Παρά τα εκλογικά κέρδη των ακροδεξιών κομμάτων, μια κεντρώα πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προφανώς θα εκλέξει μιαν Ευρωπαϊκήν Επιτροπή παρομοία με την απερχομένη και θα διατηρήσει μιαν Ευρωπαϊκή Ένωση που είναι σε μεγάλο βαθμό «ευρωκεντρική» (με κομβικό στόχον την φερομένη ως ευρωπαϊκήν ολοκλήρωση) και υποστηρίζει την «πράσινη ατζέντα», δίδουσα προτεραιότητα στις πολιτικές ανταγωνιστικότητος, στρατηγικής αυτονομίας και αμυντικών δυνατοτήτων για την ενίσχυση του ευρωπαϊκού συγκροτήματος στα επόμενα χρόνια.
Το κεντροδεξιόν Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ) της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν έλαβε τις περισσότερες ψήφους στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που διεξήχθησαν στις 6-9 Ιουνίου, κερδίζον 186 έδρες στο νέο υπερεθνικό νομοθετικό σώμα των 720 εδρών. Οι κεντροαριστεροί Σοσιαλιστές και Δημοκράτες (S&D) έλαβαν 135 έδρες και η φιλελευθέρα ομάς Renew Europe (RE) έλαβεν 79, γεγονός που δίδει στα τρία κόμματα που αποτελούν τον τρέχοντα συνασπισμό στο απερχόμενο κοινοβούλιο, συνολικώς 400 έδρες, αρκετές για να σχηματίσουν μια νέα πλειοψηφία (ακόμη και αν, όλα μαζί, απώλεσαν 17 έδρες από τις προηγούμενες εκλογές).
Οι ακροδεξιές κομματικές ομάδες «Ευρωπαίοι Συντηρητικοί και Μεταρρυθμιστές» (ECR) και «Ταυτότητα και Δημοκρατία» (ID) κατέλαβαν αντιστοίχως την τετάρτη και πέμπτη θέση, με 73 και 58 έδρες η καθεμία, αντιστοίχως. Οι Πράσινοι έλαβαν 53 έδρες και η Αριστερά εξησφάλισε 36. Η ομάς των αδεσμεύτων, η οποία περιλαμβάνει εθνικά κόμματα και μεμονωμένους βουλευτές που δεν ανήκουν σε καμίαν επίσημον ομάδα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (συμπεριλαμβανομένου του κόμματος Fidesz του Ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν), εξησφάλισεν συνολικώς 100 έδρες. Η ακροδεξιά «Εθνική Συσπείρωση» της Γαλλίας, το κόμμα της Μαρίν Λεπέν, είναι το μεγαλύτερο σε ευρωκοινοβουλευτική δύναμη κόμμα της Ευρώπης. Ειδικότερον, με βάση τα οριστικά αποτελέσματα των γαλλικών ευρωεκλογών, εκλέγει συνολικώς 30 ευρωβουλευτές, τους περισσοτέρους από οποιοδήποτε άλλο κόμμα
- Επήλθε μια μικροτέρα πλειοψηφία για τον σημερινό συνασπισμό κεντροαριστερών και κεντροδεξιών βουλευτών σε σύγκριση με το 2019, καθώς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο νέο νομοθετικό σώμα διευρύνεται κατά 15 έδρες, πράγμα που σημαίνει ότι το περιθώριόν τους είναι ακόμη μικρότερο.
Τα μετριοπαθή κόμματα πιθανότατα θα επαναλάβουν την συμμαχία τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και θα εκλέξουν μιαν παρομοία Ευρωπαϊκή Επιτροπή, διασφαλίζοντα ένα υψηλόν βαθμόν συνεχείας της πολιτικής στις Βρυξέλλες, παρά το συνολικώς συντηρητικότερο νομοθετικό σώμα και μιαν ενδεχομένως ολιγότερον συνεκτική πλειοψηφία. Το εκλογικόν αποτέλεσμα καταδεικνύει ότι ο συνασπισμός κεντροδεξιών και κεντροαριστερών κομμάτων θα έχει αρκετές έδρες στο νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ώστε να επαναλάβει την συμμαχία του και να διατηρήσει την πλειοψηφία του για τα επόμενα πέντε χρόνια, παρά την αύξηση των ακροδεξιών κομμάτων σε ολόκληρο το ευρωπαϊκό συγκρότημα. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θα χρειασθεί 361 ψήφους ώστε να επιβεβαιωθεί ως πρόεδρος της Επιτροπής για δευτέρα θητεία.
Ωστόσον, δεδομένης της ετερογενείας της συμμαχίας, δεν είναι εγγυημένο πως όλα τα κόμματα εντός του συνασπισμού θα την υποστηρίξουν, πράγμα που σημαίνει ότι πιθανότατα θα χρειασθεί την υποστήριξη βουλευτών από τους Πρασίνους (όπως συνέβη το 2019) ή την υποστήριξη βουλευτών άλλων κομμάτων (πιθανώς της Ιταλίδος πρωθυπουργού Τζόρτζια Μελόνι, από το δεξιόν ECR) ώστε να επανεκλεγεί. Η ακριβής σύνθεση και η πολιτική ατζέντα της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα εξαρτηθούν εν μέρει από το ποία κόμματα θα παράσχουν τελικώς την απαραίτητο υποστήριξη. Είτε έτσι, είτε αλλιώς, το νέο νομοθετικό σώμα και η νέα επιτροπή της ΕΕ, ενώ είναι συνολικώς συντηρητικότερα, θα διατηρήσουν σε μεγάλον βαθμό την παραδοσιακή «κεντρώα» ευθυγράμμισή τους, διασφαλίζοντα υψηλόν βαθμόν συνεχείας της φερ΄ειπείν ευρωπαϊκής πολιτικής.
Όμως, δεδομένης της ιδιαιτερότητας της συνοχής των ψηφοφοριών εντός των ομάδων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο – όπου όλοι οι νομοθέτες δεν ακολουθούν τις οδηγίες ψηφοφορίας της ομάδος τους – μια τέτοια στενή πλειοψηφία θα μεταφρασθεί σε αβεβαιότερα αποτελέσματα σε διάφορες προτάσεις της Επιτροπής. Σε αυτό το πλαίσιον, η προτεινομένη νομοθεσία από τις Βρυξέλλες θα έχει περισσότερες πιθανότητες να τροποποιηθεί στο κοινοβούλιο για να εξασφαλίσει την υποστήριξη των κομμάτων της αντιπολιτεύσεως. Δεδομένης μιας ευρυτέρας μετατοπίσεως από τα αριστερά προς τα δεξιά στην συνολική εκπροσώπηση των κομμάτων στο κοινοβούλιο, καθώς και εντός του ιδίου του μεγάλου συνασπισμού (με το ΕΛΚ να αποκτά πλέον εξέχοντα ρόλο στην πλειοψηφία), οι συντηρητικοί νομοθέτες θα ημπορούσαν να βασίζονται συχνότερον στις ψήφους των δεξιών Ομάδων σε αμφιλεγομένους τομείς όπως η κλιματική αλλαγή, η μετανάστευση και η οικονομία.
■ Η ακροδεξιά ομάς ID, η οποία περιλαμβάνει την γαλλική «Εθνική Συσπείρωση», την ιταλική Λέγκα και το Ολλανδικό «Κόμμα για την Ελευθερία», εκέρδισε 9 περισσότερες έδρες από τις τελευταίες εκλογές του 2019, ενώ το Renew Europe και οι Πράσινοι απώλεσαν 23 και 18 έδρες, αντιστοίχως. Όλες οι άλλες ομάδες επεβεβαίωσαν σε μεγάλον βαθμό τα εκλογικά ποσοστά τους.
■ Οι ηγέτες των κυβερνήσεων της ΕΕ θα εκκινήσουν τις διαπραγματεύσεις για τους κορυφαίους διορισμούς του ευρωπαϊκού συγκροτήματος στους επόμενους μήνες, με τον νέο πρόεδρον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να πρόκειται να εκλεγεί στην δευτέρα σύνοδο ολομέλειας του νέου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τον ερχόμενο Σεπτέμβριο.
Η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιθανότατα θα δώσει προτεραιότητα στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητος, της στρατηγικής αυτονομίας και των αμυντικών δυνατοτήτων του συγκροτήματος. Οι στρατηγικές προτεραιότητες των Βρυξελλών για την επομένη πενταετία πιθανότατα θα είναι σύμφωνες με αυτές που ετόνισε η φον ντερ Λάιεν, όπως και πολλά κράτη μέλη της ΕΕ, στην προεκλογική εκστρατεία ενόψει των εκλογών του Ιουνίου – συγκεκριμένως : ενίσχυση της ανταγωνιστικότητος και της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ενώσεως αυτονομία, καθιέρωση μιας πλέον δυναμικής βιομηχανικής στρατηγικής για το ευρωπαϊκό συγκρότημα, μείωση του ρυθμιστικού και διοικητικού φόρτου για τις επιχειρήσεις της ΕΕ, αύξηση της υποστηρίξεως για επενδύσεις σε στρατηγικούς τομείς και ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων και της βιομηχανικής βάσεως της Ευρώπης.
Η νέα επιτροπή θα παραμείνει επίσης προσηλωμένη στην Πράσινη Συμφωνία και στους φιλοδόξους στόχους της για το κλίμα, αν και η προσοχή θα μετατοπισθεί από την έγκριση των στόχων στην εφαρμογή της νομοθεσίας και στην εξισορρόπηση των προσπαθειών απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές, με ισχυρές ανησυχίες για την οικονομική ανάπτυξη, την ενεργειακήν ασφάλεια και την ανταγωνιστικότητα για την προσαρμογή των συντηρητικών απόψεων στο κοινοβούλιο.
Όσον αφορά στην άμυνα, η Επιτροπή θα προτείνει συγκεκριμένες προτάσεις βιομηχανικής πολιτικής για την επίτευξη των στόχων της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Βιομηχανικής Στρατηγικής που επαρουσιάσθη τον Μάρτιον του 2024, με στόχον την αύξηση των επενδύσεων σε αμυντικές δυνατότητες και την ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας του συγκροτήματος. Αυτό πιθανότατα θα οδηγήσει σε αύξηση των δαπανών της ΕΕ για κοινά αμυντικά έργα και θα ιδούμε τις Βρυξέλλες να διαχειρίζονται συγκεντρωτικώς ορισμένες πτυχές των αμυντικών προμηθειών.
- Μια στενοτέρα πλειοψηφία για τις φιλοπεριβαλλοντικές δυνάμεις στο κοινοβούλιο πιθανότατα θα μεταφρασθεί σε μικρότερα περιθώρια κατά την υποστήριξη περαιτέρω νομοθεσίας για την Πράσινη Συμφωνία, με ορισμένα μέτρα πιθανώς να αποδυναμώνονται, ιδιαιτέρως όταν επηρεάζουν παραδοσιακές βιομηχανίες όπως η γεωργία, η αυτοκινητοβιομηχανία και η μεταποίηση. Έτσι, η «πράσινη ατζέντα» των Βρυξελλών θα επικεντρώνεται ολοέν και περισσότερον στην προσέλκυση περισσοτέρων πρασίνων επενδύσεων και στην στήριξη των προσπαθειών απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές της βιομηχανίας και της πρασίνης παραγωγής με ρυθμιστική και οικονομική υποστήριξη.
Οι Βρυξέλλες θα επιδιώξουν να προωθήσουν δυναμικότερες στρατηγικές βιομηχανικής και οικονομικής ασφαλείας με στόχον την αύξηση της ανταγωνιστικότητος και της αυτονομίας του ευρωπαϊκού συγκροτήματος σε στρατηγικούς τεχνολογικούς τομείς, αλλά οι υποκείμενες διαφωνίες μεταξύ των κρατών μελών σχετικώς με την αποκέντρωση πόρων και εξουσίας θα λειτουργήσουν ως σημαντικοί περιορισμοί. Η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα χαράξει μια στρατηγική για την επιτάχυνση της ενεργειακής και ψηφιακής μεταβάσεως του συγκροτήματος, ενισχύουσα παραλλήλως την παγκόσμιο ανταγωνιστικότητα των βιομηχανιών της ΕΕ. Αυτό πιθανότατα θα περιλαμβάνει την εκταμίευση επιδοτήσεων και άλλων επιχειρηματικών κινήτρων στα κράτη μέλη για την επίτευξη συγκεκριμένων βιομηχανικών στόχων, αλλά και την τόνωση των επενδύσεων της ΕΕ και των ξένων σε στρατηγικούς τομείς. Ωστόσον, οι υποκείμενες διαφωνίες μεταξύ των κρατών μελών σχετικώς με το πόση εθνική εποπτεία των κεφαλαιαγορών πρέπει να ανατεθεί στις Βρυξέλλες στο πλαίσιο της μακροχρονίως καθυστερημένης Ενώσεως Κεφαλαιαγορών της ΕΕ, καθώς και σχετικώς με την φύση και την έκταση της δημοσίας χρηματοδοτήσεως που απαιτείται για να καταλυθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις, θα παραμείνουν ως σημαντικοί περιορισμοί στην δημιουργία μιας συνολικής βιομηχανικής στρατηγικής για το ευρωπαϊκό συγκρότημα.
Εν τω μεταξύ, οι Βρυξέλλες θα επιδιώξουν να εφαρμόσουν στρατηγικήν οικονομικής ασφαλείας με μέτρα για τον έλεγχον των ξένων επενδύσεων και την διασφάλιση της ανθεκτικότητος της εφοδιαστικής αλύσου, ενώ σταδιακώς θα αναπτύξουν εργαλεία στοχεύοντα στον περιορισμόν της μεταφοράς τεχνολογίας σε αντίπαλες χώρες (όπως η Κίνα και η Ρωσία), όπως μηχανισμούς ελέγχου εξερχομένων επενδύσεων και ελέγχου εξαγωγών. Όμως, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιθανότατα θα αποκτήσει έναν ολοέν και κεντρικότερον ρόλο στην αξιολόγηση των κινδύνων και στην πρόταση περιορισμών στις επενδύσεις (σε τομείς που θεωρούνται στρατηγικής σημασίας), τα κράτη μέλη της ΕΕ θα διατηρήσουν την εξουσία τους να περιορίζουν τελικώς τις εξαγωγές ή τις επενδύσεις. Σε αυτό το πλαίσιον, οι μηχανισμοί ελέγχου εξερχομένων επενδύσεων και οι έλεγχοι των εξαγωγών για κρίσιμες τεχνολογίες είναι απίθανο να υλοποιηθούν επί μερικά έτη και τα κράτη μέλη θα παραμείνουν εξόχως προσεκτικά στην εφαρμογήν τέτοιων μέτρων υπό τον φόβον της υπερβολικής διαταράξεως των εμπορικών και οικονομικών τους σχέσεων με την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνα.
■ Η προτεινομένη Ένωση Κεφαλαιαγορών της ΕΕ (CMU – Capital Markets Union) θα συμβάλει στην παροχήν μεγαλυτέρας, ευκολοτέρας και φθηνοτέρας επιλογής χρηματοδοτήσεως για την παραγωγή στρατηγικών προϊόντων και τεχνολογιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επομένως, οι Βρυξέλλες, καθώς και βασικά κράτη μέλη όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία, πιστεύουν ότι η επιτάχυνση της προόδου προς την δημιουργία της CMU θα είναι καθοριστική για την απεμπλοκή των οικονομικών πόρων που απαιτούνται για την προώθηση ορισμένων από τους στρατηγικούς στόχους του συγκροτήματος, όπως η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση ή επανεξοπλισμός. Ωστόσον, οι διαφωνίες μεταξύ των χωρών της ΕΕ, ιδιαιτέρως μεταξύ μικροτέρων και μεγαλυτέρων κρατών μελών, σχετικώς με το πόσον ευρέως πρέπει να ανατεθεί η εθνική εποπτεία των κεφαλαιαγορών στο πλαίσιον μιας CMU, παρημπόδισαν την πρόοδον προς την ολοκλήρωση της πρωτοβουλίας που εκαθυστέρησεν επί πολύ.
■ Επίσης τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας και της Γερμανίας, διαφωνούν σχετικώς με το πόση δημοσία χρηματοδότηση (και με ποίαν μορφή) θα παρέχεται σε τομείς όπως η άμυνα, η παραγωγή πρασίνης τεχνολογίας και οι αναδυόμενες τεχνολογίες, με το Βερολίνο να αντεπιτίθεται στις εκκλήσεις του Παρισιού για πρόσθετον κοινό χρέος της ΕΕ, με σκοπόν την χρηματοδότηση στρατηγικών έργων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
■ Η απροθυμία των εθνικών κυβερνήσεων να αφήσουν τις Βρυξέλλες να αξιολογούν τις απειλές ασφαλείας σχετικώς με τις εξαγωγές και τις επενδυτικές αποφάσεις των εταιρειών τους, καθώς και οι διαφορετικές απόψεις εντός του συγκροτήματος σχετικώς με τις σχέσεις με την Κίνα, θα περιορίσουν επίσης την ικανότητα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να εφαρμόζει μεγάλους και αποτελεσματικούς ελέγχους εξαγωγών και επενδυτικούς περιορισμούς .
Όσον αφορά στην εξωτερικήν πολιτικήν, η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα επιδιώξει να διατηρήσει θετικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες (ακόμα και αν ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επανεκλεγεί τον Νοέμβριο), θα επιδιώξει μια σταδιακή προσέγγιση με το Ηνωμένο Βασίλειο υπό μια πιθανή κυβέρνηση των Εργατικών και επίσης θα εφαρμόσει μιαν ισορροπημένη -πολιτική κινδύνου έναντι της Κίνας. Οι Βρυξέλλες θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν τους ισχυρούς διατλαντικούς δεσμούς και την ηυξημένη συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε τομείς όπως η κλιματική αλλαγή, η ασφάλεια, το εμπόριον και η τεχνολογία, αν και η πιθανή επανεκλογή του Τραμπ περιπλέξει το δρώμενο και θα επιταχύνει τις προσπάθειες της ΕΕ να επιδιώξει μεγαλυτέρα αυτάρκεια και διαφοροποίηση σε άμυνα και εμπόριο.
Εν τω μεταξύ, οι Βρυξέλλες θα συνεχίσουν να προωθούν θετικές σχέσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο μετά το Brexit, κάτι που θα διευκόλυνε μιαν πιθανή κυβέρνηση των Εργατικών η οποία θα αναλάβει στο Λονδίνο μετά τις γενικές εκλογές της 4ης Ιουλίου. Εν τω μεταξύ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα διατηρήσει μια γενικώς ισορροπημένη προσέγγιση στην στρατηγική της για την απομάκρυνση των κινδύνων από την Κίνα, υποστηρίζουσα την συνεργασία σε παγκόσμιες προκλήσεις όπως η κλιματική αλλαγή και η υγεία, αντιμετωπίζουσα παραλλήλως τις ανησυχίες για τις εμπορικές πρακτικές της Κίνας και το ιστορικόν των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις επιπτώσεις της ασφαλείας του συγκροτήματος από πιθανές οικονομικές εξαρτήσεις από την πανίσχυρο ασιατική χώρα. Ωστόσον, μια ολοέν και πλέον προστατευτική οικονομική πολιτική της ΕΕ θα οδηγήσει πιθανότατα σε πολιτικές στοχεύουσες άμεσα στον κινεζικό ανταγωνισμό (όπως εισαγωγικοί δασμοί «αντιντάμπινγκ» ή κατά των επιδοτήσεων σε αγαθά όπως ηλεκτρικά οχήματα ή ανεμογεννήτριες), συνεπώς δε και σε επακόλουθα κινεζικά αντίποινα, επάγουσα μιαν προοδευτικήν επιδείνωση των διμερών σχέσεων και μιαν αύξηση των εμπορικών φραγμών.
Όμως, οι Βρυξέλλες θα απέχουν από την επιβολήν εκτεταμένων ελέγχων στις εξαγωγές και στους επενδυτικούς περιορισμούς στο Πεκίνο, πράγμα που σημαίνει ότι ένας πλήρης εμπορικός πόλεμος παραμένει κάπως απίθανος. Τέλος, το νέον Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν σθεναρώς την κυριαρχία και την εδαφικήν ακεραιότητα της Ουκρανίας και θα διατηρήσουν σταθεράν στάση ενάντια στη ρωσική επιθετικότητα, με συνεχιζομένη οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη Κιέβου και κυρώσεις κατά της Μόσχας. Ωστόσον η υποστήριξη για την διεύρυνση της ΕΕ προς τα Δυτικά Βαλκάνια, την Ουκρανία και την Μολδαβία, πιθανότατα θα επιβραδυνθεί υπό ένα συνολικώς συντηρητικότερον Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και κανένα νέο πλήρες μέλος δεν θα γίνει δεκτόν στο ευρωπαϊκό συγκρότημα μέχρι το τέλος της νέας κοινοβουλευτικής περιόδου το 2029.
Αθανάσιος Κωνσταντίνου