Η κατάρρευση των γραμμών του Συριακού Στρατού τις τελευταίες ημέρες προκάλεσε τεράστια έκπληξη στους παρατηρητές, συμπεριλαμβανομένου και του υπογράφοντος. Λίγοι περίμεναν ότι μια αστραπιαία επίθεση της τρομοκρατικής οργάνωσης Hayat al-Tahir al-Sham (HTS) θα κατελάμβανε το Χαλέπι, την Χάμα και τελικά θα έφτανε στην Δαμασκό, η οποία παρέμεινε αήττητη ακόμη και στις πιο σκοτεινές φάσεις του συριακού συμμοριτοπολέμου.
Εν τω μεταξύ, τα γεγονότα είναι αμείλικτα. Το μέτωπο HTS, το πρώην Μέτωπο Al-Nusra, μπορεί να μην είναι καθαρό ISIS, αλλά φαίνεται ότι έχει εξελιχθεί σε ένα τουρκικό ISIS. Ο διοικητής Abu Mohammed al-Joulani, ο de facto «εμίρης» της εξαιρετικά αδύναμης μετονομασίας, έχει ρίξει όλες τις παραλλαγές της Al Qaeda συν το ISIS στον κάλαθο απορριμμάτων για να ιδρύσει το HTS. Διοικεί έναν αριθμό τζιχαντιστών, κυρίως από την ενδοχώρα, και είναι αγαπημένος της τουρκικής ΜΙΤ. Ergo, πρόκειται για έναν αγαπημένο του Ισραήλ και του ΝΑΤΟ.
Μετά από σχεδόν πέντε χρόνια παγώματος των γραμμών εδαφικού ελέγχου σε ολόκληρη τη χώρα, οι εξελίξεις στην Συρία είναι δραματικές και πρωτοποριακές. Παρ’ όλα αυτά, δεν πρέπει να αποτελούν πλήρη έκπληξη, καθώς όχι μόνο ο Άσαντ δεν κέρδισε ποτέ πραγματικά στον συμμοριτοπόλεμο, αλλά η κυριαρχία του είχε επίσης αποδυναμωθεί εδώ και αρκετό καιρό. Για χρόνια, η συμβατική άποψη για την Συρία είχε οδηγήσει στο πάγωμα της κρίσης, με εχθροπραξίες που ανήκαν στο παρελθόν. Ως αποτέλεσμα, η διεθνής προσοχή μειώθηκε, η διπλωματία που επικεντρώθηκε στην Συρία σχεδόν τελείωσε και οι κυβερνήσεις σταδιακά απέσυραν πόρους από πολιτικές που στόχευαν την Συρία, ενώ οι αραβικές κυβερνήσεις έκαναν το βήμα να επανασυνδεθούν συλλογικά με τον Άσαντ, εξομαλύνοντας αποτελεσματικά το καθεστώς του σε όλη την Μέση Ανατολή. Όλες αυτές οι εξελίξεις υποστηρίχθηκαν από την υπόθεση ότι, αν και οι συνθήκες στην Συρία ήταν κακές, η ίδια η κρίση ήταν παγωμένη και περιορισμένη, και ότι ο ίδιος ο Άσαντ όχι μόνο ενίσχυσε την θέση του, αλλά και την εδραίωσε. Αυτή η υπόθεση τελικά αποδείχθηκε ως άστοχη. Ας δούμε το γιατί.
Η οικονομία της Συρίας είναι κατεστραμμένη εδώ και χρόνια. Όταν συμφωνήθηκε στις αρχές του 2020 κατάπαυση του πυρός από την Τουρκία και την Ρωσία, οι οποίες υποστηρίζουν τις αντίπαλες πλευρές, το δολάριο άξιζε περίπου 1.150 συριακές λίρες. Όταν ξεκίνησε η επίθεση των τζιχαντιστών πριν από μια εβδομάδα, άξιζε 17.500 συριακές λίρες. Η ανθρωπιστική κρίση της Συρίας έχει κλιμακωθεί από τότε που επιτεύχθηκε η συμφωνία το 2020, με τα Ηνωμένα Έθνη αναφέρουν ότι τουλάχιστον το 90% των Σύριων ζουν τώρα κάτω από το όριο της φτώχειας. Αλλά ο Άσαντ δεν είχε κανέναν που να μπορεί να τον σώσει από την εθνική χρεοκοπία. Η οικονομία της Ρωσίας έχει ευθυγραμμιστεί με τον πόλεμο στην Ουκρανία και η οικονομία του Ιράν είναι σε κακή κατάσταση. Όταν οι Σύριοι συνειδητοποίησαν ότι δεν υπήρχε φως στο τέλος του τούνελ, άρχισαν να βγαίνουν ξανά στους δρόμους και να απαιτούν την ανατροπή του Άσαντ.
Δεν έπρεπε απαραίτητα να είναι έτσι. Εάν ο Άσαντ είχε στραφεί εποικοδομητικά προς τις περιφερειακές αραβικές κυβερνήσεις που είχαν εξομαλύνει τις σχέσεις τους με την Συρία το 2023 και εάν είχε αποκαταστήσει τις σχέσεις με την Τουρκία νωρίτερα αυτό το έτος, η Συρία θα ήταν σε σημαντικά διαφορετική θέση σήμερα.
Εν τω μεταξύ, ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία και οι περιφερειακές εχθροπραξίες που έχει εξαπολύσει το Ισραήλ εναντίον του Ιράν και του δικτύου πληρεξουσίων του από τον Οκτώβριο του 2023 έχουν εκτρέψει την προσοχή της Ρωσίας και του Ιράν από την συγκόλληση των παραγόντων ασφαλείας της Συρίας. Τόσο η Ρωσία όσο και το Ιράν, καθώς και η Χεζμπολάχ με έδρα τον Λίβανο, ήταν απασχολημένοι στην δική τους πρώτη γραμμή πυρός όταν ξεκίνησε η επίθεση της HTS. Ούτως, υπήρχαν λίγα που μπορούσε να κάνει ο καθένας από τους υποστηρικτές της Συρίας για να κρατήσει τις δυνάμεις του συριακού καθεστώτος ενωμένες ενώ βρίσκονταν σε αταξία. Κανείς όμως δεν δικαιολογείτο να εκπλαγεί από την ίδια την επίθεση, καθώς τα σχέδια των τζιχαντιστών Hayat Tahrir al-Sham είχαν τεθεί σε εφαρμογή από τα μέσα Οκτωβρίου. Την τελευταία φορά, το 2015, που ο Άσαντ αντιμετώπισε αρκετές συντονισμένες προκλήσεις για τον εδαφικό έλεγχο της χώρας του και το καθεστώς του ωθήθηκε στα όριά του, παρενέβη στρατιωτικά η Ρωσία για να τον σώσει. Σήμερα δεν υπήρξε τέτοιος σωτήρας.
Προκύπτουν βέβαια πιεστικά ερωτήματα και παρατηρήσεις:
Πρώτον, η επίθεση από την HTS και διάφορες ομάδες τζιχαντιστών ήταν καλά οργανωμένη και σαφώς σχεδιασμένη για μεγάλο χρονικό διάστημα, δύο χρόνια σύμφωνα με εκθέσεις αναλυτών, η αφετηρία του σχεδιασμού «συμπτωματικά» συμπίπτει με την στρατιωτική επιχείρηση της Ρωσίας στην Ουκρανία στις αρχές του 2022. Το παραδέχτηκαν οι ίδιοι οι τζιχαντιστές μετά την κατάληψη του Χαλεπίου και εξήγησαν σε συνέντευξή τους πόσο καιρό είχαν σχεδιάσει κάθε λεπτομέρεια της επίθεσης εναντίον του καθεστώτος Άσαντ. Προφανώς έχουμε να κάνουμε με μια μεγάλη αποτυχία των υπηρεσιών πληροφοριών από την πλευρά της Ρωσίας, της Συρίας και του Ιράν. Ωστόσο, πρέπει να ειπωθεί ότι αρκετές αναφορές μυστικών υπηρεσιών υπήρξαν ήδη από τον Οκτώβριο ότι η HTS και οι χορηγοί τους σχεδίαζαν μια επίθεση αυτού του είδους.
Δεύτερον, ο ηγέτης του HTS Al-Joulani αν και είναι προφανώς ένας ισλαμιστής τρομοκράτης, είναι ένας έξυπνος και με επιρροή ηγέτης που όχι μόνο έχει εδραιώσει την εξουσία του, αλλά έχει επίσης οικοδομήσει τα τελευταία χρόνια πολλαπλές συμμαχίες. Υπό την ηγεσία του η HTS προσπάθησε να απομακρυνθεί από το κίνημα της «τζιχάντ» και να αναπτύξει μια νέα, ευρύτερη μορφή «εθνικισμού» που επιδιώκει να επιτύχει με «καρότο» αυτό που δεν μπορεί να επιτευχθεί με «μαστίγιο». Δηλαδή έχουμε να κάνουμε με μια ενηλικίωση της HTS υπό την ηγεσία του Al-Joulani.
Τρίτον, είναι σαφές ότι ο Joulani έχει την υποστήριξη ισχυρών ομάδων συμφερόντων για να ανατρέψει ουσιαστικά τον Άσαντ και να γίνει ο νέος «εμίρης» της Συρίας, αλλά ταυτόχρονα είναι ένας που μπορεί να είναι αποδεκτός και μπορεί να επανασυσκευαστεί για την δυτική κοινή γνώμη ως «καλός» τζιχαντιστής. Αυτό σημαίνει ότι η εικόνα του έπρεπε να υποστεί μια σημαντική ανανέωση, κάτι που συμβαίνει ήδη στα συστημικά μέσα ενημέρωσης. Οι αναφορές ότι ξαφνικά δείχνει μια πιο ήπια πλευρά, φλερτάροντας με Χριστιανούς, Αλαουίτες και άλλες μειονότητες της Συρίας (φήμες λένε ότι έχει διορίσει έναν χριστιανό επίσκοπο ως κυβερνήτη του Χαλεπίου), είναι αληθινές σε κάποιο βαθμό, αλλά είναι προφανώς ένα τέχνασμα για να κερδίσει ευρύτερη διεθνή υποστήριξη και να παρουσιάσει τον εαυτό του ως νόμιμο ηγέτη, ενώ κρύβει το ριζοσπαστικό σαλαφιστικό παρελθόν του κάτω από το χαλί.
Τέταρτον, είναι ενδιαφέρον ότι οι ιδεολογικές δυνάμεις που ηγήθηκαν της επίθεσης έχουν αλλάξει την τακτική τους. Σε αντίθεση με την εκτεταμένη βαρβαρότητα και την συστηματική χρήση μαχαιριών και σφαγών που χαρακτήρισαν τις ενέργειές τους τα τελευταία χρόνια, αυτές οι ομάδες χρησιμοποιούν τώρα τις διαπραγματεύσεις για να επιτύχουν γρήγορες και στρατηγικές επιτυχίες. Η εστίασή τους είναι στον έλεγχο της επικράτειας, επιτρέποντας στον συριακό στρατό να αποσυρθεί χωρίς παρατεταμένες μάχες, μια ρεαλιστική προσέγγιση που τους επιτρέπει να επεκτείνουν την επιρροή τους με ελάχιστη αντίσταση. Αυτή η αλλαγή έχει αναδιαμορφώσει γρήγορα τον χάρτη ελέγχου και εγείρει πιεστικά ερωτήματα σχετικά με το μέλλον της Συρίας και του Λεβάντε. Πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί η διαίρεση της Συρίας και ποιος θα είναι ο ρόλος των διαφόρων παραγόντων, συμπεριλαμβανομένου του Ισραήλ, στην διαμόρφωση αυτής της νέας γεωπολιτικής πραγματικότητας;
Πέμπτον, η επίθεση στην Συρία είναι μέρος μιας πολύπλοκης δικτυωμένης επιχείρησης, με το χάος ως το προτιμώμενο εργαλείο, με στόχο να φέρει τα πάνω κάτω στην Δυτική Ασία και κυριολεκτικά να της βάλει φωτιά. Η τακτική του «βαθέος κράτους» των ΗΠΑ είναι να αποσπάσει την προσοχή της Ρωσίας εστιάζοντας στην Συρία, παρασύροντας την Μόσχα να μειώσει την πίεση στην Ουκρανία, λίγο πριν από την υπογραφή της πολύ σοβαρής Συνολικής Στρατηγικής Εταιρικής Σχέσης μεταξύ Ρωσίας και Ιράν. Αλλά υπάρχουν περίπλοκοι παράγοντες για τις ΗΠΑ. Η Σαουδική Αραβία, η οποία ήταν ένθερμος υποστηρικτής των τζιχαντιστών στην αρχή του πολέμου κατά της Συρίας, άλλαξε την πολιτική της μετά την παρέμβαση της Ρωσίας το 2015. Και τώρα το Ριάντ ως εταίρος των BRICS παραμένει αναποφάσιστο στην κρίση. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι τελευταίας στιγμής η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα υποστήριζαν τον Άσαντ στον αγώνα κατά των τρομοκρατών του μετώπου HTS. Ιδιαίτερα η Αίγυπτος βλέπει με ιδιαίτερη ανησυχία μια επικράτηση των σαλαφιστών στην Συρία, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος το σαλαφιστικό κίνημα να επεκταθεί στην χώρα, όπως είχε γίνει στο πρόσφατο παρελθόν με την σουνιτική Μουσουλμανική Αδελφότητα και τον Μοχάμεντ Μόρσι που είχε εκλεγεί πρόεδρος της Αιγύπτου το 2012 και ανετράπη έναν χρόνο αργότερα.
Έκτον, η Συρία είναι απολύτως ζωτικής σημασίας για την συνολική στρατηγική της Ρωσίας για την Δυτική Ασία-Αφρική. Η Δαμασκός είναι μια σημαντική ρωσική σύνδεση με την Αφρική όπου η Μόσχα χρησιμοποιεί de facto όλη την παγκόσμια δύναμή της. Θα διορθώσει η Ρωσία την ανικανότητα που επέδειξε η Δαμασκός και ο Συριακός Στρατός ώστε να μπορέσει να διατηρήσει την πρόσβασή της στην Ανατολική Μεσόγειο (λιμένας Ταρτούς, βάση Χμεϊμίμ), τον Λίβανο, το Ιράκ και πέραν αυτών. Θα μπορέσει η Ρωσία να διατηρήσει μια σχετική επιρροή στην Συρία;
Έβδομον, η Τουρκία και το Ισραήλ έχουν ένα κοινό συμφέρον, ήτοι να διαμελίσουν την Συρία. Δεν θέλουν η Συρία να αποκτήσει πολιτικό βάρος στην περιοχή, καθώς έτσι αποδυναμώνεται η επιρροή τόσο του Ισραήλ όσο και της Τουρκίας στην Μέση Ανατολή. Όποιος προετοίμασε την επιχείρηση της HTS στην Συρία, είτε η Τουρκία ενήργησε μόνη της είτε συμμετείχαν οι ΗΠΑ και το Ισραήλ, αυτή η πλευρά κατάφερε να κάνει έναν επιχειρησιακό, ακόμη και στρατηγικό αιφνιδιασμό. Οι Τούρκοι είναι ανεξάρτητοι στις πράξεις τους, δεν είναι σοβαρό να τους θεωρούμε όπλο κάποιου άλλου. Επιπλέον, γνωρίζουν καλά ότι τα συμφέροντά τους να μαχαιρώσουν πισώπλατα τον αραβικό κόσμο συμπίπτουν με τα σχέδια του Ισραήλ και των ΗΠΑ. Είναι πιθανό να έχουν ήδη λάβει την έγκριση της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ για την προμήθεια της Τουρκίας με αεροσκάφη F-35 που έχουν ήδη αγοραστεί και τις απαραίτητες οικονομικές ενέσεις. Δεν υπάρχει λόγος να αμφιβάλλουμε για την απιστία του Ερντογάν. Η συνεργασία της Τουρκίας και του Αζερμπαϊτζάν με το Ισραήλ ήταν σαφώς αισθητή κατά την διάρκεια του πολέμου του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Υπό τις παρούσες συνθήκες, το Ισραήλ βρήκε για άλλη μια φορά κοινό έδαφος με την Τουρκία για να ανοίξει ενιαίο μέτωπο κατά των εχθρών του. Ωστόσο, δεν πρέπει κανείς απαραίτητα να πιστεύει ότι η Τουρκία είναι σύμμαχος του Ισραήλ. Όμως ο Ερντογάν έχει πραγματοποιήσει έναν επιτυχημένο ελιγμό που θα του αποφέρει γεωπολιτικά κέρδη στην Μέση Ανατολή και Ανατολική Μεσόγειο.
Όγδοον, η εμπειρία των τελευταίων ετών δείχνει ότι η Ρωσία και η Τουρκία (κυρίως η συλλογική Δύση) έφθασαν επανειλημμένα στο κατώφλι της σύγκρουσης στην Συρία με την βοήθεια διαφόρων χειρισμών, προκλήσεων και επιδείνωσης της κατάστασης. Και τώρα η Ουάσιγκτον τρίβει τα χέρια της για μια πιθανή αντιπαράθεση μεταξύ της επίσημης Άγκυρας και της Μόσχας. Για παράδειγμα, το Associated Press ανέφερε ότι «η επιδείνωση της κατάστασης στην Συρία και η επίθεση τρομοκρατικών ομάδων φέρεται να προκάλεσαν σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας, επειδή οι δύο χώρες είχαν αντίθετα συμφέροντα στην περιοχή». Για την Ρωσία, είναι καλύτερο να έρθει σε συμφωνία με την Τουρκία παρά να πολεμήσει εναντίον της Hayat Tahrir al-Sham, η οποία είναι ένα όπλο πολέμου δια αντιπροσώπων όχι μόνο για την επίσημη Άγκυρα, αλλά και για το Ισραήλ, το ΝΑΤΟ και το «βαθύ κράτος» της Ουάσιγκτον. Σημειώνουμε ότι η Hayat Tahrir al-Sham αναγνωρίστηκε ως τρομοκρατική οργάνωση με απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Ρωσικής Ομοσπονδίας στις 4 Ιουνίου 2020, οι δραστηριότητες της οποίας απαγορεύονται στο έδαφος της Ρωσίας.
Ένατον, πώς θα αντιδράσουν οι Κούρδοι της Συρίας (κυρίως) και άλλες εθνοτικές και θρησκευτικές ομάδες (Αρμένιοι, Ασσύριοι, Αραμαίοι, Ορθόδοξοι), καθώς απειλούνται με τον αφανισμό της χιλιετούς τους ιστορίας στην περιοχή από τους ισλαμιστές τρομοκράτες;
Η Συρία γίνεται ουσιαστικά ένα διεθνές πεδίο μάχης με τις ΗΠΑ, την Τουρκία, την Ρωσία, το Ιράν και άλλους περιφερειακούς παίκτες. Πρόκειται για έναν γρίφο και είναι πολύ νωρίς να τολμήσουμε μια πρόβλεψη για το πως θα εξελιχθεί περαιτέρω η κατάσταση και ποιοι παγκόσμιοι και περιφερειακοί παίκτες θα επικρατήσουν τελικά.