Μεταπολίτευση: ένας κωδικός πολιτικός όρος. Ουσιαστικά κενός. Χρονικά όμως, σηματοδοτεί το τέλος των πολιτικών υπέρ της Ελλάδος και την εφαρμογή πολιτικών, υπέρ της αναδυόμενης τότε Ευρωπαϊκής Ενώσεως
και της επερχομένης παγκοσμιοποιήσεως.
Πολλά μπορούμε να αναλύσουμε για την Μεταπολίτευση. Εδώ όμως θα ασχοληθούμε με την πολιτεία
των εθνικόστροφων κομμάτων, κινημάτων και προσωπικοτήτων.
Από το 1974 και μετά, στον πολιτικό χάρτη της χώρας, δημιουργήθηκε και ένα πλέγμα συνδυασμών με εθνικές ιδέες. Υπήρξαν μεταξύ αυτών και ορισμένες σημαντικές ηγετικές προσωπικότητες. Κανείς από εκείνους δεν έχει επιβιώσει ως τις ημέρες μας. Και κάθε απώλεια δημιουργεί ένα κενό. Και επειδή η φύση απεχθάνεται τα κενά,
είναι λογικό να καλυφθούν αυτά τα κενά από άλλους. Κι εδώ αρχίζει το μπέρδεμα, διότι είναι βέβαιον ότι, ουδείς αναντικατάστατος, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί ένας σημαντικός άνθρωπος να αντικατασταθεί από οποιονδήποτε !
Προσθέστε στην συνταγή ένα ευρύ, καλά χρηματοδοτούμενο σχέδιο συμπίεσης ή και εξαφάνισης των Εθνικών Ιδεών. Αυτό που παίρνετε, είναι εκατοντάδες πράκτορες εκούσιους ή ακούσιους, οι οποίοι κατέκλισαν τον «χώρο».
Από και μετά ο δρόμος ήταν προδιαγεγραμμένος. Είναι μια ολισθηρή κατηφόρα.
Οι άνθρωποι του Εθνικισμού, ήταν ανέκαθεν άνθρωποι των γραμμάτων, με την ευρεία έννοια.
Μελετούσαν, εμβάθυναν και αναζητούσαν. Εκεί δέχθηκε ο «χώρος» το μοιραίο χτύπημα. Κατασκευάστηκε ένα νέος είδος, ένα υβρίδιο εθνικιστή, κάτι μεταξύ skinhead και hooligan. Οι ομάδες αυτές, πιθανόν και να είχαν μέσα τους εθνική φλόγα. Όταν όμως η φλόγα αυτή δεν φροντιστεί με ορθή γνώση της ιδεολογίας, των σκοπών, των στόχων
και του κώδικα ζωής του Εθνικισμού, θα χρησιμεύσει στην καλύτερη περίπτωση για αναπτήρας τσιγάρων.
Χάνει την δυναμική της. Καταναλώνεται σε αναποτελεσματικές, ανώφελες και καταδικασμένες τακτικές και μοιραία γίνεται εύκολος στόχος για το καθεστώς, χάνοντας ταυτόχρονα τον δεσμό με τον λαό.
Το δεύτερο σημαντικό χτύπημα ήταν, η υποδαύλιση της διχόνοιας. Του μίσους ανάμεσα στις Εθνικιστικές κοινότητες. Κάτι που δεν υπήρξε ποτέ στο παρελθόν, με τόση ένταση και ωμότητα.
Αυτό ήταν σαφώς, ένα κατόρθωμα των πρακτόρων. Αλλά και οι μη πράκτορες, πολύ εύκολα μάσησαν το αφήγημα… Θα ανέμενε κανείς, περισσότερη «πολιτική σοφία» από θιασώτες των Ιδεών μας.
Φτάνουμε σιγά σιγά στο σήμερα. Ο Εθνικιστικός χώρος υφίσταται. Και δεν θα σταματήσει ποτέ να υφίσταται.
Τα χρόνια που ζούμε είναι σίγουρα χρόνια παρακμής. Αλλά στα περίπου 9.000 χρόνια ζωής των Ελλήνων,
φυσικά υπήρξαν πολλές περίοδοι παρακμής.
Σήμερα πάντως, υπάρχει διάχυτη μια δυσφορία. Οι άνθρωποι των Ιδεών, δεν είναι απλώς ανημέρωτοι για την Εθνικιστική Ιδεολογία και Πολιτική αλλά κυρίως, αρνούνται να ενημερωθούν. Είναι παραδομένοι σε μια καταστροφική μανία, αναμονής ενός «Μεσσία» ηγέτη που θα τους ταΐσει «μάννα εξ ουρανού» και θα τους οδηγήσει στην «Γη της Επαγγελίας». Σχεδόν ανέξοδα για τους εκείνους…
Δεν χρειάζεται να αναλύσω σε βάθος το «κατασκευαστικό» σφάλμα μιας τέτοιας νοοτροπίας. Μιλά από μόνη της.
Έχω όμως να πω τούτο: αν εμείς οι ίδιοι, δεν γνωρίζουμε τι ηγέτη χρειαζόμαστε, δεν θα τον βρούμε ποτέ.
Θα παρασυρόμαστε πάντοτε από «πολιτικές γκλαμουριές» ψεύτικες, παραπλανητικές και δόλιες.
Πρέπει να σταματήσουμε να κάνουμε προβολή των επιθυμιών μας σε κάθε νάρκισσο που εμφανίζεται, είτε είναι αυτόφωτος είτε με σπάγκους μαριονέτας.
Δεν υπάρχει ούτε «μάννα» ούτε «Γη της Επαγγελίας». Ότι χρειάζεται το Έθνος, ότι απαιτεί η Πατρίδα, είναι ήδη γνωστά από αρχαιοτάτων χρόνων.
Κάποτε μαθητές του, ρώτησαν τον Γκαίτε: ‘’Τι είναι το ωφελιμότερο να μελετήσουμε δάσκαλε;’’
Και τους είπε: ‘’Τους Έλληνες κλασσικούς’’. Όταν τους διάβασαν τον ρώτησαν: ‘’Και τώρα;’’ Και ο Γκαίτε απάντησε: ‘’Ξανά τους Έλληνες κλασσικούς. Διαβάστε τους ξανά και ξανά’’.
Πρέπει λοιπόν, πρώτοι εμείς να εμβαθύνουμε στην Ελληνικότητά μας, στις παραδόσεις μας, στην σοφία του λαού μας, στον κάματο της τέχνης, στην απελευθερωτική ταλαιπωρία της μελέτης ιστορίας και πολιτισμού και μετά να αναζητήσουμε τον ηγέτη που θα ενθυλακώνει την Φωνή της Φυλής.
Η παρακμή είναι φυσική. Είναι μέρος του κύκλου. Δεν πρέπει να μας φοβίζει. Πρέπει να μας ενθουσιάζει, γιατί εμείς που ζούμε στα παρακμιακά χρόνια, έχουμε το υπέροχο καθήκον να δημιουργήσουμε την αναγέννηση.
Με τους αγώνες μας θα προσφέρουμε την σημαντικότερη υπηρεσία στην ιδεολογία μας. Την επανάσταση, δηλαδή όπως μας λέει η λέξη, το ξαναστήσιμο.
Η Ιδεολογία μας δεν πρόκειται ποτέ να χαθεί. Ο Εθνικισμός είναι μια κοσμοθεωρία, η μόνη ίσως, που εναρμονίζεται πλήρως με την Φυσική Τάξη. Αυτό εξασφαλίζει την επιβίωσή του.
Μένει σε εμάς να εξασφαλίσουμε τις ιδανικότερες συνθήκες διαβίωσης.
Εμπρός λοιπόν, ας καθαρίσουμε τις σκέψεις μας, ας καούμε στην φλόγα του Ιερού Αγώνος, κι ας μείνει από εμάς μια χιλιόχρονη πλάκα για να διαβάζουν στο μέλλον τα παιδιά μας που θα λέει:
Ω, ξένε διαβάτη που περνάς, ανάγγειλε στους Έλληνες ότι ταφήκαμε εδώ, υπακούοντας στα προστάγματά τους καταστρέφοντας την δύναμη των χρυσοντυμένων «Περσών».