ΜΕΡΟΣ 1ο
Η Αθήνα είναι μία από τις λίγες πρωτεύουσες του κόσμου που φέρει ένα τόσο βαρύ ιστορικό και πολιτισμικό φορτίο. Η Αθήνα, πολιτισμικά δεν εκπροσωπεί μόνο τον εαυτό της.
Η εικόνα του Παρθενώνα συμβολίζει τον κλασσικό Ελληνικό πολιτισμό και το πνεύμα ολόκληρου του Ελληνισμού με τις πόλεις και τις αποικίες του. Παράλληλα όμως, είναι η μοναδική πρωτεύουσα του κόσμου που αδυνατεί πλήρως να σταθεί αντάξια του παρελθόντος της, έστω και κατ’ ελάχιστον.
Είναι η μοναδική πρωτεύουσα του κόσμου που έχει απολέσει το κέντρο της σε πλήρη κλίμακα.
Πληθυσμιακά, πολιτιστικά, ηθικά, εθνικά. Ένα «κατόρθωμα» που πέρα από λύπη και απόγνωση αποπνέει μία αίσθηση ότι κάτι κακό και σάπιο έχει καταλάβει τους χώρους, τους δρόμους και τους τοίχους.
Μία διαρκής αόρατη και ανομολόγητη αίσθηση απειλής βαραίνει τους κουρασμένους ντόπιους και τους περαστικούς. Ο θρίαμβος μίας παρακμής που έχει προκύψει από την διαφθορά, την κατάπτωση, την αδιαφορία και την παραίτηση γίνεται αισθητός παντού. Και μάλιστα με φροντίδα και σύστημα (εικόνα1 & εικόνα2).
Αυτή η απειλητική, παρακμιακή, «ελευθεριάζουσα» και δηλητηριώδης ατμόσφαιρα που παράγεται ανελλιπώς έχει τους εμπνευστές της, τους οργανωτές της και τους εκτελεστές της. Μία πλήρης και απρόσωπη ιεραρχία εργάζεται με το αζημίωτο κατατρώγοντας την ελπίδα και θεριεύοντας το φόβο. Ίσως σε μερικούς να φαίνεται παράδοξη η συστηματική προσπάθεια για την ανάπτυξη της αίσθησης της απειλής και της εκφυλισμένης και αποτρόπαιης αισθητικής. Θα γίνουμε περισσότερο συγκεκριμένοι και οι αιτίες θα αναδυθούν μέσα από την στεγνή πραγματικότητα.
Οι θεσμοί φαινομενικά αδιαφορούν για την όλη κατάσταση και «αφήνουν το λαό ελεύθερο να εκφραστεί».
Ποιοι όμως είναι αυτοί που «εκφράζονται ελεύθερα;». Μία περιήγηση σε όλες της συνοικίες της Αθήνας θα αναδείξει μία πραγματικότητα και μία μοναδικότητα που χαρακτηρίζει αυτή την πόλη.
Τα πολιτικά μηνύματα κατά 95% ή και περισσότερο προέρχονται από συγκεκριμένες ομάδες ατόμων των οποίων η πραγματική πολιτική και κοινωνική ισχύς ουδεμία σχέση έχει με την δράση και την παρουσία τους.
Ένας τρόπος εξαγγελίας ενός πολιτικού μηνύματος είναι οι αφίσες. Όλες οι περιοχές της Αθήνας βρίθουν από αφίσες αναρχικών, antifa και εξωκοινοβουλευτικών αριστερών γκρουπούσκουλων.
Οποιαδήποτε άλλη πολιτική οπτική είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη, πέραν μίας κάποιας παρουσίας των πολιτικών επαγγελματιών του ΚΚΕ.
(Εικόνες 3 έως 10).
Αυτή είναι η κατάσταση στους τοίχους της Αθήνας από τα Πατήσια έως το Νέο Κόσμο, από το Παγκράτι έως το σταθμό Λαρίσης, από τη Μενεμένη έως τα Εξάρχεια, από τα Σεπόλια έως το Μουσείο, από την Κυψέλη έως τα Πετράλωνα. Όσοι αμφιβάλλουν ας διαθέσουν μερικές ώρες για να διαπιστώσουν του λόγου το αληθές.
Όσοι προσπαθήσουν να εξηγήσουν το πολιτικό παράδοξο αναδεικνύοντας την «αγωνιστικότητα κάποιων νέων», καλά θα κάνουν να το βουλώσουν επιτέλους. Και εξηγούμαστε: Μία αφίσα για να γίνει αισθητή σε όλες τις περιοχές της Α’ Αθήνας απαιτούνται οπωσδήποτε 20000 τεμάχια. Η δε πλειοψηφία αυτών των αφισών είναι τριχρωμίες και τετραχρωμίες. Μία εξαίρετη τιμή για 20000 τεμάχια είναι 2000 ευρώ. Κάθε εβδομάδα τυπώνονται τουλάχιστον 10 διαφορετικές αφίσες από όλα τα γκρουπούσκουλα (στην πραγματικότητα είναι περισσότερες). Συνεπώς ξεκινάμε με ένα κόστος 20.000 ευρώ την εβδομάδα, δηλαδή 80.000 ευρώ μηνιαίως.
Και οι αφίσες δεν έχουν ακόμη διανεμηθεί και τοποθετηθεί. Για να τοποθετηθεί αυτή ποσότητα απαιτούνται συνεργεία τα οποία θα απασχολούνται μόνιμα και σε επαγγελματικό επίπεδο. Οι αναρχικοί, οι αριστεριστές και οι antifa, εκ φύσεως φυγόπονοι και οδηγούμενοι από τις στιγμιαίες διαθέσεις τους δεν αρκούν για να τελεσφορήσει αυτή η διαρκής αποστολή. Υπάρχει βέβαια και η Β’ Αθηνών στην οποία η κατάσταση είναι παρόμοια. Τελικά τα κόστη και οι εργατοώρες ζαλίζουν. Τα κοινοβουλευτικά κόμματα αδυνατούν να ακολουθήσουν αυτούς τους ρυθμούς ακόμη και εάν το επεδίωκαν.
Οι αφίσες τους, παρά τη συστηματική προσπάθεια κάποιων να αναδειχθεί η ποικιλία σκέψης και η «διαφορετικότητα» απόψεων μέσω της πολυχρωμίας και της τυχαίας τοποθέτησης, δεν αποφεύγουν να αποκρύψουν την κοινή τους προέλευση. Η αντιαισθητική εμφάνιση, ο κυνικός, προκλητικός και ανερμάτιστος λόγος, η χαιρέκακη αγκιτάτσια, ακόμη και η χρήση των ίδιων «επαναστατικών» αλλά παρωχημένων εκφράσεων τους προδίδει στα μάτια των περαστικών.
Οι αφίσες τους γίνονται γρήγορα βαρετές και αδιάφορες, συνήθως δε και ενοχλητικές. Αυτοί οι «κάποιοι» δεν φαίνεται να αποσκοπούν στην προσάρτηση σημαντικού τμήματος των πολιτών. Προφανώς διότι γνωρίζουν ότι κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό. Πασχίζουν όμως να διατηρούν αυτή την αίσθηση «κατάληψης» των τοίχων της Αθήνας, ώστε να ενισχύουν αυτή την αίσθηση, ή καλύτερα την απειλή: «Μην τολμήσετε να επιχειρήσετε τίποτα γιατί είμαστε παντού και είμαστε δυνατότεροι από εσάς».
Πασχίζουν να κρατήσουν μακριά κάτι που αναπτύσσεται ως φυσική συνέπεια των πραγμάτων, χωρίς οι ίδιοι να ωφελούνται πολιτικά. Και ρέει πολύ χρήμα για να παραμένει η κοινωνία έγκλειστη σε αυτή την πνευματική φυλακή.
Αυτά συμβαίνουν εδώ και πολλά χρόνια σε αυτή την πόλη. Το μοναδικό και αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα είναι ότι αυτά τα γκρουπούσκουλα, εκούσια ή ακούσια, εργάζονται για κάποιους άλλους.
Στο επόμενο μέρος θα συνεχίσουμε την αναζήτηση
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΥΔΟΥΝΑΣ