ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ Reductio ad Hitlerum μ3

Μέρος 3 

Η χορεία των «φασιστοποιητών» του Προέδρου Πούτιν και της Ρωσικής Ομοσπονδίας είναι ατελείωτη και ιδιαίτερα θορυβώδης : Μαζί με τον Καθηγητή Μότυλ, τον Ουκρανοαμερικανό επικριτή της ρωσικής κυβέρνησης, στέκει δυναμικός και ο Αμερικανός Καθηγητής του Πανεπιστημίου Γέηλ, Τίμοθυ Ντέηβιντ Σνάϊντερ, ένας ιστορικός που ειδικεύεται στην ιστορία της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και του Ολοκαυτώματος. Σε μια σειρά από άρθρα που δημοσιεύθηκαν στους «New York Times» και στην «The New York Review of Books» ο Σνάϊντερ δήλωσε ότι διαπίστωσε σαφείς αναλογίες μεταξύ της Ρωσίας του Πούτιν και της Γερμανίας του Χίτλερ. [Η «Νεοϋορκέζικη Επιθεώρηση των Βιβλίων» The New York Review of Books (ή NYREV ή NYRB) είναι ένα δεκαπενθήμερο περιοδικό με άρθρα για την λογοτεχνία, τον πολιτισμό, την οικονομία, την επιστήμη και την επικαιρότητα. Εκδίδεται στη Νέα Υόρκη και εμπνέεται από την ιδέα ότι η συζήτηση σημαντικών βιβλίων είναι μια απαραίτητη λογοτεχνική δραστηριότητα].

Μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, έκανε έναν ιστορικό παραλληλισμό μεταξύ της προσάρτησης της Κριμαίας από τη Ρωσία και του πολέμου στο Ντονμπάς, αφενός, και της Ευρώπης πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, από την άλλη, δηλώνοντας προκλητικά : «Ο Βλαντίμηρ Πούτιν επέλεξε να αποκαταστήσει τη συμμαχία μεταξύ Χίτλερ και Στάλιν που άρχισαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Με τέτοιες δηλώσεις, ο Σνάϊντερ προσπαθεί να σκοτώσει «μ΄ένα σμπάρο δυο τρυγόνια», κατηγορώντας ταυτόχρονα τον Πούτιν ότι είναι σαν τον Χίτλερ και σαν τον Στάλιν.
Στη συνέχεια έφερε και ένα νέο επιχείρημα στην πολιτική συζήτηση: Ότι χαρακτηριστικό σημάδι του φασισμού της Ρωσίας ήταν η τάση (από τον Πούτιν και τους Ρώσους αξιωματούχους) να συσκοτιστεί το νόημα του Συμφώνου Ρίμπεντροπ-Μολότοφ του 1939 («Η νέα νοσταλγία του Πούτιν», «The New York Review of Books, 10 Νοεμβρίου 2014).

Γράφει στο εν λόγω κείμενο : «Στην Γενεύη, όπου οι Σιωνιστές συνεδρίαζαν στο παγκόσμιο συνέδριό τους, η είδηση προκάλεσε σοκ. Όλοι όσοι ήταν παρόντες κατάλαβαν αμέσως ότι ο Χίτλερ είχε εξαπολυθεί και ότι ερχόταν πόλεμος, με ιδιαίτερα τρομερές συνέπειες για τους Εβραίους. Ο Χαΐμ Βάισμαν, ο ηγέτης των Σιωνιστών, έκλεισε το συνέδριο με τα λόγια: “Φίλοι μου, έχω μόνο μια επιθυμία: να παραμείνουμε όλοι ζωντανοί”».

Για τον Σνάϊντερ, ο ιστορικός παραλληλισμός με το σήμερα είναι εξόχως σημαντικός:

«Το σύμφωνο Μολότωφ-Ρίμπεντροπ δεν αφορούσε μόνο εδάφη στην Ανατολική Ευρώπη αλλά και ολόκληρη την ευρωπαϊκή έννομη τάξη…. Με τον δικό του τρόπο, ο Πούτιν τώρα επιχειρεί σχεδόν το ίδιο. Όπως ο Στάλιν προσπάθησε να στρέψει τις πιο ριζοσπαστικές ευρωπαϊκές δυνάμεις, τον Αδόλφο Χίτλερ, εναντίον της ίδιας  της Ευρώπης, έτσι και ο Πούτιν συμμαχεί με τους αντιευρωπαίους λαϊκιστές, φασίστες και αυτονομιστές.

 Οι σύμμαχοί του στην άκρα δεξιά είναι ακριβώς οι πολιτικές δυνάμεις που επιθυμούν να θέσουν ένα τέλος στην τρέχουσα ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων: την Ευρωπαϊκή Ένωση».

Ο Σνάϊντερ βλέπει τον ναζισμό όχι μόνο στους ηγέτες της χώρας, αλλά και στη ρωσική κοινωνία στο σύνολό της. Απεικόνισε τη Ρωσία ως μια χώρα όπου «οι Εβραίοι κατηγορούνται για το Ολοκαύτωμα στην εθνική τηλεόραση.

Ένας διανοούμενος κοντά στο Κρεμλίνο επαινεί τον Χίτλερ ως πολιτικό. Οι Ρώσοι Ναζί παρελαύνουν την Πρωτομαγιά. Και συγκεντρώσεις τύπου Νυρεμβέργης παρουσιάζονται ως αντιφασιστικές, όπου με σχηματισμούς σβάστικας φέρονται πυρσοί» («Η νέα νοσταλγία του Πούτιν»). Ο Σνάϊντερ έχει αναπτύξει επανειλημμένα αυτό το σημείο της κριτικής του σε εργασίες και διαλέξεις [βλέπε Πάουλα Τσέρτοκ / Paula Chertok, στο «Euromaidan Press – News and Views from Ukraine» στις 18 Μαρτίου 2015 : «Τίμοθυ Σνάϊντερ: Η Ουκρανία είναι μόνο μια πτυχή μιας πολύ μεγαλύτερης στρατηγικής που απειλεί την Ευρωπαϊκή Τάξη» («Timothy Snyder: Ukraine is but one aspect of a much larger strategy that threatens European Order»). Η Τσέρτοκ είναι γλωσσολόγος, δικηγόρος και συγγραφέας. Γεννήθηκε στη Σοβιετική Ρωσία από επιζώντες του Ολοκαυτώματος από την Ουκρανία, τη Λευκορωσία και την Πολωνία.]

Γράφει λοιπόν εμφατικά η Τσέρτοκ : «Η Ρωσία παρουσιάζεται ως αντιφασίστρια ενώ στην πραγματικότητα είναι φιλοφασίστρια. Ο Σνάϊντερ συνεχίζει να υποστηρίζει ότι, το να αγκαλιάζεις και τις δύο αυτές κληρονομιές ταυτόχρονα, σημαίνει ότι η Ρωσία αλλάζει ενεργά την πολεμική μυθολογία της από μιαν αμυντική στάση σε μιαν επιθετική. Πιστεύει ότι είναι πιθανό να δούμε τον εορτασμό του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, ο οποίος ήταν πράγματι ένας αμυντικός πόλεμος, να χρησιμοποιείται ως δικαιολογία για έναν επιθετικό πόλεμο στην Ουκρανία και επισημαίνει : “Υπάρχει μια διολίσθηση της ρωσικής μνήμης στην οποίαν ένας αμυντικός πόλεμος μετατρέπεται σε επιθετικό πόλεμο”.»

Έκτοτε, ο Καθηγητής Σνάϊντερ έχει επεκτείνει την ιδιότητά του ως δημόσιου διανοούμενου του οποίου «αποστολή» είναι να κρατά την κοινωνία «αφυπνισμένη» στον κίνδυνο του φασισμού, ασκώντας δριμεία κριτική…στον Ντόναλντ Τραμπ.

Το βιβλίο του «Περί Τυραννίας : Είκοσι Μαθήματα από τον Εικοστό Αιώνα» («On Tyranny: Twenty Lessons from the Twentieth Century», εκδόσεις Tim Duggan Books, 2017), με το οποίο προειδοποιεί τους πολίτες των ΗΠΑ για τον κίνδυνο του φασισμού στην πατρίδα τους και τους καθοδηγεί πώς να τον αποτρέψουν και να του αντισταθούν, έγινε … μπεστ σέλερ ! Η κοινωνική πορεία του Σνάϊντερ είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός ακαδημαϊκού λόγιου που γίνεται δημόσιος καθοδηγητής, χρησιμοποιώντας το κύρος του ως ιστορικός για να ασχοληθεί ενεργά με τη σύγχρονη πολιτική. Από το να κατηγορεί τον ξένο Πούτιν ότι είναι σαν τον Χίτλερ, πέρασε τελικά στο να κατηγορήσει τον συμπατριώτη του Τραμπ για το ίδιο …. «αδίκημα».

Ο παραλληλισμός μεταξύ Πούτιν και Τραμπ και οι δήθεν χιτλερικού τύπου πολιτικές τους έγιναν σημαντικό στοιχείο της συζήτησης για το σκάνδαλο «Russian Gate» στις ΗΠΑ, με τον Πούτιν να κατηγορείται ότι «ακολούθησε το βιβλίο στρατηγικής του Χίτλερ» και τον Τραμπ να κατηγορείται ως «μαριονέτα του Πούτιν» (Τζορτζ Φρέντερικ Γουίλ στο «Πόσο μπλεγμένος με την Ρωσία είναι ο Τραμπ;» – «How entangled With Russia is Trump?», στην «Washington Post», 29 Ιουλίου 2016). [Ο Γουίλ είναι ένας Αμερικανός φιλελευθερος-συντηρητικός πολιτικός σχολιαστής και συγγραφέας, που γράφει τακτικές στήλες για την «The Washington Post» και σχολιάζει για το «NBC News».

Το 1977 κέρδισε το Βραβείο Πούλιτζερ για τον Σχολιασμό].

Στις 20 Ιουνίου 2017, πραγματοποιήθηκε στο γερμανικό κοινοβούλιο μια συζήτηση για την ιστορική ευθύνη της Γερμανίας έναντι της Ουκρανίας, όπου ο Σνάϊντερ συμμετείχε ενεργά με ένα εκτενές παθιασμένο κήρυγμά του κατά της Ρωσίας.

Στο βιβλίο του « Ο δρόμος προς την Ανελευθερία : Ρωσία, Ευρώπη, Αμερική» («The Road to Unfreedom: Russia, Europe, America», εκδόσεις Penguin Random House, 2018), ο Σνάϊντερ υποστηρίζει ότι το καθεστώς του Βλαντίμηρ Πούτιν στη Ρωσία είναι αυταρχικό και ότι χρησιμοποιεί φασιστικές ιδέες στη ρητορική του. [Στο βιβλίο, ο Σνάϊντερ διερευνά τις προσπάθειες της Ρωσίας να επηρεάσει τις δυτικές δημοκρατίες και την μεγάλη επιρροή στον Πρόεδρο Πούτιν και στην Ρωσική Ομοσπονδία γενικά του φιλόσοφου Ιβάν Αλεξάντροβιτς Ιλγίν [(1883 – 1954) Ρώσος θρησκευτικός και πολιτικός φιλόσοφος, «Λευκός» εμιγκρέ – μετανάστης, δημοσιογράφος και ιδεολόγος της «Ρωσικής Πανστρατιωτικής Ένωσης»].]

Στον «Δρόμο προς την Ανελευθερία» γράφει :

« Πρώτα η Ρωσία έφτασε στην πολιτική της αιωνιότητας και οι Ρώσοι ηγέτες προστάτευσαν τον εαυτό τους και τον πλούτο τους εξάγοντας την. Ο επικεφαλής ολιγάρχης Βλαντίμηρ Πούτιν επέλεξε για οδηγό τον φασίστα φιλόσοφο Ιβάν Ιλγίν. Ο ποιητής Τσέσλαβ Μίλος (Czesław Miłosz) [(1911-2004], συγγραφέας, μεταφραστής, διπλωμάτης και ποιητής, θεωρούμενος ως ένας από τους μεγάλους του 20ου αιώνα, βραβευμένος με το Βραβείο Νόμπελ της Λογοτεχνίας το 1980 ] έγραψε το 1953 ότι “μόνο στα μέσα του εικοστού αιώνα οι κάτοικοι πολλών ευρωπαϊκών χωρών κατάλαβαν, συνήθως υποφέροντας, ότι τα περίπλοκα και δύσκολα βιβλία φιλοσοφίας έχουν άμεση επίδραση στη μοίρα τους.” Μερικά από τα βιβλία φιλοσοφίας που έχουν σημασία σήμερα, γράφτηκαν από τον Ιλγίν, ο οποίος πέθανε ένα χρόνο αφ΄ ότου ο Μίλος έγραψε αυτές τις γραμμές. Η αναβίωση του Ιβάν Ιλγίν από την επίσημη Ρωσία στις δεκαετίες του 1990 και του 2000 έδωσε στο έργο του μια δεύτερη ζωή, καθώς ο φασισμός προσαρμόστηκε για να κάνει δυνατή την ολιγαρχία, καθώς οι συγκεκριμένες ιδέες του βοήθησαν τους ηγέτες να στραφούν από το αναπόφευκτο στην αιωνιότητα.

Ο φασισμός των δεκαετιών του 1920 και του 1930, η εποχή του Ιλγίν, είχε τρία βασικά χαρακτηριστικά : Τιμούσε τη θέληση και τη βία έναντι της λογικής και του νόμου . Πρότεινε έναν ηγέτη με μυστικιστική σύνδεση με τον λαό του. Και χαρακτήρισε την παγκοσμιοποίηση ως συνωμοσία, παρά ως ένα σύνολο προβλημάτων. Αναβιωμένος σήμερα σε συνθήκες ανισότητας, ως πολιτική αιωνιότητας, ο φασισμός χρησιμεύει στους ολιγάρχες ως καταλύτης για μεταβάσεις μακριά από τη δημόσια συζήτηση, προς την πολιτική μυθοπλασία. Μακριά από ουσιαστική ψηφοφορία, προς την ψεύτικη δημοκρατία. Μακριά από το κράτος δικαίου, προς τα προσωποκρατικά καθεστώτα.

Η ιστορία πάντα συνεχίζεται και οι εναλλακτικές πάντα παρουσιάζονται. Ο Ιλγίν αντιπροσωπεύει μία από αυτές.

Δεν είναι ο μόνος φασίστας στοχαστής που αναβίωσε στον αιώνα μας, αλλά είναι ο πιο σημαντικός. Είναι οδηγός στον σκοτεινό δρόμο προς την ανελευθερία, που οδηγεί από το αναπόφευκτο στην αιωνιότητα. Μαθαίνοντας τις ιδέες και την επιρροή του, μπορούμε να χαμηλώσουμε το βλέμμα στον δρόμο, αναζητώντας φως και εξόδους. Αυτό σημαίνει να σκεφτόμαστε ιστορικά: Να ρωτάμε πώς οι ιδέες από το παρελθόν μπορούν να έχουν σημασία στο παρόν, συγκρίνοντας την εποχή της παγκοσμιοποίησης του Ιλγίν με τη δική μας, συνειδητοποιώντας ότι τότε όπως και τώρα οι δυνατότητες ήταν πραγματικές και περισσότερες από δύο. Ο φυσικός διάδοχος του πέπλου του αναπόφευκτου είναι το σάβανο της αιωνιότητας, αλλά υπάρχουν εναλλακτικές που πρέπει να βρεθούν πριν πέσει το σάβανο. Αν δεχθούμε την αιωνιότητα, θυσιάζουμε την ατομικότητα και δεν θα δούμε πλέον την δυνατότητα. Η αιωνιότητα είναι μια άλλη ιδέα που λέει ότι δεν υπάρχουν ιδέες.»

Σε ένα άλλο σημείο του βιβλίου γράφει : «Οι αυταρχικοί του σήμερα είναι επίσης διαχειριστές τρομοκρατίας και αν μη τι άλλο, είναι μάλλον πιο δημιουργικοί. Σκεφτείτε το σημερινό ρωσικό καθεστώς. Ο Βλαντίμηρ Πούτιν όχι μόνον ανήλθε στην εξουσία με ένα περιστατικό που έμοιαζε εντυπωσιακά με την φωτιά του Ράιχσταγκ, στη συνέχεια χρησιμοποίησε μια σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων (επιθέσεις πραγματικές, αμφισβητήσιμες και ψεύτικες) για να άρει τα εμπόδια προς την ολοκληρωτική εξουσία στην Ρωσία και να επιτεθεί στους δημοκρατικούς γείτονες».

Στις 7 Δεκεμβρίου 2018, κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης με έναν συνάδελφο του ιστορικό της Ανατολικής Ευρώπης, τον Τζων Κόνελλυ, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϋ, («Δημόσιος Στοχαστής : Ο Τίμοθυ Σνάϊντερ για την Ρωσία και την “Σκοτεινή Παγκοσμιοποίηση”» («Public Thinker : Timothy Snyder on Russia and “Dark Globalization”», στο «Public Books»), o Σνάϊντερ αναφέρθηκε σε αυτό που ορίζει ως σχιζοφασισμός:

            «….. οι φασιστικές ιδέες ήρθαν στη Ρωσία σε μια ιστορική στιγμή τρεις γενιές μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο             Πόλεμο, ενώ είναι αδύνατο για τους Ρώσους να θεωρούν τους εαυτούς τους φασίστες. Το όλο νόημα του             πολέμου στη σοβιετική εκπαίδευση ήταν ένας αντιφασιστικός αγώνας, όπου οι Ρώσοι είναι στο πλευρό των             καλών και οι φασίστες είναι ο εχθρός. Υπάρχει λοιπόν αυτή η περίεργη υπόθεση, την οποία αποκαλώ στο             βιβλίο “σχιζοφασισμός”, όπου οι άνθρωποι που είναι και οι ίδιοι αναμφισβήτητα φασίστες, αναφέρονται             στους άλλους ως φασίστες».

Η άποψή του αμφισβητήθηκε από τη Μαρλέν Λαρουέλ, την Ερευνητική Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο George Washington, στο κείμενό της «Είναι πράγματι “φασιστική” η Ρωσία; Ενά σχόλιο για τον Τίμοθυ Σνάϊντερ» («Is Russia Really “Fascist”? A Comment on Timothy Snyder» [«PONARS Eurasia», 5 Σεπτεμβρίου 2018. Το PONARS Eurasia, («Program on New Approaches to Research and Security in Eurasia») είναι ένα δίκτυο με πάνω από 125 ακαδημαϊκούς, κυρίως από τη Βόρεια Αμερική και τη μετασοβιετική Ευρασία, που προωθεί νέες προσεγγίσεις στην έρευνα για την ασφάλεια, την πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία στη Ρωσία και την Ευρασία] :

            «Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του [Σνάϊντερ], το Κρεμλίνο δεν ζει σε έναν ιδεολογικό κόσμο εμπνευσμένο             από τη ναζιστική Γερμανία, αλλά σε έναν κόσμο στον οποίο οι δεκαετίες της Γιάλτας, τα χρόνια             Γκορμπατσόφ- Γέλτσιν και η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης εξακολουθούν να αποτελούν τις κύριες             ιστορικές αναφορές και τα ιστορικά τραύματα».

Στη Ρωσία και οι πολιτικοί αντίπαλοι του Προέδρου Πούτιν, χρησιμοποίησαν τη «φασιστική ταμπέλα» για να καταγγείλουν το σημερινό καθεστώς. Το 2006, λίγους μήνες πριν από τη δολοφονία της, η δημοσιογράφος Άννα Στεπάνοβνα Πολιτκόφσκαγια (1958 – 2006) στο βιβλίο της « Ένα ρωσικό ημερολόγιο: Ένας τελικός απολογισμός μιας δημοσοιογράφου, ζωής, διαφθοράς και θανάτου στην Ρωσία του Πούτιν» («A Russian diary: A Journalist’s final account of life, corruption, and death in Putin’s Russia», Λονδίνο, εκδόσεις Random House, 2007), προειδοποίησε (Κεφάλαιο «Πως επανεξελέγη ο Πούτιν» – 6 Φεβρουαρίου): «Η κοινωνία κινείται προς τον φασισμό.».

Πιο κάτω γράφει : «Το σύνθημα “Η Ρωσία για τους Ρώσους” υποστηρίζεται πλήρως από το 16 τοις εκατό του πληθυσμού, που θεωρεί ότι “αυτό έπρεπε να είχε γίνει εδώ και πολύ καιρό”. Το 37 τοις εκατό, θεωρεί ότι “δεν θα ήταν κακό να το εφαρμόσουμε, αλλά εντός λογικών ορίων”. 16 + 37 = 53 τοις εκατό φασισμός, γιατί αυτή η πολιτική δεν μπορεί να εφαρμοστεί “μέσα σε λογικά όρια”» (Κεφάλαιο «Η Ρωσία μετά την Ουκαρανία μέσως Κιργκιζίας» – 22 Ιανουαρίου)

Ο Λεβ Μάρκοβιτς Σλόσμπεργκ, Ρωσο-Εβραίος εκπρόσωπος του φιλελεύθερου και φιλοδυτικού κόμματος «Γιάμπλοκο», υποστήριξε στο άρθρο του «Μην πυροβολείτε» (στην εβδομαδιαία περιφερειακή κοινωνικοπολιτική εφημερίδα «Псковская Губерния» / «Επαρχία Πσκοφ» στις 28 Ιανουαρίου 2015) ότι «…Η Ρωσία σήμερα είναι μια χώρα ιδανικά έτοιμη για τον φασισμό», επειδή ο πληθυσμός ήταν προετοιμασμένος για πόλεμο και μίσος και το καθεστώς επιδίωκε τη δική του διαδικασία τύπου Νυρεμβέργης να εμφυσήσει την κοινωνία στο σύνολό της με αυτήν την πολεμική ιδεολογία. Μάλιστα, ο δημοσιογράφος της αντιπολίτευσης Αλεξέϋ Βλαντιμήροβιτς Σότνικ στο άρθρο του «Η Ρωσία βούτηξε εντελώς στον φασισμό» (8-3-2016) κάλεσε ακόμη και τις δυτικές χώρες να σχηματίσουν έναν «αντιφασιστικό συνασπισμό», έτοιμο να ανατρέψει το καθεστώς Πούτιν ! Αυτός πριν από τον Σεπτέμβριο του 2016, είχε εγκαταλείψει τη Ρωσία μετά από απειλές για την ζωή του, που συνδέονται με την λυσσαλέα κριτική του αναφορά στις πολιτικές του Κρεμλίνου.

[Το «Ρωσικό Ηνωμένο Δημοκρατικό Κόμμα Γιάμπλοκο» ή αλλιώς «Γιάμπλοκο» (που στα ρωσικά σημαίνει «μήλο») είναι ένα φιλελεύθερο κόμμα που ιδρύθηκε το 1990 από τον Γκριγκόρι Αλεξέγιεβιτς Γιαβλίνσκι. Σήμερα ηγέτης του κόμματος είναι ο Σεργκέϊ Σεργκέγιεβιτς Μιτρόχιν. Λόγω της ιδεολογίας του η επιρροή του στο εκλογικό σώμα, που είναι επί το πλείστον συντηρητικό, είναι πολύ περιορισμένη. Το κόμμα αντιπροσωπεύει την δημόσια και πολιτική ελευθερία της Ρωσίας και έχει βάλει για στόχο του, την καλυτέρευση των σχέσεων της Ρωσίας με την Δύση και την ένταξη της Ρωσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση !]

Ένας από τους κορυφαίους αντιπολιτευόμενους και διάσημος πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής στο σκάκι, ο Ρωσοεβραίος Γκάρυ Κασπάροφ (Γκάρικ Κόμοβιτς Βαϊνστάϊν), επίσης, έχει χρησιμοποιήσει σε πολλές περιπτώσεις τον «δαιμονικό» όρο στο blog του και σε συνεντεύξεις του. Στο κείμενό του: «Ο φασισμός στη δική μας αυλή» (2013), δήλωσε: «Η μάσκα έπεσε – ο φασισμός ήρθε στη Ρωσία… Ήρθε από το Κρεμλίνο». Δύο χρόνια αργότερα, (2015), έγραψε: «Παρακολουθούσαμε με τρόμο τα τελευταία χρόνια τον Βλαντίμηρ Πούτιν να στρέφει την Ρωσία σε μια γνήσια φασιστική κατεύθυνση». («Τραμπ, Πούτιν και Πραγματικός Φασισμός»)

Ο Κασπάροφ είχε και έχει την υποστήριξη πολλών άλλων αντιπάλων του Κρεμλίνου, συμπεριλαμβανομένου του ακτιβιστή για τα ανθρώπινα δικαιώματα, δημοσιολόγου, φιλοσόφου, ιστορικού και εκπαιδευτικού Γεβγιένι Βιτάλιεβιτς Ιχλώφ που υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος της αναβίωσης για το «Κόμμα των Συνταγματικών Δημοκρατών της Ρωσικής Ομοσπονδίας» (ο οποίος πέθανε ξαφνικά στις 5 Ιουνίου 2019). Αυτός δήλωσε (2015) ότι η ρωσική κυβέρνηση έμοιαζε πολύ με την «Γερμανία προ της Πολωνίας» – δηλαδή με τον προπολεμικό χιτλερισμό. Ο Ιχλώφ έχει δημοσιεύσει αρκετά κείμενα για να υποστηρίξει τις αντικυβερνητικές επιθέσεις του Κασπάροφ ενάντια στο Κρεμλίνο, προειδοποιώντας από το 2014 ότι, «ο φασισμός ως επί το πλείστον έχει ήδη οικοδομηθεί στη Ρωσία». Επίσης, το 2016, δήλωσε ότι δεν ήταν μόνο το καθεστώς, αλλά και η ρωσική κοινωνία που «διψούσε για φασισμό».

Α. Κωνσταντίνου 

tweet
fb-share-icon
Insta
Tiktok