Η ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΠΕΙΛΗ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΙΣΡΑΗΛ-ΧΑΜΑΣ

Η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς έχει προκαλέσει πανικό στις υπηρεσίες ασφαλείας σε ολόκληρο τον κόσμο σχετικά με τις πιθανές επιθέσεις ισλαμιστών εξτρεμιστών οι οποίες συνδέονται με τον εξελισσόμενο πόλεμο. Ήδη, μοναχικοί δράστες στο Βέλγιο, στην Αίγυπτο και στην Γαλλία έχουν πραγματοποιήσει θανατηφόρες επιθέσεις, ενώ «θυγατρικές» οργανώσεις της Αλ Κάιντα και του Ισλαμικού Κράτους έχουν ενθαρρύνει τους οπαδούς τους να εφαρμόσουν άμεση βία κατά των Δυτικών και ιδιαίτερα κατά των Εβραίων. Αυτοί οι κίνδυνοι προφανώς θα αυξηθούν όσο βαθαίνει η χερσαία εισβολή του Ισραήλ στη Γάζα, καθώς θα οδηγήσει αναμφίβολα σε ακόμη περισσότερα θύματα και σε κατηγορίες κατά των Παλαιστινίων, ανεξάρτητα από την δήθεν επιλεκτική «χειρουργική ακρίβεια».

Στις εξελισσόμενες επιχειρήσεις «αστικού πολέμου» θα οδηγήσει σε ισραηλινές φρικαλεότητες κατά αθώων αμάχων, λόγω των αδιακόπων ραγδαίων πυρών κατά των εξόχως πυκνοκατοικημένων οικισμών. Η ισχυρή υποστήριξη των ΗΠΑ στο Ισραήλ (και σε μικρότερο βαθμό της Ευρώπης) θα τροφοδοτήσει περαιτέρω τις ποικίλες ισλαμικές εξτρεμιστικές αφηγήσεις που πλαισιώνουν τη Δύση, με επικεφαλής το Ισραήλ, ως κτηνώδη και αδίστακτο καταπιεστή των μουσουλμάνων. Βεβαίως αν ο πόλεμος Ισραήλ-Χαμάς εξελιχθεί σε μια μεγαλύτερη περιφερειακή σύγκρουση, οι τρομοκρατικές απειλές θα αυξηθούν ακόμη περισσότερο.

Ωστόσο κάποια στιγμή και αυτός ο πόλεμος θα τελειώσει, οπότε το Ισραήλ (καθώς και οι δυτικοί υποστηρικτές του, δηλαδή οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι … Σύμμαχοι) θα πρέπει να αντιμετωπίσουν πολύ δύσκολα ερωτήματα για το τι θα ακολουθήσει. Η σύγκρουση έχει ήδη συντρίψει το προηγούμενο status quo στη Λωρίδα της Γάζας και κάλλιστα μπορεί να επεκταθεί στην ευρύτερη περιοχή εάν οι εντάσεις κλιμακωθούν περαιτέρω, πράγμα που σημαίνει ότι δεν υπάρχει επιστροφή σε ένα περιβάλλον όμοιο προς εκείνο προ της 7ης Οκτωβρίου. Εάν όντως η ιστορία είναι παντα ένας οδηγός του μέλλοντος, από αυτή την κλιμακούμενη αναταραχή μπορεί να αναδυθεί ένα νέο ισλαμιστικό εξτρεμιστικό κίνημα, έστω και αν δεν λάβει την πλήρη του μορφή επί πολλά χρόνια, ίσως και επί δεκαετίες. Εξ άλλου, ο τελευταίος μισός αιώνας μας δείχνει ξεκάθαρα ότι, οι τρομοκρατικές ομάδες συχνά γεννιούνται (ή αναβιώνουν) ως ακούσιες συνέπειες, ως παρενέργειες κάποιας μεγάλης στρατιωτικής δράσης. Έτσι, ενώ σήμερα το Ισραήλ μπορεί να πολεμά τη Χαμάς, αυτή του η δράση μπορεί απλώς και μόνο να είναι το προοίμιο για την άνοδο μιας άλλης παλαιστινιακής ισλαμιστικής ομάδας στο μέλλον.

Ο Τρίτος Νόμος του Νεύτωνος
Ο περιβόητος μεγαλοφυής φυσικομαθηματικός Ισαάκ Νεύτων παρήγαγε τρεις θεμελιώδεις νόμους της κίνησης, για να περιγράψει τη σχέση μεταξύ ενός αντικειμένου και των δυνάμεων που δρουν σε αυτό. Ο τρίτος νόμος του με απλά λόγια λέει ότι για κάθε δράση υπάρχει μια ίση και αντίθετη αντίδραση. Αν και αυτός ο νόμος της φυσικής δεν μεταφέρεται ακριβώς σε άλλους γνωστικούς κι επιστημονικούς κλάδους, περιγράφει σε μεγάλο βαθμό αυτό που έχουν αντιμετωπίσει πολλοί δυτικοί στρατιώτες όταν επενέβησαν σε μουσουλμανικές χώρες : Με λίγα λόγια, μια σφοδρότατη και παθιασμένη βίαιη αντίδραση.

Ενώ οι συνθήκες και τα πλαίσια είναι όλα διαφορετικά, το ιστορικό της Δύσης τα τελευταία 50 χρόνια πιστοποιεί ότι οι στρατιωτικές εκστρατείες όχι μόνον προκαλούν συχνά τρομοκρατική αντίδραση, αλλά στην πραγματικότητα, μια γενικευμένη βίαιη αντίδραση, διαφορετική και απροσδόκητη σε σύγκριση με την απειλή που στόχευε να αντιμετωπίσει το εν λόγω δυτικό κράτος με τη στρατιωτική του εκστρατεία. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές της δεκαετίας του 1980 το Ισραήλ εβίωσε αυτό το δρώμενο, όταν έστειλε τα στρατεύματά του στο νότιο Λίβανο για να προσπαθήσουν να εκκαθαρίσουν την περιοχή από μαχητές της «Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης» – PLO που εξαπέλυαν διασυνοριακές επιθέσεις. Ενώ οι ισραηλινές δυνάμεις κατάφεραν τελικά να περιορίσουν την απειλή της PLO, η παρέμβασή τους (η οποία έγινε εν μέσω του εξόχως περίπλοκου και πολυσύνθετου εμφυλίου πολέμου του Λιβάνου) ώθησε στην άνοδο της Χεζμπολάχ, της υποστηριζόμενης από το Ιράν σιιτικής πολιτοφυλακής που ήταν εντελώς άγνωστη πριν από την εισβολή του Ισραήλ, αλλά τελικά κραταιώθηκε και κυριάρχησε στον Λίβανο.

Εκ των υστέρων, οι έντονες πολιτικές πιέσεις και οι ανησυχίες για την ασφάλεια οι οποίες επιβαρύνουν τους Ισραηλινούς ηγέτες καθιστούν κατανοητή την απόφασή τους να εισβάλουν, αλλά δείχνουν επίσης τις ακούσιες συνέπειες των πράξεών τους : Αντάλλαξαν τη μια απειλή με την άλλη – αναμφισβήτητα μεγαλύτερη και πιο δυσεπίλυτη – μιαν απειλή που παραμένει μέχρι σήμερα .

Βεβαίως, καμία χώρα δεν έχει μάθει τα μαθήματα των ακούσιων συνεπειών της στρατιωτικής δράσης περισσότερο από τις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στην πραγματικότητα, το σύγχρονο τζιχαντιστικό κίνημα θεωρείται ευρέως ότι συγκροτήθηκε στα βουνά του Αφγανιστάν, όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστήριξαν τους ισλαμιστές Μουτζαχεντίν για να πολεμήσουν τους Σοβιετικούς μετά την εισβολή του Ερυθρού Στρατού στο Αφγανιστάν το 1979. Όπως και με τον στρατηγικό σχεδιαστικό υπολογισμό του Ισραήλ κατά την εισβολή στον Λίβανο, η δυναμική του Ψυχρού Πολέμου εσήμαινε επίσης ότι η υποστήριξη των ΗΠΑ προς αυτήν την αντάρτικη δύναμη είχε μείζον στρατηγικό νόημα εκείνη την εποχή. Άλλωστε, οι δύο υπερδυνάμεις πολύ συχνά πολέμησαν η μία την άλλη μέσω «πληρεξουσίων», οπότε σαφέστατα υπήρχε άφθονο προηγούμενο, οπότε βεβαίως και θεωρήθηκε πολύ ασφαλέστερο να πολεμούν μέσω ενδιάμεσων εκπροσώπων, παρά να αντιμετωπίσουν άμεσα τους πυρηνικά οπλισμένους στρατούς τους.

Αλλά η υποστήριξη των ΗΠΑ στους Μουτζαχεντίν τελικά αποτυπώθηκε πολύ πιο πέρα από το Αφγανιστάν, στέλνοντας τους μαχητές που πολέμησαν εκεί να ενταχθούν ή να ξεκινήσουν εξεγέρσεις στον Καύκασο, στη Μεσανατολή, στη Βόρεια Αφρική και στη Νότια Ασία (μερικές από τις οποίες εξακολουθούν να μαίνονται έως σήμερα), οδηγώντας εν τέλει στη δημιουργία της Αλ Κάιντα. Και πάλι εκ των υστέρων, μπορεί κανείς να δει την τραγική αιτιώδη συνάφεια από την υποστήριξη των ΗΠΑ στους Μουτζαχεντίν μέχρι τη βίαιη εκστρατεία της Αλ Κάιντα που κορυφώθηκε με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, αλλά εκείνη την εποχή, η απόφαση των ΗΠΑ να εξοπλίσουν και να χρηματοδοτήσουν τους Μουτζαχεντίν φαινόταν ορθή — και η τελική τους νίκη βοήθησε στην επίσπευση της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης.

Πιο πρόσφατα, μετά από την εισβολή τους στο Ιράκ το 2003 οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετώπισαν μια παρόμοια ιστορία βίαιης και απροσδόκητης αντίδρασης. Ενώ είχαν σκοπό να ανατρέψουν τον Σαντάμ Χουσεΐν, ένα έργο που ομολογουμένως ολοκλήρωσαν γρήγορα, οι δυνάμεις των ΗΠΑ βρέθηκαν γρήγορα «βαλτωμένες» πολεμώντας μιαν εξέγερση για την οποίαν ήταν απροετοίμαστες και από την οποία τελικά αναδύθηκε τερατώδες το Ισλαμικό Κράτος. Μια ομάδα που προηγουμένως ήταν μικρή, σκοτεινή και συνιστούσε ελάχιστη απειλή πριν από την εισβολή των ΗΠΑ, αναβίωσε και μετονομάστηκε στον απόηχο της, πρώτα συγχωνεύτηκε με την Αλ Κάιντα και αργότερα ξέσπασε για να ακολουθήσει τη χαρακτηριστική της μορφή ακραίαςανεξέλγκτης βίας. Αν και η ιστορία των λανθασμένων εκτιμήσεων που οδήγησαν στην απόφαση των ΗΠΑ να εισβάλουν στο Ιράκ μας είναι γνωστή, ακόμη και οι πιο προληπτικοί επικριτές του πολέμου δύσκολα οραματίστηκαν την λυσσώδη βία του Ισλαμικού Κράτους η οποία θα κυριαρχούσε στα μέσα της δεκαετίας του 2010.

«Το κουτί της Πανδώρας;»
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου κατέστησε σαφές ότι ο στόχος της επιχείρησης των Ισραηλινών Αμυντικών Δυνάμεων – IDF στη Λωρίδα της Γάζας είναι η πλήρης καταστροφή της Χαμάς, μιας τρομοκρατικής ομάδας που ο ίδιος πιστεύει (όπως και, ανεξάρτητα από τη γνώμη τους για τον πρωθυπουργό τους, οι περισσότεροι Ισραηλινοί) ότι είναι μια υπαρξιακή απειλή η οποία μετά τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου δεν είναι πλέον ανεκτή. Το αν η Χαμάς μπορεί πραγματικά να εξαλειφθεί είναι ένα ανοιχτό ερώτημα και μια επιχείρηση των IDF που αποτυγχάνει να προκαλέσει εξοντωτικό τελικό πλήγμα στην ομάδα μπορεί απλώς να την επανεμφανίσει στο μέλλον ως ακόμη πιο ριζοσπαστική, ίσως όχι μόνο εστιασμένη στο Ισραήλ αλλά ευρύτερα στην «φιλοσιωνιστική» Δύση. Αλλά ακόμα κι αν ο Ισραηλινός Στρατός καταφέρει να ανακτήσει τον πλήρη έλεγχο της Γάζας, εξοντώνοντας ικανό αριθμό μαχητών της Χαμάς και καταστρέφοντας τα περισσότερα από τα όπλα και τις υποδομές της, το Ισραήλ μπορεί απλώς να ανταλλάξει μια τρέχουσα απειλή με μια μελλοντική.

Αμέσως, ο Ισραηλινός Στρατός αντιμετωπίζει μια τεράστια παγκόσμια αντίδραση, όχι μόνο από χώρες με μουσουλμανική πλειοψηφία, αλλά και από πολλές χώρες στον Παγκόσμιο Νότο – και έναν αυξανόμενο αριθμό στη Δύση – λόγω του μεγάλου αριθμού θυμάτων Παλαιστινίων αμάχων στη σύγκρουση. Ανεξάρτητα από το αν η Ιστορία κρίνει ότι ο Ισραηλινός Στρατός έμεινε γενικά στους νόμους του πολέμου, τελικά αυτό δεν έχει σημασία, καθώς η τρέχουσα αφήγηση σε πολλές χώρες είναι μια αφήγηση εγκλημάτων πολέμου. Στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αμέτρητα βίντεο, εικόνες και αφηγήσεις της ανθρωπιστικής κρίσης στη Γάζα, από πρώτο χέρι, υπονοούν – και σε πολλές περιπτώσεις, παρουσιάζουν ρητά – το Ισραήλ ως δράστη της δήθεν αυθαίρετης βίας. Αυτό φυσικά και εντείνεται από τη διάδοση παραπληροφόρησης και τις αυξανόμενες ενδείξεις για υψηλά επίπεδα σκόπιμης παραπληροφόρησης για να χρωματιστεί ο πόλεμος με ένα συγκεκριμένο «φως».

Ακόμη και όταν έρχονται τελικά στο φως στοιχεία που απαλλάσσουν δικονομικά τον Ισραηλινό Στρατό από επεισόδια όπως η έκρηξη στο Αραβικό Νοσοκομείο al-Ahli στις 17 Οκτωβρίου, το κοινό δεν αλλάζει γνώμη – ειδικά όταν οι IDF αναλαμβάνουν την ευθύνη για άλλες επιθέσεις που οδήγησαν σε μαζικές απώλειες Παλαιστινίων αμάχων, όπως ο εξοντωτικός Βομβαρδισμός του προσφυγικού καταυλισμού Jabalia στις 31 Οκτωβρίου. Το γεγονός ότι ένας δυσανάλογος αριθμός Παλαιστίνιων θυμάτων φαίνεται να είναι παιδιά ενισχύει προφανώς την παρουσίαση του Ισραήλ ως αδίστακτου ανθρωποκτόνου καταπιεστή, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η Χαμάς ενίοτε χρησιμοποιεί τους αμάχους ως ανθρώπινες ασπίδες, είτε εξαπολύοντας επιθέσεις από πυκνοκατοικημένες κοινότητες είτε χτίζοντας υπόγειες σήραγγες υπό τις υποδομές των αμάχων.

Ήδη φαίνεται το αποτέλεσμα αυτής της βίας: Αναζωογονημένος και επιθετικός αντισημιτισμός, μίσος για το Ισραήλ και περιφρόνηση για τις δυτικές κυβερνήσεις που το υποστηρίζουν, όλα αυτά υποδηλώνουν ότι ο πόλεμος θα είναι πρόσφορο έδαφος για ριζοσπαστικοποίηση. Από τις πρωτεύουσες μεγάλων μουσουλμανικών χωρών στη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία μέχρι τους δρόμους του Λονδίνου, της Νέας Υόρκης και του Παρισιού, η ένταση των διαμαρτυριών κατά του Ισραήλ επιβεβαιώνει το φαινομενικό άνοιγμα του «κουτιού της Πανδώρας» που πυροδότησε ο πόλεμος Ισραήλ-Χαμάς. Το αρχαιοελληνικό μυθικό κουτί πράγματι αντιστοιχείται εύκολα με την τρέχουσα εμπόλεμη διαδικασία, καθώς αποδίδει άριστα την πολυδύναμη αλληλουχία των απρόσμενων αρνητικών συνεπειών που εκλύονται όταν κάποιος εν γνώσει ή εν αγνοία του ενεργοποιήσει μια διαδικασία αλλεπάλληλων δεινών, πιστεύοντας πως αυτή του η ενεργοποίηση ήταν η κάλλιστη λύση κάποιων προβλημάτων.
Αν και βεβαίως υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ μιας πορείας διαμαρτυρίας στους δρόμους και της σχεδιασμένης διάπραξης τρομοκρατικής βίας, είναι λογικό ότι τουλάχιστον μερικοί άνθρωποι μπορεί να αποδειχθούν λίαν ευάλωτοι στην εξτρεμιστική ριζοσπαστικοποίηση, ειδικότερα εάν ο πόλεμος διαρκέσει πολλούς μήνες και οι περαιτέρω επιχειρήσεις των IDF οδηγήσουν σε περισσότερα περιστατικά μαζικών απωλειών των Παλαιστινίων αμάχων. Ήδη, ο πόλεμος αυτός δεν θεωρείται απλώς ως ένα ακόμη σημείο πλανητικής ανάφλεξης, αλλά ως κάτι θεμελιωδώς διαφορετικό: Ως ένα πολυεπίπεδο γεγονός ικανό να πυροδοτήσει παθιασμένη μακροχρόνια οργή και συνακόλουθα αντι-ισραηλινή και αντιδυτική βία.

Για τον σκοπόν αυτόν, αν και ο πόλεμος παραμένει επί του παρόντος σε μεγάλο βαθμό περιορισμένος στη Λωρίδα της Γάζας, είναι πρόδηλος ο κίνδυνος ευρύτερης «περιφερειοποίησης» της σύγκρουσης, στην οποίαν η Χεζμπολάχ στον Λίβανο, άλλοι πιθανώς και άλλοι ιρανικοί «πληρεξούσιοι» αλλού στην περιοχή (ή, σε ακραία περίπτωση, ακόμη και το ίδιο το Ιράν) θα πρόσθεταν περαιτέρω …. «καύσιμο» για μελλοντικές τρομοκρατικές αντιδράσεις. Προφανώς, όσο περισσότεροι περιφερειακοί παράγοντες εμπλέκονται, τόσο πιο περίπλοκος θα γίνεται ο πόλεμος και τόσο περισσότερα κίνητρα θα υπάρχουν για τις υπάρχουσες τρομοκρατικές ομάδες να εκμεταλλευθούν τη βία για στρατολόγηση νέων μαχητών και ανάπτυξη νέων ομάδων.

Επίσης, σε ένα ευρύτερο σενάριο περιφερειακής σύγκρουσης, όχι μόνον ομάδες όπως η Αλ Κάιντα και το Ισλαμικό Κράτος θα αισθανθούν ιδιαίτερα ισχυρή πίεση για να εμπλακούν, αλλά μπορεί κανείς εύκολα να φανταστεί και τα περιφερειακά κράτη να αναπτύσσουν τις δικές τους ομάδες «πληρεξουσίων», τουλάχιστον μερικές από τις οποίες ενδέχεται να αποτελέσουν μακροπρόθεσμες απειλές. Αν δε, οι τρέχουσες εντάσεις κλιμακωθούν σε σημείο απευθείας εμπλοκής Ιράν-Ισραήλ ή αντιπαράθεσης Ιράν-Η.Π.Α., η προοπτική μιας γενικευμένης εκστρατείας σιιτικής ισλαμιστικής τρομοκρατίας που θα υποστηρίζεται από το Ιράν εναντίον της Δύσης θα αυξηθεί δραματικά, αναζωογονώντας και μάλλον ξεπερνώντας το υψηλότερο σημείο της ιρανογενούς τρομοκρατίας στις δεκαετίες του 1980 και του 1990.

Τέλος, ακόμη και όταν σταματήσουν οι τρέχουσες επιχειρήσεις των IDF, αυτό που θα ακολουθήσει πιθανότατα θα αυξήσει περαιτέρω τον κίνδυνο βίαιων αντιδράσεων εναντίον του Ισραήλ, αλλά και της Δύσης, δηλαδή ΕΕ και ΗΠΑ. Σε μια συνέντευξη που μεταδόθηκε στις 6 Νοεμβρίου, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Νετανιάχου είπε ότι το Ισραήλ θα έχει την «συνολική ευθύνη για την ασφάλεια» στη Γάζα για «αόριστο χρονικό διάστημα», εξέφρασε δηλαδή ευθέως μια κατηγορηματική πρόταση ότι οι IDF θα σταθμεύσουν στο εν λόγω έδαφος για παρατεταμένη περίοδο. Ενώ το πώς ακριβώς θα υλοποιηθεί αυτό στην πράξη παραμένει ολότελα ασαφές (εάν, για παράδειγμα, οι επιχειρήσεις των IDF θα διενεργούνται σε όλη τη Γάζα, στο βόρειο ήμισυ ή απλώς σε επιλεγμένες και σαφώς καθορισμένες περιοχές, δηλαδή ουσιαστικά, μια επιστροφή στον ισραηλινό έλεγχο με κάποια μορφή, μετά την απόσυρση των δυνάμεων και των εποίκων του από τη Γάζα το 2005), είναι απόλυτα σαφές και βέβαιο πως θα πυροδοτήσει άσβεστη οργή και πιθανότατα βία πολύ μετά το τέλος της τρέχουσας σύγκρουσης.

Αυτό θα κλιμακωθεί ακόμη περισσότερο εάν η μεταπολεμική διακυβέρνηση περιλαμβάνει και τη μόνιμη ανακατανομή της γης από τους Παλαιστίνιους στους Ισραηλινούς. Όμως ακόμα κι αν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, μια πιθανή πολυετής παρουσία των IDF στη Γάζα θα δημιουργήσει πρόσφορες και γόνιμες συνθήκες για ριζοσπαστικοποίηση και τρομοκρατία. Ενώ οι εκτοπισμένοι Παλαιστίνιοι μπορεί να παρέχουν την αμεσότερη δεξαμενή πιθανών στρατολογούμενων τρομοκρατών, οι βίαιες απειλές ενάντια στα ισραηλινά και δυτικά συμφέροντα θα ενισχυθούν και πολύ πέρα από τη Γάζα, καθώς το «Παλαιστινιακό» μπορεί να ξαναγίνει ένα κάλεσμα συγκέντρωσης, μια μαχητική κλήση κι ένα προσκλητήριο για εξτρεμιστές σε όλο τον κόσμο, εμπνέοντας πιθανότατα τη μαχητικότητα προς μιαν εντελώς καινούργια, νεότερη γενιά αγωνιστών.

Η επόμενη ημέρα
Μόλις μετά ένα μήνα από την έναρξη της σύγκρουσης Ισραήλ-Χαμάς, το μόνο βέβαιο πόρισμα είναι ότι το προηγούμενο status quo έχει πράγματι κατακερματισθεί. Το τι θα προκύψει είναι ιδιαίτερα ασαφές και ρευστό, αλλά οι επιχειρήσεις του Ισραηλινού Στρατού στη Γάζα, ακόμη και αν δικαιολογούνται, κινδυνεύουν επίσης να απελευθερώσουν βίαιες δυνάμεις που θα αντισταθούν σε κάθε «έξωθεν και άνωθεν» έλεγχο.
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν προειδοποίησε κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στο Ισραήλ τον περασμένο μήνα, λέγοντας στους οικοδεσπότες του ότι η «αφανιστική οργή» τους κατά των επιθέσεων της Χαμάς ήταν μεν απολύτως κατανοητή, αλλά τους προειδοποίησε να μην «αφανισθούν από αυτήν».

Όπως σημείωσε, οι Ηνωμένες Πολιτείες βρέθηκαν σε παρόμοια θέση μετά την 11η Σεπτεμβρίου και «ενώ αναζητήσαμε δικαιοσύνη και δικαιωθήκαμε, κάναμε και λάθη». Ακόμα κι αν οι IDF καταφέρουν να καταστρέψουν σε μέγιστο βαθμό τη Χαμάς, θα έχουν μεγάλο κόστος – σε φήμη, διεθνείς διαμαρτυρίες και, κατά πάσα πιθανότητα, ευρεία τρομοκρατική αντίδραση στα επόμενα χρόνια.

του Αθανασίου Κωνσταντίνου

tweet
fb-share-icon
Insta
Tiktok