Το 2024 είναι έτος εκλογών. Εκλογών οι οποίες φαίνεται ότι θα φέρουν ανατροπές και αλλαγή πλεύσεως σε πολλές χώρες του πλανήτη, μεταξύ των οποίων και σε ηγέτιδες δυνάμεις.
Αν ακολουθούσαμε την Κινεζική διάρθρωση του χρόνου, θα μπορούσαμε να ρίξουμε την ευθύνη στον Δράκο που αναλαμβάνει δράση από τις 10 Φεβρουαρίου, την Κινέζικη ή καλύτερα Σεληνιακή πρωτοχρονιά. Κι αν το «κινεζικό» μπορεί να κακοφαίνεται σε κάποιους, να θυμίσουμε πως ένα Σεληνιακό ημερολόγιο δεν μας είναι και εντελώς ξένο ως Ελλήνων, μιας και το Αττικό ημερολόγιο ήταν εν μέρει Σεληνιακό.
Το 2024 λοιπόν θα είναι, όπως όλα δείχνουν, χρονιά αλλαγών, κι αυτό σε ένα μεγάλο μέρος εκφράζεται με μια σειρά εκλογικών αναμετρήσεων. Στην κορυφή της λίστας του ελληνικού ενδιαφέροντος είναι βεβαίως οι Ευρωεκλογές του Ιουνίου. Αλλά δεν είναι οι μόνες. Ένα εντυπωσιακό 40% του παγκόσμιου πληθυσμού θα πάει φέτος στις κάλπες, συμπεριλαμβανομένων των ψηφοφόρων στις ΗΠΑ, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Νότιο Αφρική και άλλες αφρικανικές χώρες, στην Ινδία και στην Ρωσία.
Σε αυτό το άρθρο θα ασχοληθούμε με το Ηνωμένο Βασίλειο. Πολύ σημαντικό, αν και δεν είναι πλέον μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Μπορεί να έφυγε οικειοθελώς και δημοκρατικώς από την Ευρωπαϊκή Ένωση με το Brexit στις 31 Ιανουαρίου 2020 στις 23.00 ώρα Γκρίνουιτς. Μπορεί τις τελευταίες εβδομάδες να δοκιμάζεται από τις ασθένειες επιφανών μελών της βασιλικής οικογένειας αλλά απασχολούνται με αυτά όλα τα παγκόμσια Μέσα με ένα κύμα συμπάθειας και αγωνίας για την πιθανή διαδοχή στον εμβληματικό θεσμό. Μπορεί ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, στην πρόσφατη συνέντευξή του (στις 6 Φεβρουαρίου) στον Αμερικανό δημοσιογράφο Τάκερ Κάρλσον να επέρριψε στον πρώην Πρωθυπουργό του Hνωμένου Βασιλείου Μπόρις Τζόνσον την αποτυχία των διαπραγματεύσεων της Κωνσταντινούπολης για τον τερματισμό του Ρωσο-Oυκρανικού πολέμου που προκαλεί για άλλη μια φορά αιμορραγία στα ευρωπαϊκά έθνη, λέγοντας πως «ο πρόεδρος της διαπραγματευτικής ομάδας, κ. Arakhamia (…) υπέγραψε το έγγραφο για το οποίο σας λέω. Αλλά στη συνέχεια δήλωσε δημόσια μπροστά σε ολόκληρο τον κόσμο: «Ήμασταν έτοιμοι να υπογράψουμε αυτό το έγγραφο, αλλά ο κ. Τζόνσον, ο τότε πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, ήρθε και μας συμβούλεψε να μην το κάνουμε, λέγοντας ότι ήταν καλύτερο να πολεμήσουμε εναντίον της Ρωσίας». Μπορεί και για όλα αυτά και για άλλα ουσιωδέστερα και βαθύτερα ριζωμένα στον χρόνο, που δείχνουν την σημασία της πάλαι ποτέ Βρετανικής Αυτοκρατορίας και την ισχύ της στην διεθνή πολιτική σκηνή. Κάποιοι μάλιστα ισχυρίζονται, όχι άδικα, ότι πίσω από τις εμφανείς κατά καιρούς συμμάχους ή αντιπάλους ΗΠΑ, Ρωσία, Γερμανία και Γαλλία, η Αγγλία κινούσε και θα εξακολουθήσει μάλλον να κινεί τα νήματα των τεκταινομένων διεθνώς.
Σε πρακτικό επίπεδο, η 19η Ιανουαρίου 2024, στις 5 μ.μ., ήταν η τελευταία προθεσμία για την υποβολή αιτήσεων εγγραφής νέου πολιτικού κόμματος, τροποποιήσεις ονομασιών, εμβλημάτων και περιγραφών. Οι επόμενες γενικές εκλογές στο Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να διεξαχθούν το αργότερο στις 28 Ιανουαρίου 2025, αλλά δημοσιογραφικές πληροφορίες αναφέρουν πως ο Οκτώβριος και λίγο περισσότερο ο Νοέμβριος είναι οι πιθανότερες ημερομηνίες.
Σύμβουλοι του νυν Πρωθυπουργού και αρχηγού των Συντηρητικών Ρίσι Σούνακ, προτείνουν εκλογές το αργότερο δυνατόν προσβλέποντας στην ανατροπή του τρέχοντος κλίματος που θέλει τον Σερ Κιρ Στάρμερ, ηγέτη των Εργατικών, να είναι ο επόμενος Πρωθυπουργός.
Οι προβλέψεις είναι απαισιόδοξες για τους Συντηρητικούς και μιλούν για απώλειες βουλευτών από τα αποδυτήρια, απώλειες που θα ξεπεράσουν σε αριθμό αυτές που υπέστη το κόμμα πριν από την συντριπτική του ήττα στις γενικές εκλογές του 1997, όταν το κόμμα των Εργατικών έβαλε τέρμα στα δεκαοκτώ έτη αντιπολίτευσης και υπό την ηγεσία του Τόνι Μπλερ, κέρδισε με μια σαρωτική νίκη, καταλαμβάνοντας στην Βουλή των Κοινοτήτων 418 έδρες από τις 659, τις περισσότερες έδρες που έχει ποτέ κερδίσει το κόμμα.
Πενήντα επτά βουλευτές των Συντηρητικών ανακοίνωσαν ότι θα παραιτηθούν στις γενικές εκλογές, σε σύγκριση με 16 βουλευτές των Εργατικών και εννέα από το Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας, σύμφωνα με στοιχεία της Βουλής των Κοινοτήτων. Πολλοί από τους βουλευτές φοβούνται ότι θα χάσουν τις έδρες τους στις επικείμενες εκλογές, και αναζητούν θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα.
Ένας από τους παράγοντες που απασχολούν τα επιτελεία των δύο μονομάχων είναι βεβαίως η «ριζοσπαστική» δεξιά η οποία δείχνει να κάνει μια δυναμική εμφάνιση και στην ηπειρωτική Ευρώπη.
Στην Βρετανία οι Εργατικοί κοιτούν πίσω από τον ώμο τους μια μερίδα ριζοσπαστικοποιημένων πολιτών οι οποίοι μπορεί να διαφύγουν προς τα Δεξιά, εκείνοι όμως που ανησυχούν περισσότερο είναι οι Τόρις οι οποίοι βλέπουν απτή την πιθανότητα ψηφοφόροι τους θα μεταβούν στο Μεταρρυθμιστικό κόμμα του οποίου ηγείται ο Ρίτσαρντ Τάις.
Ο Τάις, εκτός από πολιτικός (διετέλεσε Ευρωβουλευτής από το 2019 έως το Brexit) είναι και πολυεκατομμυριούχος (από γενεών) στον τομέα των ακινήτων και ένας σημαντικός χρηματοδότης των Συντηρητικών, μέχρι που στράφηκε στους ευρωσκεπτικιστές του Νάιτζελ Φάρατζ.
Το Μεταρρυθμιστικό κόμμα ιδρύθηκε με την υποστήριξη του Νάιτζελ Φάρατζ το 2018 και, αν και κέρδισε 29 έδρες στην Ευρωβουλή, το μεγαλύτερο μερίδιο βρετανικών ψήφων στις Ευρωεκλογές του 2019, απέτυχε να εκλέξει βουλευτές στις εθνικές εκλογές, κάιτ που ως φαίνεται πρόκειται να αλλάξει. Κατά την διάρκεια της πανδημίας εξέφρασε τον σκεπτικισμό αναφορικά με τους εγκλεισμούς, και από το 2022 στράφηκε σε ευρύτερα λαϊκά θέματα, ιδιαίτερα στην κρίση του κόστους διαβίωσης. Σήμερα το κόμμα βρίσκεται δημοκοπικά στο 9,8% σύμφωναμε την πρόσφατη δημοσκόπηση των Φαϊνάνσιαλ Τάιμς η οποία δημοσιεύθηκε στις 9 Φεβρουαρίου.
Στην ίδια δημοσκόπηση οι εργατικοί βρίσκονται στο 44.2%, οι Συντηρητικοί στο 25.1%, οι Φιλελεύθεροι στο 9.8% και οι Πράσινοι στο 5.8%.
Μέχρι να φθάσουμε στις εθνικές εκλογές όμως, μεσολαβούν δυο ακόμη εκλογές, οι ενδιάμεσες εκλογές του Φεβρουαρίου και οι τοπικές και αυτοδιοίκητές εκλογές του Μαΐου.
Η ηγεσία των Συντηρητικών, οι βουλευτές και οι ακτιβιστές των Τόρις είναι ήδη απηυδισμένοι από το διαρκές και σταθερό προβάδισμα των Εργατικών στις δημοσκοπήσεις, και, αυτό που ήταν κατ’ αρχήν δυσαρέσκεια μάλλον θα επιδεινωθεί εάν ορισμένες ή ίσως και όλες οι ενδιάμεσες εκλογικές αναμετρήσεις πάνε στραβά για τον Ρίσι Σούνακ και το στρατηγείο του.
Οι άνθρωποι της Πρωθυπουργού
Αυτές όμως δεν είναι οι μόνες προκλήσεις για τους Συντηρητικούς. Την περασμένη εβδομάδα, στις 6 Φεβρουαρίου, η Λιζ Τρας, η βραχύβια αρχηγός των Συντηρητικών και Πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου μεταξύ 6 Σεπτεμβρίου και 22 Οκτωβρίου 2022 (με το ιδιαίτερα φλεγματικό βρετανικό χιούμορ, η πρωθυπουργία της συγκρίθηκε με τον χρόνο ζωής ενός μαρουλιού στο ράφι του σούπερ μάρκετ), ανακοίνωσε την δική της πολιτική πρωτοβουλία η οποία φέρει το ενδιαφέρον όνομα «Pop Cons», από τις λέξεις Λαϊκός Συντηρητισμός. Στο πλευρό της βρέθηκαν την περασμένη Τρίτη ο πρώην αρχηγός του κόμματος Brexit Νάιτζελ Φάρατζ, η πρώην υπουργός Εσωτερικών Πρίτι Πατέλ, δυο φορές υπουργός σε Συντηρητικές κυβερνήσεις, γνωστή κυρίως για τις αντιμεταναστευτικές της θέσεις και ο Τζέικομπ Ρις-Μογκ, πρώην υπουργός για την Ενέργεια, τις Επιχειρήσεις και την Βιομηχανική Στρατηγική στην κυβέρνησή της, νυν βουλευτής και επιδραστικός Συντηρητικός, Παραδοσιοκράτης και Ευρωσκεπτικιστής.
Νέο κόμμα ή νέο αίμα;
Εύλογα λοιπόν κάποιοι αμφισβητούν τους «σοφούς» αναλυτές οι οποίοι δεν πιστεύουν στα υψηλά ποσοστά των Μεταρρυθμιστών και το ριζοσπαστικό δεξιό ρεύμα, αλλά μιλούν πλέον για την αρχή μιας πλήρους αναδιάρθρωσης στον χώρο της Δεξιάς, με την εν δυνάμει δημιουργία μιας νέας πολιτικής παράταξης στα δεξιά των Συντηρητικών. Θυμίζει η συνταγή αυτή σε κάτι την ελληνική πολιτική σκηνή; Πιθανώς, αφού οι καθεστηκυίες δυνάμεις έχουν την τεχνογνωσία να φέρουν κοντά (με την προοπτική να ελέγξουν) ένα πολιτικό συνονθύλευμα συντηρητικών, ριζοσπαστών δεξιών και λοιπών αντιδραστικών στις ακραίες νεοφιλελεύθερες πολιτικές, μιας και οι ακραιφνείς πολιτικοί αυτού του ας πούμε «ακροδεξιού» χώρου έχουν επιδείξει περιορισμένη σκόπευση και περιορισμένη ικανότητα έως ανικανότητα, για να μην αναφερθούμε σε διαβρώσεις από το βαθύ κράτος. Αυτήν την έκδηλη απουσία μιας σοβαρής πλατφόρμας η οποία θα οδηγούσε σε μια υπεύθυνη, συγκροτημένη και με προοπτική διακυβέρνησης Δεξιάς εκτός των Συντηρητικών ίσως επιχειρήσουν να ανατρέψουν οι ζυμώσεις της Βρετανικής Δεξιάς στα Δεξιά των Συντηρητικών.
Αυτό βέβαια δεν ανατρέπει από μόνο του μίαν αλήθεια, ότι δηλαδή οι Συντηρητικοί είναι χαλκέντεροι και τείνουν πιο συχνά να κερδίζουν τις εκλογές παρά να τις χάνουν. Ίσως δηλαδή να πρόκειται για μια αρχουμένη μετάλλαξη των Συντηρητικών που θα βάλουν στους κόλπους τους ορισμένους «ακραίους» (κάποιοι εξ αυτών προέρχονται έτσι κι αλλιώς από τους Συντηρητικούς) αποκτώντας νέο αίμα και ανανεώνοντας επ’ αόριστον το συμβόλαιο στο ρετιρέ της «δεξιάς πολυκατοικίας».
Ο κύριος Φάρατζ σε μακρά συνέντευξή του (Τάιμς, 11 Φεβρουαρίου 2024) δήλωσε ότι πολλοί βουλευτές των Τόρις μιλούν για «μακελειό» στις εκλογές υπό τον Σούνακ, και ισχυρίστηκε ότι «έχει σπάσει το τηλέφωνό του» από τα μηνύματά τους. Δεν διευκρίνισε πάντως αν είναι πρόθυμοι να πηδήσουν από το πλοίο των Συντηρητικών και να μετασταθμεύσουν στους Μεταρρυθμιστές ή του ζητούν να ενταχθεί στο κόμμα τους και να σώσει τον επαπειλούμενο Τιτανικό. Το πολιτικό παρελθόν του κυρίου Φάρατζ, ο οποίος απέτυχε να εκλεγεί βουλευτής επτά φορές, ίσως να παίξει τον ρόλο του. Οι καιροί και οι συγκυρίες όμως αλλάζουν, και μπορεί κανείς να βρεθεί στην κορυφή απροσδόκητα, όπως έχουν δείξει επί παραδείγματι οι περιπτώσεις του Ζακ Σιράκ στην Γαλλία και του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ.
Αρκετά θα εξαρτηθούν και από το εάν οι ψηφοφόροι θα θυμηθούν (ή θα τους θυμίσουν…) τις προηγούμενες εκλογές του 2019, όταν οι Μεταρρυθμιστές αποσύρθηκαν από κάποιες περιφέρειες ανοίγοντας τον δρόμο για την εκλογή Συντηρητικών στις αντίστοιχες έδρες. Επί του παρόντος αρνούνται ότι θα ακολουθήσουν παρόμοια τακτική, καθώς ο απερχόμενος πρωθυπουργός δείχνει να χάνει ραγδαία δυνάμεις.
Αν ισχύει πάντως το σενάριο, τότε θα μιλούμε πράγματι για την ανασύσταση του Συντηρητικού κόμματος με μια δραματική αλλαγή προς μια σαφώς δεξιά, λαϊκιστική κατεύθυνση.
Εδώ βέβαια υπεισέρχεται μια ακόμη παράμετρος, αυτή του περιώνυμου «μαντριού». Εμπρός στην διαφαινόμενη καταιγίδα Στάρμερ, και οι πλέον δυσαρεστημένοι Τόρις ίσως να δελεαστούν να επιστρέψουν στο μαντρί για να σταματήσουν τους Εργατικούς.
Ενδιαφέρον έχει στο σημείο αυτό μελέτη της Φόκαλ Ντέιτα η οποία υποστηρίζει ότι περίπου οι μισοί (54%) των υποστηρικτών των Μεταρρυθμιστών έχουν ως κίνητρο την αντίθεση κατά των Συντηρητικών, ενώ το άλλο μισό (46%) έλκεται αποκλειστικά από το κόμμα. Ίσως λοιπόν οι Συντηρητικοί να μην οδηγηθούν σε μια συμφωνία με τον κύριο Φάρατζ ή την ηγεσία των Μεταρρυθμιστών αλλά με την εκλογική τους βάση, ρίχνοντας δηλαδή αρκούντως ελκυστικά δολώματα Δεξιάς ατζέντας στους ψηφοφόρους ώστε να επιστρέψουν στο κομματικό μαντρί.
Συντηρητική αντεπίθεση από τα δεξιά
Ένα τέτοιο «δόλωμα» μπορεί να είναι οι πρόσφατες δηλώσεις του Γκραντ Σαπς, o οποίος σε δημοσίευμα στην Ντέιλυ Εξπρές της 12 Φεβρουαρίου αναφέρει πως δεσμεύεται να τερματίσει την «δηλητηριώδη κουλτούρα αφύπνισης» η οποία, όπως λέει, «απειλεί να αποσπάσει την προσοχή του Στρατού από την δουλειά του που είναι να προστατεύει το έθνος». Ο υπουργός Άμυνας του Ηνωμένου Βασιλείου προειδοποίησε ότι η «αμφιλεγόμενη αριστερή σκέψη» έχει εισχωρήσει στις Ένοπλες Δυνάμεις και υποσχέθηκε να αποκαταστήσει επιτέλους την «κοινή λογική» στις υπηρεσίες με μια αναθεώρηση των κανόνων για την διαφορετικότητα.
«Είμαι σε θέση να αμφισβητήσω αυτή την φιλοσοφία και θα το κάνω», δήλωσε, και υπογράμμισε πως η προπαγάνδα όσων «περιφρονούν την Βρετανία, την περήφανη ιστορία της και τον πολιτισμό των σπουδαίων ανθρώπων της, αποτυγχάνει στις Ένοπλες Δυνάμεις και στο βρετανικό κοινό».
Υποσχέθηκε να επανεξετάσει τις «βαθέως αντιδημοφιλείς και ανησυχητικές» πολιτικές, όπως οι ουδέτερες τουαλέτες που αναγκάζουν τις γυναίκες να μοιράζονται τα μπάνια με τους άνδρες.
Ο κ. Σαπς, ο οποίος είναι Εβραίος, επέμεινε ότι οι εκδηλώσεις μνήμης θα «παραμείνουν χριστιανικές» και πρόσθεσε: «Δεσμεύομαι να βελτιώσω τις συνθήκες εργασίας και το ηθικό όλων όσων εργάζονται στον Στρατό και στο Υπουργείο Άμυνας. Αυτό δεν είναι μόνο το σωστό, αλλά είναι το κλειδί για την βελτίωση της στρατολόγησης και της διατήρησης των δυνάμεων μας. Ωστόσο, ο χρόνος και οι πόροι σπαταλώνται για να προωθηθεί μια πολιτική ατζέντα που φέρνει τα άτομα αντιμέτωπα μεταξύ τους, όταν αυτό που χρειαζόμαστε είναι ένα κοινό σύνολο αξιών το οποίο παρέχει τον στρατό που χρειαζόμαστε για να υπερασπιστούμε εμάς και τους συμμάχους μας. Αυτή η εξτρεμιστική κουλτούρα έχει διεισδύσει εδώ και χρόνια και είναι καιρός για μια σωστή ανατροπή, που έχει σχεδιαστεί για να επικεντρώσει εκ νέου τον Στρατό στην βασική του αποστολή – να είναι μια θανατηφόρα μαχητική δύναμη. Είναι ώρα για κοινή λογική αντί για διχασμό.»
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Υπουργός Στέγασης και Διακρατικών Σχέσεων Μάικλ Γκόουβ δήλωσε στις 11 Φεβρουαρίου ότι η πολιτική ορθότητα δεν πρέπει «να βλάψει την ικανότητά μας να υπερασπιστούμε τα σύνορά μας». Ο κ. Γκόουβ είπε στην εκπομπή «Κυριακή Πρωί» στον σταθμό Σκάι «Ορισμένες από τις πολιτικές που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν κατάλληλα σε άλλους χώρους εργασίας δεν θα ήταν κατάλληλες στον Στρατό», προσφέροντας στήριξη στον κ. Σαπς.
Από την πλευρά των Εργατικών, θέση πήρε ο σκιώδης υπουργός Άμυνας Τζον Χίλι δήλωσε: «Η εθνική ασφάλεια πρέπει να είναι πάντα η πρώτη προτεραιότητα και οι ένοπλες δυνάμεις μας δεν πρέπει ποτέ να χαλαρώσουν τους ελέγχους ασφαλείας για νεοσύλλεκτους. Αλλά από την απώλεια των στόχων πρόσληψης κάθε χρόνο μέχρι την επίβλεψη της τρομερής κατάστασης των στρατιωτικών κατοικιών, η κρίση στρατολόγησης προκλήθηκε από 14 χρόνια αποτυχίας των Συντηρητικών».
Η προτεραιότητα στον Στρατό είναι στοιχείο της Δεξιάς ατζέντας, εξ ου και η πρόσφατη παρέμβαση του Μπόρις Τζόνσον ο οποίος στην στήλη την οποίαν διατηρεί στην εφημερίδα Ντέιλι Μέιλ και σε άρθρο του της 26 Ιανουαρίου με αυτολεξεί τίτλο «Θα εγγραφώ για να πολεμήσω για τον βασιλιά και την χώρα; Μάλιστα, κύριε! Ο Υποδεκανέας Τζόνσον αναφέρεται στο καθήκον, Κύριε!» υποστηρίζει την εισαγωγή της υποχρεωτικής στρατιωτικής εκπαίδευσης στην χώρα.
Οι νέοι κανόνες του παιχνιδιού
Εκτός από την οικειοποίηση της Δεξιάς ατζέντας, ένα ακόμη εργαλείο των Συντηρητικών είναι ότι έχουν επί του παρόντος την δυνατότητα να αλλάζουν τους κανόνες του εκλογικού παιχνιδιού. Και κάποιοι από τους κανόνες του παιχνιδιού έχουν ήδη αλλάξει. Πλέον τα κόμματα επιτρέπεται να ξοδεύουν πολύ περισσότερα χρήματα, από περίπου 19 εκατομμύρια ανά κόμμα σε 30 εκατομμύρια ανά κόμμα. Νομοθετήθηκε η ταυτότητα ψηφοφόρου και πλέον έχουν την δυνατότητα και οι ομογενείς να ψηφίσουν εάν εγγραφούν εγκαίρως. Και εδώ βεβαίως διαπιστώνουμε αλλαγές παράλληλες με αυτές που συμβαίνουν στην Ελλάδα και μάλλον δεν διαπνέονται αμιγώς από κάποιον πατριωτικό άνεμο ο οποίος αίφνης έπνευσε στα επιτελεία των κομμάτων ένθεν κακείθεν των Στενών του Ντόβερ. Άλλες βρετανικές εκλογικές μεταρρυθμίσεις είναι οι αλλαγές των γεωγραφικών ορίων, οι οποίες σημαίνουν λιγότερες θέσεις στην Ουαλία και στην Σκωτία και αλλαγές στην Αγγλία, με πιθανό αποτέλεσμα επιπλέον πέντε με δέκα έδρες για τους Συντηρητικούς. Φασούλι το φασούλι γεμίζει το εκλογικό σακούλι. Το κόμμα των Τόρης προσπαθεί να αλλάξει τους κανόνες του παιχνιδιού προς όφελός του, λένε έγκυροι σχολιαστές των Τάιμς: «Το μόνο που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι τα πολιτικά κόμματα δεν αλλάζουν τους κανόνες σε βάρος τους».
Παράλληλες ή ταυτόχρονες πολιτικές «εμπνεύσεις» όπως η ψήφος των ομογενών, σημειώνονται εκτός Βρετανίας -Ελλάδος και μεταξύ Βρετανίας -Βελγίου. Σε μια ακόμη αξιοσημείωτη «παράλληλη» πολιτική κίνηση, στο Βέλγιο, οι 16χρονοι θα έχουν το δικαίωμα να ψηφίσουν στις ευρωεκλογές για πρώτη φορά. Αυτό δεν ισχύει μόνο για τους Βέλγους υπηκόους αλλά και για όλους τους κατοίκους της ΕΕ που είναι εγκατεστημένοι εκεί. Το θέμα των δεκαεξάρηδων ψηφοφόρων βρίσκεται στην ατζέντα τόσο των Εργατικών όσο και των Συντηρητικών.
Η Μουσουλμανική ψήφος
Από την άλλη πλευρά, οι Εργατικοί έχουν να αντιμετωπίσουν μερικά αναπάντεχα προβλήματα σε θέματα εξωτερικής πολιτικής της χώρας, αν και δεν βρίσκονται οι ίδιοι στην εξουσία. Στις ενδιάμεσες εκλογές αλλά πιθανόν και στις γενικές, εθνικές εκλογές, εάν κάτι δεν αλλάξει αναμένεται να χάσουν ψήφους από τους Μουσουλμάνους ψηφοφόρους οι οποίοι δεν είναι ικανοποιημένοι από την συμπαράταξη των Εργατικών με τους Συντηρητικούς για το τις πταίει στο θέμα της νεότερης σύρραξης Ισραηλινών και Παλαιστινίων.
Χαρακτηριστικό της αναστάτωσης που φέρνει το ζήτημα αυτό στους κόλπους των Εργατικών είναι η περίπτωση του Αζάρ Αλί, υποψήφιου των Εργατικών στις ενδιάμεσες εκλογές της 29 Φεβρουαρίου. Οι Εργατικοί στάθηκαν κατ’ αρχήν στο πλευρό του κ. Αλί όταν διέρρευσαν ισχυρισμοί του ότι το Ισραήλ επέτρεψε τις επιθέσεις της Χαμάς της 7ης Οκτωβρίου ως πρόσχημα για να εισβάλει στην Γάζα. Αλλά άλλαξε θέση όταν σε νέα διαρροή ηχητικού υλικού από την Ντέιλι Μέιλ, ο κ. Αλί φέρεται να κατηγόρησε εβραϊκά ΜΜΕ ότι τροφοδοτούν την κριτική εναντίον ενός φιλοπαλαιστίνιου βουλευτή των Εργατικών, του Αντυ Μακ Ντόναλντ ο οποίος διεγράφη πέρυσι από το κόμμα (παρέμεινε ανεξάρτητος βουλευτής) επειδή είχε κάνει την δήλωση πως “Δεν θα ησυχάσουμε μέχρι να έχουμε δικαιοσύνη. Μέχρις ότου όλοι οι άνθρωποι, Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι, μεταξύ του ποταμού και της θάλασσας, μπορούν να ζήσουν ειρηνικά ελεύθεροι.” Αν και ο κ. Αλί αναγκάστηκε να ζητήσει συγγνώμη, το κόμμα τον απέρριψε από υποψήφιο, αλλά μετά την πάροδο της προθεσμίας για την αντικατάστασή του στο ψηφοδέλτιο του Ροσντέιλ (στην ευρύτερη περιοχή του Μάντσεστερ).
Η Αριστερή πτέρυγα του Τζέρεμι Κόρμπιν θα απορροφήσει αυτούς τους κραδασμούς (ο πρώην ηγέτης των Εργατικών κάλεσε το βρετανικό κοινοβούλιο να υποστηρίξει την προσφυγή της Νότιας Αφρικής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, κατηγορώντας το Ισραήλ για γενοκτονία) ή οι μουσουλμανικές ψήφοι θα κατευθυνθούν προς τους Πράσινους, ιδιαίτερα εάν οι Εργατικοί φαίνονται να προηγούνται με ασφάλεια και η ψήφος γίνει πιο χαλαρή;
Εδώ έρχεται στον νου το πολύ επιτυχημένο δίλημμα που έθεσε κάποτε ο Tόνυ Μπλερ: «Η επιλογή στις γενικές εκλογές δεν είναι μεταξύ του Εργατικού Κόμματος των ονείρων σας και του Εργατικού κόμματος του οποίου ηγούμαι. Είναι μεταξύ του Εργατικού Κόμματος και του Συντηρητικού κόμματος».
Τα αγκάθια Σκωτίας και αγροτών
Στην Σκωτία και στην Ουαλία, οι εθνικιστές, είναι άλλος ένας χώρος όπου οι ψήφοι των δυσαρεστημένων είναι πιθανόν να κατευθυνθούν, ενώ ιδιαίτερα στον Νότο οι Φιλελεύθεροι Δημοκράτες είναι μια πιθανή εναλλακτική για τους πιο κεντρώους ψηφοφόρους που δεν θέλουν να ψηφίσουν ούτε Εργατικούς ούτε Συντηρητικούς. Στην Σκωτία πάντως, το εθνικιστικό Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας φαίνεται να χάνει πόντους, έχοντας κυριαρχήσει στην πολιτική σκηνή από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, κυρίως λόγω της διαχείρισης της πανδημίας. Η εκλογή το 2023 του Χούμζα Γιουσάφ, σε Πρώτο Υπουργό της Σκωτίας, δεν φαίνεται να αλλάζει επί του παρόντος την καθοδική πορεία του κόμματος, αν και παραμένει στην κορυφή, κι αυτό βοηθά βεβαίως τους Εργατικούς.
Αν βεβαίως η πίεση από τους Πρασίνους γίνει μεγάλη στις ενδιάμεσες και στις αυτοδιοικητικές εκλογές, οι Εργατικοί θα εξωθηθούν να γίνουν πιο επιθετικοί. Αυτό θα δημιουργήσει ένα κενό στον χώρο της πιο μαλακής κεντροαριστεράς, και μπορεί να δώσει μια ευκαιρία στο αριστερό άκρο των Συντηρητικών.
Είναι πάντως αλήθεια πως και στο Ηνωμένο Βασίλειο ο αγροτικός κόσμος είναι δυσαρεστημένος, αισθάνεται εγκαταλελειμμένος και προδομένος, και το αίσθημα της απόγνωσης κυριαρχεί οποιασδήποτε επιθυμίας να υποστηριχθεί το όποιο πρόγραμμα των Εργατικών. Σε αυτήν την περίπτωση, μια στροφή προς το παλιό καλό παρελθόν που μπορούν να εκπροσωπήσουν οι Μεταρρυθμιστές να φανεί πιο ελκυστική. Πολιτικό σκάκι για γερά νεύρα…
Πολλά θα εξαρτηθούν από το αν οι Μεταρρυθμιστές θα προτείνουν ή θα πραγματοποιήσουν κάποιο ενδιαφέρον και σημαντικό βήμα το οποίο θα προσελκύσει ψηφοφόρους απομακρύνοντάς τους από τους Συντηρητικούς, ή αν θα περιμένουν να υποδεχθούν τους δυσαρεστημένους Συντηρητικούς.
Η απουσία εκλογικής εμπειρίας του Ρίσι Σούνακ.
Θυμίζουμε ότι ο απερχόμενος Πρωθυπουργός δεν έχει εκλεγεί από τον λαό. Εξελέγη βουλευτής το 2015. Το 2022 συμμετείχε στις εσωκομματικές εκλογές για να αντικαταστήσει τον Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος παραιτήθηκε, στην ηγεσία του Συντηρητικού κόμματος. Έφτασε στον τελευταίο γύρο των εσωκομματικών εκλογών, στον οποίο έχασε από την Λιζ Τρας. Σε συνέχεια της παραίτησης της Τρας από την πρωθυπουργία και την ηγεσία του Συντηρητικού Κόμματος, ο Σούνακ ήταν εκ νέου υποψήφιος. Η μόνη συνυποψήφιά του, Πένι Μόρντοντ αποχώρησε από την διεκδίκηση της θέσης και ο Σούνακ ορίστηκε νέος ηγέτης του κόμματος. Κατά κανόνα, όταν τα κόμματα αντικαθιστούν έναν ηγέτη στην μέση της θητείας τους στην εξουσία, τα αποτελέσματα δεν είναι καλά. Αυτό όμως μπορεί να ανατραπεί λόγω προσωπικότητος, όπως στην περίπτωση του Μπόρις Τζόνσον.
Ο Μπόρις Τζόνσον κληροδότησε πάντως στον Σούνακ τον σκληροτράχηλο (κάποιοι λένε ως και αδίστακτο) στρατηγό της εκλογικής του εκστρατείας, τον αυστραλιανής προελεύσεως Ισαάκ Λεβίντο, επικεφαλής της επιτυχημένης εκστρατείας του Βρετανικού Συντηρητικού Κόμματος στις γενικές εκλογές του Ηνωμένου Βασιλείου το 2019. Ο Λεβίντο ειδικεύεται στην λεγόμενη «πολιτική σφήνα», στην κίνηση δηλαδή που θα φέρει στον νικητή την «πλειοψηφία συν ένα», δηλαδή το ένα πράγμα που δίνει, ίσως και την ύστατη ώρα, την νίκη. Ακόμη κι αυτός πάντως δήλωσε πρόσφατα ότι «είναι ένας στενός δρόμος προς τη νίκη, και τώρα έχει γίνει ένας στενός και απότομος δρόμος προς τη νίκη».
Από την μεριά του ο Στάρμερ έχει στο επιτελείο του την Σου Γκρέι, μια πιστή και οργανωτική επαγγελματία, εξαιρετικά σκιώδη αλλά και εξαιρετικά επιδραστική προσωπικότητα η οποία έχει επιπλέον αναλάβει να ετοιμάσει τον Στάρμερ για την κυβερνητική του προοπτική.
Αν οι εργατικοί κερδίσουν τελικά τις εκλογές, το ενδιαφέρον του πολιτικού παιχνιδιού στο Ηνωμένο Βασίλειο θα μεταφερθεί στην μάχη για την ψυχή του Συντηρητικού κόμματος.
ΕΙΡΗΝΗ ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΥ