Ο Ερντογάν προ ολίγων εικοσιτετραώρων χαρακτήρισε για πολλοστή φορά την μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης «τουρκική», σημειώνοντας πομπωδώς ότι η Άγκυρα θα συνεχίσει να την προστατεύει, όπως κάνει και με τους Τουρκοκυπρίους. Ο Τούρκος πρόεδρος ανέφερε τα εξής: «Στις συναντήσεις μας με τις ελληνικές αρχές, τα προβλήματα των “ομοεθνών μας” στην “Δυτική Θράκη” βρίσκονται στην κορυφή της ατζέντας μας και τα θέματα που αφορούν την θρησκεία, την λατρεία και την εκπαίδευση βρίσκονται υπό την συνεχή παρακολούθησή μας. Θα συνεχίσουμε να μεριμνούμε για την “τουρκική μειονότητα” στην Δυτική Θράκη».
Θυμίζουμε ότι η Συνθήκη της Λωζάννης που υπεγράφη το 1923 μεταξύ της Ελλάδας και Τουρκίας προβλέπει ανταλλαγή των πληθυσμών, ανταλλαγή από την οποία εξαιρέθηκαν α) οι Έλληνες κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης και β) οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της Δυτικής Θράκης (Άρθρο1), χωρίς να αναφέρονται οι επί μέρους μειονότητες αυτού του μουσουλμανικού πληθυσμού. Εν απουσία εθνοκεντρικής πολιτικής το άρθρο αυτό παραβιάστηκε από την Ελλάδα επ’ ωφελεία της Άγκυρας, η οποία επιδιώκει ένα είδος νεκρανάστασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με ό, τι αυτό συνεπάγεται για την Θράκη. Τι εννοούμε όμως με τον όρο «παραβιάστηκε» από την Ελλάδα;
Επί κυβερνήσεως Παπάγου, ο διοικητής Θράκης Γ. Φεσσόπουλος εκδίδει στις 28.01.1954 διάταγμα με το οποίο όριζε ότι «κατόπιν διαταγής του κ. Προέδρου της κυβερνήσεως παρακαλούμεν όπως εφεξής εις πάσαν περίπτωσιν γίνεται χρήσις του όρου Τούρκος- τουρκικός, αντί του τοιούτου μουσουλμάνος- μουσουλμανικός. Επί τούτοις δέον να μεριμνήσετε δια την αντικατάστασιν των εν τη περιφέρεια υμών υφισταμένων διαφόρων επιγραφών, όπως Μουσουλμανικόν σχολείον, Μουσουλμανική κοινότης κ.τ.λ. δια της ταύτης Τουρκικόν». Ο Φεσσόπουλος με αυτό το διάταγμα ουσιαστικά φόρεσε «φέσι» στην Ελληνική Θράκη. Η εγκληματική αυτή ενέργεια της κυβερνήσεως Παπάγου συνδυάστηκε με την εξ ίσου εγκληματική απουσία αντίδρασης από την ίδια κυβέρνηση στους διωγμούς και σφαγές του ελληνικού πληθυσμού της Κωνσταντινούπολης τον Σεπτέμβριο του 1955 από τον τουρκικό όχλο και την τουρκική κυβέρνηση. Δυστυχώς η κυβέρνηση Παπάγου δεν αντελήφθη τότε ότι είχε ανάψει την θρυαλλίδα που αργά ή γρήγορα θα δημιουργούσε ένα τεράστιο θέμα στην υπόσταση του ελληνικού κράτους.
Ούτε η κυβέρνηση Παπάγου, αλλά ούτε και οι μαριονέτες της Ουάσιγκτον και του ΝΑΤΟ που κυβερνούν τις τελευταίες δεκαετίες την Ελλάδα αντιλήφθηκαν ή έδωσαν σημασία τι σημαίνουν οι πράξεις τους ή μάλλον η έλλειψη πράξεων τους για την Θράκη, σε αντίθεση με την Τουρκία η οποία ξεδιπλώνει μια πάγια πολιτική για την περιοχή και την ακολουθεί απαρέγκλιτα και κατά γράμμα. Ποια είναι αυτή η πολιτική;
Η τουρκική πολιτική για την ελληνική Θράκη προβλέπει την τουρκοποίηση των Μουσουλμάνων της περιοχής, που αποτελούν οι Τουρκόφωνοι (όχι τουρκογενείς, όπως λέει ο κάθε ηλίθιος ειδήμων, Τούρκοι δεν υπήρξαν ποτέ στην Θράκη, πριν απο την ανταλλαγή των πληθυσμών λεγόντουσαν όλοι τους Osmanlı, δηλαδή Οθωμανοί), οι Πομάκοι και οι Γύφτοι (όχι Ρομά, όπως παπαγαλίζουν οι κουλτουριάρηδες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την Ευρώπη του Ηγεμόνα πέραν του Ατλαντικού, κι’ αυτό γιατί έτσι αποκαλούνται οι ίδιοι, Γύφτοι ή Γιούφτοι). Εξ άλλου τι θα πει τουρκογενής; Δηλαδή τους τουρκοποιούμε από την πίσω πόρτα; Οι όροι Τουρκία και Τούρκοι είναι ευρήματα του Κεμάλ και των Δυτικοευρωπαίων που χρησιμοποιήθηκαν για πολιτικούς λόγους και, βλακωδώς, υιοθετήθηκαν και από την Ελλάδα. Ούτε υπάρχει στην Θράκη μια Μειονότητα, όπως αναφέρεται παντού, από την κυβέρνηση μέχρι του τελευταίου ηλίθιου αναλυτή. Υπάρχουν τρεις μουσουλμανικές μειονότητες, τα μέλη των οποίων είναι Έλληνες πολίτες.
Η πολιτική, οικονομική, πολιτιστική διείσδυση της Τουρκίας στην ελληνική Θράκη συντονίζεται από το τουρκικό προξενείο Κομοτηνής, μια σφηκοφωλιά που απασχολεί εκατοντάδες υπαλλήλους, οι περισσότεροι των οποίων είναι μέλη τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, μην ξεχνάμε και τις στρατιές των τοπικών ρουφιάνων που έχουν στην διάθεσή τους. Το τουρκικό προξενείο Κομοτηνής είναι το σημείο επαφής και ο κεντρικός συντονιστής των δραστηριοτήτων των χοτζάδων και μουφτήδων (που ελέγχουν εκτός από τους τουρκόφωνους και τους περισσότερους Πομάκους και Γύφτους της Θράκης), του εκπαιδευτικού προσωπικού των μειονοτικών σχολείων, διαφόρων άλλων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, μεντρεσέδων κ.λπ., των διαφόρων μουσουλμανικών συλλόγων, των τουρκόφωνων ΜΜΕ, των Δημάρχων και Κοινοταρχών όλων των μουσουλμανικών οικισμών της περιοχής. Σκοπός όλων αυτών είναι η τουρκοποίηση όλων των μουσουλμάνων της περιοχής, δηλαδή των Τουρκόφωνων, των Πομάκων και των Γύφτων, η κατήχηση τους με το δόγμα του Τουρκισμού, η δημιουργία της συνείδησης ότι ανήκουν σε μια τουρκική μειονότητα στην Ελλάδα που καταδιώκεται και υφίσταται διακρίσεις απο το ελληνικό κράτος, τέλος η δημιουργία μιας εχθρότητας απέναντι σε κάθε τι ελληνικό.
Ο στρατηγικός σχεδιασμός και η γενικότερη παρεμβατικότητα της Τουρκίας στην Θράκη, η μεθοδική «εργασία» των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, έχουν ως σκοπό να αλλοιώσουν την πραγματικότητα και να «χτίσουν» με υπομονή όλα εκείνα τα απαραίτητα «δομικά στοιχεία» που μπορούν να στοιχειοθετήσουν σοβαρότατο πρόβλημα για τον αποχαρακτηρισμό της Ελληνικότητας της περιοχής. Τι εννοούμε;
Τα εγκληματικά λάθη κυβερνήσεων, η ανυπαρξία εθνικού στρατηγικού σχεδιασμού, οι εξυπηρετήσεις στα πλαίσια του ΝΑΤΟ και των «καλών» ελληνοτουρκικών σχέσεων, αλλά κυρίως η αδυναμία της Αθήνας να κατανοήσει την ευθύνη της προς την περιφέρεια, οδηγεί σήμερα την Θράκη (και όχι μόνο) στις διαθέσεις εκείνων που σχεδίασαν, οργάνωσαν και εκτέλεσαν ένα μακρόχρονο σχέδιο πολιορκίας και άλωσης ελληνικών περιοχών (Αιγαίο, Κύπρος). Χαρακτηριστικά, μόλις προ ολίγων ωρών κατά την διάρκεια πόντισης ηλεκτρικών καλωδίων διασύνδεσης Ελλάδας-Κύπρου, υπό την απειλή τουρκικών πολεμικών πλοίων η Ελλάδα αποδέχθηκε de facto την δικαιοδοσία της Τουρκίας στην ελληνική υφαλοκρηπίδα νότια της Κάσου, κάτι που επί της ουσίας σημαίνει νομιμοποίηση του Τουρκολιβυκού Μνημονίου.
Το «ψηφιδωτό» είναι πλέον μπροστά μας και καλό θα είναι να το αποκωδικοποιήσουμε και να το δούμε επιτέλους ολόκληρο, όπως έχει έως σήμερα στηθεί από την Άγκυρα. Ο κίνδυνος μεταβολής της Ελληνικής Θράκης σε περιοχή υπό άτυπη Ελληνική συγκυριαρχία έχει μεγιστοποιηθεί σε βαθμό λίαν επικίνδυνο και είμαστε πολύ κοντά στο να ολοκληρωθούν οι προϋποθέσεις εκείνες που θα μας στερήσουν ως χώρα το αναφαίρετο δικαίωμα να ονομάζουμε την Θράκη αμιγώς Ελληνική και περιοχή υπό πλήρη Ελληνική κυριαρχία. Και αυτή η ομιχλώδης κατάσταση έχει δημιουργηθεί λόγω μηδενικής μέριμνας και έλλειψης μακροχρόνιου σχεδιασμού εκ μέρους των Αθηνών.
Στην Θράκη διαμορφώνεται βήμα-βήμα μια απόλυτα διαρθρωμένη τουρκική κοινωνία που υπακούει μόνο στο τουρκικό προξενείο της Κομοτηνής. Έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση, η Θράκη σε λίγο διάστημα θα πληροί όλα εκείνα τα απαραίτητα «δομικά στοιχεία» ενός κράτους. Θα έχει δηλαδή έναν συμπαγή, αδιαίρετο γεωγραφικό χώρο, οργανωμένο σύστημα τουρκικής αυτοδιοίκησης, ένα υποτυπώδες σύστημα τουρκικής οικονομίας και τουρκικό τραπεζικό σύστημα, ένα οργανωμένο σύστημα τουρκικής παιδείας και μια κοινή ιστορική και εθνική συνείδηση των μουσουλμάνων πολιτών. Όλα αυτά συμβαίνουν κάτω από τα μάτια του ελληνικού κράτους ή για την ακρίβεια με την βοήθεια του ελληνικού κράτους. Η κατάσταση έτσι όπως διαμορφώνεται οδηγεί στην αυτονομία. Η χρονική στιγμή της εξαγγελίας εξαρτάται από την Άγκυρα και από τις συγκυρίες τις οποίες ξέρει πολύ καλά να εκμεταλλεύεται, το έχει επανειλημμένα αποδείξει στο παρελθόν.
Μέσα στο αναβράζον σημερινό γεωπολιτικό σκηνικό, με πλήθος ανακατατάξεων και αλλαγές γεωγραφικών δομών κρατών, μία ανακοίνωση των τουρκόφωνων της Θράκης (μέσω της Συμβουλευτικής Επιτροπής της Τουρκικής Μειονότητας της Δυτικής Θράκης, BTTADK, καθαρό όργανο της μυστικής υπηρεσίας ΜΙΤ και ταυτόχρονα παράνομη τουρκόφωνη κυβέρνηση της Ελληνικής Θράκης), δεν θα πέσει ως κεραυνός εν αιθρία, αλλά θα πιέσει αφόρητα την Αθήνα, η οποία θα οδηγηθεί σε συζητήσεις και λύσεις που δεν θα τιμούν την Ελληνική ιστορία. Η Αθήνα θα βρεθεί στην οικτρή θέση να αποδεχθεί για μια ακόμη φορά όσα μας προτείνουν οι νατοϊκοί «σύμμαχοι» και η «φίλη» Τουρκία. 50 χρόνια τουρκικής κατοχής της Κύπρου δεν μας δίδαξαν τίποτε, εξ άλλου μπορεί και η Θράκη να «κείται μακράν»…όπως και η Κάσος…
του Γεωργίου Λιναρδή