Ι.ΣΤ.Ο.Σ.

ΙΔΡΥΜΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΟΜΟΓΕΝΕΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Ο ΜΠΑΪΝΤΕΝ ΑΠΟΣΥΡΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ
(ΚΑΙ ΠΛΗΤΤΕΙ ΤΗΝ ΚΙΝΑ)

Η προοπτική ενός εμφυλίου πολέμου μεταξύ των Ταλιμπάν και της κυβερνήσεως της Καμπούλ παραβλάπτει σαφώς τα συμφέροντα του Πεκίνου. Στην Καμπούλ, στα τέλη του περασμένου έτους, οι αφγανικές δυνάμεις ασφαλείας εξήρθρωσαν έναν κινεζικό κατασκοπευτικό πυρήνα ο οποίος προσεπάθησε να διεισδύσει σε ήδη υφιστάμενα τρομοκρατικά δίκτυα στην χώρα. Αν και το Πεκίνο ισχυρίσθη άγνοιαν σχετικώς με τις δραστηριότητες της εν λόγω ομάδος (οι αναφορές ποικίλουν ως προς το εάν υπήρχαν 10 ή 13 άτομα που συνελήφθησαν) λέγεται ότι έστειλε έναν «ειδικόν απεσταλμένο» για να εξασφαλίσει την απελευθέρωσή τους.

Για να αποφύγει να προξενήσει ….. καταστροφική «υπέρταση» στο Πεκίνο, η κυβέρνηση του Προέδρου Ασράφ Γκάνι, ανέφερε τα ελάχιστα για αυτά τα γεγονότα, εκτός από το ότι μία ομάς πρακτόρων είχε συλληφθεί.
Ωστόσον, Αφγανοί αξιωματούχοι οι οποίοι ενημέρωσαν ανωνύμως τους δημοσιογράφους σχετικώς με την επιχείρηση έχουν αναφέρει ότι οι άνδρες και οι γυναίκες που ήσαν μέλη της ομάδος, ειργάζονο για τις κινεζικές υπηρεσίες πληροφοριών και εζήτουν την υποστήριξη τρομοκρατικής οργανώσεως (που υποστηρίζεται από το Πακιστάν), γνωστής ως «Δίκτυον Χακκάνι», για να συλλέξει πληροφορίες σχετικώς με τις ομάδες των Ουιγκούρων Τούρκων που δραστηριοποιούνται στο Αφγανιστάν. (Το Δίκτυον είναι ένοπλος αφγανική οργάνωση, κλάδος των Ταλιμπάν, που μάχεται τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ και την αφγανική κυβέρνηση και διοικείται από τον Σιρατζουντίν Χακκάνι, ο οποίος διεδέχθη το 2018 τον θανόντα πατέρα του Τζαλαλουντίν, ιδρυτήν της οργανώσεως.)

Σε αυτές τις ενημερώσεις, οι Αφγανοί επεσήμαναν την τραγελαφική αδεξιότητα της επιχειρήσεως, εξιστάμενοι για το πόσον πενιχρώς πληροφορημένοι ήσαν οι Κινέζοι. Επί παραδείγματι, επεχείρουν με την θεμελιώδη παραδοχή ότι όλοι οι Αφγανοί πολέμαρχοι καταναλώνουν όπιο, οπότε σε μιαν από κοινού με αυτούς συνάντηση είχαν εμφανώς παρουσιάσει το ναρκωτικό και τα συνοδευτικά του εξαρτήματα στο σαλόνι του διαμερίσματός τους !

Το προαναφερόμενο επεισόδιον αποκαλύπτει την στοιχειώδη ανωριμότητα του Πεκίνου στην αντιμετώπιση μιας χώρας όπου τα πάντα λίαν συντόμως πρόκειται να καταστούν πολύ πιο περίπλοκα. Η απόφαση του Προέδρου Μπάϊντεν να αποσύρει τα στρατεύματα των ΗΠΑ (και του ΝΑΤΟ) από το Αφγανιστάν στα τέλη του επικειμένου θέρους, είναι πιθανόν να προκαλέσει μείζονα σύγχυση στους κινεζικούς υπολογισμούς και σχεδιασμούς, τόσον οικονομικούς όσον και γεωπολιτικούς.

Για τον Τζο Μπάϊντεν, η απόσυρση των εναπομεινάντων στρατευμάτων των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν ήταν μια αναπόφευκτη απόφαση μετά από 20 χρόνια πολέμου χωρίς σαφή τελική νίκη. Οι επικριτές του προέδρου υποστηρίζουν ότι αυτή του η κρίση θα εξαλείψει οριστικά την αναιμική αμερικανική μόχλευση έναντι των Ταλιμπάν και θα καταστρέψει παντελώς τα ολίγα αλλά και «εύθραυστα» κέρδη της χώρας μετά από τόσην εργώδη και αιματηρά προσπάθεια.

Ο Μπάϊντεν, ομιλών προσφάτως στην ιδία αίθουσα όπου ο Πρόεδρος Τζορτζ Μπους ανεκοίνωσε το 2001 την έναρξη του πολέμου στο Αφγανιστάν, εχαρακτήρισε την απόφασή του ως την απόλυτο και ανεπίστροφο στιγμή, στην οποίαν έφθασε, εκπληρώνων έναν στόχο που είχαν υποσχεθεί τρεις προηγούμενοι πρόεδροι αλλά απέτυχαν να πραγματώσουν. Θα τερματίσει επιτέλους τον μακρότερο από τους «παρατεταμένους πολέμους» των ΗΠΑ, αρνούμενος να διακινδυνεύσει περισσότερα χρήματα των φορολογουμένων, αλλά και περαιτέρω απώλειαν αμερικανικού αίματος, σε μια λίαν πολυετή σύγκρουση.

Όπως υπεστήριξεν ο Μπάϊντεν, οι ΗΠΑ, εσκότωσαν τον αρχηγόν της Αλ Κάϊντα Οσάμα Μπιν Λάντεν περίπου προ μιας δεκαετίας και έτσι εξεπλήρωσαν την αποστολή τους : «Ήρθε η ώρα τα αμερικανικά στρατεύματα να επιστρέψουν στο σπίτι τους. Είπα, μεταξύ άλλων, ότι θα ακολουθούσαμε τον Οσάμα Μπιν Λάντεν μέχρι τις πύλες της κολάσεως, αν χρειασθεί! Αυτό ακριβώς εκάμαμε και τον επιτύχαμε».

Όμως, με την απόφαση της αποσύρσεως των στρατευμάτων έως τις 11 Σεπτεμβρίου, οι επικριτές του Μπάϊντεν (συμπεριλαμβανομένων ορισμένων Αμερικανών νομοθετών, Αφγανών ηγετών και Αμερικανών πρώην αξιωματούχων), υποστηρίζουν ότι είναι πολύ βιαστικός να απομακρύνει στρατεύματα τα οποία παρέχουν ένα προπύργιον υποστηρίξεως στην κυβέρνηση του Αφγανιστάν καθώς και ένα ισχυρό στρατιωτικό πλεονέκτημα έναντι των λίαν μαχητικών Ταλιμπάν.

Οι ταλαίπωρες γυναίκες του Αφγανιστάν, (οι οποίες υπό την κυριαρχία των Ταλιμπάν προ της αμερικανικής εισβολής, απεκλείσθησαν σε μεγάλο βαθμό από την εκπαίδευση και την εργασιακή απασχόληση), θα ημπορούσαν να είναι τα δυστυχέστερα θύματα αν η διαβόητος επαναστατική ομάς με την φονταμενταλιστική ερμηνεία του Ισλάμ επιστρέψει στην εξουσία, όπως προβλέπουν ορισμένοι εμπειρογνώμονες πληροφοριών και στρατιωτικοί εμπειρογνώμονες.

Ήδη, τα σημεία είναι αρκούντως ανησυχητικά : Ήδη διακυβεύονται οι ειρηνευτικές συνομιλίες στις 24 Απριλίου στην Κωνσταντινούπολη, όπου επρόκειτο να παρευρεθούν και οι Ταλιμπάν, διότι οι ηγέτες των ανταρτικών ομάδων εδήλωσαν αργά το βράδυ της προηγουμένης Τρίτης ότι δεν θα συμμετάσχουν έως ότου «όλες οι ξένες δυνάμεις αποσυρθούν εντελώς !»

Ο Μοχάμαντ Ναΐμ, εκπρόσωπος των Ταλιμπάν, εδήλωσεν την Πέμπτη (υπ’ αυτήν του την ιδιότητα) στο Twitter ότι, η Ουάσινγκτον «παραβιάζει» την συμφωνία της μαζί τους και ορκίσθηκε «να λάβει κάθε απαραίτητο αντίμετρο», προσθέτων ότι «η αμερικανική πλευρά θα θεωρηθεί υπεύθυνη για όλες τις μελλοντικές συνέπειες».

Η «Ετησία Έκθεση Απειλών» (περιγραφική αναφορά για τις παγκόσμιες απειλές) του 2021, η οποία εξεδόθη από την «Κοινότητα Πληροφοριών» των ΗΠΑ στις 9 Απριλίου, προβλέπει ότι οι Ταλιμπάν είναι πιθανό να «κερδίσουν στο πεδίον της μάχης», πράγμα που υποδηλώνει ότι η αφγανική κυβέρνηση θα ημπορούσε να χάσει τον έλεγχο εάν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους στο ΝΑΤΟ αποσυρθούν όπως σχεδιάζουν τώρα.

Η Λάϊζα Κέρτις, υψηλόβαθμη εταίρος του «Κέντρου για μια Νέα Αμερικανική Ασφάλεια» και αξιωματούχος του «Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας» υπό τον Πρόεδρο Τραμπ, εδήλωσε : «Τώρα που οι Ηνωμένες Πολιτείες εγκατέλειψαν το ισχυρότερον σημείο μοχλεύσεως τους – την παρουσία στρατευμάτων - είναι απίθανο να επιδιώξουν οι Ταλιμπάν την πολιτική διευθέτηση ή να μειώσουν την βία προς όφελος της ειρήνης».
Η (πρώην εισαγγελεύς) Κέρτις σαφώς δεν ήταν σύμφωνη ούτε με τον Τραμπ, ο οποίος είχε δεσμευθεί να επαναφέρει τα στρατεύματα στις ΗΠΑ ακόμη πιο γρήγορα, μέχρις την 1η Μαΐου τρέχοντος έτους.

Το επιχείρημα της κυβερνήσεως Μπάϊντεν είναι ότι τα τελευταία 20 χρόνια, οι μεγαλύτερες απειλές για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ έχουν μετεξελιχθεί: από τους τρομοκράτες στο Αφγανιστάν έως εκείνους στην Συρία και στην Σομαλία, από την Μέση Ανατολή έως την Κίνα και από τα αληθινά πεδία μάχης έως την διαδικτυακή εισβολή.
Ο πρόεδρος είπεν ότι : «ήλθεν η ώρα να απομακρυνθούμε από τις παλαιές συγκρούσεις και να στραφούμε προς τις μελλοντικές απειλές». Και εδήλωσε επί τούτου: «Αντί να επιστρέψουμε στον πόλεμο με τους Ταλιμπάν, πρέπει να επικεντρωθούμε στις προκλήσεις που είναι εμπρός μας».

Η κίνηση του Μπάϊντεν θα απελευθερώσει την μέριμνα και προσοχή του στρατεύματος, καθώς και κάποια χρήματα (το Πεντάγωνο στο οικονομικό έτος 2020 εξόδεψε σχεδόν 40 δισεκατομμύρια δολάρια για επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν), ώστε να επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση της αυξανομένης απειλής από τις κινεζικές ένοπλες δυνάμεις και στην επίτευξη του από πολλού καιρού υπεσχημένου «Άξονος προς την Ασία».

[Από τότε που ο Πρόεδρος Ομπάμα ανεκοίνωσεν την «επανεξισορρόπηση», τον σχηματισμόν του «Άξονος προς την Ασία» στην ζώνη Ασίας-Ειρηνικού, υπήρξεν μεγάλη σύγχυση, καθώς και σκεπτικισμός, σχετικώς με τνη φύση και την πρόθεση αυτής της στρατηγικής. Ο ρόλος του στρατεύματος στην νέα αυτήν ισορροπία δεν έχει σκοπό να «συγκρατήσει» την Κίνα, αλλά να «καταλύσει» την πολυμερή συνεργασία σε κοινά θέματα ασφαλείας, όπως πειρατεία, ανθρωπιστική βοήθεια, αντιμετώπιση καταστροφών και ελευθερία πλοηγήσεως. Οι στρατιωτικές δραστηριότητες της Αμερικής στην Ασία, δημιουργούσες την θεσμική και, σε ορισμένες περιπτώσεις, φυσικήν υποδομή στην οποίαν ημπορούν να συμμετέχουν και άλλες χώρες, προωθούν τον γενικόν επαγγελματισμό και την διεπιχειρησιακότητα, η οποία τελικώς συμβάλλει στην περιφερειακή σταθερότητα και ασφάλεια. Κρίσεις θα συνεχίσουν να εκκινούν στην Μέση Ανατολή και αλλού και θα απαιτήσουν την προσοχήν των Ηνωμένων Πολιτειών, οπότει θα εγείρουν ερωτήματα σχετικώς με την δέσμευση της Αμερικής σε αυτήν τη νέα της πολιτική. Οι Αμερικανοί (από τις αίθουσες συνεδριάσεων έως το Κογκρέσο και τον Λευκόν Οίκο), κατανοούν ότι το μέλλον της Αμερικής εξαρτάται από μια σταθερά και ζώσα Ασία. Αυτό το συμφέρον αντανακλάται στα διπλωματικά, οικονομικά και στρατιωτικά στοιχεία της ισορροπίας της Ασίας και αποτελεί εγγύηση ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να διαδραματίζουν κρίσιμον ρόλο στην ειρηνική και ευημερούσα Ασία. Την επιλογή του Άξονος «επάγωσεν» εν πολλοίς ο Πρόεδρος Τραμπ].

Οι υποστηρικτές του προέδρου λέγουν επίσης ότι οι ΗΠΑ θα διατηρήσουν την ικανότητα να διασφαλίζουν πως οι Ταλιμπάν θα τηρήσουν την δέσμευσή τους να μην αφήσουν το Αφγανιστάν να γίνει τρομοκρατικό καταφύγιο. Ερωτηθείς στις Βρυξέλλες την παρελθούσα Τετάρτη για την προοπτική αυτήν, ο Αμερικανός Υπουργός Αμύνης Λόϋντ Όστιν ηρνήθη να αναφέρει λεπτομερώς πόσα στρατεύματα των ΗΠΑ θα παρέμεναν στη χώρα για να προστατεύσουν τους διπλωμάτες ή να συζητήσει «πού ημπορούν να τοποθετηθούν τα αντιτρομοκρατικά μέσα» στην εν λόγω περιοχή.

Ο ίδιος ο Πρόεδρος Μπάϊντεν υπεστήριξεν επίσης ότι οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους θα αυξήσουν τις ανθρωπιστικές δαπάνες και θα παρακολουθούν τυχόν αλλαγές στην κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Αφγανιστάν. (Υπενθυμίζεται εδώ ότι από το 2001 οι ΗΠΑ έχουν ξοδέψει σχεδόν 1 τρισεκατομμύριο δολάρια στην χώρα και όμως το Αφγανιστάν παραμένει κοινωνικοπολιτικώς λίαν «εύθραυστο»). Οι πιστοί των Ταλιμπάν είναι αδυσώπητοι, ο αφγανικός στρατός είναι ως επί το πλείστον απείθαρχος και αναποτελεσματικός, ενώ μόνον πέρυσι απέθαναν λόγω της συγκρούσεως περισσότεροι από 8.000 Αφγανοί πολίτες. Είναι συνεπώς πολύ δύσκολο να φαντασθεί κανείς ότι όλα αυτά θα αλλάξουν με τις ΗΠΑ να προσπαθούν να βοηθήσουν εκ του τήλε.

Παρ’ όλον που οι Αμερικανοί στρατιωτικοί διοικητές ισχυρίσθησαν επανειλημμένως ότι ο πόλεμος «έβαινε επί τα βελτίω», τα επίσημα μετρητά ευρήματα κατέστησαν σαφές ότι αυτό δεν συνέβαινε. Οι τριμηνιαίες αναφορές από το «Γραφείον του Ειδικού Γενικού Επιθεωρητή για την Ανασυγκρότηση στο Αφγανιστάν» («Office of the Special Inspector General for Afghanistan Reconstruction» - SIGAR, ενός παρατηρητηρίου με έδρα το Πεντάγωνο, θεσμοθετημένου από το 2008), υπεγράμμισαν το που κατέληξαν οι περισσότερες προσπάθειες για την ανοικοδόμηση του Αφγανιστάν, με εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια να ρέουν αφειδώς προς εργολάβους λειτουργιών ασφαλείας ή να σπαταλώνται εντελώς.

Οι επίσημες επισκέψεις Αμερικανών αξιωματούχων στο Αφγανιστάν κατέστησαν το πράγμα σαφές και λίαν πρόδηλο: Η χώρα έγινε ζώνη απαγορεύσεως αλλοδαπών όταν οι Ταλιμπάν ανακατελάμβανον την μία επαρχία μετά την άλλη. Κατά τις επισκέψεις των Αμερικανών Υπουργών Εξωτερικών και Αμύνης δεν υπήρχεν εκ των προτέρων ανακοίνωση για τις αφίξεις τους. Δεν εκινούντο πλέον οδικώς στον δρόμον από το αεροδρόμιον της Καμπούλ προς την πρεσβεία των ΗΠΑ, στηριζόμενοι μόνον στην σχετική ασφάλεια των ελικοπτέρων. Ακόμη και η βραχεία μετακίνηση από την πρεσβεία των ΗΠΑ στην προεδρική έδρα απήτει πολυπληθή συνοδεία ασφαλείας με βαρέα τεθωρακισμένα οχήματα.

Ο νυν Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν την Πέμπτη, μετά την επίσημη ανακοίνωση της αποχωρήσεως και τις συναντήσεις του Μπάϊντεν με τους ηγέτες του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, πέταξε στο Αφγανιστάν. Εκεί εδήλωσε : «Ήθελα να καταδείξω με την επίσκεψή μου τη συνεχιζομένη δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών έναντι της Ισλαμικής Δημοκρατίας και του λαού του Αφγανιστάν. Η εταιρική σχέση αλλάζει, αλλά η εταιρική σχέση διαρκεί.» Ο Αφγανός Πρόεδρος Ασράφ Γκάνι του απήντησε: «Σεβόμεθα την απόφαση και προσαρμόζουμε τις προτεραιότητές μας».

Για ορισμένους εμπειρογνώμονες, ολόκληρη η συζήτηση σχετικώς με την παρουσία των στρατευμάτων των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ είναι ένας πολιτικός αντιπερισπασμός, μια απόσπαση της προσοχής από το πραγματικό ζήτημα: Δηλαδή θα ημπορούσε ποτέ η διπλωματική διαδικασία να είναι επιτυχής και τι θα επακολουθούσε, μόλις φύγουν τα εξωτερικά στρατεύματα και παραμείνουν οι Ταλιμπάν;

Ο κρισιμότερος προβληματισμός είναι αν θα ανταπεξέλθει το Αφγανιστάν, επειδή εάν η απάντηση είναι «όχι», υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να ιδούμε την μετεξέλιξη που είδαμε στο Ιράκ, όπου η απομάκρυνση των δυνάμεων των ΗΠΑ επροξένησε ένα μείζον κενό εξουσίας, το οποίον εν τέλει εξεμεταλλεύθη το Ισλαμικόν Κράτος. Η προηγηθείσα σχετικώς μετρία παρουσία των Αμερικανικών και ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων, ναι μεν δεν έχει επιλύσει τα προβλήματα του Αφγανιστάν, αλλά έχει στοιχειδώς αποτρέψει την εμφάνιση πλέον επικινδύνων σεναρίων ισλαμικής παραφρενείας.

Οι υποστηρικτές της αποφάσεως του Μπάϊντεν υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ θα διατηρήσουν ισχυρά παρεμβατική μόχλευση επί των Ταλιμπάν, διότι αυτοί αναζητούν διεθνή αναγνώριση και χρηματοδότηση από το εξωτερικό, καθώς και απελευθέρωση χιλιάδων κρατουμένων συντρόφων τους που κρατούνται από την αφγανική κυβέρνηση.
Όμως η αποχώρηση θα προξενήσει ισχυρότατο πλήγμα στον Γκάνι, τον ηγέτη του Αφγανιστάν, ο οποίος ως επί το πλείστον έχει αρνηθεί να αναλάβει σοβαρές δεσμεύσεις περί της ειρηνευτικής διαδικασίας.

Τα συμφέροντα της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας στο Αφγανιστάν, γείτονα με τον οποίον έχει τα βραχύτερα σύνορα - μήκους κάτω των 65 χιλιομέτρων - έχουν γίνει πολύ περιπλοκότερα τα πρόσφατα χρόνια.
Το Αφγανιστάν δεν ήταν μέρος του αρχικού σχεδίου του Προέδρου Σι Τζινπίνγκ για έναν νέο «Δρόμο του Μεταξιού», που θα συνδέει την Κίνα με την Κεντρική Ασία, την Μέση Ανατολή και την Ευρώπη. Το Πεκίνο υπελόγισε ότι ήταν αδύνατη η ασφαλής διέλευση μέσω μιας χώρας την οποία θεωρούσε εξόχως επιρρεπή στον θρησκευτικό φανατισμό και στην ανεξέλεγκτη βία. Μάλιστα, η πεποίθηση αυτή ενισχύθη από την αναίτιο τρομοκρατική σφαγή Κινέζων εργατών οδοποιίας από τους Ταλιμπάν το 2004.

Όμως, το τεράστιον δέλεαρ του ορυκτού πλούτου του Αφγανιστάν (που εκτιμάται από από το Υπουργείον Ορυχείων της χώρας σε 3 τρισεκατομμύρια δολάρια και από ειδικούς Αμερικανούς γεωλόγους σε 1 τρισεκατομμύριον δολάρια) απεδείχθη ακαταμάχητο για το Πεκίνο, το οποίον επιδιώκει τώρα να εντάξει την χώρα στα σχέδιά του για έναν τριμερή «Οικονομικό Διάδρομο» αξίας 57 δισεκατομμυρίων δολλαρίων με το Πακιστάν.

Πέραν των οικονομικών εκτιμήσεων, η Κίνα θέλει να εμποδίσει το Αφγανιστάν να μετατραπεί σε ασφαλές καταφύγιο για τους Ουιγκούρους, ώστε να μην να μην εγκαταστήσουν εκεί πολιτικοστρατιωτική βάση για να ξεκινήσουν μια διασυνοριακή εξέγερση ή να διαφύγουν από την δίωξη που εξαπέλυσε το Πεκίνο στην επαρχία Σινκιάνγκ.
Το χειρότερο σενάριο θα ήταν να καταστεί η πολύπαθη χώρα εφαλτήριον ενός νέου τζιχάντ στο Σινγιάνγκ, προσελκύουσα εξτρεμιστές από όλο τον κόσμο.

Η Κίνα ήδη εκπαιδεύει μιαν αφγανική ταξιαρχία εγγύς των συνόρων, ενώ διαθέτει στρατιωτική βάση και στο Τατζικιστάν, κοντά στο «τριεθνές σημείο», όπου τέμνονται τα σύνορα των τριών χωρών. Ωστόσον, η επιχείρηση κατασκοπίας στην Καμπούλ υποδηλώνει σαφώς ότι το Πεκίνο δεν εμπιστεύεται τους Αφγανούς ή τους Τατζίκους ώστε μέσω αυτών να εμποδίσει τους Ουιγκούρους να περάσουν. Επίσης αμφισβητεί εν μέρει ότι το σύμμαχόν του Πακιστάν, (το οποίο διαθέτει άρτιο εκτεταμένο δίκτυο κατασκόπων και αντιπροσώπων στο Αφγανιστάν), ημπορεί να παρακολουθεί επαρκώς τους Ουιγκούρους που βρίσκονται ήδη στο Αφγανιστάν.

Εάν ο πυρήν της Καμπούλ είχε πράγματι εξουσιοδοτηθεί από το Πεκίνο να συνδεθεί με το Δίκτυο Χακκάνι, θα αποτελούσε επέκταση της τρεχούσης κινεζικής προσεγγίσεως των Ταλιμπάν. Μια δεκαετία μετά την σφαγή των εργαζομένων στο οδικό δίκτυο, το Πεκίνο εφιλοξένησε ανωτέρους αξιωματούχους των Ταλιμπάν και προσεφέρθη να μεσολαβήσει για ειρήνη με την κυβέρνηση της Καμπούλ !
Η προσφορά αντεμετωπίσθη με ποικίλους βαθμούς ενθουσιασμού από τα ενδιαφερόμενα μέρη - και ιδίως από το Πακιστάν - η δε Κίνα ελαχίστη πρόοδον επέτυχε στις εν λόγω προσπάθειές της.

Επίσης το Πεκίνο έχει κάποιο γεωπολιτικό ενδιαφέρον για το Αφγανιστάν. Η συμμαχία του με το Πακιστάν απαιτεί από την Κίνα να υποστηρίξει την προσπάθεια του Ισλαμαμπάντ έτι μεγαλυτέρα επιρροή στη χώρα. Ευλόγως αυτό απαιτεί περιορισμόν της επιρροής του αμοιβαίου αντιπάλου, της Ινδίας, επιρροής η οποία στις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει αυξηθεί εκθετικώς.

Αλλά, τα περισσότερα από τα συμφέροντα της Κίνας στο Αφγανιστάν βασίζονται στην πολιτική σταθερότητα και στην απουσία βίας. Όμως η προοπτική αμφοτέρων έχει σημαντικώς μειωθεί μετά την ανακοίνωση του Μπάϊντεν περί αποσύρσεως.

Βεβαίως, δεν ημπορεί να διαλάθει της προσοχής του Πεκίνου ότι η ανακοίνωση επέφερε πολυδύναμο αρνητισμό:
Οι Ταλιμπάν ηρνήθησαν να συμμετάσχουν στην ειρηνευτική διάσκεψη, (με την υποστήριξη των ΗΠΑ και της Κίνας μεταξύ άλλων) στην Κωνσταντινούπολη, ενώ μια έκθεση των Ηνωμένων Εθνών επεβεβαίωσεν ότι οι θάνατοι αμάχων στο Αφγανιστάν ηυξήθησαν σχεδόν κατά 30% στο πρώτο τρίμηνο του έτους.

Με την απόσυρση των δυτικών δυνάμεων εντός πέντε μόνον μηνών, οι Ταλιμπάν θα έχουν ελάχιστα κίνητρα για ειρήνη. Πιθανότατα, με την επάνοδό τους στο προσκήνιον θα εξαλείψουν τα κινεζικά κίνητρα για επενδύσεις σε υποδομές και θα εκδηλώσουν μιαν ολόπλευρο προσπάθεια για πλήρη έλεγχο της χώρας. Αυτό συνεπάγεται ολοκληρωτικό πόλεμο ενάντια στις δυνάμεις της κυβερνήσεως της Καμπούλ, πόλεμο ο οποίος θα ημπορούσε να συνεχισθεί επί χρόνια, καθιστών το Αφγανιστάν (για άλλη μια φορά) καταφύγιον τζιχαντιστών κάθε προελεύσεως - μερικοί από τους οποίους θα στρέψουν αναμφιβόλως την προσοχή τους στα εγγύτατα, ορεινά και ευχερώς διαπερατά σύνορα με την Κίνα.

Ένας εμφύλιος πόλεμος στο Αφγανιστάν θα ήταν προφανώς ασύμφορος για τις κινεζικές επενδύσεις στην χώρα, αλλά επίσης θα επηρεάσει τα συμφέροντα του Πεκίνου και αλλού στην μείζονα περιοχή. Έχει συμβεί και πάλιν στο παρελθόν: Ο αγών στο Αφγανιστάν εξαπλώνεται πέραν των συνόρων με το Πακιστάν, το οποίον κατακλύζεται από πρόσφυγες, ενώ προσπαθεί να συγκρατήσει τα φλογερά πάθη των ιδικών του εξτρεμιστικών ομάδων.
Μια τέτοια εξέλιξη προφανώς θα έχει καταστροφικές συνέπειες για τον διάδρομο που συνδέει το Πακιστάν με τον Νέο Δρόμο του Μεταξιού.

Τότε, η ήδη βεβαία κινεζική «κοσμία θλίψη» για την αμερικανική απόσυρση, θα αντικατασταθεί ταχέως από ηυξημένα δυσμενή συναισθήματα για τις εν συνεχεία πολυποίκιλες κλιμακούμενες αρνητικές επιπτώσεις και περιπλοκές.

Α. Κωνσταντίνου


Μοιραστείτε το στο Twitter !


"Αν κάποιος μάθει καλά Ελληνικά, μπορεί να βρει σχεδόν ολόκληρη την ποίηση στον Όμηρο" Ezra Pound


2021 copyright istos.net.gr