ΓΙΑ ΤΟΝ JULIUS EVOLA μ3

Μέρος 3

Η σημασία του Έβολα δεν έγκειται τόσον στην (ούτως ή άλλως) σπουδαία (πράγματι αξία σπουδής) προσωπική του πνευματική πρακτική, όσον στην συγγραφική και στην πολιτική του δραστηριότητα. Το 1933 επέστρεψε στην καταδικασμένη προσπάθειά του να καθοδηγήσει τον ιταλικό φασισμό συμφώνως προς τις παραδοσιακές γραμμές όταν του εδόθη να επεξεργασθεί μια σελίδα με θέμα «Πνευματικά προβλήματα στη φασιστική ηθική», στην μεγάλη φασιστική εφημερίδα, «To Φασιστικό Καθεστώς» (Il Regime Fascista). Αυτή εξεδίδετο στην Κρεμόνα από τον εθνικοσυνδικαλιστή, ξενοφοβικό και αντικληρικαλιστή Ρομπέρτο Φαρινάτσι (Roberto Farinacci), έναν εκ των ολίγων παλαιών φασιστών που, κατά την άποψη του Έβολα, είχεν αντισταθεί σθεναρώς στην γενική τάση κολακείας και δουλείας απέναντι στον Μουσολίνι. Σχεδόν κάθε ημέρα μέχρι την πτώση του φασιστικού καθεστώτος το 1943, ένας αξιόλογος πνευματικός συντελεστής που επέλεγεν ο Έβολα (μερικές φορές ο ίδιος ο Γκενόν), απευθύνετο στο ιταλικό κοινό από την σελίδα του Έβολα. Η αντίδραση, (όταν υπήρχε), ήταν γενικώς αρνητική, ωστόσον και ο Έβολα κατέστη σταδιακώς απογοητευμένος με τις δυνατότητες του ιταλικού φασισμού.

Αργότερον έγραψε: «Κάποιοι λέγουν ότι ο φασισμός κατέστρεψε τους Ιταλούς. Θα έλεγα το αντίθετο. . . ότι οι Ιταλοί κατέστρεψαν τον φασισμό, στον βαθμό που η Ιταλία φαίνεται ότι ήταν ανίκανη να παρέχει επαρκές και κατάλληλο ανθρώπινο υλικό για τις ανώτερες δυνατότητες του φασισμού. . . να αναπτυχθεί σωστά και να εξουδετερωθούν οι αρνητικές δυνατότητες.»

Αν και ο Έβολα έπρεπε να εγκαταλείψει την ελπίδα του να καταστήσει παραδοσιακή την Ιταλία μέσω του φασισμού, ήλπιζε επί αρκετό καιρό ότι ημπορεί να το πραγματοποιήσει καλύτερον στην Γερμανία. Το 1933, το έτος κατά το οποίον ήλθεν ο Χίτλερ στην εξουσία, μια γερμανική εκδοχή του «Παγανιστικού Ιμπεριαλισμού» (Heidnische Imperialismus) εδημοσιεύθη στην Λειψία. Το γερμανικόν ανάλογο δεν ήταν απλώς μια μετάφραση, αλλά μια αναθεωρημένη και διευρυμένη έκδοση (θα ημπορούσε κανείς να ειπεί, τροποποιημένη επί το πλέον Παραδοσιοκρατικό), αρκούντως διαφορετική ώστε να μεταφρασθεί στα Ιταλικά το 1991 ! Το Heidnische Imperialismus έγινε λίαν αποδεκτό στην Γερμανία, όπου αξιολογήθηκε ευνοϊκώς σε πολλά έντυπα, από το βερολινέζικο πολιτικώς ουδέτερο εβδομαδιαίο περιοδικό «Ο λογοτεχνικός κόσμος-Ανεξάρτητο όργανο γιά την γερμανική συγγραφή» (Die Literarische Welt – Unabhängiges Organ für das deutsche Schrifttum) έως το στρατευμένο εθνικοσοσιαλιστικό πολιτιστικό περιοδικό «Λαϊκός πολιτισμός» (Völkische Kultur).

Ο Έβολα παρεδέχθη αργότερον ότι μέγα μέρος του ενδιαφέροντός του προήλθε από τη λανθασμένη πεποίθηση των Γερμανών πως ήταν ο κύριος εκπρόσωπος μιας λίαν ενδιαφερούσης τάσεως του ιταλικού φασισμού – δεν συνειδητοποίησαν ότι ο Έβολα ήταν (με δικά του λόγια) : «λοχαγός χωρίς στρατιώτες». Όποια και αν ήταν η προέλευσή του, το ενδιαφέρον των Γερμανών ήταν πραγματικό και ο Έβολα προσεκλήθη στην Γερμανία.
Ο κύριος οικοδεσπότης του ήταν ο Λούντβιχ Ροζέλιους (Ludwig Roselius), ένας πλούσιος βιομήχανος (υιος του ιδρυτή της εταιρείας Kaffee-HAG, κατασκευαστρίας του διασήμου, δίχως καφεΐνη καφέ, που είναι ακόμα γνωστή στην Ευρώπη).

Ο Έβολα έφθασε στην Γερμανία το 1934 γεμάτος ελπίδες. Σκέφθηκε ότι η Γερμανία ήταν μια χώρα στην οποίαν ο «νόμος της οπισθοδρομήσεως των καστών» ήταν ολιγότερον προκεχωρημένος, καθώς η στρατιωτική κάστα (που εκπροσωπείται από την Πρωσική στρατιωτική παράδοση, την τάξη των Junker και την επιζώσα πολιτική δύναμη των ευγενών) διατηρείται καλύτερον από οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη.

Παρηκολούθησε μια Βορεία «ειδωλολατρική συνάντηση» την οποίαν διοργάνωσε ο οικοδεσπότης του Ροζέλιους, την δευτέρα «Βορεία Συνέλευση». Στην συνέχεια ομίλησε στην «Λέσχη των Κυρίων» (Herrenklub) στο Βερολίνο, μια σημαντική πολιτική ομάδα υπερ-συντηρητικών πεποιθήσεων, στην οποίαν ανήκαν βιομήχανοι όπως ο Φριτς Τύσεν (Fritz Thyssen) και ο Φρήντριχ Φλικ (Friedrich Flick), καθώς και πολιτικοί όπως ο Γιάλμαρ Σαχτ (Hjalmar Schacht), μετέπειτα ταλαντούχος υπουργός Οικονομικών του Χίτλερ και ο Φραντς φον Πάπεν (Franz von Papen), καγκελάριος της Γερμανίας από το 1932 έως το 1934, δηλαδή άνθρωποι οι οποίοι προήγαγαν και εβοήθησαν την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Η «Βορεία Συνέλευση» απεδείχθη πλήρης απογοήτευση, τόσο για τον Έβολα, (που την εθεώρησε πολύ πολιτικοποιημένη και πνευματικώς ανεπαρκή), όσο και για το κυρίαρχο συντηρητικό Γερμανικό Βόρειο Κίνημα, (το οποίον την εχαρακτήρισε ως λάθος που δεν έπρεπε να επαναληφθεί). Πάντως το Herrenklub ενεθουσίασε τον Έβολα: «…εκεί επρόκειτο να εύρω το φυσικό περιβάλλον μου».

Στα 1934 κυκλοφορεί το κεντρικό και σπουδαιότερον από τα έργα του, με τίτλο «Εξέγερση Ενάντια στον Σύγχρονο Κόσμο». Μέσα από τις σελίδες του έργου του παρουσιάζεται προφητικώς η αναπόφευκτη επερχόμενη σύγκρουση μεταξύ του «Παραδοσιακού» και του «Σύγχρονου» κόσμου : «Στο συμπαντικό χάος για μιαν ακόμη φορά αντιπαρατίθεται η κοσμική τάξη. Η κυριαρχία των μαζών και η ηγεμονία της οικονομίας συγκρούονται μ’ εκείνες τις φωτεινές και ηρωϊκές αξίες που είναι ακόμη σε θέση να εντοπίσουν, να κατανοήσουν και να καθοδηγήσουν την σκοτεινή ουσία του όχλου».

Το 1935, εξεδόθη η πρώτη γερμανική μετάφραση (Erhebung wider der moderne Welt) του κεντρικού έργου του Έβολα. Αυτό εξετάσθηκε επίσης ευνοϊκά από το γερμανικό κοινό, αν και ο παγκοσμίως διάσημος γερμανός λόγιος Χέρμαν Έσσε (Hermann Hesse), σε μιαν ιδιωτική επιστολή προς τον προέχοντα Ουγγρογερμανό εκδότη του Ζάμουελ Φίσερ (Samuel Fischer), το περιέγραψε ως «πραγματικά επικίνδυνο». Το 1936 ο Έβολα επέστρεψε στον γερμανικό κόσμο, αυτή τη φορά στην Βιέννη, για να απευθυνθεί στην «Πολιτιστική Ένωση» (Kulturbund) του πρίγκηπος Καρλ Άντον φον Ρόχαν (Karl Anton von Rohan). Η Ένωση ήταν το βιεννέζικο ομόλογο μόρφωμα του Herrenklub του Βερολίνου, αν και με έμφαση στον Καθολικισμό και με ικανό ενθουσιασμό για τον πανευρωπαϊκό εθνικισμό. Περιελάμβανε μεταξύ των μελών της έναν εξαίρετο πρώιμο Παραδοσιοκράτη, τον Σουδήτη οικονομολόγο και κοινωνιολόγο Βάλτερ Χάϊνριχ (Walter Heinrich). Με χορηγία των μελών του Kulturbund, ο Έβολα εταξίδεψε στην Ουγγαρία και στην Ρουμανία, όπου συνηντήθη με τον αρχηγό της «Λεγεώνος του Αρχαγγέλου Μιχαήλ» τον ηρωϊκό Κορνήλιο Ζελέα Κοντρεάνου.

Εκτός από αυτές τις επισκέψεις, ο Έβολα και οι Γερμανοί και Αυστριακοί φίλοι του εδημοσίευαν ο ένας έργα του άλλου, με τους Γερμανούς και Αυστριακούς υπερ-Συντηρητικούς να εμφανίζονται στο «Φασιστικό Καθεστώς» (Regime Fascista) και ο Έβολα να εμφανίζεται στο «Ευρωπαϊκή Επιθεώρηση» (Europäische Revue) του Πρίγκηπος φον Ρόχαν. Παρ’ όλον που πολλές λεπτομέρειες είναι ασαφείς, ο Έβολα είχε προφανώς συμμαχήσει με ένα πολιτικό κίνημα δυνητικής σημασίας που απεδείχθη πως ήταν πολύ πιο δεκτικό στις ιδέες του από ό,τι ήταν το ιταλικό Εθνικό Φασιστικό Κόμμα – όπως επιβεβαιώνεται από την εμπαθή αντιπολίτευση ενάντια σε αυτές τις επαφές του εντός των ιταλικών φασιστικών κύκλων, επαφές οι οποίες είχαν σχεδόν ως αποτέλεσμα την απόσυρση του διαβατηρίου του Έβολα.

Παρ’ όλον που δεν υπάρχει καμία άμεση απόδειξη για το τι ακριβώς προσπαθούσε να επιτύχει ο Έβολα μέσω αυτής της συμμαχίας των λογίων, ημπορούμε να το συμπεράνουμε από ένα βιβλίο που εδημοσίευσε το 1937 (το επόμενο βιβλίο του μετά την «Εξέγερση», το οποίον επομένως κατά πάσα πιθανότητα ετοίμασε κατά την περίοδο των γερμανικών και αυστριακών επαφών του). Αυτό ήταν το «Το μυστήριο του Δισκοπότηρου / Γκράαλ και η γιβελλινική παράδοση της Αυτοκρατορίας» (Il mistero del Graal e la tradizione ghibellina dell’Impero), το οποίον (αν και δεν μεταφράσθηκε στην γερμανική μέχρι το 1955) φαίνεται να αντικατοπτρίζει την σκέψη του Έβολα εκείνα τα χρόνια.

«Το μυστήριο του Δισκοπότηρου / Γκράαλ» ήταν μια εκτεταμένη παρουσίαση ενός θέματος που εξετάσθηκε για πρώτη φορά στην «Εξέγερση». Το αντικέιμενο του πονήματος ήταν το «Άγιο Δισκοπότηρο», αν και ο Έβολα δεν χρησιμοποιεί τη λέξη «Άγιο», εκτιμών τα χριστιανικά στοιχεία στον μύθο του Γκράαλ ως σαφώς μεταγενέστερες προσθήκες, που πρέπει να απορρίπτονται ώστε η ιδέα να μεταδίδεται ανόθευτη στην πλέον δραστική της μορφή. Υπεστήριξε ότι το Γκράαλ «συμβολίζει την αρχή μιας αποθανατιζούσης και υπερβατικής δυνάμεως, η οποία συνδέεται με την αρχέγονο κατάσταση και παραμένει παρούσα την ίδια περίοδο της αντελίξεως ή παρακμής….
Το μυστήριον του Γκράαλ είναι το μυστήριον της μυήσεως ενός πολεμιστή.»

Οι Γιβελλίνοι είναι πιο γνωστοί στο ιταλικό παρά στο αγγλόφωνο κοινό. Ήταν μία από τις δύο χαλαρές συμμαχίες (η άλλη ήταν οι Γουέλφοι), εμπεπλεγμένες σε μια πικρή ανηλεή μάχη για τον έλεγχο της κεντρικής και της βορείου Ιταλίας κατά τον 13ον αιώνα. Οι Γιβελλίνοι ήσαν οι πιστοί ακόλουθοι του «Αγίου Ρωμαίου» Αυτοκράτορος, μικροί κυρίως φεουδαρχικοί άρχοντες, ενώ οι Γουέλφοι ήσαν κυρίως πλούσιοι έμποροι, αφοσιωμένοι απολογητές και μαχητές του παπισμού.

Ο Έβολα είδε την τελική νίκη των Γουέλφων ως θλιβερό επεισόδιο της υποστροφής των καστών, με την κάστα των εμπόρων να κατακτά την εξουσία από την κάστα των πολεμιστών. Οι Γιβελλίνοι, ως αντίπαλοι της Καθολικής Εκκλησίας, εθεωρήθησαν ως εκπρόσωποι «της αντιθέτου παραδόσεως» – ως σιωπηροί απολογητές για τις επιζώσες προχριστιανικές Κελτικές και Βόρειες μυητικές παραδόσεις, που ενυπάρχουν και εκπροσωπούνται στον μύθο του Γκράαλ.

Ο Έβολα, λοιπόν, σε αυτό το σημείο ευρίσκετο στην μελέτη και επεξεργασία μια ιταλο-γερμανικής (ή ρωμαιο-τευτονικής) συμμαχίας όπως αυτή προεικονίσθηκε στους Γιβελλίνους, εκπροσωπουμένη από ένα Τάγμα που επρόκειτο να είναι ο αποδέκτης και φορεύς μιας αρχεγόνου Βορείου πολεμικής μυήσεως.

Ο Έβολα επρόκειτο να απογοητευθεί. Αν και κατά την άνοδό του στην εξουσία το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα είχε διατηρήσει εγκάρδιες σχέσεις με τους νέους Γερμανούς φίλους του Έβολα, όταν επαγιώθη στην εξουσία, οι εθνικοσοσιαλιστές έχασαν το ενδιαφέρον τους για τέτοιες συμμαχίες – ακριβώς όταν ο Έβολα επίστευε ότι τελικώς έφθασε κάπου. Το 1934, όταν ο καγκελάριος φον Πάπεν ομίλησε στο Μαρβούργο της Έσσης, το μεγαλύτερο μέρος του λόγου του εγράφη από τον προσωπικό γραμματέα και λογογράφο του, Έντγκαρ Γιούλιους Γιουνγκ (Edgar Julius Jung), μια στενή φιλική γνωριμία του Έβολα από το Herrenklub. Αυτή η ομιλία περιείχε αναφορές στους Γιβελλίνους και σε μιαν «Αυτοκρατορία του Αγίου Πνεύματος», ως ένα είδος νέας Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αναφορές οι οποίες μόνον στον Έβολα ημπορούσαν να έχουν την προέλευσή τους. Ωστόσον η ομιλία αυτή έμεινε αλησμόνητη και φημισμένη, για την εμφανή αντίρρηση του καγκελαρίου φον Πάπεν στον αυξανόμενο ολοκληρωτισμό των εθνικοσοσιαλιστών.

Ήταν μία από τις άμεσες αιτίες της διαβοήτου «Νύκτας των μεγάλων μαχαιριών», η οποία εδραίωσε την δύναμη των εθνικοσοσιαλιστών στην εξουσία, εξαναγκάζουσα τον φον Πάπεν να παραιτηθεί από την καγκελαρία. Ένα από τα θύματα της Νύκτας ήταν και ο συγγραφεύς της ομιλίας του φον Πάπεν, ο οποίος εφονεύθη. Το Herrenklub επέζησε ως θεσμός μόνον με αλλαγή του σε «Γερμανική Λέσχη» («Deutsche Klub») και η σημασία του εμειώθη. Οι βιεννέζοι φίλοι του Έβολα, συμπεριλαμβανομένου του Παραδοσιοκράτη Χάϊνριχ, συνελήφθησαν από την διαβόητο Μυστική Κρατική Αστυνομία / Γκεστάπο (Gestapo) αμέσως μετά την αυστρογερμανική Ένωση (Anschluss) του 1938.
Το 1939 ο φον Πάπεν «εξορίσθηκε» ως Γερμανός πρέσβης στην Τουρκία. Μέχρι το 1944, οι σχέσεις μεταξύ των εθνικοσοσιαλιστών και των συνεργατών του Έβολα κατά το διάστημα 1934–36, ήσαν επιεικώς εχθρικές : Δώδεκα πρώην μέλη του Herrenklub ήσαν μεταξύ εκείνων που εξετελέσθησαν μετά την αποτυχημένη συνωμοσία εναντίον του Χίτλερ στις 20 Ιουλίου.

Παρά τις αντίξοες αντιστροφές των πραγμάτων, ο Έβολα δεν παρητήθη του σκοπού του. Έστρεψε την προσοχή του στα SS, και το 1938 ομίλησε στο περιβόητο Βέβελσμπουργκ, ένα κάστρο, τελετουργική έδρα των SS στην Βεστφαλία, προτείνων ένα ευρύτερο μυστικό τάγμα κατάλληλο να εργασθεί για μια Ρωμαιο-Τευτονική Αυτοκρατορία. Δεν υπάρχουν αμέσως γνωστές λεπτομέρειες αυτής της προτάσεώς του, εκτός από το ότι το μυστικό τάγμα θα εξέδιδε μιαν εφημερίδα, αλλά οι στόχοι του Έβολα ήσαν προφανώς οι ίδιοι όπως και πριν.
Ο Αρχηγός και Στρατάρχης των SS Χάϊνριχ Χίμλερ (Heinrich Himmler) ανέθεσε μιαν έρευνα για τις ιδέες του Έβολα στον Συνταγματάρχη των SS Καρλ Μαρία Βίλιγκουτ (Karl Maria Wiligut), έναν προστατευόμενο έμπιστό του στο RUSHA («Γραφείο Φυλής και Εποικισμού» των SS), από τους ελαχίστους ανωτέρους εθνικοσοσιαλιστές αξιωματούχους με εκτενές αποκρυφιστικό υπόβαθρο. (Ο Βίλιγκουτ εσχεδίασε τα διάσημα σύμβολα των SS – τον διπλό κεραυνό / ρούνα του ονόματος και την νεκροκεφαλή).

Η έκθεση του Βίλιγκουτ προς το προσωπικό επιτελείο του Χίμμλερ δεν ήταν ευνοϊκή. Συνοψίζει περιληπτικά τις επιδιώξεις και τις ιδέες του Έβολα εκείνη την περίοδο : «Ο μοναδικός απώτατος και μυστικός σκοπός των θεωριών και προγραμμάτων του Έβολα είναι πιθανότατα μια εξέγερση της παλαιάς αριστοκρατίας ενάντια στο σύγχρονο κόσμο… Γενικά ο χαρακτήρας του σφραγίζεται από την παλαιά φεουδαρχική αριστοκρατία». Ο Βίλιγκουτ κατέληγε στο συμπέρασμα ότι «ο Έβολα λειτουργεί μεν από μια βασική Αρία αντίληψη αλλά σχεδόν αγνοεί τους προϊστορικούς γερμανικούς θεσμούς και το νόημά τους» και συνέστησε την απόρριψη της «ουτοπικής» προτάσεως του Έβολα.

Αυτή η απόρριψη ενεκρίθη σε μια συνάντηση στην οποία παρευρέθη αυτοπροσώπως και ο Χίμλερ, όπου απεφασίσθη επίσης να αποτραπεί η περαιτέρω πρόσβαση του Έβολα σε «ηγετικά γραφεία [führenden Dienststellen] του Κόμματος και του Κράτους» και να τεθεί τέρμα στις δραστηριότητές του στην Γερμανία, όμως, ευτυχώς για τον Έβολα, «χωρίς ειδικά μέτρα». Κατά ειρωνικό τρόπο και ο ίδιος ο Βίλιγκουτ απώλεσε την ιδιότητα μέλους των SS την επόμενη χρονιά, όταν έγινε ευρέως γνωστό ότι είχε διέλεθει τα έτη 1924-27 σε ένα άσυλο ψυχοπαθών στο Ζάλτσμπουργκ, καθώς υπέφερε από αυταπάτες και ψευδαισθήσεις (επίστευε ότι ήταν κληρονόμος μιας μακράς σειράς Γερμανών βασιλέων που κατήγοντο από τον Θεό).

Α. Κωνσταντίνου

tweet
fb-share-icon
Insta
Tiktok