Το ερώτημα που τίθεται από τον σημερινό πόλεμο είναι τι θέλουν οι δυο πλευρές να αλλάξει, ποιος είναι ο στόχος των δυο πλευρών στην σημερινή αντιπαράθεση του νέου Ψυχρού Πολέμου στην Ουκρανία.
Για να απαντηθεί το ερώτημα πρέπει να ορίσουμε ποιος ξεκινά τον πόλεμο, καθώς υπάρχει πάντα ένας επιτιθέμενος και ένας αμυνόμενος. Ο επιτιθέμενος προσβλέπει σε κάποια συμφέροντα, ο αμυνόμενος αναζητά εκείνες τις συνέπειες του πολέμου που μπορεί να εκμεταλλευτεί. Συνολικά και οι δυο πλευρές προσβλέπουν στις συνέπειες και στα ειδικά συμφέροντα τους.
Από το 1991 οι ΗΠΑ είναι η ενεργός στρατιωτικά επιτιθέμενη δύναμη. Η πολιτική των ΗΠΑ από το 1991 είναι η στρατιωτική επέκταση μέσω του ΝΑΤΟ, η μετατόπιση της εξωτερικής πολιτικής της Δυτικής Ευρώπης προς τα «ειδικά συμφέροντα» εθνικής ασφαλείας της Ουάσιγκτον. Το ΝΑΤΟ μετατράπηκε σε όργανο χάραξης εξωτερικής πολιτικής, σε σημείο τέτοιο που να κυριαρχεί στα οικονομικά συμφέροντα των κρατών-μελών του.
Για να κατανοήσουμε ποια «ειδικά συμφέροντα» απειλούνται ή διακυβεύονται στον πόλεμο της Ουκρανίας, είναι απαραίτητο να κατανοήσουμε τον κεντρικό σχεδιασμό των κυβερνήσεων των ΗΠΑ την τελευταία τριακονταετία, καθώς και πως λειτουργεί η «δημοκρατία» σε αυτή την μεγάλη χώρα.
Σχεδόν το σύνολο των γερουσιαστών και βουλευτών δεν εκπροσωπεί τόσο τις πολιτείες και τις περιφέρειες στις οποίες εκλέγονται ή τους ψηφοφόρους τους, όσο τα οικονομικά συμφέροντα αυτών που συνεισέφεραν στην πολιτική εκστρατεία τους. Οι συνεισφέροντες εμπίπτουν κυρίως σε δυο κατηγορίες ολιγαρχικών ομάδων, οι οποίες έχουν αγοράσει τον έλεγχο της Γερουσίας και της Βουλής.
Πρώτη ομάδα είναι το στρατιωτικοβιομηχανικό συγκρότημα, ήτοι κατασκευαστές οπλικών συστημάτων όπως Boeing, Raytheon και Lockheed Martin, οι οποίες έχουν εργοστάσια σχεδόν σε κάθε πολιτεία των ΗΠΑ και ειδικά σε περιοχές που εκλέγονται βασικοί επικεφαλής των επιτροπών του Κογκρέσου. Η οικονομική βάση αυτών των γιγαντιαίων αμυντικών εταιριών προκύπτει από τις πωλήσεις όπλων στα μέλη του ΝΑΤΟ, στους εξαγωγείς πετρελαίου της Αραβικής Χερσονήσου και σε άλλους πειθήνιους συμμάχους των ΗΠΑ. Οι μετοχές αυτών των εταιριών εκτινάσσονται στο Χρηματιστήριο της Wall Street αμέσως μόλις υπάρξει η είδηση ενός πολέμου, καθώς κάθε πόλεμος και ιδιαίτερα αυτός στον οποίο οι ΗΠΑ προσφέρουν κάποια εγγύηση ασφαλείας αποτελεί εξασφάλιση για σημαντικά κέρδη. Τουτέστιν, η στρατιωτική κλιμάκωση στην Ουκρανία υπόσχεται αύξηση των πωλήσεων όπλων στο ΝΑΤΟ και σε άλλους συμμάχους των ΗΠΑ, εμπλουτίζοντας έτσι τους βασικούς μετόχους των αμυντικών κολοσσών και τα διαθέσιμα στις «δημοκρατικές» προεκλογικές εκστρατείες γερουσιαστών και βουλευτών.
Δεύτερη ομάδα είναι ο τομέας πετρελαίου, φυσικού αερίου και εξόρυξης ορυκτών, ο στόχος αυτού του τομέα είναι να μεγιστοποιήσει την τιμή της ενέργειας και των πρώτων υλών. Η μονοπώληση αυτής της αγοράς μέσω του δολαρίου και η απομόνωση της από τους ρωσικούς φυσικούς και ενεργειακούς πόρους αποτελεί μείζονα προτεραιότητα των ΗΠΑ εδώ και πολλά χρόνια, η περίπτωση NordStream2 είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Μπορεί οι δραστηριότητες αυτού του τομέα να μην βρίσκονται σε κάθε πολιτεία των ΗΠΑ, οι επενδυτές τους σίγουρα είναι. Γερουσιαστές και βουλευτές από τις δυτικές πετρελαιοπαραγωγικές και μεταλλευτικές πολιτείες είναι κορυφαίοι εκπρόσωποι των συμφερόντων αυτής της ολιγαρχικής ομάδας. Η απομόνωση της Ρωσίας (και του Ιράν) από τις αγορές της Δύσης θα μειώσει την προσφορά, συνεπακόλουθα θα αυξηθούν οι τιμές στο πετρέλαιο, φυσικό αέριο και σε σημαντικά ορυκτά, ωθώντας στα ύψη τα εταιρικά κέρδη αμερικανικών εταιριών αυτού του τομέα.
Οι δυο ομάδες που αναφέρθηκαν κυριαρχούν απόλυτα στον σημερινό χρηματοοικονομικό καπιταλισμό των ΗΠΑ, οι κινήσεις για τον αποκλεισμό της Ρωσίας από το δυτικό χρηματοπιστωτικό σύστημα SWIFT (Society for Worldwide Interbank Financial Telecommunication), σε συνδυασμό με τις αρνητικές επιπτώσεις της απομόνωσης των ευρωπαϊκών οικονομιών από την ρωσική ενέργεια, υπόσχονται σημαντικές εισροές στο χρηματοπιστωτικό σύστημα που ελέγχεται από το δολάριο. Η εξωτερική και οικονομική πολιτική των ΗΠΑ εξαρτάται και βασίζεται στα συμφέροντα αυτών των ολιγαρχικών ομάδων, ομάδες που είναι χορηγοί της πλειοψηφίας των γερουσιαστών και βουλευτών των ΗΠΑ.
Η τρέχουσα στρατιωτική κλιμάκωση από την Δύση, το ζήτημα «ζωής ή θανάτου» που έθεσε επί τάπητος η Ρωσία, δεν αφορά μόνο την Ουκρανία. Σημαντικός στόχος του νέου Ψυχρού Πολέμου είναι το μονοπωλιακό καθεστώς ενέργειας που θέλουν να επιβάλλουν οι ΗΠΑ στην Ευρώπη. Ο πιο πιεστικός στρατηγικός στόχος των ΗΠΑ για αντιπαράθεση του ΝΑΤΟ με την Ρωσία, σημειωτέων ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μπορούσε να αποφευχθεί αν οι ΗΠΑ είχαν χαλιναγωγήσει τις μαριονέτες τους στο Κίεβο, είναι η άνοδος των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, κυρίως εις βάρος της Γερμανίας. Εκτός από την δημιουργία κερδών για τις αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρίες, οι υψηλότερες τιμές (σε συνάρτηση με τις αυξημένες αμυντικές δαπάνες) θα αφαιρέσουν ατμό από την γερμανική ατμομηχανή που είναι η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη της Ενωμένης Ευρώπης. Έτσι οι ΗΠΑ αυξάνουν τον έλεγχο τους στην γερμανική Οικονομία που θα εξαρτάται όλο και περισσότερο από τις ενεργειακές εισαγωγές πέραν του Ατλαντικού, με το ΝΑΤΟ να έχει τον ρόλο στρατοχωροφύλακα ενάντια σε οποιαδήποτε εγχώρια εθνικιστική αντίδραση.
Πως θα αντιδράσει η Ρωσία σε αυτούς τους σχεδιασμούς της αμερικανικής ολιγαρχίας; Τι θέλει η Ρωσία να κερδίσει από τον πόλεμο της Ουκρανίας;
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ουκρανία θα εξουδετερωθεί, πράγμα που σημαίνει φιλορωσική διακυβέρνηση στην Ανατολική Ουκρανία και αποτροπή από το να γίνει η υπόλοιπη χώρα ένα έδαφος ενορχηστρωμένων αμερικανικών διεκδικήσεων εις βάρος της Ρωσίας. Όμως ο μακροπρόθεσμος στόχος της Ρωσίας είναι να απομακρύνει την Ευρώπη από την κυριαρχία των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ και στην πορεία η δημιουργία με την Κίνα μιας νέας πολυπολικής παγκόσμιας τάξης με επίκεντρο μια οικονομικά ολοκληρωμένη Ευρασία. Ο στόχος είναι να διαλυθεί το ΝΑΤΟ και στην συνέχεια να προωθηθεί ευρεία πολιτική αφοπλισμού και αποπυρηνικοποίησης. Αυτό όχι μόνο θα μειώσει σημαντικά τις αγορές αμερικανικών όπλων, αλλά θα συμβάλλει στον περιορισμό του αμερικανικού τοκογλυφικού καπιταλιστικού τυχοδιωκτισμού. Με την από-δολαριοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας, οι ΗΠΑ θα έχουν λιγότερη ικανότητα να χρηματοδοτούν τις στρατιωτικές τους επιχειρήσεις.
Αυτό που πρέπει να γνωρίζει κάθε ενημερωμένος Έλληνας η Ευρωπαίος πολίτης: Το ΝΑΤΟ μετά το 1991 είναι ένας επιθετικός οργανισμός, αλλά στην Ευρώπη δεν υπάρχει πλέον έδαφος που θα μπορούσε να κατακτήσει. Ήτοι, τι περιμένουν τα μέλη της Συμμαχίας από την ένταξη τους, καθώς ουδείς νοήμων πιστεύει ότι η Ρωσία θέλει να εισβάλλει στην Ευρώπη. Δεν έχει τίποτε να κερδίσει από μια εισβολή, όπως δεν είχε τίποτε να κερδίσει πολεμώντας την Ουκρανία, εκτός από το να αποτρέψει την επέκταση του ΝΑΤΟ στην χώρα αυτή.
Η στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής. Στο εξής οι ΗΠΑ θα χάσουν την «παγκόσμια κυριαρχία» τους τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά. Η αυτοαποκαλούμενη Δύση θα πληρώσει το τίμημα του τυχοδιωκτισμού της ολιγαρχίας των ΗΠΑ και τις προσπάθειες αυτής να διατηρήσει με κάθε κόστος την φθίνουσα κυριαρχία της. Οι κακεντρεχείς προσπάθειες των κυβερνήσεων της Δύσης να παρουσιαστεί η Ρωσία ως η βασική αιτία όλων των προβλημάτων τους θα αποδειχθεί ως μέγα ψέμα, καθώς πολλά από αυτά τα προβλήματα είναι αποτέλεσμα των ιμπεριαλιστικών φιλοδοξιών και της πολιτικής μυωπίας τους.
Οι δυτικές ελίτ έχουν μετατρέψει τις χώρες τους σε μια «αυτοκρατορία του ψεύδους» και της συναλλαγής με την τυχοδιωκτική ολιγαρχία των ΗΠΑ, ο πόλεμος της Ουκρανίας τα αλλάζει όλα.
Γ. Λιναρδής