ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΥΠΕΡΤΑΤΟΥ ΑΓΑΘΟΥ 

Η συζήτηση για τον κορωνοϊό έφερε για μια ακόμη φορά στο προσκήνιο το θέμα της αξιολόγησης – ιεράρχησης των ανθρώπινων αναγκών στη βάση των αντιθέσεων που γεννά η συζήτηση περί αντικειμενικού – υποκειμενικού.

Μια συζήτηση που ουσιαστικά ανακυκλώνεται συνεχώς και με αυξανόμενη ένταση λόγω της εμμονής των οπαδών του ορθολογισμού να «τετραγωνίσουν τον κύκλο» στη βάση της ανθρώπινης λογικής, προφασιζόμενοι κάθε φορά κάποια νέα δήθεν επιτακτική ανάγκη.

Στα πλαίσια αυτής της κουβέντας, ο γνωστός και μη εξαιρετέος δημοσιογράφος της περίφημης ατάκας: «έλα Ελένη», επιχείρησε πρόσφατα σε τηλεοπτική εκπομπή πανελλαδικής εμβέλειας να δικαιολογήσει ακόμη και τα πιο ακραία μέτρα αντιμετώπισης του κορωνοϊού επικαλούμενος την αναγκαιότητα προστασίας του «υπέρτατου αγαθού», που όπως εμφατικά υποστήριξε είναι η ανθρώπινη ζωή.

Προφανώς ο άνθρωπος «ξέχναγε» εκείνη τη στιγμή ότι οι πρόγονοί μας που πριν διακόσια χρόνια πήραν τα όπλα και έκαναν την Επανάσταση για να ανακτήσουν την χαμένη τους ελευθερία, είχαν σαν σημαία τους το «Ελευθερία ή Θάνατος». Που σε απλά ελληνικά σημαίνει, ότι για εκείνους τους Έλληνες, το πράγματι σπουδαίο αγαθό της ζωής έχει νόημα και αξία μόνον όταν υπάρχει ελευθερία. Σε αντίθετη περίπτωση είναι προτιμότερος ο θάνατος. Δεν αξιολογούσαν δηλαδή οπωσδήποτε και σε κάθε περίπτωση την επιβίωση, σαν υπέρτερο αγαθό από την ελευθερία. Πιστοποιώντας εν τοις πράγμασι την αριστοτελική διαπίστωση ότι η διαφορά ελεύθερου και δούλου είναι «φυσική». Γιατί ο δούλος βάζει το κατ’ ανάγκην ζην πάνω από το κατ’ αλήθειαν ζην.

Με την ίδια ακριβώς αξιολογική κρίση για την πυραμίδα των ανθρώπινων αναγκών, οι παππούδες μας το’40 στα βουνά της Αλβανίας και στα οχυρά Μεταξά, είπαν ΟΧΙ στο «υπέρτατο αγαθό», χωρίς ελευθερία.

«Καλύτερα μια χούφτα στάχτη παρά γονατισμένος ο λεβέντης μου», θα πετάξει στα μούτρα του Εγγλέζου τυράννου ο πατέρας του Γρηγόρη Αυξεντίου, όταν εκείνος τον κάλεσε με ειρωνεία να παραλάβει ό,τι είχε απομείνει από το γιό του, «μια χούφτα στάχτη».

Απόλυτα ευθυγραμμισμένος λοιπόν ο γνωστός δημοσιογράφος και η άποψή του (που ούτως ή άλλως αποτελεί το βασικότερο επιχείρημα όλων των ΜΜΕ για τη στήριξη των περιοριστικών μέτρων), με τη χρησιμοθηρική ιουδαϊκή αντίληψη περί ελευθερίας, όπως αυτή χαρακτηριστικά διατυπώθηκε από τον Ιουδαίο φιλόσοφο Μπαρούχ Σπινόζα: «ότι μόνον αυτός που ζει σύμφωνα με τις επιταγές της λογικής είναι ελεύθερος άνθρωπος».

Άποψη ωστόσο που βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την ελληνική αντίληψη περί ελευθερίας, όπως αυτή αναδύεται μέσα από την ιστορική διαχρονία των άπειρων κατορθωμάτων του έθνους μας κόντρα σε κάθε λογική. Αντίληψη η οποία σύμφωνα με τον Αριστοτέλη οδηγεί πολλές φορές την άσκηση της ελευθερίας να έρχεται σε αντίθεση με το λογικό μέρος του ανθρώπου. Και είναι αυτή ακριβώς η αντινομία που οδηγεί σε σκληρή πάλη, αποδεικνύοντας ότι ο άνθρωπος είναι ελεύθερος κι απ’ αυτή ακόμη τη λογική. Διαφορετικά θα ήταν ένα απλό ενεργούμενο, που «πάσχει τη φύση του» όπως τα ζώα. Ένα ον δηλαδή υποταγμένο στη φύση και τα ένστικτά του και όχι μια ελεύθερη, αυτεξούσια και δημιουργική προσωπικότητα, αποδεσμευμένος από τη νομοτέλεια του ενστίκτου.

Σε αντίθεση λοιπόν με την ελληνική αντίληψη περί ελευθερίας, το νεωτερικό άτομο του δυτικού κόσμου, σε απόλυτη σύμπλευση με την ιουδαϊκή σκέψη, που αντιλαμβάνεται την ελευθερία ως κυριαρχία – υποταγή, εργαλειοποιεί τον Λόγο για να την επιτύχει. Είναι ένα άτομο που δεν αισθάνεται ελεύθερο αν δεν ασκεί εξουσία. Ένα άτομο που τάχιστα μετασχηματίζει τις κοινωνικές σχέσεις τις οποίες παρέλαβε από τον ελληνορωμαϊκό κόσμο σε απρόσωπες σχέσεις με την διαμεσολάβηση μηχανών και αυτοματισμών, με μοναδικά ζητούμενα: την κυριαρχία, την μεγιστοποίηση του κέρδους και την ιδιωτική απόλαυση.

Σε αντίθεση με όλο αυτό το ελληνικό άτομο ταυτίζεται με την ουσία της ρήσης του Πασκάλ, που λέει ότι: «η καρδιά έχει τους νόμους της που ο Λόγος δεν τους γνωρίζει». Απεχθάνεται λοιπόν ο Έλληνας Άνθρωπος κάθε είδους μηχανικής διαμεσολάβησης γιατί δεν κατανοεί την ελευθερία ως κυριαρχία και γιατί αντιλαμβάνεται την «πόλι» του σαν κοινωνικό γεγονός αδιαμεσολάβητων σχέσεων. Δεν θέλει απλά να κάνει τη δουλειά του εύκολα και γρήγορα, ούτε θεωρεί αυτοσκοπό τη μεγιστοποίηση του κέρδους, αλλά θέλει να μιλήσει, να επικοινωνήσει έχοντας τον άλλον απέναντί του. Θέλει σχέση πρόσωπο με πρόσωπο, χωρίς τις μάσκες του κορωνοϊού και τα web “facilities” που «σκοτώνουν» την οντολογία αυτής της σχέσης, άρα και τον ελληνικό πολιτισμό που οικοδομήθηκε πάνω σε αυτή.

Ο Έλληνας Άνθρωπος, που δεν έχει ακόμα μπολιαστεί από το νεωτερικό δουλοκτητικό μάνατζμεντ της Δύσης, θεωρεί ότι ανήκει σε ένα έθνος εταίρων, που όπως μας λέει ο Όμηρος αναπαράγεται από τη σχέση πολίτη – οπλίτη. Επιθυμεί να είναι οπλίτης επειδή θέλει να είναι πολίτης, δηλαδή ελεύθερος. Και είναι ελεύθερος επειδή είναι διατεθειμένος να πεθάνει για να μη γίνει δούλος. Ταυτίζει δηλαδή το νόημα της ζωής με το αυθυπερβατικό κατόρθωμα. Και θεωρεί τιμή του να έχει ένα λαμπρό θάνατο, γιατί για αυτόν το ευ θνήσκειν επικυρώνει το ευ ζην.

Των αθανάτων το κρασί το ’βρετε σεις και πίνετε, ζωή σε σας ο θάνατος κι αθάνατοι θα μείνετε, θα γράψει ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, λίγο πριν περάσει στη χορεία των αθανάτων και ίδιος.

Πρόκειται επίσης για ένα έθνος εταίρων όπου το άτομο αντιλαμβάνεται τις «μύριες υποστάσεις» του και τη λογική του, όχι σαν ατομικό νοητικό κατόρθωμα αλλά ως γέννημα μιας ερωτικής – γονιμοποιού σχέσης με κάτι που τον υπερβαίνει. Κάτι αυτονόητα γνωστό και απροσμέτρητα άγνωστο: το Θεό. Οτιδήποτε έξω από αυτό αποτελεί Ύβρη.

Σήμερα σε συνθήκες μεταφυσικού απορφανισμού πλέον, δεν ωφελεί να θρηνούμε ή να καταγγέλλουμε. Καλούμαστε να δείξουμε τις αιτίες, να ανοίξουμε αυλάκια για να φύγει το νερό του καταστροφικού κατακλυσμού, να χτίσουμε το νέο κόσμο μετά τη θύελλα.

Αλλά το κυριότερο που δεν πρέπει να λησμονούμε είναι ότι πρέπει να μιλήσουμε ως Έλληνες. Γιατί εδώ, με αυτό τον τρόπο μας δόθηκε η ζωή.

Βασίλειος Κωστόπουλος

tweet
fb-share-icon
Insta
Tiktok