Μετά από μία «δημιουργική» απουσία από την ποιοτική και εκλεκτική ηλεκτρονική βιβλιοθήκη του istos, συντάσσω το παρόν ως πιθανό «πιλότο» μίας ακολουθίας σχετικών κειμένων που θα απευθύνονται σε μία μειοψηφία ανθρώπων με αυξημένη αντίληψη, ανοικτό πνεύμα και εργατική σκέψη.
Συγχωρήστε μου το όποιο προσωπικό ύφος, σας διαβεβαιώνω δε ότι δεν υπάρχει η παραμικρή διάθεση εκ μέρους μου να προσβάλω προσωπικότητες. Όμως η ίδια η ζωή καθημερινά καταδεικνύει την πληθώρα των ανθρώπων που προσδοκούν και αναπαύονται σε δόγματα, πολιτιστικές και πολιτισμικές πανάκειες υποσχόμενες τα πάντα για τους πάντες.
Ακόμη και τώρα, που τα πάντα έχουν για πολλοστή φορά αποτύχει, η πνευματική και πολιτική σαβούρα θάλλει υπερήφανα και αλαζονικά «κοιτάζοντας» και «θεωρώντας». Αφήνοντας απ’ έξω αυτούς που διαφεντεύουν αφιερώνω το παρόν στην πληθώρα των πατριωτών «ηγετών» που ασφυκτιούν με τα τεκταινόμενα και μοχθούν για τη σωτηρία της πατρίδας και του έθνους.
Αφιερώνω επίσης το παρόν στα δοκησίσοφα, κοντόφθαλμα, οκνηρά και μοχθηρά μπουλούκια της αριστεράτζας που αγωνίζονται για ψεύτικες ιδέες σε ένα απατηλό πεδίο. Η πνευματική και πολιτική σαβούρα ανάλογα με τις δογματικές της ιδιαιτερότητες ενοράται ένα καλύτερο, ένα όμορφο κόσμο. Δηλαδή έχουμε να επιλέξουμε διάφορες εκδοχές του όμορφου κόσμου, ανάλογα με το τι έχει στην κεφάλα της η νομενκλατούρα κάθε δόγματος.
Για να αρχίσουμε να βάζουμε τα πράγματα σε μία σειρά οφείλουμε να πάμε πίσω, στις γενεσιουργούς ιδέες και αιτίες της ύπαρξης των σημερινών δογμάτων. Αυτές είναι και οι βασικοί άξονες του δυτικού πολιτισμού: η γραμμική αντίληψη της ιστορίας, ο υλισμός και η μηχανοκρατία. Εάν αυτές οι αιτίες ανατραπούν, διαλύονται και τα σημερινά δόγματα.
Έχουμε κατ’ επανάληψη αναφερθεί διεξοδικά σε αυτά τα θέματα με λογικά επιχειρήματα, όμως εις μάτην. Φαίνεται ότι είναι απαραίτητη η συμβολή της επιστήμης. Η ιδέα ότι ζούμε ως βιολογικές (ή και πνευματικές) μονάδες σε ένα Ευκλείδειο τρισδιάστατο κόσμο με τους νόμους της Νευτώνειας φυσικής είναι βαθιά ριζωμένη σε όλους. Αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη κακό, καθότι μας βοηθά να επιβιώνουμε, να συνεννοούμεθα και να επιτυγχάνουμε τεχνολογικές αναβαθμίσεις.
Όμως άλλο αυτό και άλλο να θεωρούμε αυτή την κατάσταση ως θέσφατο και κάποιοι «έξυπνοι» και «ανθρωπιστές» να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες με βάση αυτό το θέσφατο δημιουργώντας δόγματα και δίνοντας ντιρεκτίβες και νόμους για το πώς πρέπει να ζουν όλοι οι υπόλοιποι και πώς να αντιλαμβάνονται τον κόσμο. Η γραμμική αντίληψη της ιστορίας μεταφράζεται στην πεποίθηση ότι ο χρόνος οδεύει πάντα προς μία κατεύθυνση (το μέλλον), μετράται σε μονάδες χρόνου (επί παραδείγματι το δευτερόλεπτο) και η τιμή αυτών των μονάδων (δευτερόλεπτο) είναι σταθερή και κοινώς αποδεκτή. Πρόκειται για μία παγκόσμια αλήθεια ή μία απόλυτη απάτη;
Από το 1905 διατυπώθηκε η ειδική θεωρία της σχετικότητας. Έκτοτε έχει αποδειχθεί η ισχύς της πειραματικά και είναι αποδεκτή πέραν πάσης αμφισβήτησης. Με την επίσης αποδεδειγμένη αρχική συνθήκη ότι η ταχύτητα του φωτός είναι η μεγαλύτερη ταχύτητα που παρατηρείται σε αυτό που με τις οι αισθήσεις μας ονομάζουμε «κόσμος», μπορούμε πολύ εύκολα χρησιμοποιώντας εξισώσεις της Νευτώνειας φυσικής του γυμνασίου να αποδείξουμε ότι η τιμή των μονάδων του χρόνου ποικίλλει ανάλογα με την ταχύτητα του παρατηρητή. Η διάρκεια ενός γεγονότος που μετράει ένας ακίνητος παρατηρητής σε σχέση με έναν κινούμενο παρατηρητή είναι
όπου t ο χρόνος που μετράει ο ακίνητος παρατηρητής.
to ο χρόνος που μετράει ο κινούμενος παρατηρητής και v η ταχύτητα του κινούμενου παρατηρητή. Είναι φανερό ότι εάν v=0 οι δύο χρόνοι ταυτίζονται, ενώ όσο η v μεγαλώνει ο t μεγαλώνει, και όταν η v πλησιάζει την ταχύτητα του φωτός ο t αποκτά τεράστιες τιμές σε σχέση με τον to.
Το πρώτο μας συμπέρασμα είναι ο χρόνος (t και to αντίστοιχα) δεν κυλά με τον ίδιο ρυθμό για τους δύο παρατηρητές. Για να επιτύχουμε μία πλέον ολοκληρωμένη αντίληψη του χρόνου οφείλουμε να μνημονεύσουμε ένα από τα πειραματικώς αποδεδειγμένα αποτελέσματα της γενικής θεωρίας της σχετικότητας: Εάν υποθέσουμε ότι έχουμε δύο παρατηρητές σε δύο διαφορετικούς ως προς τη μάζα πλανήτες, τότε ο χρόνος κυλά πιο αργά για εκείνο τον παρατηρητή που ευρίσκεται στον πλανήτη με τη μεγαλύτερη μάζα.
Κατά συνέπεια η «πανανθρώπινη» αντίληψη ότι όλοι μας μετέχουμε στο ποτάμι του χρόνου που ρέει προς μία κατεύθυνση σταθερά και αδιάλειπτα είναι αυταπάτη, όπως είναι αυταπάτη και η γραμμική αντίληψη της ιστορίας των υλιστικών και «λογικοφανών» φιλοσοφικών ρευμάτων.
Επανερχόμεθα με περισσότερες διαπιστώσεις.
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΥΔΟΥΝΑΣ