Στις 29 Απριλίου συμπληρώνονται 46 χρόνια από την ιταμή για τα αμερικανικά στρατεύματα εκκένωση της Σαϊγκόν, μια εκκένωση που έλαβε χώρα υπό συνθήκες απόλυτου χάους και καταστροφής. Ο πόλεμος του Βιετνάμ είχε τελειώσει με την νίκη των Βιετκόνγκ, οι ΗΠΑ που είχαν αναμιχθεί σε αυτό τον πόλεμο για να δείξουν την αποφασιστικότητα τους απέναντι στους κομμουνιστές είχαν ηττηθεί. Η τότε ηγετική δύναμη της Δύσης έφυγε από την Ινδοκίνα όχι ως νικήτρια ή απελευθερώτρια και σίγουρα όχι ως σύμμαχος που τηρούσε τις δεσμεύσεις του. Έφυγε ως μια χώρα με χαμηλό ηθικό, διχασμένη και με το διεθνές της κύρος να έχει υποστεί σοβαρότατο πλήγμα.
Το πάθημα της Σαϊγκόν δεν έγινε μάθημα για το βαθύ κράτος της Ουάσιγκτον, αν και η ηχώ της ήττας από τους Βιετκόνγκ διατηρείται μέχρι των ημερών μας. Με την αποτυχία στο Βιετνάμ έγιναν ορατά τα όρια της πολιτικής της ανάσχεσης (containment), μια πολιτική την οποία οι ΗΠΑ είχαν εισαγάγει με στόχο την ανακοπή ενδεχόμενης επεκτατικής τάσης της Σοβιετικής Ένωσης.
Η πολιτική αυτή δεν ανετράπη από το τέλος της λεγόμενης κομμουνιστικής απειλής, τροποποιήθηκε μερικώς με το δόγμα των προληπτικών επιθέσεων. Στο δόγμα αυτό βασίστηκαν οι επιθέσεις κατά του Αφγανιστάν, του Ιράκ, της Λιβύης, της Συρίας, εναντίον δηλαδή καθεστώτων που δεν ήταν αρεστά ή δεν ευθυγραμμίζονταν με την ηγεμονική, ιμπεριαλιστική πολιτική της Ουάσιγκτον.
Από το 1975 στο Βιετνάμ μέχρι των ημερών μας στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στην Συρία, στην Λιβύη, οι ΗΠΑ εκκενώνουν ή αποχωρούν από τα πολεμικά μέτωπα που οι ίδιες δημιούργησαν και εκκόλαψαν, μη κατορθώνοντας να επιβάλλουν την ηγεμονική τους πολιτική, η οποία συνθλίβεται υπό το βάρος της αναδυόμενης παγκόσμιας πολυπολικής τάξης.
Τα τελευταία «σκιρτήματα» επιβολής ιμπεριαλιστικής πολιτικής στην διεθνή γεωπολιτική τάξη οι ΗΠΑ προσπάθησαν να τα προβάλλουν με την κρίση στην Βαλτική, στην Ουκρανία και στην Μαύρη Θάλασσα.
Η επιχείρηση να πεισθεί το Βερολίνο για απεμπλοκή από την συμφωνία NordStream 2 έπεσε στο κενό, η επιχείρηση να εμπλακεί η Ρωσία σε πολεμική αντιπαράθεση με το Κίεβο ματαιώθηκε μετά την επίδειξη δύναμης των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων στα σύνορα με την Ουκρανία, η επιχείρηση προβολής δύναμης νατοϊκών πολεμικών πλοίων με στόχο την Κριμαία ματαιώθηκε πριν καν αρχίσει, καθώς ο ρωσικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας και η ετοιμότητα των ρωσικών Αερομεταφερόμενων Δυνάμεων έδειξαν ότι η Μόσχα δεν αστειεύεται.
Όλα αυτά συνέβησαν χωρίς να πέσει ούτε ένας πυροβολισμός, χωρίς την απώλεια ρωσικής ή νατο-αμερικανικής ζωής, κάτι που οφείλεται στην στρατηγική της «χρυσής γέφυρας» (golden bridge strategy) του Πούτιν, μια στρατηγική η οποία επέτρεψε στους πολεμοκάπηλους αντιπάλους του να υποχωρήσουν ομαλά από τις ρωσικές κόκκινες γραμμές, χωρίς να ταπεινωθούν ή κατά την ορολογία τους «without losing face».
Γεγονός είναι ότι η θέση των ΗΠΑ ως ισχυρή δύναμη στον κόσμο είναι πλέον αμφισβητούμενη, η πολυπολική παγκόσμια πραγματικότητα τις έχει ξεπεράσει, η εποχή της αμερικανικής μονοπολικότητας έχει τελειώσει. Ρωσία, Κίνα, Ιράν, Ινδία, Βραζιλία αντιπροσωπεύουν γεωπολιτικούς πόλους των οποίων η ύπαρξη και η επιρροή υπάρχουν ανεξάρτητα από τις ΗΠΑ.
Επακόλουθα οι ΗΠΑ δυσκολεύονται να λειτουργήσουν σε έναν τέτοιο κόσμο, ενώ η προσπάθεια τους να επιστρέψουν σε ένα διπολικό κόσμο επικεφαλής των «φιλελεύθερων δημοκρατικών» εταίρων τους δεν είναι ρεαλιστική.
Το όραμα αυτό δεν είναι ρεαλιστικό, διότι ο κόσμος έπαψε πλέον να θεωρεί την αυτοαποκαλούμενη Δύση ως «καλή» και όλους τους άλλους ως «κακούς».
Το αμερικανικό μοντέλο μιας οιονεί ιμπεριαλιστικής δύναμης που οραματίζεται το βαθύ κράτος της Ουάσιγκτον, μιας δύναμης της οποίας η συνάφεια βασίζεται στην αναγκαστική παγκόσμια ηγεμονία δεν είναι πλέον βιώσιμο.
Το μοντέλο «American exceptionalism» είναι ένα ναρκωτικό που τροφοδοτεί περισσότερο την εγχώρια πολιτική της χώρας, παρά την παγκόσμια γεωπολιτική πραγματικότητα.
Πρόκειται περί φαντασίωσης που καθιστά αναπόφευκτη την κατάρρευση, οι ΗΠΑ ομοιάζουν με τον «Τιτανικό» που έχει σαλπάρει και (εφόσον δεν αλλάξει ρότα) η μοίρα του είναι προκαθορισμένη.
Γ. Λιναρδής