Η υπόθεση του μέχρι τώρα φυλακισμένου επί τέσσερις μήνες, εκλεγμένου Δημάρχου Φρέντυ Μπελέρη, έχει από καιρό ξεπεράσει τα όρια του προσωπικού του δράματος και είναι πλέον ένας δείκτης της λιποβαρούς Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Η ευκολία με την οποία πασαένας γείτονας (και μη) παραγκωνίζει την Ελλάδα και δεν την λαμβάνει υπόψη του αλλά και προβαίνει σε κάθε είδους πρόκληση εναντίον της, είναι σύμπτωμα μιας θανατηφόρας διπλωματικής ασθένειας, που σύντομα θα φέρει το μοιραίο.
Η πρώτη φωτοβολίδα που κήρυξε το «ελεύθερο κυνήγι» εναντίον της Ελλάδος, ήταν η υπογραφή της συμφωνίας των Πρεσπών. Η Ελλάδα, έκανε πίσω σε όλες τις απαιτήσεις ενός μη υπολογίσιμου κράτους που εκείνη την στιγμή απειλείτο και με διάσπαση και πράττοντας έτσι έδωσε φιλί ζωής στο δόλιο πρόβλημα του «μακεδονισμού».
Ένα πρόβλημα που με την σημερινή μορφή του υφίσταται πολλές δεκαετίες από όταν η κομμουνιστική διεθνής
το 1930 μίλησε για το «μακεδονικό έθνος» που τριχοτομήθηκε μεταξύ Γιουγκοσλαβίας, Ελλάδος και Βουλγαρίας.
Ένα πρόβλημα που de facto θα χανόταν, αν υποχωρούσε το ασήμαντο κράτος των Σκοπίων κι όχι η Ελλάδα.
Δεν είναι συνεπώς, αυτό καθαυτό το λιγοστό κράτος που αποτελεί για εμάς πρόβλημα αλλά η αναβίωση του ψευδο-προβλήματος του «μακεδονισμού» που συνθέτει κίνδυνο για την Ελλάδα. Ένα πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί και συντηρηθεί από διαφόρους «συμμάχους» στο πέρασμα της ιστορίας. Τόσο απλό είναι λοιπόν να καταλάβει κανείς, γιατί είναι προδοτική η συμφωνία των Πρεσπών.
Όμως η ευθύνη δεν βαραίνει μόνο την τότε κυβέρνηση. Η Νέα Δημοκρατία που «κληρονόμησε» την συνθήκη, την διατήρησε, αδιαφορεί για την τήρηση αυτής της κάκιστης συμφωνίας από τους Σκοπιανούς και εξακολουθεί τον ίδιο ανάρμοστο χαρακτήρα εξωτερικής πολιτικής με τους προηγουμένους.
Έτσι η Ελλάδα στην πραγματικότητα δεν έχει εξωτερική πολιτική. Υπακούει στις οδηγίες κάθε διεθνούς forum στο οποίο συμμετέχει, άβουλα και φοβικά. Αόμματη μπροστά στα Ελληνικά συμφέροντα, αναίσθητη μπροστά στην περιφρούρηση της ιστορικής αλήθειας, προωθεί πολιτικές που ωφελούν «συμμάχους» ελπίζοντας όταν τα συμφέροντα των άλλων εξυπηρετηθούν να ανταμειφθεί και η Ελλάδα με ένα χάδι στο κεφάλι, σαν καλό σκυλάκι.
Το αποτέλεσμα είναι συνταρακτικό.
Για παράδειγμα το θέμα Μπελέρη, δεν στέκει μόνο του σε κάποιο πολιτικό κενό. Είναι μέρος ενός δικτύου ενεργειών της Άγκυρας, που στοχεύει σε περικύκλωση και απενεργοποίηση της Ελληνικής διπλωματικής ισχύος, μιαν ισχύ που όπως προ είπαμε, πλέει ήδη τα λοίσθια.
Αντιλαμβάνεστε ότι, η Ελλάδα έπρεπε να έχει κατακεραυνώσει από την πρώτη στιγμή την προκλητική ενέργειατης Αλβανίας, εργαλειοποιώντας τα πολλά μέσα που έχει στην διάθεσή της, όπως τον εντός Ελλάδος Αλβανικό πληθυσμό, την διακίνηση των Αλβανικών μέσων, την Ελληνο-Αλβανική εμπορική δραστηριότητα, τις μεταφορές χρημάτων προς Αλβανία, τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Αλβανίας, την Ε.Ε. γενικότερα, ακόμη και το ΝΑΤΟ και τις υποχρεώσεις που έχει η Ελλάδα για φύλαξη του Αλβανικού εναέριου χώρου. Το θέμα από πλευράς Ελλάδος, έπρεπε να οδηγηθεί αστραπιαία στα άκρα και να φτάσει μέχρι διακοπής διπλωματικών σχέσεων.
Όλα τα παραπάνω, θα έστελναν μήνυμα προς τους γείτονες, να μην υπερεκτιμούν τις τουρκικές υποσχέσεις και να μην πιστεύουν ότι θα μπορούν να προκαλούν την Ελλάδα χωρίς να πληρώνουν τίμημα. Αντι να γίνει κάτι τέτοιο, η Ελληνική διπλωματία ασθενούσα από την ύποπτη κυβερνητική ατολμία και αφωνία, διαφόρων κομμάτων, έχει καταστεί ο περίγελος των Βαλκανίων.
Το ειδικό διπλωματικό βάρος της Ελλάδος αδυνατίζει ραγδαία και σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα, αυτή η ανάρμοστη κατάσταση, θα επιφέρει ισχυρότατα τραύματα στην Ελλάδα.
Ο Φρειδερίκος Β’ ο Μέγας, συνήθιζε να λέει πως: «Διπλωματία χωρίς όπλα είναι σαν μουσική χωρίς όργανα». Σκεφθείτε λοιπόν πόσο ανούσια είναι η διπλωματία όχι χωρίς όπλα, αλλά ούτε καν χωρίς πίεση.
Οι ισορροπίες δυνάμεων στην γεωπολιτική σφαίρα, αλλάζουν. Οι νέες ισοζυγίες, οι αναδυόμενες συμμαχίες θα έχουν σαν συγκολλητικό υλικό τις πολιτισμικές συγγένειες.
Και η Ελλάδα είναι ένας πολιτισμικός Τιτάνας εν υπνώσει.
Και φτάνουμε αναγκαστικά στην κρίσιμη σκέψη:
Τι και σε ποιον προσφέρουν αυτοί οι πολιτικοί που εξαγοράζουν την καριέρα τους με Ελληνικό κύρος, Ελληνικό έδαφος και Ελληνικό Έθνος;
του Αχιλλέως Ξανθάκη