Γαλλία και Γερμανία από το 2017 έχουν αποφασίσει να δημιουργήσουν ένα κοινό άξονα, στην αμυντική τους βιομηχανία και να συνεργαστούν στα εξοπλιστικά προγράμματα που φέρουν την κωδική ονομασία FCAS (Future Combat Air System) και MGCS (Main Ground Combat System). Και τα δυο συστήματα έχουν ως στόχο να εξοπλίσουν τις ένοπλες δυνάμεις όχι μόνο της Γαλλίας και Γερμανίας, αλλά και όσο το δυνατόν περισσοτέρων ευρωπαϊκών κρατών, για μελλοντικούς πολέμους υψηλής τεχνολογίας με ανώτατο επίπεδο αυτοματοποίησης μέσω της τεχνητής νοημοσύνης. Στο πλαίσιο αυτό προωθούνται συγχωνεύσεις μεγάλων εταιριών του αμυντικού τομέα, όπως της «Airbus Defence and Space» με την «Dassault Aviation» και της KMW με την Rheinmetall και την Nexter Systems.
Στο πρόγραμμα με την κωδική ονομασία FCAS περιλαμβάνεται η ανάπτυξη μαχητικού 6ης γενιάς σε συνδυασμό με την ανάπτυξη μη επανδρωμένων αυτόνομων μαχητικών αεροσκαφών, τα οποία θα λειτουργούν ως αεροσκάφη «καμικάζι». Το FCAS θα απορροφήσει 100 δισεκατομμύρια ευρώ, καθιστώντας το ακριβότερο κοινό εξοπλιστικό πρόγραμμα Γαλλίας-Γερμανίας, μαζί με αυτό του MGCS.
Η τεράστια αναπτυξιακή δαπάνη οφείλεται στο γεγονός ότι πρόκειται για ένα πρόγραμμα που συμπεριλαμβάνει πέραν του stealth μαχητικού, δορυφορικά συστήματα που θα το πλαισιώνουν, κατευθυνόμενους πυραύλους, αεροσκάφη επιτήρησης και drones καμικάζι. Φυσικά η κύρια εστίαση είναι το μαχητικό το οποίο θα υποστηρίζεται από μικρά οπλισμένα killer drones, τα οποία θα ελέγχονται μέσω τεχνητής νοημοσύνης (Artificial Intelligence) από το επανδρωμένο αεροσκάφος. Η ικανότητα ελέγχου μη επανδρωμένων συστημάτων από επανδρωμένο αεροσκάφος είναι ένας σημαντικός πολλαπλασιαστής ισχύος για μελλοντικές επιδόσεις στις αερομαχίες και για αρθρωτές, δικτυωμένες αεροπορικές επιδρομές.
Στο πρόγραμμα MGCS προβλέπεται η ανάπτυξη ενός νέου άρματος MBT (Main Battle Tank), που πιθανότατα θα γίνει γνωστό ως Leopard-3, ο σχεδιασμός του προβλέπει την εκ παραλλήλου ανάπτυξη στο πεδίο μάχης και μη επανδρωμένων αρμάτων, αλληλένδετα συνδεδεμένων με τα επανδρωμένα. Το κόστος ανάπτυξης αυτού του προγράμματος προβλέπεται να ανέρθει στα 100 δις, το κέντρο ανάπτυξης και παραγωγής του νέου άρματος θα βρίσκεται στην Γερμανία, ενώ το κέντρο ανάπτυξης του νέου μαχητικού θα βρίσκεται στην Γαλλία.
Oι προπαρασκευαστικές εργασίες για το FCAS προχωρούν, με την κατανομή των υπεργολαβιών ήδη να έχουν αποφασιστεί. Η ανάπτυξη του 6ης γενιάς μαχητικού οργανώνεται από την Dassault (Γαλλία) με την συμμετοχή της Airbus (Γερμανία, Ισπανία). Η Thales (Γαλλία) αναμένεται να κατασκευάσει τον κινητήρα του 6ης γενιάς μαχητικού, ενώ τα συνοδευτικά killer drones θα έχουν κατασκευαστικό επικεφαλής την Airbus Defence and Space με έδρα το Μόναχο. Ένα πρώτο πρωτότυπο του μαχητικού αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι του έτους 2027, οι αναπτυξιακές εργασίες θα ολοκληρωθούν το 2035. Το FCAS θα είναι ετοιμοπόλεμο μεταξύ των ετών 2035-2040.
Το πρόγραμμα MGCS αναμένεται επίσης να είναι λειτουργικό το 2040. Ο κατασκευαστής αρμάτων Krauss- Maffei Wegmann και η Rheinmetall της Γερμανίας θα συνεργαστούν με τον κατασκευαστή οπλικών συστημάτων Nexter Systems της Γαλλίας στην ανάπτυξη και παραγωγή του MBT, ήδη ιδρύθηκε η κοινή εταιρία ARGE και έχουν ξεκινήσει οι προπαρασκευαστικές εργασίες.
Ωστόσο στον κοινό άξονα των αμυντικών βιομηχανιών Γαλλίας-Γερμανίας διαφαίνονται κάποιες διαφορές που επισκιάζουν τα προγράμματα FCAS και MGCS. Για παράδειγμα υπάρχει έντονη διαφωνία στο κατά πόσον το FCAS θα πρέπει να αντιμετωπιστεί χαλαρά (Γαλλία) ή περιοριστικά (Γερμανία) αναφορικά με την εξαγωγική δραστηριότητα στο μέλλον. Άλλο σημείο αντιπαράθεσης είναι τα πυρηνικά όπλα, η Γαλλία πρεσβεύει ότι το μαχητικό 6ης γενιάς θα πρέπει να έχει την ικανότητα να μεταφέρει πυρηνικά όπλα, κάτι στο οποίο η Γερμανία αντιτίθεται. Παρόμοιες διαφορές υπάρχουν και στο πρόγραμμα MGCS, με αποτέλεσμα αμοιβαίες αποκλίνουσες τεχνικές απαιτήσεις. Πάντως παρά τις όποιες διαφορές αναμένεται τα δυο προγράμματα να προχωρήσουν, κοινός παρονομαστής του γαλλο-γερμανικού άξονα είναι η στρατιωτική συνιστώσα της ΕΕ που πρέπει να ισχυροποιηθεί, με στόχο την αυτονόμηση από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Σημείωση: Ενώ ο γαλλο-γερμανικός άξονας συγχωνεύει αμυντικές βιομηχανίες και δημιουργεί εξοπλιστικούς γίγαντες στους οποίους ουδεμία συμμετοχή έχουν μικρότερες χώρες όπως η Ελλάδα, οι ελληνικές αμυντικές εταιρίες απαξιώνονται σκοπίμως τουλάχιστον τις δυο τελευταίες δεκαετίες από τις κυβερνήσεις του συνταγματικού τόξου, είναι πασιφανές ότι δεν υπάρχει η πολιτική βούληση για την διάσωση των. Οι καρεκλοκένταυροι του υπουργείου Άμυνας και οι γυρολόγοι πολιτικάντηδες των διοικήσεων των εταιριών είναι ανίκανοι να διαφυλάξουν από την συρρίκνωση και την εξαφάνιση την κρατική Αμυντική Βιομηχανία, εκτός και αν κάποιοι πιστεύουν ότι η εκποίηση κρατικών εταιριών αντί πινακίου φακής (βλ. ΕΛΒΟ) στους Ισραηλινούς αποτελεί ορθή πολιτική διάσωσης και διαφύλαξης εθνικών συμφερόντων. Τα συμφέροντα της Εθνικής Άμυνας διακυβεύονται από την ασκούμενη πολιτική σε αυτό τον τομέα, οι πρακτικές απαξίωσης και εκποίησης όλων των κυβερνήσεων του συνταγματικού τόξου οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια να βρεθεί η χώρα αφοπλισμένη σε έναν κομβικό και στρατηγικό πυλώνα της εθνικής παραγωγής, σε μια εποχή που το στρατηγικό ενδεχόμενο ενός ελληνοτουρκικού πολέμου βαίνει αυξανόμενο, σε μια εποχή που ο εχθρός αναπτύσσεται ραγδαία σε όλους τους αμυντικούς τομείς και το στρατιωτικό δυναμικό στο Αιγαίο, την Θράκη και την Κύπρο ήδη έχει γύρει υπέρ αυτού. Τα διάφορα φληναφήματα των «ειδικών» και «διεθνολόγων» περί των κυρώσεων του αμερικανικού ή ευρωπαϊκού παράγοντα που δήθεν θα μπορούσαν να ανατρέψουν το ισοζύγιο στρατιωτικής ισχύος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας ή οι ασυναρτησίες περί του «διεθνούς δικαίου» είναι στάχτη στα μάτια του ελληνικού λαού, θυμίζουμε ότι στις διενέξεις και αντιπαλότητες των κρατών αυτό που κρίνει τα αποτελέσματα είναι το ισοζύγιο ισχύος και όχι το διεθνές δίκαιο. Ο Θουκυδίδης στους διαλόγους Μηλίων με τους Αθηναίους γράφει ότι «το πρωταρχικό αίτιο πολέμου είναι η ανισότητα ισχύος και οι συνεπακόλουθες ηγεμονικές αξιώσεις που εγείρονται…, το δίκαιο λογαριάζεται όταν υπάρχει ίση δύναμη για την επιβολή του και όταν αυτό δε συμβαίνει, οι δυνατοί κάνουν ότι τους επιτρέπει η δυναμή τους κι οι αδύνατοι υποχωρούν και αποδέχονται».
Γ. Λιναρδής