Η ρωσική κυβέρνηση θα απαντήσει στην πολύνεκρο τρομοκρατική επίθεση που διεξήχθη κατά Ρώσων πολιτών σε δημαρχιακή αίθουσα συναυλιών εγγύς της Μόσχας, με συγκεκριμένες αλλά περιορισμένες ενέργειες, που ασφαλώς δεν θα εξαλείψουν ολοσχερώς τον κίνδυνο μελλοντικών τρομοκρατικών επιθέσεων στην αχανή χώρα, ενώ το Κρεμλίνο θα χρησιμοποιήσει την σφαγή των αθώων αμάχων για να διατηρήσει (και ενδεχομένως να αυξήσει) τις πιθανές επιλογές της Ρωσίας στην διεξαγωγή του πολέμου της Ουκρανίας. Ώρες αφ΄ότου ένοπλοι με στολές παραλλαγής επετέθησαν στο Δημαρχείο του Κρόκου, στο Κρασνογκόρσκ κοντά στην Μόσχα, μέσα σε συναυλιακό χώρο, φονεύοντες περισσοτέρους από 100 ανθρώπους, το «Ισλαμικό Κράτος του Χορασάν» (ISKP), μία ισλαμιστική οργάνωση που εδρεύει στο Αφγανιστάν, ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση.
Ωστόσον, την περασμένη εβδομάδα, πολλοί υψηλόβαθμοι Ρώσοι αξιωματούχοι – συμπεριλαμβανομένου και του Προέδρου Βλαντιμήρ Πούτιν – ισχυρίσθησαν ότι η Ουκρανία εμπλέκεται στην θανατηφόρο τρομοκρατικήν επίθεση, υποβαθμίζοντες ταυτοχρόνως την απειλή του ISKP ως αυτοβούλου και ανεξαρτήτου δράστη. Στις 25 Μαρτίου, ο Πρόεδρς Πούτιν είπεν ότι η επίθεση «πολύ λογικά ταίριαζε στις εκστρατείες εκφοβισμού που πραγματοποιεί το Κίεβο» και επίσης ότι η Ρωσία ενδιαφέρεται να εύρει ποίος έδωσε την εντολή για την διεξαγωγή της επιθέσεως, σημειώνων ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «προσεπάθησαν να πείσουν τους πάντες πως υποτίθεται ότι δεν υπάρχει ίχνος του Κιέβου» στο περιστατικό. Την επομένη ημέρα, ο διευθυντής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ρωσίας (FSB), Αλεξάντερ Βασίλιεβιτς Μπόρτνικωφ, είπεν ότι ενώ η επίθεση διεξήχθη από ριζοσπάστες ισλαμιστές, οι ουκρανικές ειδικές υπηρεσίες «διευκόλυναν» ή «συνέβαλαν» στην επίθεση. Ισχυρίσθη επίσης ότι οι δράστες διέφυγαν προς την Ουκρανία, όπου το Κίεβο φέρεται πως ήταν έτοιμο να τους υποδεχθεί «ως ήρωες».
Στις 27 Μαρτίου, το ρωσικό κρατικό μέσον ενημερώσεως RIA Novosti, επικαλούμενο πηγή από τις υπηρεσίες ασφαλείας της Ρωσίας, παρεδέχθη πως τα άτομα που διέπραξαν την τρομοκρατική επίθεση εστρατολογήθησαν μέσω του διαύλου Telegram του ISKP με ακροατήριον τους Τατζίκους. Όμως την ιδία ημέρα, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Σεργέγιεβιτς Πεσκόφ ετόνισεν ότι δεν έχει εκφρασθεί επίσημη ρωσική εκδοχή περί της επιθέσεως και εκάλεσεν όλους να περιμένουν να καταλήξουν στην ακριβή εκτίμησή τους για το συμβάν οι ρωσικές υπηρεσίες ασφαλείας. Συνολικώς, η συνεχιζομένη χρήση ασαφούς και γενικής γλώσσας από την Ρωσία σχετικώς με την εμπλοκήν της Ουκρανίας, που «διηυκόλυνε» την επίθεση, σε αντίθεση με την συμμετοχή σε αυτήν (καθώς υπήρξεν αποτυχία της ρωσικής κυβερνήσεως να υποστηρίξει αυτήν την κατηγορία με στοιχεία πέραν από τους ισχυρισμούς ότι οι τρομοκράτες διέφυγαν προς τη Λευκορωσία και την Ουκρανία) επιβεβαιώνουν πως η Μόσχα δεν διαθέτει καμίαν ακλόνητη και αδιάψευστη σοβαρή πληροφορία που δείχνει ξεκάθαρα ανάμειξη του Κιέβου.
- Σαφή δεδομένα είναι τα ακόλουθα: Στις 22 Μαρτίου, ένοπλοι επιτιθέμενοι ήνοιξαν πυρ και επυροδότησαν εκρηκτικά, μέσα στην αίθουσα συναυλιών του δημαρχείου του Κρόκου (που ευρίσκεται περίπου 20 χιλιόμετρα από το κέντρον της πόλεως της Μόσχας), καθώς υπήρχεν εν εξελίξει συναυλία μέσα στον χώρο. Τα ξημερώματα της 23ης Μαρτίου, το ISKP ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση στο κανάλι του Telegram. Ο αριθμός των νεκρών υπερέβη τους 140, σηματοδοτών το πλέον θανατηφόρο τρομοκρατικό περιστατικό που έχει ιδεί η Ρωσία τα τελευταία 20 χρόνια και το πλέον θανατηφόρο που έχει υποστηρίξει η τζιχαντιστική οργάνωση Ισλαμικό Κράτος του Χορασάν στην Ευρώπη. Οι ρωσικές αρχές συνέλαβαν τους τέσσερις υπόπτους δράστες, οι οποίοι έχουν αναγνωριστεί από τα ρωσικά μέσα ενημερώσεως ως πολίτες του Τατζικιστάν, καθώς και πολλούς άλλους υπόπτους με την υποψίαν ότι εβοήθησαν τους δράστες με διαφόρους τρόπους.
- Στις 26 Μαρτίου, ο πρώην διευθυντής της FSB και νυν γραμματεύς του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας, Νικολάι Πλατόνοβτς Πατρούσεφ, είπεν ότι υπάρχουν «πολλές» ενδείξεις για εμπλοκή της Ουκρανίας στην επίθεση, καθώς και ότι λεπτομερέστερες πληροφορίες σχετικώς με αυτό θα δημοσιοποιηθούν αργότερον.
- Επίσης στις 26 Μαρτίου, ο Πρόεδρος Πούτιν συνηντήθη με ανωτάτους αξιωματούχους ασφαλείας για να συζητήσουν την έρευνα για την επίθεση. Ώρες μετά την συνάντηση, το πρακτορείον ειδήσεων Bloomberg News (επικαλούμενο πηγή που ισχυρίσθη ότι εγνώριζε για την συνάντηση), ανέφερεν ότι οι συμμετέχοντες συνεφώνησαν πως δήθεν δεν υπήρχε σύνδεση με το Κίεβο, αλλά παρέμειναν αποφασισμένοι να χρησιμοποιήσουν την τραγωδία ως μέσον περαιτέρω συσπειρώσεως των Ρώσων στον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία. Η εκπρόσωπος του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών Μαρία Βλαντιμήροβνα Ζαχάροβα απήντησε τάχιστα στην αναφορά του Bloomberg χαρακτηρίζουσα αυτήν ως «μητέρα όλων των πλαστών ειδήσεων».
- Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η Ρωσία παρηκολούθει στενώς την απειλή του ISKP στο Αφγανιστάν πολύ πριν από την πρόσφατο επίθεση στη Μόσχα. Τον παρελθόντα Οκτώβριον, κατά τη διάρκεια συναντήσεως των αρχηγών των υπηρεσιών ασφαλείας των Εθνών της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών (CIS), ο επικεφαλής της FSB, Μπόρτνικοφ, προειδοποίησεν ότι αυτή η ισλαμιστική ομάς επεκτείνει τις δυνατότητές της σε σημείον που θα ημπορούσε τελικώς να πραγματοποιήσει τρομοκρατικές επιθέσεις και εκτός Αφγανιστάν.Μάλιστα ο Μπόρτνικοφ προσέθεσεν ότι το ISKP είχε περίπου 6.500 μαχητές. Τον Νοέμβριον του 2023, η «Υπηρεσία Πληροφοριών Αμύνης» των ΗΠΑ, (Defense Intelligence Agency / DIA), υπελόγισεν ότι το ISKP είχε μόνον 2.000 ενεργούς μαχητές.
Προφανώς η Μόσχα θα συνεχίσει να συνδέει την τρομοκρατικήν επίθεση με το Κίεβο και τους Δυτικούς εταίρους του για να ενισχύσει τους ρωσικούς γεωστρατηγικούς στόχους στην Ουκρανία. Για την Ρωσία, η άμεση αναγνώριση της απειλής του ISKP θα τροφοδοτούσε τις προσδοκίες του κοινού για μια περισσότερον δραστική αντιτρομοκρατική απάντηση. Αυτή ευλόγως θα ηδύνατο να εκτρέψει σημαντικόν αριθμόν ανθρωπίνων και υλικών πόρων μακριά από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Αυτό είναι κάτι το οποίον η Ρωσία δεν ημπορεί να αντέξει οικονομικώς, καθώς το Κρεμλίνο πιστεύει ότι η σύγκρουση στην Ουκρανία θα καθορίσει την Ρωσία επί πολλές ακόλουθες γενεές, ενώ η απειλή που παριστούν οι τρομοκρατικές ομάδες στα νότια σύνορα της Ρωσίας, όπως το ISKP, είναι συγκριτικώς ολιγότερον έντονη από στρατηγικής απόψεως. Επιπλέον, η λήψη υπερβολικώς δραστικών μέτρων για τη μείωση της απειλής του ISKP — π.χ. μια σαρωτική καταστολή των μεταναστών από την Κεντρικήν Ασία — θα είχε τον κίνδυνο να βλάψει οικονομικώς την Ρωσία και τους εταίρους της από την Κεντρικήν Ασία, στερούσα από την πρώτη μια μεγάλη πηγή φθηνού εργατικού δυναμικού και από τους δευτέρους μια πηγή κρισίμων εμβασμάτων από τους μετανάστες εργάτες. Ένα τέτοιο δρώμενο θα ηύξανε αντί να μειώσει την ισλαμικήν απειλή, καθώς οι πτωχότερη άνθρωποι είναι συνήθως πλέον ευάλωτοι στην ριζοσπαστικοποίηση.
Ως εκ τούτου, ενώ η Μόσχα αναγνωρίζει επισήμως ότι οι μαχητές του ISKP διεξήγαγαν την επίθεση στην αίθουσα συναυλιών, θα συνεχίσει να υπονοεί ότι η επίθεση ήταν αποτέλεσμα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ και ότι το Κίεβο θα ημπορούσε να είχε παίξει κάποιον ρόλο στην απόπειρα διαφυγής των δραστών. Αυτή η επιλογή του Κρεμλίνου αποσκοπεί στην μείωση της ευλόγου επιθυμίας των Ρώσων για καταστροφικά και σκληρά μέτρα καταπολεμήσεως της απειλής του ISKP, αλλά και στην εστίαση και συγκεντρωση του ρωσικού πληθυσμού στην υποστήριξη του ουκρανικού πολέμου, με την περαιτέρω ενοχοποίηση του Κίεβου και των δυτικών εταίρων του.
Όταν ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμήρ Πούτιν εξεκίνησε για πρώτη φορά την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» ενάντια στην Ουκρανία τον Φεβρουάριον του 2022, πιθανότατα ωραματίσθη ότι η ετήσια ομιλία του στους βουλευτές το 2023 – και περισσότερον το 2024 – θα ήταν θριαμβευτική. Αντιθέτως, στις 14 Φεβρουαρίου 2024, ο εκπρόσωπος Τύπου του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ παρεδέχθη ότι η ρωσική επιχείρηση εσυνεχίσθη «κάπως περισσότερον από το προγραμματισμένο», αλλά διαβεβαίωσεν ότι όλοι οι στόχοι της εξακολουθούν να επιτυγχάνονται. Την ιδίαν ημέρα, ο Πρόεδρος Πούτιν είπεν ότι η μόνη του λύπη γύρω από τον πόλεμο ήταν πως δεν τον εξεκίνησεν ενωρίτερον. Με την πάροδο του χρόνου μια ρωσική νίκη στην Ουκρανία φαίνεται όλο και πιο πιθανή, αλλά δεν είναι καθόλου εξησφαλισμένη.
Ήδη πριν από έναν χρόνο, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είχε σημαντικό στρατηγικό κόστος για τη Μόσχα, ενώ το επόμενον έτος του πολέμου ήλλαξε εσωτερικώς την Ρωσία. Η δευτέρα επέτειος της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και η ομιλία του Προέδρου Πούτιν στο έθνος. μας προσέφεραν μιαν ιδανικήν ευκαιρία επανεκτιμήσεως των αλλαγών της Ρωσίας και του πώς αυτή θα συνεχίσει να αλλάζει ως αποτέλεσμα του πολέμου, με εσωτερικές αλλαγές πολύ πέραν από τις πρώτες γραμμές των πολεμικών μετώπων.
Εκ του μακράν, ο έλεγχος του Προέδρου Πούτιν στο αντιδυτικό και στρατευμένο κράτος του εν μέσω του εξελισσομένου πολέμου φθοράς στην Ουκρανία φαίνεται ακλόνητος. Η ρωσική οικονομία διόλου δεν έχει ραγίσει με τον τρόπον που επερίμεναν αρχικώς πολλοί ευχολόγοι Δυτικοί «ειδικοί», ενώ το Κρεμλίνο έχει εξαλείψει όλες σχεδόν τις εκδηλώσεις εσωτερικής αντιπολιτεύσεως – τόσον κατά του πολέμου όσον και κατά του ιδίου του Προέδρου Πούτιν.
Έτσι, ενώ η κατάσταση στην πρώτη γραμμή τον περασμένο χρόνο ήταν σχετικώς στάσιμος σε σύγκριση με το 2022, τώρα ο πόλεμος έχει εξελιχθεί με ποικίλους τρόπους που είχαν μνημειώδεις επιπτώσεις για το ρωσικό μέτωπο, τον ρωσικό πληθυσμό και το ίδιο το Κρεμλίνο.
Πρώτον και κύριον, παρά την αργή ρωσική πρόοδο στο πεδίον της μάχης, ο ουκρανικός στρατός έχει προκαλέσει ορισμένα οδυνηρά πλήγματα στην ιδία την Ρωσία, στο στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμά της και στην εθνική υπερηφάνεια της χώρας. Το προηγούμενο θέρος, η Ουκρανία (σε ολίγες βεβαίως περιπτώσεις) επετέθη έως το κέντρον της Μόσχας, ενώ επιθέσεις έφτασαν επίσης σε ρωσικές εγκαταστάσεις εξαγωγής φυσικού αερίου και πετρελαίου γύρω από την Αγία Πετρούπολη και στην ακτή της Μαύρης Θαλάσσης, απειλούσες την μελλοντική ικανότητα της Ρωσίας να επεξεργάζεται και να εξάγει μερικά από τα περισσότερα ζωτικής σημασίας εξαγωγικά εμπορεύματά της εφ΄ όσον η Ουκρανία εντείνει τις επιθέσεις της.
Ομάδες δολιοφθορέων που συνεργάζονται με τις στρατιωτικές υπηρεσίες πληροφοριών της Ουκρανίας, προεκάλεσαν ζημίες σε ρωσικές υποδομές ζωτικής σημασίας, (συμπεριλαμβανομένου του τολμηρού βομβαρδισμού μιας σιδηροδρομικής σήραγγος την 1η Δεκεμβρίου 2023). Οι επιθέσεις στην κατεχομένη Κριμαία και η βύθιση μεγάλου ποσοστού του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θαλάσσης ωδήγησαν επίσης το ρωσικό ναυτικό να εύρει καταφύγιο σε λιμένες μακριά από την Ουκρανία, κάτι που συνεπάγεται υψηλότερο κόστος, ενώ επίσης τονίζει πολιτικές αποτυχίες της ρωσικής ηγεσίας λόγω της αδυναμίας της να προστατεύσει αυτό που το Κρεμλίνο ισχυρίζεται ως ιδικό του έδαφος. Με αυτόν τον τρόπον, η Ουκρανία «μετέφερε τον πόλεμο» στην Ρωσία, αυξάνουσα τα πολιτικά διακυβεύματα για το Κρεμλίνο και την ρωσική στρατιωτική διοίκηση, ενώ συνάμα, για πολλούς Ρώσους, υπερέβη την αίσθηση ασφαλείας που τους διακατείχε.
Το δεύτερον έτος του πολέμου της Ρωσίας υπήρξε μάρτυς ενός ανεμοστροβίλου βιαίων γεγονότων που έλαβαν χώρα στο εσωτερικόν της γιγαντιαίας χώρας. Πολλαπλές απόπειρες δολοφονίας ενάντια σε φιλοπολέμπους μπλόγκερς (η μία στην Αγία Πετρούπολη είχεν ως αποτέλεσμα τον θάνατον ενός γνωστού Ρώσου στρατιωτικού μπλόγκερ, του Μαξίμ Γιούργιεβιτς Φόμιν, περιβοήτου με το ψευδώνυμο «Βλάντλεν Τατάρσκι»), κατέδειξαν μια ριζοσπαστικοποίηση και των αντιπολεμικών και των φιλοπολέμων φατριών της κοινωνίας. Πολλές υπέρ- προσωπικότητες των φιλοπολέμων μέσων ενημερώσεως ανταπεκρίθησαν με επανειλημμένες εκκλήσεις για αναγκαίες, εξαιρετικώς σκληρές καταστολές όλων των αντιπολεμικών στοιχείων της ρωσικής κοινωνίας. Επίσης η ανταρσία του Γιεβγκένι Βικτόροβιτς Πριγκόζιν του επικεφαλής της διαβόητης Βάγκνερ στις 23 του παρελθόντος Ιουνίου έφερε την πραγματικότητα του πολέμου στους δρόμους της Ρωσίας, ενώ ο τελικός θάνατός του εδραίωσε το ισχύον καθεστώς, καταδεικνύων τους κινδύνους της εκφράσεως οποιουδήποτε είδους διαφωνίας με το Κρεμλίνο (διαφωνίας για την υποστήριξή των πολεμικών αντικειμενικών σκοπών ακόμη και σε αδρές γενικόλογες γραμμές).
Η συνέχιση του πολέμου ενίσχυσε πολιτικώς, το «χέρι του Κρεμλίνου» στην καταστολή και των πλέον παραμικρών μορφών διαφωνίας. Το πρωταρχικό μέσον για να γίνει αυτό ήταν να συνδεθεί η οποιαδήποτε εγχώριος αντίθεση στο Κρεμλίνο με τους αρκετούς Ρώσους που έχουν διαφύγει στο εξωτερικό λόγω του πολέμου και οι οποίοι γίνονται στόχος των ρωσικών αρχών, λόγω των αντιπολεμικών τους συναισθημάτων. Στις 8 Φεβρουαρίου, οι ρωσικές αρχές απηγόρευσαν στον αντιπολεμικό υποψήφιο, μαθηματικό και βουλευτή Μπόρις Μπορίσοβιτς Ναντέζντιν να είναι υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές, αφού οι κρατικοί προπαγανδιστές ισχυρίσθησαν ότι υπεστηρίχθη από «προδότες στο εξωτερικό». Στις 31 Ιανουαρίου οι Ρώσοι νομοθέτες εψήφισαν νόμο που επιτρέπει στις αρχές να κατάσχουν τα περιουσιακά στοιχεία ανθρώπων οι οποίοι «δυσφημούν» τον ρωσικό στρατό εναντιούμενοι στον πόλεμο στην Ουκρανία. Σε αυτό το πλαίσιον, ο θάνατος του ηγέτη της αντιπολιτεύσεως Αλεξέι Ανατόλιεβιτς Ναβάλνι στην φυλακή, στις 16 Φεβρουαρίου, εχρησίμευσεν απλώς ως η τελευταία ευκαιρία για πάταξη της διαφωνίας, αλλά και για περαιτέρω σύνδεση των εγχωρίων αντιπάλων με ξένα κράτη, όπου τώρα διαμένουν σχεδόν όλοι οι συνεργάτες του Ναβάλνι.
Ωστόσον, οι ποικίλες κρατικές καταστολές δεν έχουν περιορισθεί στην φιλελευθέρα αντιπολίτευση της Ρωσίας. Η Μόσχα έχει επίσης καταπολεμήσει τους υποστηρικτές μιάς υπερεθνικιστικής κλιμακώσεως και διάφορες «ακροδεξιές» προσωπικότητες, όπως ο εθνικιστής αγκιτάτωρ και υποκινητής του πολέμου του Ντονμπάς, τέως αξιωματικός της FSB Ιγκόρ Βσεβολόντοβιτς Γκίρκιν. Αυτός έχει προειδοποιήσει και εκφοβίσει απροκαλύπτως τους φιλοπολέμους μπλόγκερς και ποικίλους εθνικιστές να παραμείνουν ευδιάκριτοι και αμετακίνητοι υποστηρικτές του Προέδρου Πούτιν παρά την όποια απογοήτευση του ευρυτέρου κοινού.
Αποκαλυπτικώς και χαρακτηριστικώς, στις 12 Φεβρουαρίου, ο Σεργκέι Αλεξάντροβιτς Καραγκάνοφ, ο πρόεδρος του «Συμβουλίου Εξωτερικής και Αμυντικής Πολιτικής της Ρωσίας», εσημείωσεν ότι ο πόλεμος «μάς είχε κάνει διαφορετικούς» και εκάλεσε τους Ρώσους να εκδιώξουν εντελώς την υπολειμματική φιλοδυτική ελίτ τους. Ήταν απλώς «κρίμα», είπε, που η Ρωσία εξοδεύει τόσους ανθρωπίνους και οικονομικούς πόρους, αλλά εσημείωσεν ότι αυτό ήταν απαραίτητο διότι ο πόλεμος «θα εξησφάλιζε την ασφάλεια και την ευημερία όλων των μελλοντικών ρωσικών γενεών» και θα « διασώσει ολόκληρο τον κόσμο».
Οι παρατηρήσεις του Καραγκάνοφ αποτελούν παράδειγμα του πόσον διαδεδομένη έχει γίνει η πεποίθηση πώς ο πόλεμος δήθεν ήλλαξε βαθέως τον ρωσικό λαό στα τελευταία δύο χρόνια. Οι ισχυρισμοί των προπαγανδιστών υπέρ του πολέμου ότι οι Ρώσοι διαφέρουν – «επί τα βελτίω» – από τους Ευρωπαίους γείτονές τους και ήλλαξαν λόγω της εισβολής στην Ουκρανία δεν είναι κάποια νέα ρητορική. Ωστόσον, όσο περνά ο καιρός, ο αριθμός των Ρώσων που πράγματι θα πιστεύουν και θα ενεργούν ωσάν να είναι απολύτως αληθείς οι δηλώσεις όπως αυτή πιθανότατα θα αυξηθεί, επηρεάζων αναποφρύκτως τον τρόπον με τον οποίον οι Ρώσοι βλέπουν την πατρίδα τους, τον πόλεμο και ευρύτερον τον υπόλοιπο κόσμο, τόσον βραχυπροθέσμως όσον και μακροπροθέσμως.
Καθώς το Κρεμλίνο επιχειρεί συστηματικώς να συνδέσει τον πόλεμο με την καθημερινή ζωή στη Ρωσία και να προωθήσει τις απαραίτητες αντιδυτικές κοινωνικές αλλαγές, μένει να αναρωτηθεί κανείς εάν τελικώς θα λειτουργήσει ως «μπούμερανγκ» για το Κρεμλίνο η ασυμφωνία μεταξύ αφ΄ενός της αυξανομένης απογοητεύσεως των Ρώσων σχετικώς με τις συνέπειες του πολέμου και αφ΄ετέρου των πραγματικών αλλαγών που σχεδιάζονται από την κυβέρνηση στην εθνική ιδεολογία και στα κοινωνικά προγράμματα, Οι αλλαγές που ήδη λαμβάνουν χώρα στον ρωσικό λαό, έστω και λεπτοφυείς, προσφέρουν ένα πλαίσιο που ημπορεί να μας βοηθήσει στην κατανόηση αυτού του ιδιοτύπου πολιτικοκοινωνικού παραδόξου.
Τα κατασταλτικά μέτρα της Ρωσίας σημαίνουν ότι παρά τα αυξανόμενα σημεία πιέσεως από τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία, δεν υπάρχει κάποια σοβαρή απειλή για το Κρεμλίνο ή την εσωτερική σταθερότητα στην Ρωσία, τουλάχιστον όχι στο τρέχον και στο επόμενο έτος. Η σιδηρά πυγμή του Κρεμλίνου φαίνεται ακαταμάχητος, καθώς οι εξελίξεις κατά το δεύτερο έτος του πολέμου ενίσχυσαν ουσιαστικά το βάρος της Μόσχας και θα της επιτρέψουν, (τουλάχιστον βραχυπροθέσμως), να αποφύγει περισσότερες αρνητικές συνέπειες που ενδεχομένως θα προκύψουν από τις συνεχιζόμενες εχθροπραξίες, καθώς και να διατηρήσει το βιοτικόν επίπεδο του πληθυσμού, για το μεγαλύτερο μέρος της χώρας, μέσω μέτρων στοχευμένης κοινωνικής και οικονομικής υποστηρίξεως.
Στις 29 Φεβρουαρίου ο Πρόεδρος Πούτιν εξεφώνησε την ετησία ομιλία του στην Ομοσπονδιακή Συνέλευση, η οποία προσέφερε μια σαφή επισκόπηση των θεμελιωδών μέσων με τα οποία η Μόσχα σχεδιάζει να επιτύχει περαιτέρω τους σκοπούς της στο επόμενο έτος. Το σημαντικότερον από αυτά είναι οι ηυξημένες κοινωνικές πληρωμές που έχει καταβάλει η ρωσική κυβέρνηση τον τελευταίο χρόνο, όπως π.χ. οι αυξήσεις των συντάξεων, καθώς και η ανακοίνωση νέων πληρωμών, που πιθανότατα θα κατευθύνονται προς την στήριξη των παιδιών και του τοκετού. Αν και δεν αντισταθμίζουν πλήρως τον υψηλό πληθωρισμό, τα μέτρα αυτά θα συμβάλουν ασφαλώς στην ενίσχυση της πολιτικής σταθερότητος, προσφέροντα περισσότερα χρήματα στα χέρια του ρωσικού λαού και καθιστώντα την ρωσική κυβέρνηση να φαίνεται προορατική για να ανταποκριθεί στις οικονομικές δυσκολίες του λαού της εν καιρώ πολέμθου. Τα μέτρα αυτά διασφαλίζουν επίσης ότι η κατανάλωση, ένας αντιπροσωπευτικός δείκτης του βιοτικού επιπέδου, θα παραμείνει σταθερά για το άμεσο μέλλον. Αυτές οι πληρωμές είναι δυνατές επειδή το κρατικό επενδυτικό ταμείο και ο προϋπολογισμός της Ρωσίας δεν κινδυνεύουν να εξαντληθούν (εν μέσω αρκετά υψηλών εσόδων από τις εξαγωγές πετρελαίου εφέτος και πιθανότατα και στο επόμενο έτος), παρ΄όλον που οι δημοσιονομικοί περιορισμοί θα αυξηθούν με την πάροδον του χρόνου. Πράγματι, ο ονομαστικός ρυθμός οικονομικής αναπτύξεως της Ρωσίας είναι σήμερον —και ημπορεί να παραμείνει— υψηλότερος από αυτόν πολλών ευρωπαϊκών χωρών τα επόμενα χρόνια και θα αμβλύνει έτι περαιτέρω τις επιπτώσεις του πληθωρισμού που εν μέρει αισθάνονται οι περισσότεροι Ρώσοι.
Η ομιλία του Προέδρου Πούτιν επεκεντρώθη επίσης στην ανάγκη να συνεχιστεί η ισχύουσα προτεραιότης στον πόλεμο και στο στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα, εν μέσω του αγώνος της Ρωσίας για επιβίωση ενάντια στο «κακό της Συλλογικής Δύσεως», έναν ευφημισμό που χρησιμοποιεί το Κρεμλίνο για να κατηγορήσει τη Δύση για τον πόλεμο. Επιπλέον, η ετήσια ομιλία του Ρώσου προέδρου στους νομοθέτες προσέφερεν ιστορικώς μιαν ιδιότυπο μορφήν αποκαλύψεως νέων όπλων, αποκαλύψεως που αποσκοπεί στην αύξηση της παγκοσμίου αντιλήψεως για την ρωσική δύναμη (εν μέσω μάλιστα των προσφάτων Δυτικών ανησυχιών για την Ρωσία που δοκιμάζει αντιδορυφορικά όπλα). Ενώ αυτές οι ανακοινώσεις και τα προαναφερθέντα οικονομικά μέτρα δεν θα ενισχύσουν περαιτέρω την υποστήριξη του καθεστώτος από μόνα τους, είναι πιθανώς απαραίτητα για να καθησυχάσουν τους Ρώσους ότι, οι όποιες δυσκολίες θα εκδηλωθούν τώρα και δεν θα είναι καθόλου μάταιες ή μόνιμες στα επόμενα χρόνια.
Αθανάσιος Κωνσταντίνου