της Κίνας, χρησιμοποιώντας ένα σύνολο μονομερών εργαλείων που δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ προηγουμένως στην εποχή του ΠΟΕ (World Trade Organization).
Τρίτον, οι ΗΠΑ σπατάλησαν μέσω της κακής οικονομικής διαχείρισης τα τεράστια πλεονεκτήματα που απολάμβαναν όταν έφτασαν στην μονοπολική τους θέση, αυτό συνέβη ιδιαίτερα μέσω της ανεπαρκούς αντιμετώπισης της πιστωτικής κρίσης και της αναίτιας χρήσης της στρατιωτικής τους δύναμης σε ατελείωτους πολέμους, ενώ ταυτόχρονα παραμελούσαν την καταρρέουσα οικονομική υποδομή και την εγχώρια συνοχή τους. Αυτό υπονόμευσε την ήπια δύναμή τους και παραβίασε και κατέστρεψε τις αρχές της «διεθνούς τάξης που βασίζεται σε κανόνες». Ήτοι, οι ΗΠΑ υπονόμευσαν την αξιοπιστία της δικής τους έμπνευσης «διεθνούς τάξης», τόσο για τις ίδιες όσο και για τους εταίρους τους.
Τέταρτον, η ανάπτυξη του Παγκόσμιου Νότου, η οποία παρεμπιπτόντως αποτελεί μέρος του ρωσο-κινεζικού γεωπολιτικού σχεδιασμού, ξεκίνησε στην νέα χιλιετία και υλοποιήθηκε με την εμφάνιση ομάδων κρατών όπως οι BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική) και IBSA (Ινδία, Βραζιλία και Νότια Αφρική), οι οποίες επιδιώκουν οικονομική συνεργασία και αναπτύσσουν το εμπόριο μεταξύ τους. Ομάδες κρατών που αντιπροσωπεύουν μια εναλλακτική «μετα-αμερικανική» διεθνή τάξη, καθώς και έναν τρόπο συνεργασίας Ασίας-Αφρικής.
Πέμπτον, η μείωση της εξάρτησης από το δολάριο ΗΠΑ στις παγκόσμιες αγορές που είναι αξιοσημείωτη οφείλεται κυρίως στις φιλοδοξίες της Κίνας ως μεγάλης οικονομικής και χρηματοπιστωτικής δύναμης, της οποίας η ηγεσία βλέπει την τρέχουσα στιγμή στην ιστορία ως μια στιγμή στην οποία οι ΗΠΑ βρίσκονται σε κρίσιμη θέση παρακμής. Δεδομένου αυτού, το Πεκίνο υποθέτει φυσικά ότι οι ημέρες του δολαρίου ΗΠΑ είναι μετρημένες και ότι το γιουάν θα είναι ο φυσικός διάδοχος στην διεθνή χρηματοδότηση και στις εμπορικές συναλλαγές, αν και σίγουρα δεν φαίνεται να βιάζεται να το πράξει.
Συνοψίζοντας: Ο παγκόσμιος μετασχηματισμός γίνεται πιο σαφής. Ο πόλεμος στην Ουκρανία υποδηλώνει ένα πράγμα συγκεκριμένα, ήτοι η παγκόσμια φιλελεύθερη τάξη απειλείται και πολλαπλά κέντρα εξουσίας έχουν δημιουργήσει κυρίαρχες αλληλεξαρτήσεις, με την πολυμέρεια τελικά να οδηγεί στην μετατόπιση της παγκόσμιας εξουσίας προς την πολυπολικότητα.
Σημείωση: Ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ Τραμπ παίρνει στα σοβαρά την πολυπολική ανάπτυξη του κόσμου. Επομένως πρέπει να συμπυκνώσει τον πόλο του (δεν είναι τυχαία η επιθυμία του για προσάρτηση της διώρυγας του Παναμά και της Γροιλανδίας), αποχωρώντας από την Συρία και Ουκρανία και τοποθετώντας μαζί όλα αυτά τα κομμάτια του χάρτη που μπορεί να εξουσιάσει ώστε να είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει τους πολυάριθμους αντιπάλους.