Μνήμες μνημονίων θα ξυπνήσει η επερχόμενη λιτότητα στην ευρωζώνη

Η είδηση πως η Γερμανία και άλλες 10 χώρες-σύμμαχοι της ζητούν «κοινούς κανόνες… για τη μείωση των ελλειμμάτων και επίσης για τη μείωση των επιπέδων χρέους συνολικά», στο ίδιο μήκος με την πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν που απαίτησε την διασφάλιση της «συνετής δημοσιονομικής πολιτικής» – με απλά λόγια επιστροφή στην λιτότητα και των τερματισμό των μέτρων στήριξης – ήρθε να επιβεβαιώσει την εκτίμηση πως η εποπτεία στην χώρα μας θα επιστρέψει, με θλιβερές συνέπειες.

Αξίζει να κάνουμε μία αναδρομή και να θυμηθούμε την εικόνα της βιβλικής καταστροφής που προκάλεσαν οι “φίλοι” μας οι Ευρωπαίοι στην οικονομία μας. Από την πρώτη στιγμή της κρίσης, η επίσημη ερμηνεία για το πώς αυτή προκλήθηκε – κυρίως από γερμανικά ΜΜΕ – ήταν ότι μόνο οι Έλληνες ήταν οι υπαίτιοι. Από το πρωί μέχρι το βράδυ, μας πρόσβαλλαν παντοιοτρόπως, χαρακτηρίζοντάς μας “τεμπέληδες”, “αλκοολικούς”, “ανίκανους” να παράγουμε οτιδήποτε, “καλοπερασάκηδες” με το μόχθο των εταίρων μας και άλλα τινά. Με βάση όλα αυτά τα δήθεν αποκρουστικά χαρακτηριστικά του DNA μας, εξηγούνταν δήθεν τα τεράστια ελλείμματα και χρέη που δημιούργησε
η “ανευθυνότητά” μας, διακινδυνεύοντας τη σταθερότητα της Ευρωζώνης.

Έτσι, έπρεπε, να “συνετιστούμε” μέσω σκληρής, πλην αποτελεσματικής τιμωρίας. Γι’ αυτό, οι εταίροι μας ζήτησαν και τη βοήθεια του ΔΝΤ, επειδή είχε μακρά εμπειρία στον τομέα αυτό, από τη μέχρι τότε δράση του σε αναπτυσσόμενες και αφρικανικές κυρίως χώρες. Το χειμαρρώδες κατηγορητήριο εναντίον των “άχρηστων” Ελλήνων, έστρωσε κόκκινο χαλί για την υποδοχή των διεθνών χρηματιστηριακών αρπακτικών, που έσπευσαν
να ρημάξουν το Χρηματιστήριο. Αποστολή τους ήταν να εμφανίσουν ως αναπόφευκτα τα Μνημόνια. Αν και η ενορχηστρωμένη αυτή προπαγάνδα ουδεμία σχέση είχε με την πραγματικότητα, πέτυχε τελικώς να πείσει
ένα σημαντικό τμήμα του ελληνικού λαού ότι “εμείς φταίγαμε για όλα”.

Ωστόσο, η προ κρίσης κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, ουδόλως δικαιολογούσε τέτοια τιμωρία.
Η ελληνική οικονομία εμφάνιζε σημαντική δυναμική, πραγματοποιώντας μέσο ρυθμό ανάπτυξης από τους ταχύτερους τότε της Ευρώπης, κατέγραφε ανεργία χαμηλή και το δημόσιο χρέος της ως ποσοστό στο ΑΕΠ ήταν κάτω από 110%, που θεωρείται αντιμετωπίσιμο με βάση τα διεθνώς επικρατούντα στο χώρο. Υπήρχε, βέβαια ένα εκκολαπτόμενο αγκάθι του δημόσιου ελλείμματος μετά το 2000 (ετήσια υπέρβαση δαπανών στον προϋπολογισμό).

Για αυτό, ασφαλώς, χρειαζόταν η λήψη σταθεροποιητικών μέτρων, που όμως, ουδεμία σχέση είχαν με τα όσα εγκληματικά μας επιβλήθηκαν. Να υπενθυμίσω ότι, ο τότε διευθυντής της ΕΛΣΤΑΤ είχε εμφανίσει στα εμβρόντητα μέλη της επιτροπής ελέγχου, ένα έλλειμμα που απότομα είχε πηδήξει από 9.8% στο 15.6% του ΑΕΠ.
Έτσι, κρίθηκε ότι χρειαζόταν η εισβολή του ΔΝΤ.

Τι λοιπόν ήταν αυτό που μας κατέστρεψε;
Η αιτία της καταστροφής μας, όπως άλλωστε είχε αρχικά διαπιστωθεί και όπως ξεκάθαρα έχει πλέον ομολογηθεί από ΕΕ και ΔΝΤ, ήταν ο κίνδυνος κατάρρευσης γαλλικών και γερμανικών τραπεζών, που ήταν φορτωμένες με ελληνικά ομόλογα. Αυτές έπρεπε, με κάθε μέσον, να διασωθούν και έτσι η πανικόβλητη ΕΕ δεν λογάριασε καθόλου την Ελλάδα ως κυρίαρχο κράτος-μέλος. Είχε αποφασίσει, αντιθέτως, να την υποβαθμίσει/εξαθλιώσει, ώστε να μην αντιδράσει σε όσα μαρτύρια έκρινε αναγκαία να της επιβάλλει για τα συμφέροντα των εταίρων.

Συνεπώς, τα Μνημόνια αγνόησαν παντελώς το ότι αφορούσαν έναν ολόκληρο λαό, που τύχαινε να είναι και μέλος της Ευρωζώνης. Είχαν εισβάλει ακάθεκτα στη χώρα μας απαιτώντας με πρωτοφανή σκαιότητα κατάργηση ανθρώπινων δικαιωμάτων, υποθηκεύοντας το σύνολο της δημόσιας περιουσίας, αποκλείοντας συμψηφισμό με υφιστάμενα χρέη προς την Ελλάδα και επιβάλλοντας πολιτικές λιτότητας.

Είναι βέβαια αφελές το επιχείρημα ότι τα Μνημόνια στόχευαν στην ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας, διότι τότε θα φρόντιζαν να αναδείξουν τις αναπτυξιακές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας και όχι να την στραγγαλίσουν. Η μοναδική τους προσπάθεια ήταν η – πάσει θυσία – εξασφάλιση υψηλότερου πρωτογενούς πλεονάσματος, καταφέρνοντας να βάλουν την ελληνική οικονομία στην μέγγενη.

Και ενώ θα μπορούσε, ακόμη, να διασωθεί η Ελλάδα, αν η αναδιάρθρωση του χρέους γινόταν από την αρχή
–όπως επιβάλλεται σε ανάλογες περιπτώσεις – οι εταίροι μας την αρνήθηκαν για να μην διακινδυνεύσουν τις τράπεζές τους. Έτσι, όταν αυτή επιτέλους αποφασίστηκε, κατέληξε στην καταστροφή των ελληνικών κοινωνικών ταμείων.

Φυσικά, πουθενά στη μακρά πορεία του ελληνικού δράματος δεν υπήρξε ίχνος οσμής ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, προσφοράς εταίρων προς εταίρο που βρίσκεται σε δύσκολη θέση, συνοχής και άλλων ανάλογων ουτοπιών.
Και ας μην επικαλεστούν κάποιοι τα δισεκατομμύρια, που εταίροι και ΔΝΤ μας δάνειζαν, με βαρύτατους άλλωστε όρους και με πιο ευνοϊκούς μόνον όταν τα επιτόκια διεθνώς κινούνται σε αρνητικό επίπεδο… Δεν ήταν για να μας βοηθήσουν, όπως πολλοί εξακολουθούν να πιστεύουν, αλλά για να εξασφαλίσουν τα συμφέροντά τους.
Τα δισεκατομμύρια αυτά ουδέποτε πέρασαν το κατώφλι των ελληνικών συνόρων.

Οι ευθύνες Ελλήνων πολιτικών
Πως μπόρεσαν οι ελληνικές κυβερνήσεις να δεχθούν και να υπογράψουν αυτά τα κατά συρροή εγκλήματα; Δεν θέλω να πω ότι όλοι όσοι κυβέρνησαν την Ελλάδα στο διάστημα των Μνημονίων ήταν προδότες. Πιστεύω ότι υπάρχει σωρεία ερμηνειών, μεμονωμένων ή αλληλοσυμπληρούμενων κατά περίπτωση, χωρίς φυσικά αυτές να ικανοποιούν. Ανάμεσα και σε άλλες ερμηνείες θα έλεγα ότι οι Έλληνες αρμόδιοι:
        

        * Υποδουλώθηκαν σε ένα συνονθύλευμα πολυάριθμων αδυναμιών, ουτοπιών, περιορισμένων γνώσεων, φοβίας             και υποταγής σε διάφορες κοσμοθεωρίες.     

        *  Μερικοί εξ’ αυτών υπέγραψαν τα Μνημόνια απαξιώνοντας να μελετήσουν το άθλιο περιεχόμενό τους, λόγω             έλλειψης χρόνου ή και δυνατότητας κατανόησης.

        *   Άλλοι, δυσκολεύτηκαν να συνειδητοποιήσουν ότι οι εταίροι μας κάθε άλλο παρά πάσχιζαν για τη σωτηρία             μας, πίστευαν στο μύθο της ύπαρξης φιλελλήνων και, συνεπώς, υπέγραφαν με κλειστά μάτια ότι τους             ζητούσαν.

Έτσι οι ελληνικές κυβερνήσεις των δέκα μνημονιακών ετών κατάφεραν μέσω των Μνημονίων συνοπτικά τα εξής:

Να υποχωρήσει το ΑΕΠ κατά 26% από την αρχή της κρίσης, να μειωθεί το
κατά κεφαλή εισόδημα στη χώρα μας κατά ¼ και να εκτιναχθεί η ανεργία, από 8% που ήταν πριν την κρίση στο 26%.

Ο δε ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης, που για την προ κρίσης επταετία ήταν πάνω από 4%, στη δεκαετία της κρίσης ήταν αρνητικός.

Την ίδια στιγμή, η μεσαία τάξη υπέστη κοινωνική συντριβή και οι περίφημες δήθεν “σωτήριες” μεταρρυθμίσεις που απαιτούσαν με πάθος ΔΝΤ και ΕΕ, υλοποιήθηκαν τελικώς με τη μορφή αφενός μετατροπής της αγοράς εργασίας

σε άγρια ζούγκλα και αφετέρου λεηλασίας του συνολικού δημόσιου πλούτου της Ελλάδας από τους εταίρους μας.

Σε ό,τι αφορά το δημόσιο χρέος, από 263 δισ. ευρώ το 2008 αναρριχήθηκε σε 337 δισ. ευρώ τα μνημονιακά χρόνια (ως ποσοστό στο ΑΕΠ, το χρέος ήταν το 2008, 109%, αρκετά υψηλό, αλλά όμως βιώσιμο). Η κατάσταση με το χρέος όλο και επιδεινώνεται, καθώς τον περασμένο Δεκέμβριο έγινε γνωστό πως το συνολικό δημόσιο χρέος της χώρας, έσπασε το φράγμα των 400 δισ. ευρώ! Η διαχρονική σύγκριση βασικών στοιχείων και δεικτών αποκαλύπτει ότι πριν από την κρίση η ελληνική οικονομία ήταν σε απείρως καλύτερη και ήταν αυτά ακριβώς τα Μνημόνια, που την κατέστρεψαν.

Η είσοδος της χώρας μας, λοιπόν, στο κολαστήριο του ΔΝΤ ήταν παντελώς αδικαιολόγητη. Και αν θεωρούσαμε

ότι όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν, ο μετεκλογικός λογαριασμός για την Ελλάδα, όπως αναφέραμε στην εισαγωγή, αναμένεται βαρύς. Για να σωθούμε πρέπει να σταθούμε στα πόδια μας. Γι’ αυτό και προσυπογράφω τα λόγια του Άγγλου οικονομολόγου-νομισματολόγου Peter Koening, προς τους Έλληνες: «Λαέ της Ελλάδας! Ξυπνήστε».

της Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη

————————————————————-

H κα Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη είναι η πρώτη Ελληνίδα πρύτανης, εκλεγμένη τρεις φορές στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Μετά τις σπουδές στη Σχολή Νομικών και Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης έγινε δεκτή στην αντίστοιχη Σχολή της Σορβόννης με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης. Εκεί έλαβε δύο διπλώματα ανωτέρων σπουδών στις οικονομικές επιστήμες, καθώς και το διδακτορικό της δίπλωμα με άριστα και έπαινο. Συμπλήρωσε τις οικονομικές της σπουδές στο London School of Economics, ενώ πραγματοποίησε έρευνες στο Πανεπιστήμιο του Berkeley και στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας. Η μελέτη της για την «περιφερειακή ανάπτυξη της Ελλάδας στο πλαίσιο της ΕΟΚ» απέσπασε το Α΄ Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 1984. Το 2008 το γαλλικό κράτος, με διάταγμα του προέδρου Nicolas Sarcozy της απένειμε το παράσημο του ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής για την επιστημονική της συνεργασία με τη Γαλλία. Είναι πρόεδρος του Ιδρύματος Δημήτρη & Μαρίας Δελιβάνη.

tweet
fb-share-icon
Insta
Tiktok