Πολύ συχνά, όταν ακούμε για θύματα κακοποίησης που δεν αντιδρούν, χρησιμοποιούμε τον όρο «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» ()

Το σύνδρομο της Στοκχόλμης είναι αρκετά γνωστό κυρίως λόγω των δημοφιλών αστυνομικών υποθέσεων που έχουν στηριχτεί πάνω του. Έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τη διαταραχή μετατραυματικού στρες. Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι πρόκειται για μια ψυχολογική διαταραχή, με την έννοια ότι πρόκειται για μια φυσιολογική αντίδραση σε μία αφύσικη κατάσταση.
Το σύνδρομο της Στοκχόλμης είναι πιο σύνθετη και δύσκολα κατανοητή συναισθηματική κατάσταση κατά την οποία το θύμα αρχίζει να τρέφει θετικά συναισθήματα (έρωτα ή και αγάπης) για τον άνθρωπο που τον κακομεταχειρίζεται, το βιαστή ή τον απαγωγέα του. Στην ουσία πρόκειται για ένα είδος αμυντικού μηχανισμού κατά τον οποίο το θύμα προσκολλάται συναισθηματικά στον πλησιέστερο ισχυρό ενήλικα και επιλέγει παρά τον πόνο και το φόβο που του προκαλεί να παραμείνει πιστό σε αυτόν.

Η ιστορία

Το 1973, η αστυνομία στη Στοκχόλμη της Σουηδίας έκανε έφοδο σε μία τράπεζα όπου 4 άτομα για 6 ημέρες κρατούνταν όμηροι από ένοπλους ληστές και δέχθηκε επίθεση από τους ομήρους.

Οι δύο ληστές κράτησαν για 131 ώρες τέσσερις ομήρους, τρεις γυναίκες κι έναν άνδρα, γύρω από τους οποίους είχε τοποθετηθεί δυναμίτης. Κρατήθηκαν στο θησαυροφυλάκιο της τράπεζας.

Οι όμηροι, ωστόσο, παρουσίασαν μία παράξενη συμπεριφορά. Ναι μεν, απειλήθηκαν, κακομεταχειρίστηκαν και φοβόντουσαν για τη ζωή τους για πάνω από πέντε ημέρες, στις συνεντεύξεις, όμως, που έδωσαν στα μέσα ενημέρωσης ήταν ξεκάθαρο ότι υποστήριζαν τους εγκληματίες που τους κράτησαν ομήρους και στην πραγματικότητα ότι ένιωθαν φόβο για τους αστυνομικούς που ήρθαν να τους απελευθερώσουν. Οι όμηροι είχαν αρχίσει να αισθάνονται ότι οι δύο ληστές στην πραγματικότητα τους προστάτευαν από την αστυνομία. Περιήλθαν σε μια ιδιαίτερη ψυχολογική κατάσταση που διαμορφώνεται υπό κάποιες συνθήκες, κυρίως σε
θύματα απαγωγής, αλλά και κακοποίησης, το λεγόμενο «Σύνδρομο της Στοκχόλμης».

Ο όρος «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» (Stockholm Syndrome) καθιερώθηκε από το Σουηδό ψυχίατρο και εγκληματολόγο Nils Bejerot που βοήθησε την αστυνομία κατά τη διάρκεια τής ληστείας τής τράπεζας Sveriges Kreditbank, στο Normalstong της Στοκχόλμης. Αυτή η ταύτιση αποτελεί έναν μηχανισμό άμυνας, που βασίζεται (συνήθως ασυνείδητα) στην ιδέα ότι ο εγκληματίας δεν θα βλάψει τον αιχμάλωτο εάν αυτός είναι συνεργάσιμος και ακόμη αν τον υποστηρίζει απόλυτα. Ο αιχμάλωτος προσπαθεί να κερδίσει την εύνοια του εγκληματία με σχεδόν παιδαριώδη τρόπο. Ο όμηρος συνήθως αντιλαμβάνεται τις προσπάθειες όσων επιδιώκουν να τον σώσουν, ως ενέργειες
που πιθανώς θα τον βλάψουν αντί να επιτύχουν την απελευθέρωσή του.

Προσπάθειες διάσωσης μπορεί να μετατρέψουν μία ανεκτή κατάσταση σε θανατηφόρα. Σε τελική ανάλυση, το συναισθηματικό δέσιμο με έναν κακοποιό είναι στην πραγματικότητα μία στρατηγική επιβίωσης για τα θύματα κακοποίησης και εκφοβισμού.

Ο δράστης μπορεί να χρησιμοποιεί απειλές συμπεριλαμβανομένης της αρπαγής των παιδιών, δημόσια έκθεση, ή συνεχών παρενοχλήσεων, που το θύμα θα βιώσει πολύ απειλητικές για την ύπαρξη του.

Πολύ συχνά όταν ακούμε για περιπτώσεις ανθρώπων που πέφτουν θύματα κακοποίησης και δεν αντιδρούν, χρησιμοποιούμε τον όρο «Σύνδρομο της Στοκχόλμης».

Τα συμπτώματα του συνδρόμου Στοκχόλμης χαρακτηρίζονται από:

– Θετικά συναισθήματα από το θύμα προς το άτομο που το κακοποιεί ή το ελέγχει

– αρνητικά συναισθήματα του θύματος απέναντι στην οικογένεια, τους φίλους ή τις αρχές που προσπαθούν να τους σώσουν / υποστηρίξουν ή να κερδίσουν την απελευθέρωσή τους
-υποστήριξη των λόγων και της συμπεριφοράς του κακοποιού
- Υποστήριξη για τους λόγους που οδηγούν τον θύτη στη συγκεκριμένη συμπεριφορά

– Θετικά συναισθήματα του θύτη προς το θύμα

-συμπεριφορά υποστήριξης από το θύμα και κατά καιρούς παροχή βοήθειας στον κακοποιό
-ανικανότητα εμπλοκής σε συμπεριφορές που μπορεί να βοηθήσουν στην απελευθέρωση ή την απομάκρυνσή τους.

Το «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» απαντάται επίσης σε οικογενειακές και διαπροσωπικές σχέσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, όπου το άτομο δέχεται παθητικά απειλή και αναγκάζεται να υποστεί την οποιαδήποτε πράξη προκειμένου να επιβιώσει αλλά και να κερδίσει την εύνοια του «δράστη» λαμβάνοντας έτσι δείγματα αγάπης που θα το βοηθήσουν να συνεχίσει, αρνούμενο όμως πολλές φορές την βοήθεια τον γύρω του.

Το σύνδρομο αυτό εμφανίζεται και σε άλλες ομάδες ανθρώπων, όταν υπάρχει σχέση θύτη-θύματος, εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου, όπως:

• Κακοποίηση γυναικών

• Κακοποίηση παιδιών

• Θύματα αιμομιξίας

• Φυλακισμένοι πολέμου

• Μέλη σεκτών

• Σχέσεις που βασίζονται στην άσκηση εξουσίας και το φόβο

• Σχέσεις εξουσίας και το φόβου

• Άτομα που βρίσκονται σε μια σχέση εξουσίας και φόβου συχνά δημιουργούν συναισθηματικούς δεσμούς με το άτομο που τα κακοποιεί (συναισθηματικά, σωματική, ή πνευματικά).

Γιατί το θύμα αγαπά το βασανιστή του;

Το συναισθηματικό δέσιμο με τον θύτη αποτελεί στην ουσία μια στρατηγική επιβίωσης για τον άνθρωπο που έγινε θύμα κακοποίησης και φόβου. Το «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» αποτελεί κοινή γνώση και συχνά χρησιμοποιείται από την Αστυνομία ως τακτική που αυξάνει τις πιθανότητες επιβίωσης των ομήρων.

Η αντίδραση του ψυχολογικού δεσμού με τον θύτη μπορεί να εντοπιστεί και σε ερωτικές ή οικογενειακές σχέσεις, όπου ένα μέλος είναι το θύμα και το άλλο θύτης, ο οποίος με κάποιον τρόπο κακοποιεί το θύμα.

Από ψυχολογική άποψη, το άτομο που γίνεται θύμα και αναπτύσσει συναισθηματικό δέσιμο με τον θύτη του φέρεται, κατά κάποιον τρόπο, κι εντελώς ασυνείδητα, με τον τρόπο που θα λειτουργούσε κι ένα βρέφος, προκειμένου να επιβιώσει.

Υπάρχουν γενικές κατευθυντήριες γραμμές στο πώς να αναγνωρίσετε αν κάποιος δικός σας πάσχει από το σύνδρομο της Στοκχόλμης:

– Στο Θύμα προφανώς έχει δοθεί μία «επιλογή» – ή την αρρωστημένη «σχέση» με τον θύτη του ή την σχέση με την οικογένειά του. Επειδή το θύμα τελικώς πιστεύει ότι η επιλογή της οικογένειας θα οδηγήσει σε αρνητικές συνέπειες, η οικογένεια έρχεται πάντα δεύτερη.

– Το θύμα μιας τέτοιας κατάστασης είναι έτοιμο να πει ότι η οικογένειά του προσπαθεί να καταστρέψει την υπέροχη “σχέση” που έχει με τον θύτη του. Θυμηθείτε: όσο περισσότερο πιέζουν ψυχολογικά το θύμα, τόσο περισσότερο θα είναι έκδηλη αυτή η αντίδραση του θύματος.

– Ο στόχος σας είναι να παραμείνετε σε επαφή με το θύμα κατά τη διάρκεια της κατάστασης που το άτομο βιώνει. Κρατήστε σύντομη επαφή και στο “παραδοσιακό” ύφος, όπως αναφορές σε διακοπές, γενέθλια και άλλα καθημερινά.

– Πολύ σημαντική είναι η στιγμή που το θύμα θα ζητήσει συμβουλές για την “σχέση” του με το θύτη. Πρέπει να ακούσετε πολύ προσεκτικά και χωρίς πανικό και άγχος και να διαβεβαιώσετε ότι είστε κοντά στους ανθρώπους αυτούς.

ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΠΟΛΥΖΟΥ

ΠΗΓΗ

tweet
fb-share-icon
Insta
Tiktok