ΙΔΡΥΜΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΟΜΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
Η Ε.Ε. επιζητεί την δυνατότητα ταχείας αναπτύξεως αρκετών χιλιάδων στρατιωτών στο πλαίσιον ενός μεγαλυτέρου στρατηγικού σχεδίου που θα συζητηθεί (και ενδεχομένως θα εγκριθεί) τον προσεχή Νοέμβριο. Το θέμα συνεζητήθη ήδη μεταξύ 25 Υπουργών Αμύνης της Ε.Ε. στην Σλοβενία την Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου.
Ο «Ύπατος Εκπρόσωπος της Ενώσεως για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας», κατ΄ουσίαν ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε. Ισπανός Ζοζέπ Μπορέλ, μετά την υπουργική συνάντηση εδήλωσε στους δημοσιογράφους:
«Πρέπει να αυξήσουμε την ικανότητά μας για να ημπορούμε να δρούμε αυτονόμως, όταν και όπου είναι απαραίτητο». Είπεν επίσης ότι θα ήταν ιδανικό να διατίθενται αμέσως μέχρις 5.000 στρατιώτες υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και αυτοί θα ημπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για συγκεκριμένες αποστολές. Η ΕΕ είχε εκφράσει και προηγουμένως (μετά τους Γιουγκοσλαβικούς Πολέμους) την ιδέα συγκροτήσεως ευρωπαϊκής δυνάμεως περίπου 50.000 στρατιωτών μέχρι το 2003. Ο στόχος αυτός δεν επετεύχθη ποτέ.
Επίσης μία ανάλογος πρόταση που δεν υλοποιήθη ήταν η «Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότης» (ΕΑΚ), ένα σχέδιον που προετάθη το 1950 από τον Γάλλο Πρόεδρο της Εθνοσυνελεύσεως – Πρωθυπουργό Ρενέ Πλεβέν, ως απάντηση στο αμερικανική κλήση για τον ζητούμενο επανεξοπλισμό της τότε Δυτικής Γερμανίας. Επεδιώκετο ο σχηματισμός μίας πανευρωπαϊκής αμυντικής δυνάμεως, ως εναλλακτικό σχέδιον στην πρόταση προσχωρήσεως της Γερμανίας στο ΝΑΤΟ, (πρόταση η οποία απέβλεπε στην αξιοποίηση του διαθεσίμου στρατιωτικού δυναμικού της Γερμανίας σε περίπτωση συγκρούσεως με το Κομμουνιστικό - Σοβιετικό μπλοκ). Η ΕΑΚ θα περιελάμβανε την Ομοσπονδιακή Δυτική Γερμανία, την Γαλλία, την Ιταλία, το Βέλγιον, την Ολλανδία και το Λουξεμβούργο. Η συνθήκη ιδρύσεως υπεγράφη στις 27 Μαΐου του 1952, αλλά το σχέδιον ουδέποτε υλοποιήθη!
Η κατάρρευσή του επήλθεν όταν απέτυχε να επικυρωθεί από το γαλλικό κοινοβούλιο. Υπήρχαν φόβοι (κυρίως των εμμονικών γκωλικών) ότι η ΕΑΚ θα απεδυνάμωνε την εθνική κυριαρχία της Γαλλίας, αβδηριτικές συνταγματικές ανησυχίες σχετικά με την αδιαιρετότητα της Γαλλικής Δημοκρατίας, αλλά και υστερικόμορφοι φόβοι για τον επανεξοπλισμόν της Γερμανίας. Επί πλέον οι μπολσεβίκοι εθεώρησαν πως το σχέδιον δημιουργεί δεσμούς μεταξύ Γαλλίας και ΗΠΑ και εστράφησαν παντί τρόπω, λυσσαλέως και εκτενώς εναντίον του. Το σχέδιον της ΕΑΚ παρετέθη στην Εθνοσυνέλευση της Γαλλίας για επικύρωση στις 30 Αυγούστου 1954, και απέτυχε να συγκεντρώσει το απαραίτητο ποσοστό (με ψήφους 264 υπέρ, 319 κατά). Την ιδία περίοδο οι υφιστάμενες ανησυχίες σχετικώς με μίαν μελλοντική σύρραξη στην Ευρώπη, υπεχώρησαν με τον θάνατο του ερυθρού τυράννου Ιωσήφ Στάλιν και το τέλος του Πολέμου της Κορέας.
Αν το εν λόγω σχέδιον είχε πραγματοποιηθεί, η ΕΑΚ θα απετέλει τον πρώτο πανευρωπαϊκό στρατό, απαρτιζόμενον από επι μέρους εθνικά στοιχεία. Αναλυτικότερον η σύνθεση του στρατού θα περιελάμβανε Γαλλικά, Ιταλικά, Βελγικά, Ολλανδικά και Λουξεμβούργια στρατεύματα, τα οποία θα έδιδαν αναφορά στις εθνικές κυβερνήσεις τους, καθώς και Γερμανικά στρατεύματα τα οποία θα έδιδαν αναφορά στην ΕΑΚ. Η συγκεκριμένη ρύθμιση οφείλεται στον παράταιρο ψυχοπαθητικό φόβο των Δυτικών για μία πιθανή επιστροφή του … γερμανικού μιλιταρισμού (!), επομένως προετιμήθη να μην έχει τον έλεγχον του γερμανικού στρατού η γερμανική κυβέρνηση ! Η ΕΑΚ θα παρείχε συγκεντρωτικές στρατιωτικές προμήθειες στα μέλη της, και θα εμοιράζετο έναν κοινόν προϋπολογισμό, στρατό και λειτουργικούς κανόνες.
Μετά την χειραγωγηθείσα από τους Γάλλους μπολσεβίκους καταψήφιση του σχεδίου από την Εθνοσυνέλευση της Γαλλίας, τα κράτη-μέλη της τότε «Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος» (ΕΟΚ) ανεζήτησαν μία κοινή εξωτερική ευρωπαϊκή πολιτική μέσω των σχεδίων του διπλωμάτη Κριστιάν Φουσέ (1959-1962) που υπεστήριζεν εντονότατα ο ντε Γκωλ, σχέδια τα οποία επίσης απέτυχαν. Η κοινή εξωτερική ευρωπαϊκή πολιτική ηδραιώθη τελικώς με την «Ευρωπαϊκή Πολιτική Συνεργασία» (ΕΠΣ, 1970), η οποία απετέλεσεν τον πρόγονο της νυν «Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας» (ΚΕΠΠΑ, 1992).
Ο Γάλλος Πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν έκαμε παρόμοιες νύξεις το 2018 όταν ομίλησε για την ανάγκη δημιουργίας ενός «πραγματικού ευρωπαϊκού στρατού» για την αντιμετώπιση της ρωσικής επιθετικότητος.
Τώρα η αυξανομένη περί το ζήτημα πίεση θα ακολουθεί την χαοτική έξοδο των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν τον περασμένο μήνα. Οι Ευρωπαίοι, εξαρτώμενοι από την δύναμη και τον συντονισμό των ΗΠΑ, ηναγκάσθησαν επίσης να αποχωρήσουν καθώς οι δυνάμεις των Ταλιμπάν κατέλαβαν τάχιστα την χώρα.
Ο Μπορέλ πιέζει για στρατιωτικές λύσεις εδώ και πολλά έτη, λέγων μάλιστα στους δημοσιογράφους, στις αρχές του 2020, ότι η Αφρική «χρειάζεται όπλα» για την σταθερότητά της. Σε μια δημοσίευση στους New York Times ενωρίτερον, την προηγουμένην εβδομάδα, περιέγραψε το Αφγανιστάν ως «κλήση αφυπνίσεως» και προέτεινε την δημιουργία μιας ευρωπαϊκής «αρχικής δυνάμεως εισόδου». Παρόμοια σχόλια έκαμε πάλιν την παρελθούσα Πέμπτη, ελπίζων να διαψεύσει τις ανησυχίες ότι μια τέτοια δύναμη θα εδημιούργει εντάσεις με την συμμαχία των ΗΠΑ ή με το ΝΑΤΟ.
Ο Υπουργός Αμύνης της Σλοβενίας Ματέι Τόνιν, ο οποίος ομίλησε επίσης εξ ονόματος της εκ περιτροπής προεδρίας της ΕΕ, ήταν ευθυγραμμισμένος με τον Μπορέλ. Είπεν : «Αυτή η πανωλεθρία στο Αφγανιστάν, έδειξε επίσης ότι, δυστυχώς, η ΕΕ δεν έχει την απαραίτητο ικανότητα για επιχειρήσεις σε ακραίες συνθήκες». Στην συνέχεια ανέφερε τις ευρωπαϊκές ομάδες μάχης, μικρές δυνάμεις περίπου 1.500 στρατιωτών. Αλλά όπως είπε η ανάπτυξή τους απαιτεί συναίνεση και από τα 27 κράτη μέλη. Ενωρίτερον είχε αναφέρει : «Ίσως η λύση είναι να εφεύρουμε έναν μηχανισμό όπου η κλασική πλειοψηφία θα είναι αρκετή και όσοι είναι πρόθυμοι θα ημπορούν να πάνε», Ερωτηθείς ποιος θα διοικήσει τέτοια στρατεύματα, απήντησε ασαφώς «τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως».
Η συζήτηση αυτή εμπίπτει στην λεγομένη «Στρατηγική Πυξίδα» της ΕΕ, ένα σχέδιον που καθορίζει τις φιλοδοξίες της για ασφάλεια και άμυνα για τα επόμενα 5 έως 10 χρόνια. Ο Μπορέλ είπεν ότι η Στρατηγική Πυξίς θα συζητηθεί (και πιθανόν να εγκριθεί) στις 16 Νοεμβρίου.
Η ενασχόληση της Ε.Ε. με τα στρατιωτικά ζητήματα έρχεται μετά από την θέσπιση ενός μηχανισμού διευκολύνσεως της ειρήνης, («Ευρωπαϊκός Μηχανισμός για την Ειρήνη» - ΕΜΕ) που ενεκρίθη ενωρίτερον εφέτος (από τις 22 Μαρτίου 2021). Αυτός αφορά σε ένα ταμείον εκτός προϋπολογισμού 5 δισ. Ευρώ για την περίοδο 2021-2027, το οποίον θα χρηματοδοτηθεί μέσω συνεισφορών από τα κράτη μέλη της Ε.Ε. και χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση στρατιωτικών και αμυντικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό υπό την ηγεσία της Ε.Ε. Περιλαμβάνει την παροχή όπλων και την εκπαίδευση σε ξένους στρατούς.
Το νέο αυτό χρηματοδοτικό μέσον της Ενώσεως καλύπτει όλες τις εξωτερικές της δράσεις που έχουν στρατιωτικές συνέπειες ή συνέπειες στον τομέα της αμύνης στο πλαίσιον της «Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλειας» (ΚΕΠΠΑ).
Απώτερος στόχος του ΕΜΕ είναι η ενίσχυση της ικανότητος της. Αυτό θα το επιτύχει επιτρέπων στην Ε.Ε. να βοηθά καλύτερα τις χώρες-εταίρους, είτε στηρίζουσα τις ειρηνευτικές επιχειρήσεις τους, είτε συμβάλλουσα στην ενίσχυση της ικανότητος των ενόπλων δυνάμεών τους να εγγυώνται την ειρήνη και την ασφάλεια στην εθνική τους επικράτεια, αλλά και μέσω ευρυτέερων δράσεων στρατιωτικού - αμυντικού χαρακτήρος προς υποστήριξη των στόχων της ΚΕΠΠΑ.
Ο Μηχανισμός επιτρέπει, για πρώτην φορά, στην Ε.Ε. να συμπληρώσει τις δραστηριότητες των αποστολών και επιχειρήσεων της «Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας» (ΚΠΑΑ) στις χώρες υποδοχής με «μέτρα συνδρομής». Τα μέτρα αυτά ημπορούν να περιλαμβάνουν την προμήθεια στρατιωτικού και αμυντικού εξοπλισμού, υποδομών ή την παροχή συνδρομής, κατόπιν αιτήματος τρίτων χωρών ή περιφερειακών ή διεθνών οργανισμών. Τα μέτρα συνδρομής θα ενσωματωθούν σε μια σαφή και συνεκτική πολιτική στρατηγική, θα συνοδεύονται δε από ενδελεχείς εκτιμήσεις κινδύνου και από ισχυρές διασφαλίσεις.
Από του 2004, η συμμετοχή της Ε.Ε. σε στρατιωτικές αποστολές και επιχειρήσεις ΚΠΑΑ εχρηματοδοτείτο μέσω του μηχανισμού «Αθηνά». Αυτός θα αντικατασταθεί από τον ΕΜΕ, ο οποίος και θα αυξήσει την εμβέλεια των κοινών δαπανών, επιτρέπων την ταχυτέρα ανάπτυξη και βελτίωση της ευελιξίας και της προβλεψιμότητος. Το επιχειρησιακόν μέρος του ΕΜΕ παραμένει ενσωματωμένο στο Συμβούλιο.
Μέχρις τον Μάρτιον του τρέχοντος έτους, η Ε.Ε. ημπορούσε να παρέχει στήριξη μόνον σε επιχειρήσεις υποστηρίξεως της ειρήνης υπό αφρικανικήν ηγεσία (ήτοι σε επιχειρήσεις υπό την ηγεσίαν της Αφρικανικής Ενώσεως ή αφρικανικών περιφερειακών οργανώσεων). Αυτό επετεύχθη μέσω του «Μέσου Στηρίξεως της Ειρήνης στην Αφρική» (AFP).
Ο ΕΜΕ υπερέβη αυτήν την αδυναμία και διευρύνει το γεωγραφικό πεδίον παρεμβάσεως της Ε.Ε. καθώς η Ε.Ε. είναι πλέον σε θέση να συμβάλει στην χρηματοδότηση στρατιωτικών επιχειρήσεων υποστηρίξεως της ειρήνης και μέτρων συνδρομής για τους εταίρους μας οπουδήποτε στον κόσμο.
Α. Κωνσταντίνου
"Δεν μου αρέσει ο πόλεμος, αλλά προτιμώ να τον κάνω νωρίτερα παρά αργότερα" Nαπολέων
Μοιραστείτε το στο Twitter !