Μέρος 4
«Η αλήθεια είναι πλήρως και απολύτως ένα ζήτημα ύφους» Όσκαρ Γουάϊλντ
«Η αποσύνθεση του ψεύδους-Μία Παρατήρηση»
Η «αναγωγή στον Χίτλερ» ως κεντρικό εργαλείο της Ρωσο-Ουκρανικής διένεξης
Καθώς κλιμακώθηκε η ένοπλη ρήξη Ρωσίας – Ουκρανίας συνεχίστηκε κλιμακούμενη και η εκατέρωθεν καταγγελία και καταδίκη της άλλης πλευράς για …. ναζισμό και χιτλερισμό. Βεβαίως, ένα μεγάλο τμήμα του ουκρανικού Τύπου δεν έπαψε από πολύ νωρίτερα να παρουσιάζει το καθεστώς Πούτιν ως φασιστικό : Μάλιστα οι Ουκρανοί σχολιαστές είχαν επινοήσει το παρατσούκλι «Πούτλερ» (δηλαδή Πούτιν + Χίτλερ) και τον όρο «Ρασισμός», που συνδυάζει Ρωσία και φασισμό. Ο Ανατόλυ Στεπάνοβιτς Γκριτσένκο (Анатолій Степанович Гриценко), ένας Ουκρανός απόστρατος Συνταγματάρχης, απόφοιτος της «Ανώτερης Σχολής Μηχανικών Πολεμικής Αεροπορίας» του Κιέβου, ηγέτης του φιλελεύθερου και φιλοευρωπαϊκού κόμματος «Πολιτική Θέση» (Громадянська позиція) και πρώην Υπουργός Άμυνας της Ουκρανίας (4 Φεβρουαρίου 2005 – 18 Δεκεμβρίου 2007), το 2014 σε συνένετευξή του στις «Ειδήσεις Ανεξάρτητου Γραφείου» (Незавісімое Бюро Новостей), αποκάλεσε τον Πούτιν φασίστα της τρίτης χιλιετίας.
(«Ο Πούτιν είναι ο φασισμός της τρίτης χιλιετίας, που διόλου δεν μπορεί να πεισθεί αποτελεσματικά»).
Στις 19 Ιανουαρίου 2017, το φίλο-ουκρανικό πρόγραμμα μέσων ενημέρωσης «UAPosition-Focus on Ukraine» κυκλοφόρησε ένα βίντεο διάρκειας 20 λεπτών, «Γερμανία του Χίτλερ απέναντι στη Ρωσία του Πούτιν: Η σύγκριση δύο ναζιστικών χωρών», που «εντοπίζει παραλληλισμούς μεταξύ της κοινωνικής ζωής στη Γερμανία του 1930 και της Ρωσίας του 2010 και δείχνει την εντυπωσιακή ομοιότητα μεταξύ της ναζιστικής Γερμανίας του Χίτλερ ακριβώς πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και της σημερινής Ρωσίας του Πούτιν». Το βίντεο συνοδεύεται και με μία παλαιότερη γραφική σύνθεση πληροφοριών που συγκρίνει τα δύο καθεστώτα «Χίτλερ και Πούτιν. Η άνοδος του κακού. Πληροφοριακό γράφημα», («UAPosition», Παρασκευή, 8 Μαΐου 2015), όπου αναγράφεται:
{«Και τα δυο καθεστώτα προέβαιναν σε :
• σωματική τιμωρία των δημοσιογράφων της αντιπολίτευσης και των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων
• χρήση υπηρεσιών πληροφοριών για κυβερνητική υποστήριξη
• δημιουργία κρατικής προπαγάνδας
• χρήση δεξιών κομμάτων στις ευρωπαϊκές χώρες ως φιλικών λόμπι
• καταστολή των φιλελεύθερων αξιών, δίωξη σεξουαλικών μειονοτήτων, απαγόρευση δημοσίων διαδηλώσεων
«Η Γερμανία είναι ο Χίτλερ. Ο Χίτλερ είναι η Γερμανία !» – Ρούντολφ Ες, Γερμανός Αναπληρωτής Ηγέτης, 23.10.1934
O Χίτλερ :
• Ανέβηκε στην εξουσία αφού έβαλε φωτιά στο Ράιχσταγκ.
• Ο Πρόεδρος Χίντενμπουργκ τον ανακοίνωσε ως διάδοχό του.
• Ο «άνθρωπος της χρονιάς» σύμφωνα με τους Times.
• Με ιδεολογία εκδίκησης για την ήττα στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
• Ανακοινώθηκε ως πολιτική της κυβέρνησή του ο «ζωτικός χώρος του Γερμανικού λαού».
• «Επέστρεψε» στην αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη της Ρηνανίας.
• Παραβίασε τη Συνθήκη των Βερσαλλιών.
• Παραποίησε το δημοψήφισμα στην Αυστρία.
• Προσάρτησε την Αυστρία.
• Επιτέθηκε στη Σουδητία με το πρόσχημα της προστασίας των γερμανοφώνων.
• Ακήρυκτος πόλεμος με την Πολωνία
«Εάν υπάρχει Πούτιν – υπάρχει Ρωσία, όχι Πόυτιν-όχι Ρωσία !»– Βιάτσεσλαβ Βικτόροβιτς Βολόντιν, Πρόεδρος της Κρατικής Βουλής–Δούμας, 23.10.2014
(Πρώτος Αναπληρωτής Επιτελάρχης της Προεδρικής Διοίκησης της Ρωσίας, Από το 2010 έως το 2012, Αναπληρωτής Πρωθυπουργός της Ρωσίας. Ο Βολόντιν δημιούργησε την συντηρητική στροφή του Πούτιν στην τρίτη θητεία του.)
Ο Πούτιν:
• Ανέβηκε στην εξουσία μετά την οργάνωση εκρήξεων σε ρωσικές
πόλεις.
• Ο Πρόεδρος Γέλτσιν τον ανακοίνωσε ως διάδοχό του.
• Ο «άνθρωπος της χρονιάς» σύμφωνα με τους Times.
• Με ιδεολογία της εκδίκησης για την ήττα στον Ψυχρό Πόλεμο.
• Ανακοινώθηκε η κυβερνητική πολιτική του περί «προστασίας του ρωσικού κόσμου».
• «Επέστρεψε» στη Νότια Οσετία που ελεγχόταν από ειρηνευτικές δυνάμεις.
• Παραβίασε το μνημόνιο της Βουδαπέστης και την Συνθήκη του 199.7
• Παραποίησε το δημοψήφισμα στην Κριμαία.
• Προσάρτησε την Κριμαία.
• Επιτέθηκε στο Ντονμπάς με το πρόσχημα της προστασίας των ρωσοφώνων.
• Ακήρυκτος πόλεμος με την Ουκρανία.}
Η «αναγωγή στον Χίτλερ» μπορεί άνετα να οριστεί ως μορφή της «Δολοφονίας Χαρακτήρα» (ΔΧ), καθώς στοχεύει και πλήττει ένα άτομο (εδώ τον ηγέτη μιας χώρας), είναι σαφώς σκόπιμη και πάντοτε δημόσια. Όπως ένα άτομο ή μια εταιρεία, ανάλογα και μια χώρα μπορεί να γίνει στόχος επιθέσεων ΔΧ, καθώς έχει την δική της εικόνα, την δική της επωνυμία, τον δικό της «χαρακτήρα». Ο μοιραίος δεσμός μεταξύ της ΔΧ μιας χώρας και του ηγέτη της σφυρηλατείται από την δραστική αρχή της «χαρισματικής ηγεσίας», η οποία πιέζει πολύπλευρα για την προσωποποίηση της εξουσίας. Η «Γερμανία του Χίτλερ» και η «Ρωσία του Πούτιν» είναι δύο παραδείγματα υψηλού βαθμού σκόπιμης σύγχυσης του χαρακτήρα του ηγέτη και της φανταστικής συλλογικής ταυτότητας της χώρας του. Η χώρα υποτίθεται ότι «ενσωματώνεται» και επισκιάζεται από τα (αρνητικά) χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του ηγέτη της. Στην περίπτωση της Ρωσίας, η υποτιθέμενη προσωπικότητα του Βλαντίμηρ Πούτιν (το ατομικό του ιστορικό από τις μυστικές υπηρεσίες ή η θέση του ως κληρονόμου του Στάλιν και του Χίτλερ) «προβάλλεται» επάνω στην χώρα του. (Θυμόμαστε μέχρι προσφάτως την περίπτωση της Άνγκελας Μέρκελ και της Γερμανίας, όπου η σύνδεση έγινε αντίστροφα: Η εικόνα της Γερμανίας ως επεκτατικής δύναμης που στοχεύει να κυριαρχήσει στην Ευρώπη, όπως ακριβώς έκανε και κατά τον Β’ Μεγάλο Πόλεμο προβλήθηκε έντονα επάνω στην χριστιανοδημοκράτισα – τέως μπολσεβίκα ηγέτιδα της χώρας).
Αυτή η «αναγωγή στον Χίτλερ», καλλιεργείται, αναπτύσσεται και προβάλλεται από διάφορες κατηγορίες επιτιθέμενων. Στο εσωτερικό πλαίσιο, προέρχεται κυρίως από πολιτικούς αντιπάλους, ΜΜΕ και διανοούμενους με φιλελεύθερες αξίες, στρέφεται δε εναντίον δημοσίων προσώπων που κατά τους κριτές τους προωθούν ένα «ανελεύθερο» πολιτικό πρόγραμμα. Αυτά τα πρόσωπα δέχονται διαρκείς επιθέσεις για υποτιθέμενη συμμετοχή στην «κληρονομιά» του ναζισμού και του φασισμού ! Σπανιότερα, τέτοιες επιθέσεις μπορεί να προέρχονται και από …. ακροδεξιούς κύκλους που αντιτίθενται σε φιλελεύθερα πρόσωπα !! Στη διεθνή σκηνή, οι δράστες μπορεί να είναι πολυποίκιλοι, συμπεριλαμβανομένων κρατικών ηγετών και δημοσίων αξιωματούχων υψηλού επιπέδου, καθώς και των ΜΜΕ και της κοινωνίας των πολιτών. Το κοινό είναι λοιπόν ιδιαιτέρως ποικίλο, τόσο το εγχώριο όσο και το διεθνές. Πράγματι, οι τοποθετήσεις, αφηγήσεις και αναφορές της εξωτερικής πολιτικής παρέχουν μια λανθάνουσα δεξαμενή εύπλαστων εθνικών συμβόλων μέσω των οποίων επικυρώνονται οι διάφορες ατζέντες και στοχεύσεις εξωτερικής πολιτικής των κρατών στα μάτια του εγχώριου κοινού τους. Ο τελικός στόχος είναι να ενισχυθεί η ηθική και πολιτική αξιοπιστία του επιτιθέμενου, «δολοφονώντας» το διαθέσιμο κοινωνικό κεφάλαιο του αντιπάλου του ηγέτη, καθώς ο επιτιθέμενος προσπαθεί να μειώσει, να εκμηδενίσει ή να απονομιμοποιήσει την λαϊκή υποστήριξη και την εκλογική επιτυχία του ηγέτη αυτού.
Τα τελευταία χρόνια, αυτή η «αναγωγή στον Χίτλερ» έχει καταστεί γίνει ένα ευρέως διαδεδομένο εργαλείο διαμόρφωσης της πολιτικής και γεωπολιτικής «νομιμότητας» εκ μέρους των Καθεστώτων, των Διεθνών Επικυριάρχων και των ποικιλόχρωμων εντοπίων συνεργατών τους, ελέγχοντας την τιτλοδοσία των αντιπάλων και δολοφονώντας το «αποτύπωμα», τον χαρακτήρα μιας χώρας. Η πειστικότητα του εργαλείου είναι διπλή: Δυσφημεί τον εκάστοτε εχθρό ταυτίζοντάς τον με την πιο δολοφονική ιδεολογία και ταυτίζει τον επιτιθέμενο με εκείνους που πολέμησαν κατά του ναζισμού ή υπήρξαν θύματά του, δημιουργώντας έτσι το δικό τους ηθικό κτήμα με μια πολύ ισχυρή ιστορική αναφορά. Κάποιος μπορεί να αναρωτηθεί αν η «αναγωγή στον Χίτλερ» πέτυχε ως ΔΧ : Η κλιμάκωση των επιθέσεων κατά χαρακτήρα που αντιστοιχίζουν συνεχώς κάποιο θέμα με τον Χίτλερ μπορεί, με την πάροδο του χρόνου, να έχει αντιπαραγωγικό αποτέλεσμα για τον δράστη. Εάν ταυτιστούν πάρα πολλά πρόσωπα με τον Χίτλερ, η ισχύς της κατηγορίας μειώνεται και όλοι όσοι χαρακτηρίζονται ως τέτοιοι μπορεί να γίνουν μέρη μιας πολύ μεγάλης ομάδας, ώστε τελικά να αποτελέσουν ένα «αποδεκτό θέσμιο», μια συνήθη «αταίριαστη ομάδα», μια «νέα κανονικότητα».
Για παράδειγμα, η εκλογική υποστήριξη προς τον τέως Πρόεδρο των ΗΠΑ Τραμπ δεν επηρεάστηκε από αυτή την αναγωγή στον Χίτλερ ! Αντίθετα, η «κολασμένη» ετικέτα μπορεί ακόμη και να αύξησε τη δημοτικότητά του σε ορισμένα λαϊκά στρώματα, δείχνοντάς ότι ήλθε σε σφοδρή μετωπική αντίθεση με το πολιτικό κατεστημένο και «είχε το θάρρος» των ακραίων πεποιθήσεών του. Το ίδιο αποτέλεσμα έχει συμβεί και διεθνώς : Οι κυρώσεις των ΗΠΑ και της Ευρώπης ενάντια στη Ρωσία μετά την προσάρτηση της Κριμαίας δεν απονομιμοποίησαν τον Πρόεδρο Πούτιν, αλλά ενίσχυσαν την εικόνα του ως γενναίου ηγέτη που δεν φοβάται να τον επιπλήξουν σε διεθνές επίπεδο, ενώ στερέωσαν και την εικόνα της Ρωσίας ως θύματος (Βλέπε το πολύ εύστοχο άρθρο του Τίμοθυ Φράϋ (Timothy Frye) «Οι κυρώσεις πιέζουν τους Ρώσους να «συγκεντρωθούν γύρω από τη σημαία»; Όχι ακριβώς», στην Washington Post της 15ης Ιουνίου 2017.
[Ο Φράϋ είναι έγκριτος Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας, Καθηγητής της Μετασοβιετικής Εξωτερικής Πολιτικής στην έδρα «Marshall Darrow Shulman» και Πρόεδρος του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και συγγραφέας πολλών βιβλίων για τη Ρωσία, μεταξύ των οποίων και του εξαιρετικού «Δικαιώματα ιδιοκτησίας και λάθη ιδιοκτησίας : Πώς η εξουσία, οι θεσμοί και οι κανόνες διαμορφώνουν την οικονομική σύγκρουση στη Ρωσία» («Property Rights and Property Wrongs: How Power, Institutions, and Norms Shape Economic Conflict in Russia»), εκδόσεων Πανεπιστημίου του Cambridge, 2017)]
Η «αναγωγή στον Χίτλερ» αποκαλύπτει τον βαθμό στον οποίον η ναζιστική περίοδος παραμένει κρίσιμη πυξίδα σε όλες τις δυτικές κοινωνίες : Ενώ ο ορισμός του «καλού» έχει γίνει πιο περίπλοκος και συζητήσιμος, ο προσδιορισμός του «κακού», του παγκόσμιου ανυπέρβλητου κακού, παραμένει εφικτός με την θύμηση της ναζιστικής βίας. Ο γαλλόφωνος Βέλγος πολιτικός, συγγραφέας και φιλόσοφος Φρανσουά ντε Σμετ (François De Smet), Πρόεδρος του Κόμματος των «Ανεξαρτήτων Φεντεραλιστών Δημοκρατών» (DéFI – Démocrate fédéraliste independent) από τον Δεκέμβριο του 2019 και μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων του Βελγίου, γράφει στο διεξοδικό του βιβλίο «Αναγωγή στον Χίτλερ : Δοκίμιο επί του Νόμου του Γκούντγουιν» («Reductio ad Hitlerum: Essai sur la loi de Godwin», Παρίσι, Presses Universitaires de France, 2014), στο εδάφιο: «Ποια είναι η σημασία του σημείου Γκόντγουιν;» :
«Είναι όπως σ΄ένα από εκείνα τα οικογενειακά δείπνα όπου ένας έφηβος ανιψιός, λίγο μαρξιστής αλλά εκατό τοις εκατό “αγανακτισμένος”, θα προκαλέσει με νεανική οργή τη φύση της πολιτικής της κυβέρνησης απέναντι στους ξένους στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, που θα μας θύμιζε “τις πιο σκοτεινές ώρες της ιστορίας μας”. Είναι η γιαγιά, ξεφτισμένη, βυθισμένη στην πολυθρόνα της, που ακούγοντας την σιβυλλική επίκληση του πολέμου, ανοίγοντας το ένα μάτι της θα προσθέσει ότι εξάλλου “και στην δεκαετία του τριάντα είχε ξεκινήσει έτσι”. Είναι εκείνος ο βουλευτής στο βήμα της Εθνοσυνέλευσης, εν μέσω μιας συζήτησης για τον ελεύθερο για όλους γάμο, που θυμίσει το ροζ τρίγωνο που έπρεπε να φορούν οι ομοφυλόφιλοι στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Είναι αυτό το tweet που ασχολείται με έναν “φασίστα”, με έναν συνομιλητή που είχε διαπράξει την απερισκεψία να σχολιάσει τις αθλητικές ικανότητες των μαύρων. Είναι αυτός ο χιουμορίστας που ανακυκλώνεται σε έναν αντισυστημικό διάλογο που μετατρέπει την παράβαση σε επιχείρηση. Αυτοί είναι οι διανοούμενοι που καταγγέλλουν οποιαδήποτε κριτική στις πολιτικές του Κράτους του Ισραήλ ως λανθάνουσα εκδήλωση ενός λανθάνοντος αντισημιτισμού.
Με λίγα λόγια, βρίσκονται πάντα στον αέρα. Λίγο-πολύ παντού. Στις λεπτομέρειες με τις οποίες ο διάβολος “στρώνει το πάτωμα στα λημέρια του”. Μια λιτανεία από σκηνές από την καθημερινή ζωή, των οποίων η παραλλαγή είναι δυνητικά τόσο άπειρη όσο μπορεί να είναι οι λεκτικές και κοινωνικές ανταλλαγές. Ένα έκδηλο κοινό σημείο : Η ύπαρξη μιας νόρμας γλώσσας και αξίας, μιας κόκκινης γραμμής που ο συμβιβασμός μαζί της κάνει νευρικό κάθε συνομιλητή, η προοπτική της υπέρβασης της κάνει τον τόνο να ανεβαίνει και τον πνίγει στο συναίσθημα, η ανάδειξή της σπρώχνει τη μάζα να χωριστεί μεταξύ ριζοσπαστών και μετριοπαθών. Αυτό το βασικό σημείο επικοινωνίας έχει ένα όνομα, που μπήκε στην καθημερινή γλώσσα με την ευκαιρία μιας ανταλλαγής σε ένα κοινωνικό δίκτυο από το πληκτρολόγιο ενός Αμερικανού δικηγόρου που περνούσε από εκεί : Ο λεγόμενος “Νόμος του Γκόντγουιν”.
Με την κλασική του έννοια, το “σημείο Γκόντγουιν” δηλώνει εκείνο το σημείο ανταλλαγής επιχειρημάτων κατά το οποίο ένα από τα μέρη επικαλείται μια αναφορά στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, στη ναζιστική Γερμανία ή στα στρατόπεδα εξόντωσης – κάτι που γενικά έχει ως αποτέλεσμα τον τερματισμό της συζήτησης. Δηλώθηκε κάπως τυχαία από κάποιον Μάϊκ Γκόντγουιν, έναν δικηγόρο από την Πολιτεία της Νέας Υόρκης, κατά τη διάρκεια μιας συνομιλίας που έγινε στα πρώτα κοινωνικά δίκτυα κατά την δεκαετία του 1990. Ο νόμος του Γκόντγουιν δηλώνεται από ένα αξίωμα βιβλικής απλότητας: Όσο περισσότερο διαρκεί μια συζήτηση, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες να δεις κάποιον να αναφέρεται στους Ναζί. Στην πράξη, η διέλευση μέσω του σημείου Γκόντγουιν θεωρείται ως απαξίωση για αυτόν που το χρησιμοποιεί – συγκρίνοντας την ομιλία του άλλου με τον ναζισμό ή αποκαλώντας τον συνομιλητή του ναζί – επειδή αποκαλύπτει έλλειψη επιχειρημάτων από την καταχρηστική προσφυγή σε αυτό που αντιπροσωπεύει ακόμη και σήμερα, το όραμα του απόλυτου πολιτικού και κοινωνικού κακού στη Δύση. Επιπλέον, το φαινόμενο δεν υποδηλώνει μια ιδιαιτερότητα ειδικά για τα κοινωνικά δίκτυα. Το σημείο Γκόντγουιν είναι μόνον η σύγχρονη “έκδοση 2.0” της “αναγωγής στον Χίτλερ” (reductio ad Hitlerum), που προσδιορίστηκε ήδη από το 1953 από τον νομικό Λέο Στράους σε αναλογία με το ρητορικό επιχείρημα της “εις άτοπον απαγωγής” (reductio ad absurdum). Η ιδέα είναι ουσιαστικά παρόμοια : Να επισημανθεί ότι υπάρχει μια ιδεολογική αλυσίδα, της οποίας και η απλή αναφορά μυρίζει θειάφι (όπως η κόλαση), πλαισιώνει το πεδίο της νόμιμης συζήτησης και αποκλείει όποιον υπερβαίνει τα όριά της.»
Α. Κωνσταντίνου