Σε πρόσφατη ανάρτηση μας με τίτλο «ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΑΡΜΑΤΩΝ ΜΑΧΗΣ LEOPARD ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ: Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΠΑΡΑΧΩΡΕΙ ΤΟ ΣΚΟΙΝΙ ΓΙΑ ΝΑ ΚΡΕΜΑΣΤΕΙ Η ΙΔΙΑ», είχαμε θέσει το ερώτημα «πόσα άρματα μάχης μπορεί πραγματικά να παραδώσει η Δύση και σε ποια ημερομηνία». Επίσης είχαμε τονίσει ότι «η παράδοση αρμάτων δεν έχει σκοπό την κοινή συντονισμένη δράση του ΝΑΤΟ, δεν πρόκειται για την Ουκρανία, αλλά πρόκειται για μια κατάσταση που αναγκάζει την Ρωσία να ερμηνεύσει την παράδοση ως είσοδο της Γερμανίας (και κατ’ επέκταση και άλλων νατοϊκών χωρών της Ευρώπης) στον πόλεμο», κάτι που θα είναι ένα καταστροφικό βήμα για την Ευρώπη.
Είναι βέβαιο ότι οι νατοϊκοί σύμμαχοι του Κιέβου δεν μπορούν να παραδώσουν τον υψηλό αριθμό αρμάτων μάχης που απαιτεί η ηγεσία του Ουκρανικού στρατού, σύμφωνα με στρατιωτικούς αναλυτές τα τεθωρακισμένα που θα φτάσουν στο ουκρανικό έδαφος από την Δύση δεν θα είναι πάνω από εκατό. Παρ’ όλα αυτά πολλοί δυτικοί ηγέτες και τα συστημικά μέσα ενημέρωσης ισχυρίζονται ότι τα δυτικά τεθωρακισμένα αντιπροσωπεύουν σημαντική αύξηση των ουκρανικών δυνατοτήτων. Είναι όμως έτσι ή στην πραγματικότητα πρόκειται για ακριβώς το αντίθετο; Πρόσφατες συγκρούσεις σε άλλα μέρη του κόσμου έχουν αποδείξει ότι τα δυτικά τεθωρακισμένα οχήματα, συμπεριλαμβανομένων των κύριων αρμάτων μάχης, δεν είναι ούτε «ανίκητα» σε σχέση με το ρωσικό αντίστοιχο οπλοστάσιο ούτε «αλλάζουν το παιχνίδι» («game changer» όπως αρέσκεται να λέει ο Γενς Στόλτενμπεργκ).
Στον ένα χρόνο πολέμου, η πλειονότητα των τεθωρακισμένων οχημάτων που στάλθηκαν από την Δύση στην Ουκρανία ήταν σοβιετικής κατασκευής (βλ. BMP-1 από Ελλάδα), με τα οποία οι ουκρανικές δυνάμεις ήταν εξοικειωμένες τόσο όσον αφορά την λειτουργία όσο και την επισκευή τους. Ωστόσο, μετά τις επιθέσεις του Κιέβου κυρίως στην Χερσώνα και το Χάρκοβο, μεγάλο μέρος αυτού του εξοπλισμού έχει καταστραφεί, αφήνοντας στην Δύση την επιλογή ή να αρχίσει να στέλνει δυτικά συστήματα ή να αφήσει τις ουκρανικές δυνάμεις στο πεδίο τελείως ανίσχυρες. Ενώ λοιπόν τα εκατοντάδες άρματα μάχης της σοβιετικής εποχής, τα οχήματα μάχης πεζικού και τα τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού της Ουκρανίας απέτυχαν να επιτύχουν ευνοϊκά αποτελέσματα για το Κίεβο, είναι λίαν απίθανο η αντικατάσταση αυτών των συστημάτων με δυτικό υλικό να κάνει την οποιαδήποτε διαφορά.
Για να χρησιμοποιήσουν οι Ουκρανοί τα δυτικά τεθωρακισμένα οχήματα θα πρέπει να εκπαιδευτούν στις βασικές τους λειτουργίες, στην αποτελεσματική τους χρήση σε ένα σύγχρονο πεδίο μάχης μαζί με άλλα άρματα μάχης και οπλικά συστήματα, αλλά και στην μάχιμη διατήρηση τους στο πεδίο (συντήρηση). Στα κύρια άρματα μάχης θα χρειαστούν τουλάχιστον έξι μήνες για να αποκτηθούν αυτές οι δεξιότητες, χρόνο που δεν διαθέτει η Ουκρανία, πράγμα που σημαίνει ότι εφόσον αυτά τα άρματα δεν επανδρωθούν από νατοϊκούς χειριστές, οι Ουκρανοί χειριστές θα είναι σε υποβαθμισμένη θέση σε σύγκριση με την αποτελεσματικότητα που είχαν ως πληρώματα αρμάτων σοβιετικού τύπου που χρησιμοποιήθηκαν στην αρχή της ρωσικής στρατιωτικής επιχείρησης.
Μια άλλη πτυχή των περισσοτέρων δυτικών κύριων αρμάτων μάχης είναι ότι σε αντίθεση με τα σοβιετικά και ρωσικά άρματα μάχης που διαθέτουν αυτόματους φορτωτές για τον βαρύ οπλισμό τους, τα Leopard-2, Challenger-2 και M1 Abrams απαιτούν από ένα μέλος του πληρώματος να φορτώνει χειροκίνητα τα κύρια πυρομαχικά τους. Έτσι, ενώ τα άρματα μάχης της σοβιετικής εποχής και της Ρωσίας έχουν τρία μέλη πληρώματος, έναν οδηγό, έναν πυροβολητή και έναν αρχηγό, τα δυτικά άρματα μάχης απαιτούν ένα τέταρτο μέλος, τον φορτωτή. Αυτό σημαίνει ότι για κάθε τρία δυτικά κύρια άρματα μάχης που αποστέλλονται στην Ουκρανία, αυτά θα πρέπει να επανδρωθούν από τέσσερις Ουκρανούς, ήτοι κατανεμημένα σε λιγότερα άρματα μάχης πληρώματα που ήδη διαθέτουν εμπειρία και εκπαίδευση.
Μια επιπλέον πτυχή: Προτού τα εκπαιδευμένα ουκρανικά πληρώματα μπορέσουν να επανδρώσουν τα δυτικά τεθωρακισμένα οχήματα τους, αυτά θα πρέπει να μετακινηθούν στο πεδίο της μάχης. Τα δυτικά οχήματα μάχης πεζικού όπως το αμερικανικό Bradley και το γερμανικό Marder είναι βαρύτερα από τα σοβιετικά και ρωσικά αντίστοιχα τους. Το ίδιο και τα άρματα Challenger-2 και Leopard-2 που έχουν υποσχεθεί το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία με την Πολωνία. Το M1 Abrams των ΗΠΑ είναι ακόμη βαρύτερο από το Challenger και Leopard.
Η μετακίνηση αυτών των βαρέων αρμάτων με φορτηγό ή δια σιδηροτροχιάς μόνο και μόνο για να φτάσουν στο πεδίο της μάχης αποτελεί μια ιδιαιτέρα πρόκληση. Η επιλογή σιδηρόδρομος περιπλέκεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι μεγάλο μέρος του τροχαίου υλικού της Ουκρανίας είναι ηλεκτροκίνητο και ως γνωστόν το ουκρανικό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας έχει καταστραφεί σε μεγάλο βαθμό δια συστηματικής πυραυλικής στόχευσης από την Ρωσία. Υπάρχει επίσης το ζήτημα της λειτουργικής διατήρησης αυτών των τεθωρακισμένων οχημάτων στο πεδίο της μάχης, καθώς καταναλώνουν πολύ μεγαλύτερες ποσότητες καυσίμων από τα προηγούμενα τεθωρακισμένα οχήματα της Ουκρανίας, πράγμα που σημαίνει ότι θα απαιτούνται περισσότερα καύσιμα και πολύ πιο συχνά.
Κάτι άλλο εξ ίσου σημαντικό: Τα δυτικά τεθωρακισμένα οχήματα, τόσο τα οχήματα μάχης πεζικού όσο και ιδιαίτερα τα κύρια άρματα μάχης, διαθέτουν πολύπλοκα οπτικά και ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου πυρός. Χρειάζονται αρκετοί μήνες για να εκπαιδευτούν οι τεχνικοί συντήρησης για την εξυπηρέτηση αυτών των συστημάτων και ένας χρόνος ή περισσότερο για να εκπαιδευτούν και να αποκτήσουν εμπειρία στην πραγματική επισκευή τους.
Είναι πιθανό τα δυτικά τεθωρακισμένα να καταλήγουν τακτικά στα σύνορα με την Πολωνία για επισκευή. Ανάλογα με το πού διεξάγονται οι μάχες, αυτό μπορεί να απέχει έως και 1.000 χιλιόμετρα από την πρώτη γραμμή. Στη συνέχεια, είναι άλλα 1.000 χιλιόμετρα πίσω στο μέτωπο. Ουκρανικές εγκαταστάσεις συντήρησης επανδρωμένες από δυτικούς τεχνικούς δεν μπορούν να εγκατασταθούν στην ίδια την Ουκρανία επειδή η Ρωσία διαθέτει τα μέσα για να τις στοχεύσει και να τις καταστρέψει με όπλα ακριβείας μεγάλου βεληνεκούς, όπως πυραύλους cruise και drones. Αυτό σημαίνει ότι τα δυτικά τεθωρακισμένα οχήματα μπορεί να περνούν περισσότερο χρόνο είτε κατά την μεταφορά είτε για επισκευή από ό,τι πολεμώντας στο πεδίο της μάχης.
Τα κύρια άρματα μάχης που αποστέλλονται στην Ουκρανία έχουν πυροβόλα διαμετρήματος των 120mm. Όμως το πυροβόλο των Leopard και Abrams είναι λειόκαννο, ενώ του Challenger είναι ραβδωτό. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να δημιουργηθούν δύο αλυσίδες εφοδιασμού για πυρομαχικά των 120mm, το ίδιο ισχύει και για τα βασικά ανταλλακτικά για επισκευές στο πεδίο, για τις οποίες θα απαιτηθούν τρεις αλυσίδες εφοδιασμού.
Παρ’ όλων αυτών, νατοϊκοί κύκλοι υποστηρίζουν μετ’ επιτάσεως ότι οι δυνατότητες των Leopard, Challenger και Abrams θα δώσουν στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις ένα αποφασιστικό πλεονέκτημα στο πεδίο της μάχης έναντι των ρωσικών δυνάμεων. Ωστόσο, η απόδοση αυτών των τεθωρακισμένων οχημάτων στις πρόσφατες συγκρούσεις δείχνει το ακριβώς αντίθετο.
Το κύριο άρμα μάχης Leopard-2 χρησιμοποιείται ευρέως σε όλο το ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας. Η Τουρκία ανέπτυξε άρματα μάχης Leopard-2 κατά την διάρκεια αρκετών επιδρομών στην βόρεια Συρία εναντίον κουρδικών δυνάμεων. Την απόδοση τους είχαμε περιγράψει σε παλαιότερο άρθρο μας, σημειώνοντας: «Τον μύθο του άτρωτου Leopard κατάφεραν να καταστρέψουν οι Τούρκοι στον πόλεμο της Συρίας, οι οποίοι στις στρατιωτικές τους επιχειρήσεις εναντίον των Κούρδων απώλεσαν τουλάχιστον 10 άρματα Leopard-2. Τα Leo2A4 δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες των Τούρκων και δεν αποδείχθηκαν τόσο χρήσιμα όσο θα επιθυμούσε η τουρκική στρατιωτική ηγεσία. Οι Κούρδοι χρησιμοποιώντας παλαιάς σοβιετικής τεχνολογίας αντιαρματικά ΑΤ-7 Metis, AT-5 Konkurs και 9K111 Fagot κατάφεραν να καταστρέψουν τα Leopard γνωρίζοντας το τρωτό σημείο τους που είναι η πίσω θωράκιση του άρματος.
Τα Leopard έχουν κατασκευαστεί για μετωπικές επιχειρήσεις, για αυτό και η έμπροσθεν θωράκιση τους είναι πολύ ισχυρή, ενώ η πίσω λιγότερο ισχυρή και ως εκ τούτου σχετικά τρωτή. Ένα άλλο τρωτό σημείο των Leopard-2, που χρησιμοποιεί και ο ελληνικός στρατός, αποδείχθηκε από την εισβολή των Τούρκων στην βόρεια Συρία ότι είναι η σχετικά ασθενής θωρακισμένη περιοχή έμπροσθεν αριστερά του άρματος όπου αποθηκεύονται τα πυρομαχικά του πυροβόλου. Αν ένας αντιαρματικός πύραυλος χτυπήσει σε αυτό το σημείο, τότε το άρμα καταστρέφεται ολοσχερώς από τα ίδια του τα πυρομαχικά».
Το βρετανικό Challenger-2 δεν τα πήγε καλύτερα στο πεδίο της μάχης στο Ιράκ. Όπως αποκαλύφθηκε σε άρθρο της εφημερίδας Telegraph το 2007 με τίτλο «MOD kept failure of best tank quiet», αρκετά Challenger καταστράφηκαν από ρωσικής κατασκευής RPG-29 που χρησιμοποιήθηκαν από Ιρακινούς αντάρτες. Το αμερικανικό M1 Abrams δεν τα πήγε καλύτερα στο Ιράκ, πολλά άρματα αυτού του τύπου τέθηκαν εκτός μάχης ακόμη και από αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς. Τα M1 Abrams χρησιμοποιήθηκαν και από την Σαουδική Αραβία στο πόλεμο της Υεμένης εναντίον των ανταρτών Χούθι, όπου ο σαουδαραβικός στρατός απώλεσε πολλά από τα 400 άρματα αυτού του τύπου που διαθέτει. Οι Χούθι χρησιμοποίησαν για την καταστροφή τους σοβιετικής κατασκευής αντιαρματικά ΑΤ-5 Konkurs 9K111 Konkurs.
Νατοϊκοί αναλυτές ισχυρίστηκαν ότι οι βαριές απώλειες του σαουδαραβικού M1 Abrams οφείλονται στο γεγονός ότι τα εξαγόμενα M1 Abrams στερούνται βασικών χαρακτηριστικών, συμπεριλαμβανομένων ειδικών στοιχείων θωράκισης και ελέγχου πυρός που ευθύνονται για την κακή τους απόδοση στον πόλεμο της Υεμένης. Ωστόσο, είναι απίθανο οι ΗΠΑ να δώσουν στην Ουκρανία M1 Abrams με διαβαθμισμένη θωράκιση ή εξαιρετικά εξελιγμένα συστήματα ελέγχου πυρός, για τους ίδιους ακριβώς λόγους που οι ΗΠΑ δεν έχουν στείλει κανένα από τα σύγχρονα drones που διαθέτουν, όπως το Gray Eagle.
Η κατάληψη οποιουδήποτε από αυτά τα οπλικά συστήματα από τις ρωσικές δυνάμεις, ένα πολύ συνηθισμένο φαινόμενο εν μέσω της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης, θα σήμαινε ότι τα προηγμένα χαρακτηριστικά αυτών των συστημάτων θα «εξετάζονταν» γρήγορα από Ρώσους μηχανικούς.
Σε κάθε περίπτωση πρέπει να σημειωθεί ότι είτε επρόκειτο για τουρκικές δυνάμεις στη βόρεια Συρία, σαουδαραβικές δυνάμεις στην Υεμένη, αμερικανικές και βρετανικές δυνάμεις στο Ιράκ: Κάθε στρατιωτική επιχείρηση αποτελούνταν από καλά εκπαιδευμένα πληρώματα αρμάτων μάχης υποστηριζόμενα από μεγάλης κλίμακας υλικοτεχνικές γραμμές εφοδιασμού και ως μέρος καλά οργανωμένων και συνδυασμένων επιχειρήσεων με το πεζικό, πυροβολικό και αεροπορία.
Τι θα συμβεί όταν τα ουκρανικά πληρώματα αρμάτων μάχης που δεν έχουν λάβει επαρκή εκπαίδευση επιχειρήσουν να χρησιμοποιήσουν δυτικά άρματα στο πεδίο της μάχης, χωρίς την κατάλληλη υλικοτεχνική ή συνδυασμένη υποστήριξη όπλων που ήταν σε θέση να έχουν η Τουρκία, οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Σαουδική Αραβία; Τι θα συμβεί όταν αυτά τα ουκρανικά πληρώματα αρμάτων μάχης αναμετρηθούν με ρωσικά αντιαρματικά όπλα που έχουν αποδειχθεί όλα αυτά τα χρόνια εξαιρετικά αποτελεσματικά εναντίον των καλύτερων δυτικών κύριων αρμάτων μάχης, τώρα που αυτά τα αντιαρματικά όπλα βρίσκονται στα χέρια των ίδιων των ρωσικών στρατευμάτων;
Οι ρωσικές δυνάμεις κατέστρεψαν εκατοντάδες επί εκατοντάδων ουκρανικών τεθωρακισμένων οχημάτων κατά την διάρκεια της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης, εξαντλώντας τόσο το αρχικό οπλοστάσιο της Ουκρανίας όσο και τον επακόλουθο εξοπλισμό της σοβιετικής εποχής που προώθησε το ΝΑΤΟ, πριν εξετάσει το ενδεχόμενο να στείλει τα δικά του τεθωρακισμένα. Ρωσικής κατασκευής αντιαρματικά όπλα όπως τα κατευθυνόμενα AT-7 Metis και AT-5 Konkurs, αλλά και ο νεότερος πύραυλος 9M133 Kornet μαζί με το RPG-29 και τις πυραυλοκίνητες χειροβομβίδες RPG-30 θα παράγουν σίγουρα τα ίδια καταστροφικά αποτελέσματα που έχουν βιώσει τα τουρκικά, αμερικανικά, βρετανικά, σαουδαραβικά πληρώματα αρμάτων μάχης.
Αλλά οι ουκρανικές δυνάμεις θα αντιμετωπίσουν επίσης εκατοντάδες κύρια άρματα μάχης της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένων των εκσυγχρονισμένων αρμάτων μάχης T-72 και T-80, καθώς και το νεότερο T-90. Η ρωσική πολεμική αεροπορία διαθέτει επίσης μια ποικιλία όπλων ικανών για χτυπήματα ακριβείας σε τεθωρακισμένα οχήματα και το ρωσικό πυροβολικό είναι περισσότερο από ικανό να καταστρέψει τα δυτικά άρματα μάχης ακόμη και εν κινήσει, χρησιμοποιώντας το καθοδηγούμενο με λέιζερ οπλικό σύστημα Krasnopol.
Πιθανό είναι να παρουσιάσει η Ρωσία στο πεδίο μάχης και το νέο αυτόνομο αντιαρματικό όχημα Marker.
Το εφοδιασμένο με τεχνητή νοημοσύνη ρομποτικό όχημα μπορεί να δράσει μόνο του, αλλά και σε συνδυασμό με άλλα Marker, τα οποία μπορούν να μοιραστούν εργασίες, για παράδειγμα αναλαμβάνοντας το ένα την αναγνώριση και την αναζήτηση στόχων, ενώ ένα δεύτερο παραμένει κρυμμένο έως ότου επιτεθεί στους αναγνωρισμένους στόχους.
Επίσης είναι σε θέση να αναγνωρίσει αξιόπιστα φίλια ή εχθρικά άρματα, ακόμη και τις τροποποιήσεις των εχθρικών αρμάτων (Leopard-1 ή 2). Με το οπτικό του σύστημα αναγνωρίζει στόχους σε απόσταση ενός χιλιομέτρου και μπορεί να βάλει με τα όπλα του σε οποιονδήποτε στόχο μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου, με το πεδίο πυρός να είναι 360 μοίρες. Δύναται δε να λειτουργεί αυτόνομα για μέρες χωρίς να χρειάζεται ανεφοδιασμό. Η εκπαίδευση του ρωσικού στρατού στην λειτουργία των Marker έχει ήδη ξεκινήσει.
Τουτέστιν, τα ουκρανικά πληρώματα αρμάτων μάχης θα πολεμούν χωρίς επαρκή εκπαίδευση, με προβληματική εφοδιαστική αλυσίδα και ενάντια σε ένα πολύ μεγάλο οπλοστάσιο αντιαρματικών όπλων, τόσο από άποψη ποσότητας όσο και ποιότητας.
Ακριβώς όπως έγινε με τα άλλα δυτικά «θαυματουργά όπλα» που υποτίθεται ότι «ανέτρεψαν την ρωσική παλίρροια», συμπεριλαμβανομένου του M777 155mm και του πυραυλικού συστήματος πολλαπλών εκτοξευτών Ηimars με καθοδήγηση GPS, η Ουκρανία βρίσκεται πάλι στην ανάγκη ενός ακόμη «θαυματουργού όπλου» για να προκαλέσει μια ακόμη απολύτως απαραίτητη «αλλαγή της ρωσικής παλίρροιας».
Τα δυτικά άρματα μάχης ίσως θα βοηθήσουν την Ουκρανία να παρατείνει την σύγκρουση μέχρι τελευταίου Ουκρανού στρατιώτη, αλλά τελικά το Κίεβο θα βρεθεί ακριβώς εκεί από όπου ξεκίνησε. Στην ήττα. Μόνο που αυτή η ήττα θα σημάνει και την ήττα των δυτικών χορηγών του.