Από όλα τα μέσα ενημέρωσης, από όλους σχεδόν τους πολιτικούς, ο περιορισμός του ιού της γρίπης ονομάζεται «μάχη» στην οποία δεν πρέπει να ηττηθούμε. Ο πρωθυπουργός και τα μέλη της κυβέρνησης ομιλούν για έναν «πόλεμο κατά του ιού», η νομενκλατούρα των Ιεραρχών βλέπει στον αγώνα κατά του κορωναϊού έναν πόλεμο κατά του «κακού»
Σε έναν πόλεμο υπάρχει τουλάχιστον ένας εχθρός και κάθε πόλεμος αναπτύσσει την δική του προπαγανδιστική γλώσσα. Έτσι και στον πόλεμο κατά του κορωναϊού πρέπει να χτιστεί μια καθημερινή προπαγάνδα με δικά της γλωσσικά χαρακτηριστικά.
«Αναμνηστικός» εμβολιασμός είναι μια νέα πολεμική λέξη που ευτελίζει και καλεί για επανεξοπλισμό στον πόλεμο κατά του ιού, εξ άλλου ποιος θα είχε αντίρρηση για ένα αντιικό φρεσκάρισμα. Μέχρι πρότινος εξακολουθούσαν να υπάρχουν εικασίες σχετικά με τον δεύτερο εμβολιασμό, σήμερα ο τρίτος εμβολιασμός είναι μια απολύτως φυσιολογική ζήτηση. Ενώ μέχρι χθες οι δυο δόσεις θεωρούνταν ως θαυματουργό όπλο κατά του ιού, οι αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα τους πρέπει τώρα να αυξηθούν, καθώς όπως κάθε βιομηχανία όπλων, έτσι και η φαρμακευτική βιομηχανία θέλει να παράγει όλο και περισσότερα όπλα.
Αν και τα θαυματουργά όπλα, σύμφωνα με επιφανή και αναγνωρισμένα ινστιτούτα ιατρικής και φαρμακολογίας, δημιουργούν παρενέργειες και ύποπτους θανάτους μετά τον εμβολιασμό, η πολεμική προπαγάνδα λειτουργεί αποκρύπτοντας αυτό το γεγονός. Εξ άλλου στον πόλεμο δεν γίνονται νεκροψίες στα θύματα της μάχης.
Η φαρμακευτική βιομηχανία ονομάζει την τρίτη δόση «booster», ήτοι μια ενισχυτική δόση ενός ανοσοποιητικού παράγοντα που αυξάνει ή ανανεώνει το αποτέλεσμα ενός προηγούμενου. Στην στρατιωτική τεχνολογία ένας «ενισχυτής» (booster) είναι ένα βοηθητικό γέμισμα που χρησιμοποιείται για να αυξήσει την εμβέλεια του βλήματος. Το «booster» λοιπόν δίνει μια ώθηση στο εμβόλιο, η γλωσσική εγγύτητα με την στρατιωτική τεχνολογία υπόσχεται ότι η καταπολέμηση του ιού μπορεί να είναι το ίδιο αποτελεσματική όπως ένα ενισχυμένο βλήμα.
Ενώ λοιπόν η μια δόση αρχικά, και μετά οι δυο δόσεις θεωρήθηκαν θαυματουργά όπλα στον πόλεμο κατά του ιού, το κερδοσκοπικό συμφέρον της φαρμακευτικής βιομηχανίας απαιτεί νέες αμφιβολίες σχετικά με την μόνιμη αποτελεσματικότητα των ουσιών στην τελική μάχη. Οι φαρμακευτικές εταιρείες, όπως και οι αμυντικές εταιρείες, χρειάζονται καταναλωτές και το πρεζόνι υγείας είναι ο ιδανικός καταναλωτής, όπως είναι και ο πολεμοκάπηλος για την πολεμική βιομηχανία.
Επειδή προφανώς ο πόλεμος κατά του ιού δεν έχει ακόμη κερδηθεί, τα εχθρικά στρατεύματα πρέπει να μετατραπούν σε εγκληματίες. Οι εχθροί, οι αντίπαλοι του καθεστώτος «κορώνα», συνοψίζονται με τον όρο «αρνητές της πανδημίας» ή «αντιεμβολιαστές», ακόμη και αν πρόκειται περί απλών πολιτών που ανησυχούν για τα δημοκρατικά και συνταγματικά δικαιώματα τους. Στον πόλεμο κατά του αόρατου εχθρού, τα ορατά αντικείμενα μίσους είναι ένας σημαντικός στόχος της προπαγάνδας: Με την καταπολέμηση των εξατομικευμένων εχθρών, των μισητών «αντιεμβολιαστών», το μέτωπο είναι εύκολο να χαραχθεί και να πάρει συντεταγμένες. Στην ουσία πρόκειται όμως περί του μίσους που έχει ο σκύλος για τον λύκο, ο σκύλος θυμάται ότι θα μπορούσε να είναι ελεύθερος.
Είναι προφανές ότι το καθεστώς «κορώνα» αρχίζει να φοβάται την αλήθεια που πολλές φορές οδηγεί σε πολιτικό θάνατο, ένας θάνατος για τον οποίο δεν υπάρχουν εμβόλια από καμία φαρμακευτική εταιρία.
Λ. Ιουστινιάνης