Η ειλικρινής ανάγκη να εκφράσω και να μοιραστώ κάποιες σκέψεις με τους ανθρώπους που επισκέπτονται τον «istos» με ώθησε να συντάξω το παρόν κείμενο. Γνωρίζω ότι απευθυνόμενος σε ανθρώπους με ψυχραιμία, ευθυκρισία, αναλυτική σκέψη και – ευελπιστώ – πνευματικό και φυσικό δυναμισμό εκφράζω «κατ’ αρχήν» τη λύπη μου για την προϊούσα κάθοδο του νεοελληνισμού προς το χθόνιο, το υποκριτικό και το χαμερπές.
Αφήνω στην άκρη τα τετριμμένα περί πολιτικής, ιδεολογιών, ελευθεριών και «κοινωνικής δικαιοσύνης» και εστιάζω στον «πολύπαθο κυρίαρχο Ελληνικό λαό». Ένα λαό που γνωρίζει άριστα το ποιόν της πολιτείας στην οποία είναι υπήκοος και πλέον δεν δικαιολογείται να αισθάνεται εξαπατημένος, αδικημένος και υποφέρων.
Είναι ο μοντέρνος κυρίαρχος νεοελληνικός λαός, με την υπερτροφική συνείδηση της ατομικότητας και την αδύναμη έως ανύπαρκτη συνείδηση της λαϊκής κοινότητας. Η εγωπάθεια και η κουτοπονηρία των νεοελλήνων συναγωνίζεται την αδιαφορία για την κοινότητα. Η θεσμική κοινοβουλευτική δημοκρατία που φροντίζει για ισονομία, ισοπολιτεία και δικαιοσύνη, πρωτίστως αγωνιά για τη διατήρηση και εξάπλωση της ποικιλομορφίας.
Πράγματι, πόσο ωραίο, δημοκρατικό και δίκαιο είναι για τον λαϊκό παρατηρητή να βλέπει λίγο πριν το ξημέρωμα τις σκιές των «μη εχόντων» να οδεύουν προς τις γαλέρες για το μεροκάματο (το οποίο ουδόλως είναι εξασφαλισμένο και την επομένη ημέρα), την ίδια σχεδόν ώρα που επιστρέφουν στις οικίες τους οι έχοντες και κατέχοντες μετά από εξαντλητική διασκέδαση.
Σπουδαία δημοκρατική ποικιλία και «διαφορετικότητα» για την ποιότητα ζωής μεταξύ των κατοίκων του κέντρου της Αθήνας και των κατοίκων των βορείων και νοτίων προαστίων, τα οποία έχουν και αυτά τις διαβαθμίσεις τους. Μη λησμονούμε τις παράκτιες φυλές νοτίως της Βούλας αλλά και αυτές τις ανατολικής Αττικής.
Νεοέλληνες που αδιαφορούν για την Αθήνα. Και ουδεμία σχέση με τους παραθιγγάνιους πληθυσμούς των Λιοσίων, του Μενιδίου και του Ασπροπύργου.
Γαία πυρί μιχθήτω. Σχεδόν όλοι συμφωνούν ότι είναι δημοκρατικοί και αντιφασίστες. Ταυτόχρονα όλοι πασχίζουν να εγκαταλείψουν το κέντρο της πόλης τους που έχει γεμίσει μετανάστες και (παραδόξως) έχει υποβαθμιστεί.
Είναι οι δημοκράτες που ασκούν το ατομικό τους δικαίωμα να επιλέξουν τον τόπο της κατοικίας τους και να έχουν μία ποιοτικότερη διαβίωση. Βέβαια, το δημοκρατικό αυτό δικαίωμα είναι εφικτό να ασκηθεί όταν υπάρχουν οι προϋποθέσεις, δηλαδή το χρήμα. Άλλως, παραμένουν ακρίτες του κέντρου ανάμεσα στους εποίκους.
Κάποιοι «τυχεροί» επιτήδειοι εφευρίσκουν πλάγιους τρόπους, επί παραδείγματι γίνονται σώγαμπροι.
Ένα πρόσφατο χαρακτηριστικό των νεοελλήνων αναδύθηκε μετά την σύντομη δημοκρατική περίοδο της ευδαιμονίας. Επηρεάζει τη γενιά των δεκαετιών του ’80 και του ’90. Είναι η οκνηρία. Η ευδαιμονία είναι ο προάγγελός της.
Χιλιάδες ακίνητα πωλούνται μηνιαίως σε εταιρείες αλλοδαπών συμφερόντων για να συνεχίσουν χιλιάδες νεοέλληνες κηφήνες να παράγουν βαριά απόβλητα. Πέραν των περιουσιών που χάθηκαν στα καζίνο επίσης αλλοδαπών συμφερόντων την περίοδο της δημοκρατικής ευδαιμονίας.
Οι νεοέλληνες όμως συνεχίζουν να είναι μικρόνοες και κοντόφθαλμοι. Συνεχίζουν να δηλώνουν δημοκράτες και αντιφασίστες. Βέβαια, τα δικαστήρια δεν επαρκούν για να αποφανθούν σε χιλιάδες υποθέσεις απάτης, προσωπικών και κτηματικών διαφορών, πέραν των χιλιάδων περιστατικών που ποτέ δεν έφθασαν μέχρι εκεί γιατί ο αδύναμος έσκυψε το κεφάλι. Ο δημοκρατικά διαπαιδαγωγημένος νεοέλληνας είναι έτοιμος να πατήσει εκεί που βρίσκει «μαλακό» αναγνωρίζοντας το δίκαιο μόνο σε σχέση με τον εαυτό του και αφήνοντας τον αδύναμο στο δρόμο.
Εδώ, δυστυχώς, αναδύεται η ασυνειδησία. Κύριοι εκπρόσωποι της ασυνειδησίας, της υποκρισίας και της μικρόνοιας οι νεοέλληνες που γίνονται «φίλοι» της Εκκλησίας. Κάνουν δωρεές από τα έτοιμα ή τα κλεμμένα και συνάπτουν εγκάρδιες σχέσεις με εκπροσώπους του κλήρου. Κατ’ αυτούς είναι μία έξυπνη μέθοδος να εξαπατήσουν το Θεό (όπως και τους πλησίον τους) και να εξασφαλίσουν θέση στον παράδεισο, όπως οι λαθρομετανάστες έρχονται για να εξασφαλίσουν «θέση στον ήλιο».
Τα προαναφερθέντα τα γνωρίζετε όλοι σας. Και είναι ένα μικρό κλάσμα της κατάστασης. Η υπερκατανάλωση φαρμάκων και η λαίλαπα του καρκίνου και των καρδιαγγειακών παθήσεων είναι αδιάψευστος μάρτυρας της παρακμής αυτού του λαού.
Όμως αυτός ο λαός, θέλοντας και μη, βλέπει το κατηφορικό μονοπάτι που ακολουθεί. Σε ένα ποσοστό 40% απορρίπτει το κοινοβουλευτικό σύστημα. Ίσως και παραπάνω. Το δε 60% που υποτίθεται ότι λειτουργεί εντός «δημοκρατικού τόξου» δεν το κάνει επειδή θαυμάζει το σύστημα. Προέχουν συμφέροντα, εξαρτήσεις, υποσχέσεις και ματαιόδοξες επιθυμίες.
Με αρωγό και υπό την αιγίδα αυτών των συνθηκών θα έπρεπε να έχει διαμορφωθεί εδώ και καιρό ένα γνήσιο και αναπτυσσόμενο αντίπαλο δέος σε αυτή τη σήψη. Άνθρωποι ειλικρινείς, ασκητικοί, με καθαρό βλέμμα και καθαρό μυαλό θα έπρεπε να έχουν υψώσει το ανάστημά τους και αόρατα και μεθοδικά να εργάζονται αόκνως.
Να οργανώνονται, να εφευρίσκουν έξυπνους τρόπους επικοινωνίας και να αυτοβελτιώνονται. Να είναι απρόβλεπτοι, οξυδερκείς και σκληραγωγημένοι.
Αντ’ αυτών υπάρχει ένα κοπάδι εσωστρεφών, οκνηρών και συμπλεγματικών ανθρώπων, ανίκανων να δημιουργήσουν και να ηγηθούν. Ονειροπαρμένοι, καλομαθημένοι, κουτοπόνηροι.
Αυτός ο λαός, σε αυτά τα χάλια, αναγνωρίζει εύκολα τον όμοιό του. Επειδή γνωρίζει τον εαυτό του, γνωρίζει και όλους αυτούς τους «σωτήρες». Και δεν τους εμπιστεύεται. Δεν τους θέλει. Και αυτοί, οι «σωτήρες», από την πλευρά τους, επιβεβαιώνουν το ποιόν τους. Επιμένουν με τα ίδια κούφια λόγια και τις παρωχημένες, βαρετές και εν τέλει εκνευριστικές τακτικές και μεθοδεύσεις.
Εάν ένας έστω και κατ’ ελάχιστον έντιμος και αξιοπρεπής άνθρωπος προσέκρουε σε τέτοια λαϊκή απόρριψη θα είχε την ευθιξία να αποσυρθεί. Αυτοί όμως δεν ούτε αισχύνονται ούτε θεωρούν εαυτούς ανεπαρκείς.
ΑΙΔΩΣ «ΚΥΡΙΟΙ»!!!
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΥΔΟΥΝΑΣ