Η τριήμερη μάχη του Πολυάραβου, που έγινε στις 26-28 Αυγούστου 1826, ήταν σύγκρουση από την πλευρά των Μανιατών μόνο εξακοσίων περίπου ανδρών, επικουρούμενων από διακόσιες γυναίκες. Αυτοί ήταν ασύντακτοι, χωρίς αρχηγό, με ποικίλο οπλισμό, μόνο δε κατά την τρίτη ημέρα ενισχύθηκαν από χίλιους άνδρες που ήρθαν από τη Δυτική Μάνη. Η μάχη τούτη ήταν μία από τις σημαντικότερες μάχες που έδωσαν οι Έλληνες κατά την Εθνεγερσία, εναντίον του Ιμπραήμ Πασά. Έληξε με αποφασιστική νίκη των συμπατριωτών μας, που ματαίωσε τα σχέδια του Αιγυπτίου πρίγκιπα για εισβολή στη χερσόνησο της Μάνης.
Οι ελάχιστοι αυτοί αποφασισμένοι γενναίοι Μανιάτες αντιτάχθηκαν σε τακτικό στρατό επτά χιλιάδων ανδρών, οργανωμένων άριστα, με ιππικό, πυροβολικό, μηχανικό και με αρχηγό του έναν από τους καλύτερους στρατηγούς της εποχής εκείνης, περιστοιχιζόμενο μάλιστα από επιτελείο από αξιωματικούς του Μεγάλου Ναπολέοντα Το χωριό αυτό όπου διεξήχθη η σφοδρή μάχη ονομαζόταν «Πολυτσάραβος» που σημαίνει τόπο με πολλά «τσάρα», είδος δηλαδή αφάνας. Μετά δε την πανωλεθρία των Αράβων του Ιμπραήμ επονομάστηκε «Πολυάραβος».
Το 1825, ο διάδοχος της Αιγύπτου Ιμπραήμ Πασάς έφτασε στην Πελοπόννησο, απεσταλμένος από τον Σουλτάνο για να καταπνίξει την Ελληνική Επανάσταση. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε να γίνει κύριος της στρατιωτικής κατάστασης στην Ελλάδα. Μετά την άλωση της «Ιεράς Πόλεως» του Μεσολογγίου, του ισχυρότερου ελληνικού προπυργίου της Στερεάς Ελλάδος, (11 Απριλίου του 1826) και παρά τις αποτυχίες του στη Στερεά, κυριαρχεί στην Πελοπόννησο, εφαρμόζοντας κτηνώδη βία κατά του αμάχου πληθυσμού Στις 21-25 Ιουνίου, επιχείρησε εκστρατεία κατά της Μάνης. Ηττάται, όμως, στη διπλή μάχη Βέργας – Διρού και επέστρεψε στην Τριπολιτσά για να λάβει ενισχύσεις. Στη συνέχεια, διενήργησε εκστρατείες στην Κορινθία και στην Κυνουρία. Το αποτέλεσμα είναι παντού το ίδιο : Παρά τη σθεναρή αντίσταση των Ελλήνων, τα αιγυπτιακά στρατεύματα κυριαρχούν και καταστρέφουν τον τόπο, εξοντώνοντας ανθρώπους και κτήνη και ρημάζοντας τα δέντρα και τα γεννήματα. Μόνη εξαίρεση η απόκρουση της αιγυπτιακής επίθεσης στη Λακωνία.
Στις 29 Μαΐου του 1826, ο Ιμπραήμ, προφασιζόμενος την μη τήρηση της συμφωνίας με τον μπέη της Μάνης Γεωργάκη Μαυρομιχάλη, τον απειλεί πως, αν αυτός και οι υπόλοιποι άρχοντες της περιοχής δεν δηλώσουν υποταγή, «….θα καταστρέψει τη Μάνη».
Ο Μαυρομιχάλης, απέρριψε τις προτάσεις του [«Ἀπό ἡμᾶς τούς ὀλίγους Ἕλληνας τῆς Μάνης καί λοιπούς Ἕλληνας εὑρισκομένους εἰς αὐτήν· Πρός τόν Ἰμβραήμ πασάν τῆς Αἰγύπτου. Ἐλάβαμεν τό γράμμα σου, εἰς τό ὁποῖον εἴδαμεν νά μᾶς φοβερίζης ὅτι, ἄν δέν σοῦ προσφέρωμεν τήν ὑποταγήν μας, θέλεις ἐξολοθρεύσει τούς Μανιάτας καί τήν Μάνην· δια τοῦτο καί ἡμεῖς σέ περιμένομεν μέ ὅσες δυνάμεις θελήσης. Οἱ κάτοικοι τῆς Μάνης γράφομεν καί σέ περιμένομεν.»]
Έτσι, ο Αιγύπτιος αποφασίζει να εκστρατεύσει κατά της ανυπότακτης χερσονήσου. Κατά τα μέσα του Αυγούστου του 1826, ο στρατός του συγκεντρώθηκε στα περάσματα που οδηγούσαν από την επαρχία του Μυστρά προς την ανατολική Μάνη. Τις κινήσεις του, όμως, είχαν πληροφορηθεί οι κάτοικοι της περιοχής, και ο Πετρόμπεης μαζί με άλλους οπλαρχηγούς εξέδωσαν προκηρύξεις, προκειμένου να τονώσουν το ηθικό των Ελλήνων. Στο μεταξύ, στις 21 Αυγούστου, ο Ιμπραήμ, άρχισε την ανάβαση του Ταϋγέτου, σε αρκετά σημεία του οποίου θα συναντήσει πεισματική αντίσταση από τους αρειμάνιους κατοίκους. Τελικά, συγκέντρωσε τον στρατό του στον Πασαβά, και από εκεί θα ετοιμαστεί να προελαύσει προς το Πολυάραβο.
Στο Πολυάραβο, απ’ όπου επρόκειτο να περάσει ο αιγυπτιακός στρατός, βρίσκονταν δύο χιλιάδες Μανιάτες πολεμιστές, υπό τους Γεώργιο και Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, Ηλία Τσαλαφατίνο, Ηλία Κατσάκο, Νικόλαο και Γεώργιο Γιατράκο και άλλους. Όταν άρχισαν να έρχονται τα στρατεύματα του Ιμπραήμ από τη Δεσφίνα, ξεκίνησε η σφοδρή μάχη. Ο αιγυπτιακός στρατός εξαπέλυσε επίθεση, αλλά εξ αιτίας της πολεμικής πείρας των Μανιατών και των εξαιρετικών οχυρών θέσεων που αυτοί είχαν προετοιμάσει και κατείχαν, αναγκάστηκε να υποχωρήσει.
Οι επιθέσεις συνεχίστηκαν ολόκληρη την ημέρα, όμως τελικά οι Μανιάτες κατάφεραν να τις αποκρούσουν όλες. Ο στρατός του Ιμπραήμ τράπηκε σε άτακτη φυγή, που δεν κατάφεραν να ανακόψουν ούτε οι καλά εκπαιδευμένοι από τους Γάλλους Αιγύπτιοι αξιωματικοί, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 1500 νεκρούς και αρκετούς τραυματίες. Οι απώλειες των Μανιατών ήταν πραγματικά αμελητέες : 9 νεκροί και ελάχιστοι τραυματίες.
Μετά την ήττα του, ο Ιμπραήμ, φοβούμενος πως αν συνέχιζε την εκστρατεία του στη Μάνη ο στρατός του θα καταστρεφόταν οριστικά, επέστρεψε στην Τριπολιτσά. Με την αποφασιστική ηρωική αντίστασή τους, οι Μανιάτες είχαν απωθήσει τους Αιγυπτίους, διασώζοντας και το ηθικό των υπόλοιπων αγωνιζόμενων Ελλήνων.
Όπως καταγράφει η ιστορική γραφίδα:
«Τήν δέ 28ην Αυγούστου 1826 έφθασαν οι εχθροί εις Πολυάραβον. Τριακόσιοι ήσαν κατ’ αρχάς οι υπερασπισταί του, αλλ’ ήλθαν μετά ταύτα εις αντίληψιν αυτών ο Τσαλαφατίνος καί ο Γιατράκος καί μετ’ ολίγον καί ο Γεωργάκης Μαυρομιχάλης καί ο Ηλίας Κατσάκος, καί έγειναν όλοι δισχίλιοι. Μάχης δέ κρατεράς γενομένης, έτρεψαν οι ολίγοι τούς πολυαρίθμους εχθρούς κακώς έχοντας. Διακόσια εχθρικά πτώματα έμειναν επί τού πεδίου τής μάχης, καί επτά εζωγρήθησαν. Εφονεύθησαν δέ καί εννέα Έλληνες, καί άλλοι τόσοι επληγώθησαν.
Αξιοσημείωτον τό εξής γυναικείον αρίστευμα. Η Ελένη Αναειπόνυμφη, βαστώσα τά δύο ανήλικα τέκνα της καί καταδιωκομένη υπό τινος Αιγυπτίου, έφευγε πρός τό όρος τού Πολυαράβου. Επί τής φυγής ελύθη η μακρά ζώνη της. Ο Αιγύπτιος έδραξε τήν συρομένην άκραν καί επροσπάθει νά κρατήση τοιουτοτρόπως τήν φεύγουσαν, αλλ’ αύτη αφήσασα κατά γής τά τέκνα, έδραξε τήν άλλην άκραν, όπου ευρίσκετο δεδεμένος ο θησαυρός της, δέκα δίστηλα. Αισθανθείσα δέ ότι η ζώνη ετεντώθη, απέλυσεν αίφνης τήν άκραν καί πεσόντα ύπτιον τόν Αιγύπτιον ετραυμάτισε διά τής ιδίας αυτού λόγχης, καί έσωσεν εαυτήν, τά τέκνα καί τόν θησαυρόν.»
Ιστορία Ελληνικής Επαναστάσεως Σπυρίδων Τρικούπης Τόμος Δ’
Σαν επιμύθιο αξίζει να παραθέσουμε τη μαρτυρία από δημοτικό τραγούδι της περιοχής :
Γιάννης Τσαλαφατίνος