Μέρος 5
Στο παρόν τελευταίο μέρος της αναφοράς στη «Δολοφονία Χαρακτήρα» (ΔΧ), η συνέχεια από το βιβλίο του Φρανσουά ντε Σμετ (François De Smet) «Αναγωγή στον Χίτλερ : Δοκίμιο επί του Νόμου του Γκούντγουιν» («Reductio ad Hitlerum: Essai sur la loi de Godwin», Παρίσι, Presses Universitaires de France, 2014), στο εδάφιο: «Ποια είναι η σημασία του σημείου Γκόντγουιν;»:
«Το σημείο Γκόντγουιν διακρίνεται από το γεγονός ότι κανείς δεν σταματά ποτέ εκεί: ή το αποφεύγει ή το διασχίζει. Το αποφεύγουμε ασυνείδητα, υπό την προϋπόθεση της “πολιτικής ορθότητας”, επειδή a priori εισερχόμαστε σε οποιαδήποτε συζήτηση με σκοπό μιαν ελάχιστη ανταλλαγή και γνωρίζουμε διαισθητικά ότι βγάζοντας το «φασιστικό» χαρτί η συζήτηση θα μετατραπεί σε αντιπαράθεση και, πιθανότατα, θα διακοπεί.
Το διασχίζουμε υπό την επήρεια θυμού ή έντονου συναισθήματος και όταν το καταλάβουμε είναι πολύ αργά.
Το σημείο Γκόντγουιν είναι μια κύρωση που ξεκινά αμέσως : Ο συνομιλητής μας αρκεί να εισαγάγει μιαν αμφίβολη αναλογία που του διαφεύγει -για παράδειγμα, η μεταχείριση των μεταναστών χωρίς χαρτιά να συγκριθεί με τα πρώτα αντιεβραϊκά μέτρα του Τρίτου Ράιχ το 1933 – και ανακαλείται στον εγκέφαλό μας ένα φωτεινό σήμα «κινδύνου», το οποίο αναπτύχθηκε στη συναινετική εκμάθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των καλών προθέσεων, προκειμένου να σηματοδοτήσει μιαν ανεπίτρεπτη αναφορά στην άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ στην εξουσία, στην εισβολή των Ναζί ή στην εξόντωση του εβραϊκού λαού. Συναγερμός! Είναι πιο δυνατό από εμάς, λειτουργεί σαν αντανακλαστικό: Ο υπαινιγμός γίνεται αντιληπτός ως απαράδεκτος, αδύνατο να περάσει, αντιδρούμε.
Αν σκάψετε βαθύτερα, υπάρχουν μερικοί λόγοι για να σταθείτε σε αυτό το παράξενο λογισμικό που παρέχεται σε όλους μας, ως παιδιά της μεταπολεμικής περιόδουκαι που μας κάνει μεταδοτικά υπερευαίσθητους σε αβάσιμες επικλήσεις αυτών των θεμάτων. Αυτή η διάθεση αποδεικνύεται ακόμη πιο εντυπωσιακή καθώς αφορά, ως προς την ακτίνα της, μόνο το θέμα του ναζισμού και του φασισμού, ενώ από την άλλη πλευρά η επιρροή της είναι τεράστια :
Ο νόμος του Γκόντγουιν επαληθεύεται εύκολα σε οποιοδήποτε κοινωνικό θέμα που περιλαμβάνει τον αποκλεισμό μιας ομάδας, την υπεράσπιση μιας ταυτότητας, τις μειονότητες, την πολιτική μιας άλλης χώρας, την θρησκεία, τους ξένους, τον στρατό, την ιστορία. Δηλαδή σχεδόν όλα τα πιθανά και φανταστικά θέματα για τα οποία μπορούμε να συζητήσουμε σοβαρά, εκτός και αν κάνουμε πίσω και παραμείνουμε στον καιρό, στα αυτοκίνητα και στη μόδα – αλλά ακόμη και τότε θα ήταν σκόπιμο να αποφύγουμε με κάθε αυστηρότητα να αναφερθούμε στην Volkswagen, στον Henry Ford ή στον Hugo Boss (πρόσωπα και φορείς που αμέσως ή εμμέσως συνδέθηκαν με το ναζισμό).
Η επιφάνεια επεκτείνεται περαιτέρω εάν λάβουμε υπόψη ότι το σημείο Γκόντγουιν έχει το χάρισμα να πολλαπλασιάζεται μέσω ενός συνδρόμου αλυσιδωτής αντίδρασης που μας επιτρέπει να εντοπίσουμε συμπτώσεις με προηγούμενες προοδευτικές εξελίξεις για να βγάλουμε συμπεράσματα από αυτές και αναλογίες με τις τρέχουσες προοδευτικές εξελίξεις. Το τυπικό παράδειγμα αυτού του συνδρόμου είναι η σύγκριση της σύγχρονης εποχής που σημαδεύτηκε από χρηματοπιστωτικές και οικονομικές κρίσεις με την δεκαετία του 1930. Είναι στ΄αλήθεια απρόσιτη κάθε αντιμετώπιση του συνδρόμου. Τα επιχειρήματα “Γκόντγουιν” οδηγούν αμετάκλητα κάθε συζήτηση στο συναισθηματικό και στο παράλογο, και ως εκ τούτου σε ένα απότομο τέλος της συζήτησης.»
Ο Ντε Σμετ έδειξε τι επιτρέπει στην φρενήρη ρητορική κλιμάκωση της επισήμανσης των αντιπάλων ως «Χίτλερ» να ανήκει εν τέλει στην ψυχαναλυτική σφαίρα : Συνδυάζει μια μορφή μύχιου ανείπωτου θαυμασμού για την απόλυτη, αδίστακτη και ακραία βία του ναζιστικού καθεστώτος (ένα κάλεσμα στα πρωτόγονα και ζωώδη ένστικτα των ανθρώπων, σε μια «φροϋδική προοπτική» ) με την βαθειά ανακούφιση ότι αυτό το καθεστώς καταστράφηκε. Αποτελεί μιαν ιδιότυπη ισχυρή «αμφιθυμία». Καταδεικνύει επίσης πόσο πολύ η ιστορία παραμένει μια λίαν αντιληπτή πολιτική γλώσσα στις σύγχρονες κοινωνίες μας: Συνεχίζει έως τώρα να διαμορφώνει ένα μεγάλο μέρος της πολιτικής μεταξύ του Ισραήλ και του μουσουλμανικού κόσμου (με αμοιβαίες μεταξύ τους κατηγορίες, είτε για υποστήριξη της στρατηγικής εξόντωσης των Ναζί, είτε για δημιουργία μιας νέας ρατσιστικής πολιτικής φυλετικού διαχωρισμού / apartheid), ενώ απετέλεσε το κύριο ιστορικό πλαίσιο αναφοράς για την ουκρανορωσική σύγκρουση του 2014, με αμοιβαίες κατηγορίες ότι ο αντίπαλος είναι «φασίστας», όπως ακριβώς συμβαίνει εντονότερα τώρα. Ακόμη και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κρίση του χρέους συνδέθηκε ξαφνικά (και, για πολλούς παρατηρητές, απρόσμενα και παράλογα) με τις εκκρεμούσες πολεμικές αποζημιώσεις της Γερμανίας, αποδεικνύοντας ότι η ιστορία είναι ακόμα ζωντανή και αποτελεί ένα «χρηστικό παρελθόν» για τη σημερινή πολιτική.
Πέρα από το ζήτημα της αποτελεσματικότητας (ή αναποτελεσματικότητας) της ΔΧ μέσω αναγωγής στον Χίτλερ, η τρέχουσα τάση των συνεχών απαξιωτικών και εξευτελιστικών αναφορών στον Χίτλερ έχει επικίνδυνες επιπτώσεις για την πολιτική ζωή και την συναίνεση μεταξύ των πολιτών.
Ο Λούι Τζακ Τόμπο Οππενχάϊμερ (Louis Jack Tobo Oppenheimer), Καθηγητής Αναπτυξιακής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ (1982-2010, Σχολή Κοινωνικών και Επιστημών Συμπεριφοράς; Τμήμα Ψυχολογίας) επεσήμανε για την τάση αυτή, στο εξαιρετικό άρθρο του : «Η ανάπτυξη των εικόνων του εχθρού: Μια θεωρητική συμβολή», [στο περιοδικό «Ειρήνη και σύγκρουση: Επιθεώρηση της Ψυχολογία Ειρήνης» [(«Journal of Peace Psychology», τεύχος 12, 2006, σελίδες 269–292].
«Πρώτον, συμβάλλοντας σε μια ριζική “ετεροποίηση”, μιαν “αλλοτριοποίηση” (othering) έναν αποκλεισμό του αντιπάλου και πλαισιώνοντας όσους έχουν αποκλίνουσες κοσμοθεωρίες ως αρχέγονους εχθρούς που μπορεί να θέτουν τη ζωή κάποιου σε κίνδυνο, αρνείται να αναγνωρίσει τη νομιμότητα άλλων απόψεων. Έτσι, εμποδίζει την κατανόηση του γιατί οι ανελεύθερες δηλώσεις και χειρονομίες απευθύνονται σε ένα αυξανόμενο μέρος του εκλογικού σώματος σε πολλές χώρες του κόσμου και δεν μπορούν να θεωρηθούν μόνον ως ένας νέος “ναζισμός” ή ένας νέος “ολοκληρωτισμός”.
Δεύτερον, μέσω της υπερβολής, τείνει να εξομαλύνει μια ιστορική στιγμή που παραμένει εξαιρετική και πρέπει να διατηρηθεί ως το «καθολικό κακό» στην παγκόσμια μνήμη. Αναλαμβάνει επίσης έμμεσα τον κίνδυνο να χαθούν πιο γνήσιες εγκληματικές ενέργειες και γενοκτονίες που γίνονται σε διάφορες χώρες.
Τρίτον –και αυτό έχει παραβλεφθεί τελείως μέχρι στιγμής– επιτρέπει στους χρήστες της αναγωγής στον Χίτλερ να υποκλέπτουν την μνήμη όσων πολέμησαν κατά του ναζισμού ή των θυμάτων του και να ενισχύουν το δικό τους ηθικό έδαφος παρουσιάζοντας τους εαυτούς τους ως κληρονόμους αυτών. Τελευταίο, αλλά εξίσου σημαντικό, περιφρονείται η μνήμη των ανθρώπων που πέθαναν από τους ναζί, υποβαθμίζοντας την ταλαιπωρία τους και συγκρίνοντάς την με πολιτικά γεγονότα στα οποία απουσιάζει η μαζική βία.»
(Σε σχέση με τα προαναφερόμενα, διασαφηνίζεται εδώ ότι, με τον όρο «εχθρική εικόνα», «εικόνα του εχθρού», σημαίνεται σαφώς ένα απόλυτα αρνητικό στερεότυπο)
Επισημαίνεται ότι, ειδικότερα στην Ελλάδα, σε όλη την μεταπολιτευτική περίοδο, το «σύνδρομο αντιχιτλερικής – αντιναζιστικής – αντιφασιστικής αλυσωτής αντίδρασης» εκδηλώνεται με μια «βαλκανική», απλούστερη και τυποποιημένη τριφασική συμπτωματολογία, τύπου δαιμονολογικού ρηματικού εξορκισμού : «Δεν σου μιλάω, γιατί είσαι φασίστας !» , «Παύω να σου μιλάω γιατί είσαι φασίστας!» και «Κρεμάλα στους Φασίστες!». Το σύνδρομο παρουσιάζεται πάντα με την ίδια αιτιοπαθογένεια, κλιμάκωση και κατάληξη, όμως υπάρχουν πολυποίκιλες τοπικές, συντεχνιακές, γνωστικές και πολιτικές βαριάντες της συμπτωματολογίας του.
Αυτό σχετίζεται πρωτίστως με την συνθετική ιδιοσυστασία των εκάστοτε πομπών του, η οποία καθώς εξελίσσεται η Μεταπολίτευση έως τούδε, εμφανίζει αξιοσπούδαστη ποικιλότητα και διαλείπουσα πρωτοτυπία: Μεγαλοσχήμονες του ηγουμενοσυμβουλίου της «ελληνοχριστιανικής» εθνικοφροσύνης μαζί με απεξαρτημένους καστρικούς κομμουνιστές και λοιπούς «ελευθεριακούς μπολσεβίκους» ! Πολιτικά ζωηροί και ιδεολογικά ανυπόστατοι, δημοκρατικοί ζητωπατριώτες ή πατριωτικοί ταχαδημοκράτες, αξιοθαύμαστα συνεπείς συνωμότες και συκοφάντες, με περισσή Antifa ζέση.
Δυσφασικοί …. ιδεοπρίαποι της «Πατριωτικής αριστεράς» (;) με εκχύλιση αδιοχέτευτης λιβιδούς. «Νεοεθνικιστές» θορυβώδεις κουασιμόδοι, δυστονικοί προς την ασχήμια τους. Υβρίδια Δημήτρη Νενέκου και Φέρντιναντ Μάριαν. Άχαροι μεταπολιτευτικοί καμποτίνοι, γεμάτοι ιδιάζουσες αυταπάτες με περίπλοκη λογική δομή και ψευδαισθήσεις μεγαλείου και καταδίωξης.
Άνθρωποι φλύαροι, που ο λόγος τους δεν έχει καμία ουσία, όντας απλά ένα αδιάκοπο παραπονιάρικο κλαυθμύρισμα που δεν σχηματίσθηκε ποτέ σε καταγγελία. Άνθρωποι που απηχούν άκριτα ξένες γνώμες, (αγοραίοι ή ανόητοι). Άνθρωποι ανιθαγενείς κι ανελλήνιστοι, «ξύπνιοι» και συνάμα «κούφιοι», που τα λόγια τους συχνά είναι θορυβώδη και ιδιαίτερα ενοχλητικά, αλλά χωρίς ουσία.
«Χαλκοί ηχούντες και αλλαλάζοντα κύμβαλα». Χλευάζοντας και καταδικάζοντας με μίσος τον «άλλο» ουδέποτε υπήρξαν πράγματι δημοκράτες, δίχως όμως να βρουν το «αριστοτέλειο» θράσος ώστε να είναι μεταψυχροπολεμικοί φασίστες.
Ξενόδουλοι κι εθνοφοβικοί, υβρίζοντες αλλήλους ως «ναζήδες» «χιτλερικούς» και «φασίστες», ζηλόφθονοι κι αρχομανείς κήρυκες του ψεύδους και της διαβολής, με χρόνια παραληρηματική ψύχωση (που στα 48 χρόνια μεταπολιτευτικού βίου δεν εξελίχθηκε σε κανονική άνοια, ούτε και συνοδεύεται από περαιτέρω εκφύλιση της νοητικής μικροϊκανότητας ή της χυδαίας προσωπικότητάς τους). Παραμένουν ψυχοπνευματικά σταθεροί και ηθικά ασταθείς, «πονηρούληδες» και «καταξιωμένοι», Δεξιοί κι’ Αριστεροί, μ’ ένα καλά οργανωμένο σύστημα παρανοϊκών ψευδαισθήσεων, με ή χωρίς παραισθήσεις.
Γι΄αυτό λοιπόν Συνέλληνες, Ομογενείς και Συμπατριώτες, διόλου μη τους πιστεύετε ! Ούτε τις ύβρεις ούτε τις δοξολογίες τους.
Ενημερωθείτε πλατιά ! Μελετήστε επίμονα ! Αμφισβητήστε απροκατάληπτα ! Κρίνετε παγκόσμια κι ενεργήστε τοπικά !
«Ουκ άρδην! Μηδόλως ! Χύδην γαρ ο δόλος !»
Ανωνύμου του Έλληνος
Α. Κωνσταντίνου
*Επιμύθιο*
Κλείνοντας τη μικρή μορφολειτουργική επισκόπησή μας για την χιτλερολογική – φασιστολογική μεθοδολογία «Δολοφονίας Χαρακτήρα» στην πολιτική, με αφορμή την Ρωσο-Ουκρανική ρήξη και με την μύχια ακλόνητη πεποίθηση πως «Υποκείμενο της Ιστορίας είναι το Έθνος», παραθέτω ένα από τα τελευταία, προθανάτια, κείμενα του αντιπολιτευόμενου Ρώσου ιστορικού και ακτιβιστή Γεβγένυ Ιχλώφ, όπως το έγραψε στις 18 Φεβρουαρίου 2019 στο «Euromaidan Press». Είναι ικανό να εξηγήσει μέγα ουσιώδες μέρος της περιρρέουσας πραγματικότητας:
«Η ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία που επιδιώκει να επανενταχθεί στην Ευρώπη είναι μια σύγκρουση πολιτισμών που έχει τις ρίζες της στις εξελίξεις πριν από μισή χιλιετία, όταν η Μόσχα κατέστρεψε το Νόβγκοροντ (Η σφαγή του Νόβγκοροντ ήταν μια επίθεση που εξαπέλυσαν οι oprichniki (οι «παράμεροι», έως θανάτου αφοσιωμένοι ακόλουθοί του) του Τσάρου Ιβάν Δ’ (του “Τρομερού”) ενάντια στην πόλη του Νόβγκοροντ, στην Ρωσία το 1570) που όπως η Ουκρανία σήμερα “κοίταζε” προς τις αρχές του ευρωπαϊκού πολιτισμού και όχι όπως έκανε και κάνει η Μοσχοβία, προς εκείνες των Μογγόλων Χαν.
Επειδή ο Samuel P. Huntington τόνισε τις θρησκείες ως βάση των πολιτισμών, λίγοι ήταν πρόθυμοι να δουν ότι μέσα σε αυτές τις θρησκευτικές κοινότητες μπορεί να υπάρξουν σημαντικές πολιτισμικές συγκρούσεις. Όμως, παρόλο που τόσο η Ρωσία όσο και η Ουκρανία είναι Ορθόδοξες, βρίσκονται στις δύο πλευρές ενός πολιτισμικού χάσματος.
Ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας είναι μια «τυπική πολιτισμική σύγκρουση», όπου ένα αυτοκρατορικό κέντρο επιδιώκει να πάρει τον έλεγχο ή να ανακτήσει τον έλεγχο των λαών στα σύνορά του, λαών που δεν προσβλέπουν σε αυτό αλλά σε άλλα πολιτισμικά κέντρα, στην προκειμένη περίπτωση προς την Ευρώπη.
Παρόλο που η Ρωσία είναι εν μέρει «μια κόρη» του ευρωπαϊκού πολιτισμού, το πολιτικό της σύστημα δεν αντανακλά τις ευρωπαϊκές αξίες αλλά αυτές της ορδής των Μογγόλων. Η Ουκρανία, αντίθετα, επιδιώκει να επανενταχθεί στον «μητρικό» ευρωπαϊκό πολιτισμό.
Ως αποτέλεσμα, ξεκίνησε μια μάχη μεταξύ δύο προτύπων πολιτισμού στο έδαφος της πρώην Ουκρανικής ΣΣΔ.
Τα τελευταία πέντε χρόνια μετά από τη ρωσική εισβολή, αυτό το πολιτισμικό χάσμα έχει γίνει ακόμη πιο ξεκάθαρο. Η Κεντρική Ουκρανία δεν θα ανεχόταν ποτέ το είδος της αυθαιρεσίας και της παρανομίας που εισήγαγαν οι Ρώσοι στην κατεχόμενη Κριμαία και στις αμφισβητούμενες περιοχές του Ντονμπάς.
Με ποικίλους σημαντικούς τρόπους, η σύγκρουση είναι τώρα ίδια με εκείνη στα τέλη του 15ου αιώνα, όταν ο «Ορθόδοξος σουλτανισμός» της Μοσχοβίας κινήθηκε για να καταστείλει τις ευρωπαϊκές αξίες στα δυτικά σύνορα που φιλοδοξούσε να ελέγξει η Μόσχα. Εκείνη την εποχή, συνέβη η ιστορική διαίρεση της Ρωσίας σε Δυτική και Ανατολική, με την πρώτη να επηρεάζεται από την Ευρώπη και τη δεύτερη από τους Μογγόλους.
Η ανεξάρτητη Ουκρανία σήμερα έχει γίνει η ενσάρκωση της κληρονομιάς της Δυτικής Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένων πάνω απ’ όλα, των αρχών της δημοτικής δημοκρατίας, αλλά και της απόρριψης της ιεροποίησης της εξουσίας και μιας αυτοκρατορικά κλειστής εκκλησίας, δηλαδή είναι η ίδια σύγκρουση που υπήρχε μεταξύ της Μόσχας και του Νόβγκοροντ πριν από 500 χρόνια .
Μένει μόνο να υπενθυμίσουμε ότι και οι δύο απόπειρες κατάκτησης της Λευκορωσίας από τη Μοσχοβία τον 16ο και 17ο αιώνα ήταν επίσης τυπικές πολιτισμικές συγκρούσεις για τα σύνορα, είχαν δε έναν εξαιρετικά οξύ χαρακτήρα ως αποτέλεσμα της αντίστασης του τοπικού πληθυσμού των “Litvin”. Ως αποτέλεσμα, οι κατακτητές χρησιμοποίησαν την γενοκτονία για να διατηρήσουν την εξουσία τους.»
[Η λέξη Litvin είναι μια σλαβική λέξη για τους κατοίκους της Λιθουανίας, η οποία χρησιμοποιήθηκε από τον 16ον αιώνα και ένθεν, κυρίως από τους Ανατολικούς Σλάβους. Επί του παρόντος, η λέξη Litvin ή οι συγγενείς της χρησιμοποιούνται διεθνώς για τους Λιθουανούς.]