Πριν από δύο χρόνια ο κόσμος παρακολουθούσε τα ρωσικά άρματα να κυλούν στα περίχωρα του Κιέβου και τους ρωσικούς πυραύλους να χτυπούν την πρωτεύουσα. Σε αντίθεση με τις αρχικές προβλέψεις, λόγω των ψεύτικων διαβεβαιώσεων που δόθηκαν από το Κίεβο στην Μόσχα περί συνθηκολόγησης και επαναδιατύπωσης των συμφωνιών Μινσκ, η Μόσχα απέσυρε τις δυνάμεις της και το Κίεβο δεν έπεσε, αλλά η χώρα εξακολουθεί έως σήμερα να εμπλέκεται σε σύγκρουση. Η γραμμή σύγκρουσης εκτείνεται κατά μήκος του νοτιοανατολικού τμήματος της χώρας, σε περιοχές συγκεντρωμένες σε μεγάλο βαθμό στις ρωσόφωνες πόλεις και λιμάνια του Ντονμπάς και της Μαύρης Θάλασσας.
Μετά από δυο χρόνια σκληρών μαχών και εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς στρατιώτες, η Ρωσία κατέχει το 18% των εδαφών της Ουκρανίας, έχοντας ήδη αναγνωρίσει τις κατεχόμενες περιοχές του Λουχάνσκ και Ντονέτσκ ως ανεξάρτητες ρωσικές επαρχίες και επιτυγχάνοντας να διεκδικήσει στρατηγικά τα ρωσόφωνα εδάφη στα ανατολικά και νότια της χώρας.
Σε αυτά τα δυο χρόνια τα ταμεία της Δύσης έχουν ανοίξει και έχουν αδειάσει για να βοηθήσουν την ουκρανική κυβέρνηση του Βολοντίμιρ Ζελένσκι να αμυνθεί εναντίον της Μόσχας. Ανεξάρτητα από αυτό, οι ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας μετά από 24 μήνες είναι εντελώς αποδεκατισμένες καθώς ανταγωνίζονται με μια πολύ καλύτερα εξοπλισμένη και πολυπληθέστερη Ρωσία. Ενώ η στρατιωτική στρατηγική της Ουκρανίας ήταν σε θέση να εκμεταλλευτεί κάποια λάθη τακτικής του ρωσικού στρατού κατά το πρώτο έτος της εισβολής, η πολυδιαφημισμένη αντεπίθεση το 2023 δεν παρείχε την απαραίτητη ώθηση όχι μόνο για την απελευθέρωση της χώρας από τη ρωσική κατοχή, αλλά και για να δώσει στο Κίεβο την δυνατότητα να θέσει όρους.
Η Ουκρανία έχει εξαντλήσει το ανθρώπινο δυναμικό και τα πυρομαχικά της και υπάρχει μικρή έως ελάχιστη προοπτική να αντιμετωπίσει την ρωσική αντεπίθεση που ήδη διεξάγεται και που έχει ως στόχο την κατάκτηση της Ζαπορίζια, Χερσώνα και Οδησσού.
Βρισκόμαστε λοιπόν στην δεύτερη επέτειο του πολέμου και πιστεύουμε ότι θα ήταν διδακτικό να εξετάσουμε τους αριθμούς, τα όπλα, την βοήθεια, τον πληθυσμό και πολλά άλλα, που απεικονίζουν το κόστος και το περίγραμμα της σύγκρουσης, τα στρατιωτικά αποτελέσματα ένθεν κακείθεν και τα γεωστρατηγικά δεδομένα.
Στο διάστημα των δυο ετών το Κογκρέσο των ΗΠΑ ψήφισε υπέρ της διάθεσης συνολικά 113 δισεκατομμυρίων δολαρίων για βοήθεια στο Κίεβο, ενώ η ΕΕ συνέδραμε με 54,5 δισεκατομμύρια δολάρια. Η συντριπτική πλειοψηφία αυτών των κεφαλαίων πήγε απευθείας στην άμυνα της Ουκρανίας και στην διατήρηση της λειτουργίας της κυβέρνησης και της κοινωνίας. Περαιτέρω κεφάλαια πήγαν στον επανεξοπλισμό των συμμάχων και στην επέκταση των στρατιωτικών επιχειρήσεων των ΗΠΑ στην Ευρώπη. Μετά από δύο χρόνια πολέμου, αυτά τα κεφάλαια έχουν πλέον στερέψει. Η κυβέρνηση Μπάιντεν, η οποία συνήθιζε να στέλνει δύο ή τρία νέα πακέτα όπλων κάθε μήνα, δεν έχει κάνει σημαντική αποστολή όπλων στην Ουκρανία από τις 27 Δεκεμβρίου 2023. Οι παρατηρητές των εξελίξεων πιστεύουν ότι θα δοθούν άλλα 60 δισεκατομμύρια, αν και αυτό το πακέτο έχει ακινητοποιηθεί μέχρι στιγμής στο Κογκρέσο, όμως αυτή η βοήθεια θα είναι η τελευταία.
Όσον αφορά τα όπλα, το Πεντάγωνο έχει παραδώσει τουλάχιστον 3.097.000 βλήματα πυροβολικού στην Ουκρανία από την αρχή του πολέμου. Τα περισσότερα από αυτά (2.000.000) ήταν βλήματα των 155 χιλιοστών, το τυπικό διαμέτρημα που χρησιμοποιούν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους στο ΝΑΤΟ. Για λόγους σύγκρισης, αυτός ο αριθμός αντιστοιχεί σε περίπου 95.000 τόνους πυρομαχικών 155 χιλιοστών. Αν και οι ΗΠΑ έχουν αυξήσει την στρατιωτική τους παραγωγή, παράγουν μόνο 340.000 περίπου βλήματα των 155 χιλιοστών ετησίως, πράγμα που σημαίνει ότι η Ουκρανία έχει εκτοξεύσει πολλαπλάσια πυρομαχικά από την ετήσια παραγωγή των ΗΠΑ. Η Ουάσιγκτον έχει επιπροσθέτως παράσχει στο Κίεβο 76 άρματα μάχης, συμπεριλαμβανομένων 31 αρμάτων μάχης Abrams και 45 T-72B της σοβιετικής εποχής. Η Ουκρανία έχει λάβει 3.631 αμερικανικά τεθωρακισμένα οχήματα διαφόρων τύπων, από οχήματα μάχης πεζικού έως οχήματα μεταφοράς προσωπικού και ιατρικά οχήματα.
Επίσης, η Ουκρανία έχει λάβει 39 αμερικανικής κατασκευής Μ142 Himars, αυτοκινούμενους εκτοξευτές πολλαπλών ρουκετών που είναι γνωστοί για την χρησιμότητά τους στον πόλεμο. Όσον αφορά τα μικρότερα διαμετρήματα, οι ΗΠΑ έχουν παραδώσει τουλάχιστον 400 εκατομμύρια οβίδες και βλήματα τους τελευταίους 24 μήνες. Τα περίπου 100 άρματα μάχης, κυρίως γερμανικά Leopard διαφορετικών τύπων, καθώς και πυρομαχικά που εστάλησαν από νατοϊκές χώρες της Ευρώπης όπως και μικρός αριθμός πυραύλων μεγάλης εμβέλειας cruise Storm Shadow από την Βρετανία ουδόλως άλλαξαν ή επηρέασαν τον ρου του πολέμου, ειδικά τα Leopard υπέστησαν ολοκληρωτική καταστροφή από τα ρωσικά καμικάζι drones.
Αναφορικά με τις απώλειες αμάχων, σύμφωνα με τον ΟΗΕ στον πόλεμο έχουν σκοτωθεί τουλάχιστον 10.378 άμαχοι και άλλοι 19.632 έχουν τραυματιστεί. Περισσότερες από τρεις στις τέσσερις απώλειες μεταξύ των αμάχων συμβαίνουν σε περιοχές που κατέχει η ουκρανική κυβέρνηση, γεγονός που υποδηλώνει μεν ότι η Μόσχα είναι υπεύθυνη για την μερίδα του λέοντος των απωλειών αμάχων, αλλά που φανερώνει επίσης ότι στρατιωτικά κέντρα των Ουκρανών πολλές φορές έχουν ως καμουφλάζ πολιτικές υποδομές.
Όσον αφορά τις στρατιωτικές απώλειες, εξακολουθούν να είναι δύσκολο να βρεθούν καλά στοιχεία και οι εκτιμήσεις μερικές φορές ποικίλλουν ευρέως. Ούτε η Ρωσία ούτε η Ουκρανία έχουν παράσχει λεπτομερείς, δημόσιες αποκαλύψεις σχετικά με τον αντίκτυπο του πολέμου στους στρατιώτες τους. Οι ΗΠΑ υπολόγισαν τον Αύγουστο ότι 70.000 Ουκρανοί στρατιώτες είχαν πεθάνει και άλλοι 100.000 έως 120.000 τραυματίστηκαν, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό των θυμάτων σε πάνω από 170.000. Η Ρωσία, από την πλευρά της, ισχυρίστηκε τον Δεκέμβριο ότι 383.000 Ουκρανοί στρατιώτες είχαν σκοτωθεί ή τραυματιστεί. Ανεξάρτητοι στρατιωτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι για κάθε σκοτωμένο ή τραυματισμένο Ρώσο στρατιώτη αντιστοιχούν 3-4 Ουκρανοί και ότι οι αριθμοί που δίνει η Ρωσία είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να επισημανθεί ότι ο πληθυσμός της Ουκρανίας (ολόκληρη η χώρα εντός των προ πολέμου συνόρων), το 2021 ανερχόταν σε 43,5 εκατομμύρια ανθρώπους, μειώθηκε όμως στα 39,7 εκατομμύρια το 2022 καθώς ο πόλεμος σάρωσε το ανατολικό τμήμα της χώρας. Η τάση αυτή συνεχίστηκε το 2023, με τον πληθυσμό να μειώνεται στα 36,7 εκατομμύρια, το χαμηλότερο επίπεδο από την ανεξαρτησία της Ουκρανίας το 1990. Εκτιμάται ότι μόνο 28 εκατομμύρια από αυτούς τους ανθρώπους ζουν στα εδάφη που ελέγχονται σήμερα από το Κίεβο.
Οι αριθμοί δείχνουν ότι ο πόλεμος είναι σε μεγάλο βαθμό αιματηρός και ότι τα όπλα που δόθηκαν από τις ΗΠΑ και άλλες νατοϊκές χώρες στο Κίεβο αποδείχτηκαν αναποτελεσματικά στο πεδίο της μάχης όπου οι ρωσικές δυνάμεις πλέον καταφανώς έχουν το πάνω χέρι, λόγω του μεγαλύτερου αποθέματος δυνάμεων, υλικής υποστήριξης και υπέρτερης στρατιωτικής τεχνολογίας. Παρ’ όλα αυτά ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός κλιμακώνει απερίσκεπτα την σύγκρουση με πλήρη αδιαφορία για τις συνέπειες, μια σύγκρουση που δεν ξεκίνησε το 2022 αλλά το 2014.
Στις 24 Φεβρουαρίου 2022, ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί του κατάφεραν να προκαλέσουν την Ρωσία να εισβάλει στην Ουκρανία.
Η Ουάσιγκτον, το Βερολίνο, το Λονδίνο και το Παρίσι είχαν από καιρό επιδιώξει να υποκινήσουν έναν ολοκληρωτικό πόλεμο με την Ρωσία, με στόχο την υποταγή της στο καθεστώς μιας ημιαποικίας και την εδραίωση της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας στην ευρασιατική γη.
Οι ΗΠΑ από την δεκαετία του 1990 και μετά ηγήθηκαν συστηματικών προσπαθειών για την επέκταση του εδάφους του ΝΑΤΟ προς ανατολάς για να περικυκλώσουν την Ρωσία, παραβιάζοντας τις υποσχέσεις που δόθηκαν στο σοβιετικό καθεστώς καθώς διαλυόταν. Στην συνέχεια, τον Φεβρουάριο του 2014, Ουάσιγκτον και Βερολίνο χρηματοδότησαν το πραξικόπημα του Μαϊντάν, ένα «πορτοκαλί» κίνημα με αιχμή του δόρατος τις μυστικές υπηρεσίες της Δύσης που ανέτρεψαν τον εκλεγμένο φιλορώσο πρόεδρο Βίκτορ Γιανουκόβιτς και εγκατέστησαν ένα φιλοδυτικό καθεστώς-μαριονέτα στο Κίεβο. Σε απάντηση, η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία μετά από δημοψήφισμα.
Αναλύοντας τις ευρύτερες ιστορικές ρίζες της σύγκρουσης, η παρούσα αντιπαράθεση σαφώς είναι το αποτέλεσμα μιας γεωπολιτικής στρατηγικής που ακολούθησαν οι ΗΠΑ από την διάλυση της ΕΣΣΔ πριν από 30 χρόνια. Στόχος της ήταν η παγκόσμια ηγεμονία των ΗΠΑ, χρησιμοποιώντας στρατιωτική ισχύ για να αντισταθμίσει την οικονομική παρακμή. Αυτή ήταν η πηγή της πολυάριθμης και ατελείωτης σειράς πολέμων που ξεκίνησαν οι ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της εισβολής και των βομβαρδισμών του Ιράκ, της Σομαλίας, της Σερβίας, του Αφγανιστάν, της Λιβύης και της Συρίας.
Τα δύο χρόνια που μεσολάβησαν από τις 24 Φεβρουαρίου 2022 επιβεβαιώνουν πλήρως αυτή την ανάλυση. Η κύρια πηγή για την κλιμάκωση της σύγκρουσης ήταν ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός, με ισχυρή υποστήριξη από την Γερμανία, την Βρετανία, την Γαλλία και τον Καναδά και από χώρες-παρίες όπως η Ελλάδα. Οι αμερικανο-ιμπεριαλιστές διοχέτευσαν όπλα αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων και ευρώ στην Ουκρανία για να τροφοδοτήσουν την σύγκρουση, οργάνωσαν την ανάπτυξη δεκάδων χιλιάδων επιπλέον στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη και απειλούν τον κόσμο με πυρηνικό πόλεμο κατά της Ρωσίας. Στο εσωτερικό, έχουν υποτάξει όλες τις πτυχές της κοινωνίας στην διεξαγωγή αυτού του ιμπεριαλιστικού πολέμου μέσω μαζικών αυξήσεων των στρατιωτικών δαπανών, της διάλυσης των κοινωνικών προγραμμάτων και μιας ανοιχτής στροφής σε αυταρχικές μορφές διακυβέρνησης και πολιτικών για την καταστολή της λαϊκής αντιπολίτευσης.
Ενώ επανειλημμένα οι νατοϊκές χώρες διακήρυξαν την αποφασιστικότητά τους να υπερασπιστούν την «δημοκρατία», παρ΄ όλα αυτά συνεργάστηκαν στενά με τους διεφθαρμένους ολιγάρχες στην Ουκρανία, κάτι που προφανώς εκφράζει πώς η σημερινή σύγκρουση είναι ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος που διεξάγεται για λεηλασία, αγορές και γεωστρατηγική ηγεμονία στην Ευρασία.
Οι ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις των χωρών του ΝΑΤΟ δεν έχουν ούτε ίχνος ανησυχίας για την «δημοκρατία» στην Ουκρανία. Στην πραγματικότητα, σκόπευαν να φέρουν την Ουκρανία στην σφαίρα επιρροής τους ως μέρος της προσπάθειάς τους να τεμαχίσουν την Ρωσική Ομοσπονδία, να αρπάξουν τους φυσικούς πόρους της και έτσι να προετοιμαστούν για στρατιωτική σύγκρουση με την Κίνα. Ακολουθώντας αυτή την στρατηγική είναι έτοιμοι να πολεμήσουν μέχρι του τελευταίου Ουκρανού, όπως φαίνεται από τις εκατοντάδες χιλιάδες Ουκρανούς που έχουν θυσιάσει στα πεδία των μαχών. Η αδιαφορία τους για μια τέτοια φρικτή απώλεια ανθρώπινων ζωών αναπαράγεται από την άνευ όρων υποστήριξη των ίδιων αμερικανο-ιμπεριαλιστών στην επίθεση του Ισραήλ στην Γάζα, όπου πάνω από 30.000 Παλαιστίνιοι σφαγιάστηκαν σε τέσσερις μήνες από όπλα που προμήθευσαν οι ΗΠΑ στην γενοκτονική κυβέρνηση Νετανιάχου.
Η απερίσκεπτη κλιμάκωση του πολέμου με την Ρωσία στην Ουκρανία από τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και η ανεξέλεγκτη υποστήριξή τους στη γενοκτονική επίθεση του Ισραήλ εναντίον των Παλαιστινίων αποκαλύπτει ποια είναι πραγματικά η «βασισμένη σε κανόνες διεθνής τάξη» που συνεχώς υποστηρίζεται από τον Μπάιντεν, τον Σολτς και άλλους ως εναλλακτική λύση στην «βαρβαρότητα» του Πούτιν. Η υπεράσπιση της παγκόσμιας ηγεμονικής θέσης του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, η οικονομική βάση του οποίου έχει σταθερά διαβρωθεί τις τελευταίες δεκαετίες, μπορεί να συνεχιστεί μόνο με την προσφυγή σε όλο και πιο βάρβαρες μεθόδους που μοιάζουν με τις φρικαλεότητες που βίωσαν οι Ευρωπαίοι κατά την διάρκεια των δύο παγκόσμιων πολέμων του 20ού αιώνα.
Ο πόλεμος των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ ενάντια στην Ρωσία στο έδαφος της Ουκρανίας δεν είναι παρά ένα μέτωπο που μπορεί να εξελιχθεί ραγδαία ως τρίτος παγκόσμιος πόλεμος.
Αυτή η σύγκρουση παίρνει την μορφή μιας σύγκρουσης για την εξασφάλιση των συμφερόντων του αμερικανο-ιμπεριαλισμού σε βάρος των γεωπολιτικών αντιπάλων του. Άλλοι βασικοί στόχοι για την Ουάσιγκτον και τους Ευρωπαίους συμμάχους της είναι το Ιράν στην Μέση Ανατολή και, πάνω απ’ όλα, η Κίνα στον Ινδο-Ειρηνικό. Η προοπτική πολέμου με την Κίνα, η οποία αποτελεί άμεση απειλή για την ηγεμονία των ΗΠΑ, δεν συζητείται πλέον ως πιθανότητα, αλλά ως αναπόφευκτη.
Αιτία όλων αυτών είναι οι δυσεπίλυτες αντιφάσεις του φιλελεύθερου καπιταλισμού που αναπόφευκτα προκαλούν ένα νέο μοίρασμα του κόσμου μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, ένα μοίρασμα που θα κρίνει αν η διεθνής τάξη και ασφάλεια έχει πολυπολικό πρόσημο ή μονοπολικό.
Η μονοπολική προοπτική μετά το 1990 ήταν η επικρατέστερη, αν στο μεταξύ δεν υπήρχε το επιβεβαιωμένο γεγονός ότι αυτό που έθεσε σε κίνηση τον αμερικανο-ιμπεριαλισμό μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, ανατρέπεται με την νίκη της Ρωσίας στα μέτωπα της Ουκρανίας, με την συμμαχία Ρωσίας-Κίνας, με τις δυνάμεις (μικρές και μεγάλες) που οργανώνονται στους BRICS.
Αυτό που πρέπει να αποφευχθεί είναι η «παγίδα του Θουκυδίδη».
του Γεωργίου Λιναρδή